1. καλαμπαλίκι
Μεγάλος θόρυβος που προκαλείται από συγκεντρωμένο πλήθος, οχλαγωγία, οχλοβοή, χάβρα. Από τουρκική λέξη για το πλήθος. Επίσης, καλαμπαλίκια ονομάζονται και τα αρχίδια. Ελπίζω όχι με την σημασία του «περιττού αντικείμενου»...
Πολύ καλαμπαλίκι δικέ μου, μεγάλο τζέρτζελο!
1. καλαμπαλίκια
Συρφετός πραγμάτων. Πολλά και διάφορα αντικείμενα, σκόρπια εδώ κι εκεί, τα οποία ενοχλούν - δυσχεραίνουν την κίνηση και τις μετακινήσεις και γενικώς προκαλούν σύγχυση και τρικυμία εν κρανίω. Μπορεί να είναι μικρά ή μεγάλα. Η λέξη μπορεί να αναφέρεται σε είδη οικιακού εξοπλισμού ή, ακόμη καλύτερα, σε αποσκευές - βαλίτσες, βαλιτσάκια, τσάντες, τσαντούδια, κούτες, κουτάκια. Η χρήση της λέξης υπονοεί ότι τα περισσότερα από τα αντικείμενα τα οποία περιγράφει είναι άχρηστα. Απαντάται και ως περιληπτικό ουσιαστικό στον ενικό: το καλαμπαλίκι.
Με αυτή την σημασία, σχετικά λήμματα είναι τα: τσιμπράγκαλα, συμπράγκαλα, τσαμπασίρια, μπόρδοκλας, ο, μπούμπιστρο
Για Καραμπαλικι δεν βρηκα κατι επισημο
ομως καραμπαλικια λενε τα @@
τα καλαμπαλικια οπως ειδαμε ειναι αλλο πραγμα
Οποτε Καραμπαλικινγκ ειναι το σωστο ...
και να πει καποιος το αντιθετο χεστον .. δικα μου ειναι η λεξη
Καρα
Μπαλ ( μπαλακια )
λινκινγ (licking ) γλυφω
για google καραμπαλικινγκ να δειτε τι βγαζει
μονο στο bou υπαρχει