Ακολουθεί ανάλυση επί του θέματος των στίχων, από έναν κύριο που δηλώνει Φιλόλογος. Αξίζει να δείτε την ερμηνεία που δίνει:
ΜΥΘΩΔΙΑ
Ερμηνευτική απόδοση στιχομυθίας
Καθότι κατά καιρούς έχουν εμφανιστεί διάφοροι «ερμηνευτές», προσπαθώντας να ερμηνεύσουν την στιχομυθία της ΜΥΘΩΔΙΑΣ, πέφτοντας αρκετά συχνά σε τραγελαφικά λάθη, μπερδεύοντας (αρχαία) ελληνική με νέα ελληνική γλώσσα, και συχνά επηρεασμένοι από φανταστικές θεωρίες συνομωσίας, θα προσπαθήσω ως Φιλόλογος να προσεγγίσω το κείμενο που αποκωδικοποίησε ο φίλος ΕΧΕΤΛΑΙΟΣ, με βάση τεκμηριωμένα γλωσσολογικό‐ιστορικά στοιχεία, καθώς και με αρχές φωνητικής, συντακτικού και λαογραφικής παρατήρησης, αναλύοντας κάθε φράση που
προφέρεται στη συμφωνική παρουσίαση, από συντακτική, σημασιολογική και καλολογική (συμβολική) σκοπιά, λαμβάνοντας υπόψη φυσικά, και το τι γίνεται κατά την εκτέλεση της μουσικής συμφωνίας (εικόνες, σύμβολα, στάσεις συντελεστών κλπ), σε συνδυασμό πάντα με το γενικότερο πλαίσιο αναφοράς της ελληνικής ιστορίας ανά τους αιώνες, αλλά και διάφορα γεγονότα
που έλαβαν και συνεχίζουν να λαμβάνουν χώρα, ακόμη και μετά την εκτέλεση της Μυθωδίας.
Πριν ξεκινήσω, θα ήθελα να σημειώσω μερικά πράγματα που πολλοί φαίνεται να αγνοούν:
Ο Ευάγγελος Παπαθανασσίου ζει τα τελευταία 20 τουλάχιστον χρόνια στο εξωτερικό, κι όσο να ναι....δεν έχει βιώσει επαρκώς τη χρήση και λειτουργία της Δημοτικής και κατ’ επέκταση και της ΚΝΕ (Κοινής Νέας Ελληνικής γλώσσας) που χρησιμοποιούμε σήμερα στην Ελλάδα (ευτυχώς, αλλά γνωρίζει με σαφήνεια τη χρήση και την λειτουργικότητα της Καθαρεύουσας. Τι είναι
όμως πραγματικά ή «Καθαρεύουσα»;
Μπορεί για πολλούς από εμάς, που γνωρίσαμε την Καθαρεύουσα μέσα από παλιά βιβλία, να μας φαίνεται ως μια αρχαΐζουσα μορφή της Δημοτικής γλώσσας που μιλάμε στην καθημερινότητά μας, στην πραγματικότητα, όμως, η Καθαρεύουσα είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια απλή γλωωσική μορφή, ένα γλωσσικό ιδίωμα, όπως θα το λέγαμε επιστημονικά. Εν πολλοίς, στην ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας η Καθαρεύουσα δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα «πάντρεμα» λέξικολογικών και συντακτικών χαρακτηριστικών της Αρχαίας Ελληνικής με αντίστοιχα χαρακτηριστικά της Δημοτικής. Είναι η «μέση οδός» που προτάθηκε από τον Αδαμ. Κοραή, όταν συντάχθηκε, το νεοσύστατο μετά την ελληνική επανάσταση του 21’,ελληνικό κράτος. Τότε υπήρχαν 3 γλωσσικά ιδιώματα που ομιλούνταν επισήμως στην ελληνική ύπαιθρο. Επίσημο κράτος με
σταθερή πρωτεύουσα δεν υπήρχε ακόμη. Η αττική (αρχαία) γλώσσα, η δημοτική (λαική) γλώσσα, και η γλώσσα των λόγιων (συγγραφέων, εκκλησιαστικών, επιστημόνων, πολιτικών) που ήταν ένα μείγμα 70% αρχαιστικών στοιχείων και 30% νεολογισμών για εκείνα τα χρόνια, ομιλούνταν σε ολόκληρη την επικράτεια. Με έμφαση στις πυκνοκατοικημένες περιοχές,
όπως στην Αττική, ομιλούταν κυρίως η λαική δημοτική γλώσσα, ενώ από την ελίτ της τότε κοινωνίας ομιλούταν η αρχαία αττική γλώσσα.
Όταν στην περίοδο της Επανάστασης πολλοί λόγιοι κατέφυγαν στο εξωτερικό, και με προσπάθειες εκδοτικές στόχευαν στην πνευματική αφύπνιση του κόσμου, κατέγραφαν τα κείμενά τους τυπικά σε δημοτική γλώσσα, για να γίνονται κατανοητοί από τις μάζες, σταδιακά, ωστόσο, άρχισαν να προσθέτουν αρχαϊκές εκφράσεις στο λόγο τους, κι έτσι, δημιούργησαν μια «δική» τους ιδιόλεκτο, που περιελάμβανε στοιχεία, τόσο από τη δημοτική παράδοση, όσο και χαρακτηριστικά της αρχαίας γλώσσας του Ομήρου.
Για παράδειγμα η λέξη «διάνοια» <ΔΙΑΣ + ΝΟΥΣ> από τα αρχαία ελληνικά παρέμεινε «διάνοια» <ΔΙΑΣ + ΝΟΥΣ> και στα νέα ελληνικά (δημοτική) με μόνη τη διαφορά πως απέκτησε τονικό σημείο3. Αυτό όμως το παράδειγμα δεν φανερώνει την ουσιαστική διαφορά, γιατί η λέξη στην χρήση της ονομαστικής, παρέμενε ίδια. Όταν όμως η λέξη ΔΙΑΝΟΙΑ γίνοταν «αντικείμενο» μιας πρότασης, και άρα έπρεπε να μπει σε αιτιατική πτώση, εκεί...άλλαζαν πολύ τα πράγματα. Στην αρχαία ελληνική η «ΔΙΑΝΟΙΑ» έπαιρνε κατάληξη και γινόταν «(την) ΔΙΑΝΟΙΑΝ». Στη δημοτική γλώσσα το τελικό «Ν» χανόταν. Αυτό το γλωσσικό «πρόβλημα» προκάλεσε την «δημιουργία» μιας μείξης γλώσσικών χαρακτηριστικών, κι έτσι γεννήθηκε η Καθαρεύουσα. Καθότι, όμως η πλειοψηφεία του λαού εκείνη την εποχή – ιδίως μετά το τέλος της επανάστασης – δεν είχε καλό μορφωτικό επίπεδο, και δεδομένου του γεγονότος πως στην αρχαία περίοδο δεν υπήρχαν «αλφαβητάρια», ενώ
όσα αρχαία κείμενα διασώθηκαν, κλάπηκαν και μεταφέρθηκαν στην Ευρώπη για μελέτη από τους επιστήμονες της Αναγέννησης, ο απλός λαός μιλούσε και καταλάβαινε την απλή δημοτική, ενώ ότι έντυπα κυκλοφορούσαν τότε γράφονταν σε δημοτική. Οι τότε κυβερνήσεις αποφάσισαν να αποδεχτούν ως επίσημη γλώσσα της Ελλάδας την Καθαρεύουσα...κάτι που ίσχυει τουλάχιστον ως το 1982. Και προφανώς ο αγαπημένος μας συνθέτης...διδάχτηκε σε αυτήν.
Επομένως, δεν είναι σώφρον να εμφανίζονται διάφοροι «ερμηνευτές» και να μπερδεύουν γλωσσικά ιδιώματα διαφόρων γλωσσικών περιόδων, επειδή απλά έτσι νομίζουν πως αυτό που σκέφτονται είναι και η πραγματικότητα. Π.χ. στο Movement 7, δεν είναι δυνατόν να μεταφράζεται το ΔΕΙ μια ως «πρέπει» και λίγες λέξεις παρακάτω ως «βλέπει»!
Αυτά ως μερικές από τις πρώτες παρατηρήσεις.... και ξεκινάμε με την ανάλυση...ας τα πάρουμε όλα ένα – ένα, με τη σειρά. Κατ΄ αρχάς...ο τίτλος του «έργου»: ΜΥΘΩΔΙΑ. Θα μπορούσε άνετα να ερμηνευτεί ως ΜΥΘΟΣ+ΩΔΗ ή ως ΜΥΘΟΣ+ΔΙΑΣ. Πρόκειται για ένα «τραγούδι ιστορίας (ιστορικής μείζονος σημασίας ίσως» ή απλά για μια «εξιστόρηση που αφορά τον Δία»;
Ότι και να ναι, ίσως να είναι νωρίς να το διασαφηνίσουμε από τώρα. Ετυμολογικά, τουλάχιστον, μάλλον η ερμηνεία ότι η Μυθωδία είναι παράγωγο των λέξεων ΜΥΘΟΣ + ΩΔΗ φαίνεται να είναι κι η επικρατέστερη, γιατί το να αλλάξει το Ο σε Ω κατά τη συναίρεση των πιθανών λέξεων ΜΥΘΟΣ + ΔΙΑΣ είναι λίγο παράτολμη, έως αδύνατη. Προσωπικά πιστεύω, ότι έχουμε να
κάνουμε με μια πιο σύνθετη ομάδα λέξεων, που αποτελούν οι: ΜΥΘΟΣ+ΩΔΗ+ΔΙΑΣ. Ένα τραγούδι, υπό μορφή μύθου, για το
Δία. <ΜΥΘΟΣ+ΩΔΗ+ΔΙΑΣ> ‐> <ΜΥΘΟΣ+ΩΔΗ+ΔΙΑΣ> ‐ ΜΥΘΩΔΙΑ.
Ας περάσουμε, όμως, στην ανάλυση της στιχομυθίας, αυτής καθαυτής. Για καλύτερη «σύγκριση» παρακολουθήστε τη Μυθωδία κανονικά από το DVD, και έχετε κοντά σας, τόσο τους στίχους που μας παρέδωσε ο ΕΧΕΤΛΑΙΟΣ, όσο και τις σημειώσεις μου.