Νέα

Ιστορίες για αγρίους... Τρελλό τρελλό δημόσιο!

  • Μέλος που άνοιξε το νήμα Melothanatos
  • Ημερομηνία ανοίγματος
  • Απαντήσεις 10
  • Εμφανίσεις 2K
  • Tagged users Καμία
  • Βλέπουν το thread αυτή τη στιγμή 1 άτομα (0 μέλη και 1 επισκέπτες)

Melothanatos

Μέλος
Εγγρ.
5 Δεκ 2012
Μηνύματα
37
Like
0
Πόντοι
0
Τά 'πια λίγο παραπάνω, μέρες που είναι, αποφάσισα να ποστάρω μια φανταστική ιστορία. Οι οποιεσδήποτε ομοιότητες με αληθινά συμβάντα, και πρόσωπα ζωντανά ή νεκρά, είναι εντελώς συμπτωματική και τυχάρπαστη. Είπαμε, μια φανταστική ιστορία. Με φανταστικούς πρωταγωνιστές, συναγωνιστές και μούτρα. Κατά συνέπεια, τα ψευδώνυμα και τα φανταστικά ονόματα είναι δεδομένα.

Μιά όμορφη μέρα, αφού απολύθηκε από το στρατό, ο βαριεστημένος, κάφρος, ψεύτης και ηθοποιός (όχι στην καριέρα, στην ψυχοσύνθεση) πρωταγωνιστής μας, που τα είχε όλα, δεν χρειαζόταν να δουλέψει στη ζωή του, και είχε μπόλικα φράγκα, έπιασε την παλιά του δουλειά. Χλιδάνεργος. Εισπράκτορας ενοικίων, τεμπέλης ολκής, μια αμαλγαμική ένωση σκρουτζ και ντόναλντ, με τα θετικά και αρνητικά και των δύο. Είχε τα πάντα στη ζωή του, εκτός από την ικανότητα να κρατάει την ίδια γκόμενα για πολύ καιρό. Κατά συνέπεια, από ανάγκη, από νωρίς στη ζωή του, έγινε δικός μας συναγωνιστής. Όμως ούτε έτσι περνούσε καλά, οι υπηρεσίες που προσφέρουν τα κορίτσια του επαγγέλματος, ειδικά οι ελληνίδες, είναι για τα μπάζα. Κι έτσι αφού και στις "νορμάλ" και στις εκδιδόμενες έβρισκε πάντα προσποίηση, κακοήθεια, απληστία, αχαριστία και αντιμετώπιση του ιδίου ως πράγμα και μαλάκα για όλα τα χατήρια- και όχι ως ανθρώπου, είδε και απόειδε, σκέφτηκε να πιάσει δουλειά, μπας και γνωρίσει καμμιά καλή. Σκέφτηκε καλά, και λέει να πιάσει δουλειά σε μαγειρίο, ξέροντας ήδη και από την καλή και από την ανάποδη τί πουτάνες είναι τα βρωμομαγείρια. Συμβουλεύεται το δικηγόρο του, ο οποίος όχι μόνο του προτείνει να μπει στο δημόσιο, αλλά του κάνει και τα κονέ με ένα μεγαλοστέλεχος από την πρωτεύουσα, να μπει με συνοπτικές διαδικασίες και χωρίς πολλά πολλά. Χαρούμενος που θα ξεμουχλιάσει, ετοιμάζεται και πάει.

Ξένος και άγνωστος μέσα στην κλίκα των καρχαριών, από την αρχή έγινε στόχος για εχθρική αντιμετώπιση. Αντί για καλωσήρθες συνάδερφε, όλοι των ρωτούσαν "τί δουλειά έχεις εσύ εδώ;", "από πού και γιατί ήρθες εδώ;", και "γιατί δεν πήγες αλλού να δουλέψεις". Κατέχοντας ο κακομοίρης από δημόσιο, αμέσως μπήκε στο νόημα. Τους χαλούσε τα κολπάκια και τα τρικ, με μόνη την παρουσία του εκεί μέσα, γιατί ήταν ξένος κι άγνωστος. Αποφάσισε να το παίξει μαλάκας και ανίκανος, να φάει όλο το δούλεμα στη μάπα, κι έτσι να ξεχωρίσει ποιά άτομα θα ήταν άνθρωποι εκεί μέσα, ποιά θα του φερόταν όμορφα κι ανθρώπινα, και αν θα μπορούσε να βρει κανά καλό κορίτσι, είτε για φάση ή για σχέση, γιατί εντωμεταξύ η ηλικία του ήταν ήδη γάμου, εδώ και χρόνια.

Πρώτη τον υποδέχτηκε η στελίτσα. Αν και σχετικά μεγάλης ηλικίας, αμέσως άρχισε να τον τριγυρίζει, να του φέρεται με εμφανώς προσποιητά φιλικά συναισθήματα (και κοροϊδίες πίσω από την πλάτη), και ακόμη να τρίβει και το βυζί της πάνω του όταν τον παραπλησίαζε για να τον χτυπήσει φιλικά στην πλάτη, ή να κάνει πως βλέπει τί δουλειά έκανε την ώρα που έμπαινε μέσα αυτή. Έπειτα του συστήθηκε η ανάσταση, που έπαιζε καταπληκτικά το ρόλο του καλού κοριτσιού, καλού όμως μάλλον με τη δική μας έννοια, καθώς αβίαστα και χωρίς να θυμώσει, άκουγε όλους τους άλλους να σχολιάζουν τον κώλο της και να βάζουν στην ίδια συζήτηση μπροστά της, τα doggystyle, τα πισωγλέντια και τον κώλο της. Μια άγνωστη που φοβόταν να περάσει την "είσοδο" και την "υποδοχή", γιατί το "μαγαζί" κόντευε να γίνει σκυλοτροφείο, τον ζήτησε να την συνοδέψει, και τον μάγκωσε στο ασανσέρ. Αυτός το έπαιξε καθυστερημένος και αργόστροφος, ξενερώνοντας, γιατί αυτή παραήταν μεγάλη. Μια άλλη ξανθιά, έτρεχε από μακρυά να τον προλάβει για να αγοράσει πιο γρήγορα καφέ, ψάχνοντας αφορμή να τον κάνει να της μιλήσει, αλλά αυτός τίποτα, ούτε αυτή του είχε αρέσει. Ξενέρωσε τη ζωή του και με την κυλικειού, γιατί τον ρωτούσε συνέχεια ένα σωρό μαλακίες και δεν ήθελε να την κουβεντιάζει πολύ πολύ, ή να τις δίνει αναφορά για δικές του υποθέσεις.

Μετά από λίγο καιρό, έρχονται δυο νεαρά κοριτσάκια, φοιτήτριες. Θέλανε δουλειά. Η μία, το κατερινάκι, υπέροχο κορμί, τέλειο πράμα. Η άλλη, η πολυξένη, καλούτσικη. Όλοι οι πορνόγεροι και τα πουρά, γυαλίσανε τα μάτια τους και τα μουστάκια τους, οι "μεγάλες γυναίκες" του χώρου τους λέγανε αδιάντροπα και μεγαλόφωνα "άντε ποιος τη χάρη σας θά 'χετε μωρά να πηδάτε εδώ μέσα και να κάνετε μάτι", και τα ζώα οι άντρες απαντούσανε: "αν τις γαμήσουμε αυτές μετά θα σέρνουν, δεν συμφέρει". Ένας άλλος νεοφερμένος, πιο κωλόβυζμα από άλλους, μόλις έκοψε κίνηση, καπάρωσε στα γρήγορα την καλή και την λουκούλιασε. Οι κωλόγεροι όμως θέλανε μερίδιο, αρχίσανε καβγά πρωινιάτικα μέσα στο μαγαζί, μέχρι καρέκλες πετούσανε και πιάνονταν απ' το γιακά. Με τα πολλά, ο προϊστάμενος της άλλαξε πόστο της μικρής, αφού της άλλαξε και τα φώτα. Το γραφειάκι ομοίαζε με μπουρδέλο, πίνακες με αφηρημένη τέχνη και το desktop στο pc γυμνό άγαλμα και "φύση". Το κλασσικό ταμπελάκι "λείπω, θα επιστρέψω αργότερα" κι η κλειδωμένη πόρτα, μετέτρεπαν αυτό το μικρό γραφειάκι σε μεγάλη γαμιστρόνα. Όλα τα λεφτά. Στο νέο της πόστο λοιπόν ξημεροβραδιαζόταν ο "Αλέξανδρος", ένας από τους λίγους που δεν έδειξε τα δόντια του στον πρωταγωνιστή μας. Καλός, χρυσός, αλλά πολύ μπουρδελιάρης. Κι αν και είχε κόρη μικρότερη από αυτήν, ωστόσο, προσπαθούσε ο άνθρωπος να τη ρίξει. Κρίμμα όμως, η γυναίκα του και μιλφάρα, και καλή. Δεν πειράζει. Τουλάχιστον ήταν καλός χαρακτήρας.

Ο babis-to-thirio, είχε έναν φίλο καραφλό-ψηλό-γυμνασμένο-μαυροντυμένο, που ισχυρίζονταν ότι έχει γυρίσει τσόντες στη γερμανία. Και οι δυο λέγανε πως ήτανε χρυσή αυγή, και το παίζανε καμπόσοι σε όλες τις γκόμενες, ανεξαρτήτως ηλικίας, μέσα εκεί. Επίσης λέγανε για ένα κόλπο που είχανε στα σκαριά, δουλεύανε φοιτήτριες, τις υποσχόταν λεφτά και σίγουρη δουλειά στο αρχαιότερο επάγγελμα του κόσμου, κι αυτοί τις πηδούσαν τσάμπα, ή τις γνωρίζανε σε στενούς γνωστούς και φτιάχνανε ακόμα και παρτούζες, δεν τους έφτανε που τις προωθούσανε. Μια μέρα ο babis-to-thirio, έλεγε πως ένα από τα παιδιά του, μπλέχτηκε σε ξυλίκι με κόσμο από άλλη πόλη κι έκανε σοβαρές ζημιές, καθώς και πως τον κρύβει σπίτι του να μην τον βρει η αστυνομία. Όλως τυχαίως, λίγον καιρό μετά, η πολυξένη ρώτησε τον πρωταγωνιστή μας εάν έχει κόσμο για ξύλο, και το κατερινάκι ενώ δεν του μιλούσε ποτέ, στο εντελώς ξεκάρφωτο, του αναφωνεί ξαναμμένη: "άχχ, τα ξαναβρήκα με τον babis"!

Ο ευάγγελος-ξύδης, μουνόσκυλο του κερατά, με δυο μάτια σαν κουμπότρυπες και φάτσα σαν σκουμπρί, ήτανε μεγάλη μούρη. Πατημένα 50, δυο παιδιά, και μόλις το κατερινάκι του κουνούσε την ουρά της και του πετούσε κάτι ατάκες "άχχ, φεύγω, πάω στα αποδυτήρια να αλλάξω", αυτός αλληθώριζε και ρωτούσε τους άλλους δυνατά "μήπως θα έπρεπε να πάω μαζί της, να την πάρω από πίσω;". (εννοούμε να την ακολουθήσει με το να την πάρει από πίσω) Μετά απορεί ο κόσμος πως βγαίνουν κάτι παιδιά γκάου και τί οικογενειάρχες ζουν ανάμεσά μας. Ο θεός είναι μεγάλος. Αμαρτίαι γονέων παιδεύουσι τέκνα, γενεές δεκατέσσερεις.

Ο "αφανής ήρωας", μεγάλη μορφή στο χώρο, βάφτιζε το αρχιδάκι του και έπρηζε αυτά ολονών επί βδομάδες, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε στο παραμικρό να κουμπώσει την πολυξένη και να τις πετάξει τα μάτια έξω, ούτε και να στήσουν ψεύτικο σκηνικό για να καλύψουν τον κώλο τους, όταν αυτό διέρρευσε (μάλλον έγινε στην ώρα εργασίας). Αυτός ήταν ο άσσος στην τράπουλα, μεγάλος παίχτης, δεν μπορούσε κανείς να τον πιάσει από πουθενά! Σε αυτόν μάλλον θα ήθελε να μοιάσει ο πρωταγωνιστής μας. Δεν πειράζει όμως, η προσπάθεια μετράει. Πάντα θα υπάρχει κάποιος πιο δυνατός ή πονηρός από εμάς, εκεί έξω.

Και τέλος ο gatos-the best, η ψυχή της παρέας. Ψυχοπαίδι του Παπά-Γιώργη (όχι του δικού μας από εδώ, ***είπαμε τα πρόσωπα είναι όλα φανταστικά***). Ήξερε όλες οι εκκλησίες πότε λειτουργούν, πού βρίσκονται, και ποιοι ιερείς λειτουργούνε. Όπως επίσης και ποιες κοπέλες λειτουργούν, που εκδίδονται, και ποιες τσατσάδες και νταβάδες τις προωθούνε. Κρυφό ταλέντο, γατόνι, δεν πιανότανε με τίποτα! Εκτελούσε χρέη τσατσάς, συνοικεσίου, και φωτογράφου τελετών ή/και μοντέλων. Χόμπυ, στον ελεύθερο χρόνο δηλαδή, αλλά δεν τον εμπόδιζε κανείς να τα εξασκεί και εντός εργασίας... Πήγαινε και βόλτα την πολυξένη με το αμάξι του, και την γυρνούσε σπίτι. Της έκανε και "εξομολογήσεις" (σκύψε ευλογημένη να συγχωρεθούν οι αμαρτίες σου), κοινωνία (πάρε ευλογία στο στοματάκι σου σαν καλή χριστιανή) και αγίασμα (σφαλιάρες στα κωλομέρια). Κανείς ποτέ δεν έμαθε για τα δικά του. Τη μέρα περπατούσε με περισσότερη μαεστρία και δεξιοτεχνία από ότι νύχτα.

Ο πρωταγωνιστής μας λοιπόν, μια ωραία μέρα, αποφάσισε να τα μαζέψει και να φύγει. Ο άνθρωπός του από την πρωτεύουσα, του πρότεινε μόνιμη πρόσληψη. Τον ευχαρίστησε, και αρνήθηκε ευγενικά. Όσο πεινασμένος και να ήταν, δεν του καθόταν καλά να είναι στον ίδιο χώρο με τέτοιο κόσμο. Για κακή του τύχη μια από τις κοπέλες τον εξαπάτησε ότι τον θέλει, και αφού έφυγε, είπε να κάνει παιχνίδι μαζί της. Τη φορτώθηκε, έζησε μια νύχτα όνειρο και 2 μήνες εφιάλτη στον ξύπνιο, και επέστρεψε στις παλιές του συνήθειες. Ανεργία, χλιδή, καμμιά ανάγκη για εργασία, συλλογή  έτοιμου χρήματος, και άδεια καρδιά. Όμως την υπόσχεσή του θα την τηρήσει. Θα πάρει αυτό που θέλει και αυτό που του αξίζει, ακόμα και αν πρόκειται να κάνει κάτι κακό...

The end

Και έζησε αυτός καλά, μέχρι τις 21/12 που ήρθε το τέλος του κόσμου. Εμείς που θα δούμε το 2013, θα ευχόμαστε πραγματικά να είχε τελειώσει ο κόσμος τότε. Ή έστω για αυτούς που μαζί τα φάγανε...
 

Trainspotting 13

Ενεργό Μέλος
Εγγρ.
11 Μαΐ 2011
Μηνύματα
1.051
Κριτικές
7
Like
359
Πόντοι
316
τι θελει να πει ο ποιητης?
 
OP
OP
Melothanatos

Melothanatos

Μέλος
Εγγρ.
5 Δεκ 2012
Μηνύματα
37
Like
0
Πόντοι
0

Syrios

Ενεργό Μέλος
Εγγρ.
20 Μαΐ 2012
Μηνύματα
1.923
Κριτικές
8
Like
1.684
Πόντοι
216

samsung

Μέλος
Εγγρ.
24 Σεπ 2006
Μηνύματα
2.080
Κριτικές
4
Like
8
Πόντοι
16
τι θελει να πει ο ποιητης?

Μακάρι να ξερε κι ο ίδιος.

Τι τσιμπάτε ρε, στις διάφορες ανοησίες?

Λογοτεχνία τέτοιου τύπου υπάρχει, και είναι αιώνες μπροστά. Όχι να καθόμαστε να διαβάζουμε κάθε παπάρα που δεν έχει τι να κάνει και βγάζει το άχτι του στο πληκτρολόγιο!
Δε το λέω για σένα βέβαια Melothanatos, είναι προφανές ότι δεν το γραψες εσύ, αλλά ότι από κάπου το ξεπατίκωσες.

Νίκο Τσιφόρο έχει διαβάσει κανείς?
Νομίζω πως ούτε αυτός που έγραψε δε θα έχει διαβάσει.
Γιατί αν είχε διαβάσει, θα ντρεπόταν να γράψει αυτές τις παπαριές.
 

NIK DANDOLO(1)

Μέλος
Εγγρ.
20 Ιουν 2012
Μηνύματα
2.882
Κριτικές
4
Like
29
Πόντοι
16

ΑΠΛΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ Τ0 75-80% ΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΥΡΥΤΕΡΟΥ ΤΟΜΕΑ.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΜΙΝΙΟΝ ΠΟΥ ΓΕΜΙΖΕ ΕΙΔΙΚΑ ΤΟ ΚΑΦΕ ΤΟΥ ΜΕ Δ.Υ .
ΓΝΩΣΕΙΣ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΕΩΣ ΑΝΥΠΑΡΚΤΕΣ ΤΟ ΜΟΝΙΜΟ ΦΡΕΝΟ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΑ ΡΕΜΜΑΛΙΑ ΤΟΥΣ
ΠΟΛΙΤΙΚΟΥΣ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΖΗΤΟΥΣΑΝ ΛΥΣΑΛΕΑ ΨΗΦΟΥΣ Η ΚΑΤΑΡΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΗΤΑΝ ΟΙ ΓΚΟΤΖΑΜΠΑΣΙΔΕΣ
ΚΑΙ ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ-ΔΗΜΟΣΙΟΙ ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ.

ΤΩΡΑ ΑΣ ΠΙΠΩΘΟΥΝ ΑΓΡΙΑ
 

Gamidis

Μέλος
Εγγρ.
21 Φεβ 2012
Μηνύματα
1.134
Like
6
Πόντοι
16
Τά 'πια λίγο παραπάνω, μέρες που είναι, αποφάσισα να ποστάρω μια φανταστική ιστορία. Οι οποιεσδήποτε ομοιότητες με αληθινά συμβάντα, και πρόσωπα ζωντανά ή νεκρά, είναι εντελώς συμπτωματική και τυχάρπαστη. Είπαμε, μια φανταστική ιστορία. Με φανταστικούς πρωταγωνιστές, συναγωνιστές και μούτρα. Κατά συνέπεια, τα ψευδώνυμα και τα φανταστικά ονόματα είναι δεδομένα.

Μιά όμορφη μέρα, αφού απολύθηκε από το στρατό, ο βαριεστημένος, κάφρος, ψεύτης και ηθοποιός (όχι στην καριέρα, στην ψυχοσύνθεση) πρωταγωνιστής μας, που τα είχε όλα, δεν χρειαζόταν να δουλέψει στη ζωή του, και είχε μπόλικα φράγκα, έπιασε την παλιά του δουλειά. Χλιδάνεργος. Εισπράκτορας ενοικίων, τεμπέλης ολκής, μια αμαλγαμική ένωση σκρουτζ και ντόναλντ, με τα θετικά και αρνητικά και των δύο. Είχε τα πάντα στη ζωή του, εκτός από την ικανότητα να κρατάει την ίδια γκόμενα για πολύ καιρό. Κατά συνέπεια, από ανάγκη, από νωρίς στη ζωή του, έγινε δικός μας συναγωνιστής. Όμως ούτε έτσι περνούσε καλά, οι υπηρεσίες που προσφέρουν τα κορίτσια του επαγγέλματος, ειδικά οι ελληνίδες, είναι για τα μπάζα. Κι έτσι αφού και στις "νορμάλ" και στις εκδιδόμενες έβρισκε πάντα προσποίηση, κακοήθεια, απληστία, αχαριστία και αντιμετώπιση του ιδίου ως πράγμα και μαλάκα για όλα τα χατήρια- και όχι ως ανθρώπου, είδε και απόειδε, σκέφτηκε να πιάσει δουλειά, μπας και γνωρίσει καμμιά καλή. Σκέφτηκε καλά, και λέει να πιάσει δουλειά σε μαγειρίο, ξέροντας ήδη και από την καλή και από την ανάποδη τί πουτάνες είναι τα βρωμομαγείρια. Συμβουλεύεται το δικηγόρο του, ο οποίος όχι μόνο του προτείνει να μπει στο δημόσιο, αλλά του κάνει και τα κονέ με ένα μεγαλοστέλεχος από την πρωτεύουσα, να μπει με συνοπτικές διαδικασίες και χωρίς πολλά πολλά. Χαρούμενος που θα ξεμουχλιάσει, ετοιμάζεται και πάει.

Ξένος και άγνωστος μέσα στην κλίκα των καρχαριών, από την αρχή έγινε στόχος για εχθρική αντιμετώπιση. Αντί για καλωσήρθες συνάδερφε, όλοι των ρωτούσαν "τί δουλειά έχεις εσύ εδώ;", "από πού και γιατί ήρθες εδώ;", και "γιατί δεν πήγες αλλού να δουλέψεις". Κατέχοντας ο κακομοίρης από δημόσιο, αμέσως μπήκε στο νόημα. Τους χαλούσε τα κολπάκια και τα τρικ, με μόνη την παρουσία του εκεί μέσα, γιατί ήταν ξένος κι άγνωστος. Αποφάσισε να το παίξει μαλάκας και ανίκανος, να φάει όλο το δούλεμα στη μάπα, κι έτσι να ξεχωρίσει ποιά άτομα θα ήταν άνθρωποι εκεί μέσα, ποιά θα του φερόταν όμορφα κι ανθρώπινα, και αν θα μπορούσε να βρει κανά καλό κορίτσι, είτε για φάση ή για σχέση, γιατί εντωμεταξύ η ηλικία του ήταν ήδη γάμου, εδώ και χρόνια.

Πρώτη τον υποδέχτηκε η στελίτσα. Αν και σχετικά μεγάλης ηλικίας, αμέσως άρχισε να τον τριγυρίζει, να του φέρεται με εμφανώς προσποιητά φιλικά συναισθήματα (και κοροϊδίες πίσω από την πλάτη), και ακόμη να τρίβει και το βυζί της πάνω του όταν τον παραπλησίαζε για να τον χτυπήσει φιλικά στην πλάτη, ή να κάνει πως βλέπει τί δουλειά έκανε την ώρα που έμπαινε μέσα αυτή. Έπειτα του συστήθηκε η ανάσταση, που έπαιζε καταπληκτικά το ρόλο του καλού κοριτσιού, καλού όμως μάλλον με τη δική μας έννοια, καθώς αβίαστα και χωρίς να θυμώσει, άκουγε όλους τους άλλους να σχολιάζουν τον κώλο της και να βάζουν στην ίδια συζήτηση μπροστά της, τα doggystyle, τα πισωγλέντια και τον κώλο της. Μια άγνωστη που φοβόταν να περάσει την "είσοδο" και την "υποδοχή", γιατί το "μαγαζί" κόντευε να γίνει σκυλοτροφείο, τον ζήτησε να την συνοδέψει, και τον μάγκωσε στο ασανσέρ. Αυτός το έπαιξε καθυστερημένος και αργόστροφος, ξενερώνοντας, γιατί αυτή παραήταν μεγάλη. Μια άλλη ξανθιά, έτρεχε από μακρυά να τον προλάβει για να αγοράσει πιο γρήγορα καφέ, ψάχνοντας αφορμή να τον κάνει να της μιλήσει, αλλά αυτός τίποτα, ούτε αυτή του είχε αρέσει. Ξενέρωσε τη ζωή του και με την κυλικειού, γιατί τον ρωτούσε συνέχεια ένα σωρό μαλακίες και δεν ήθελε να την κουβεντιάζει πολύ πολύ, ή να τις δίνει αναφορά για δικές του υποθέσεις.

Μετά από λίγο καιρό, έρχονται δυο νεαρά κοριτσάκια, φοιτήτριες. Θέλανε δουλειά. Η μία, το κατερινάκι, υπέροχο κορμί, τέλειο πράμα. Η άλλη, η πολυξένη, καλούτσικη. Όλοι οι πορνόγεροι και τα πουρά, γυαλίσανε τα μάτια τους και τα μουστάκια τους, οι "μεγάλες γυναίκες" του χώρου τους λέγανε αδιάντροπα και μεγαλόφωνα "άντε ποιος τη χάρη σας θά 'χετε μωρά να πηδάτε εδώ μέσα και να κάνετε μάτι", και τα ζώα οι άντρες απαντούσανε: "αν τις γαμήσουμε αυτές μετά θα σέρνουν, δεν συμφέρει". Ένας άλλος νεοφερμένος, πιο κωλόβυζμα από άλλους, μόλις έκοψε κίνηση, καπάρωσε στα γρήγορα την καλή και την λουκούλιασε. Οι κωλόγεροι όμως θέλανε μερίδιο, αρχίσανε καβγά πρωινιάτικα μέσα στο μαγαζί, μέχρι καρέκλες πετούσανε και πιάνονταν απ' το γιακά. Με τα πολλά, ο προϊστάμενος της άλλαξε πόστο της μικρής, αφού της άλλαξε και τα φώτα. Το γραφειάκι ομοίαζε με μπουρδέλο, πίνακες με αφηρημένη τέχνη και το desktop στο pc γυμνό άγαλμα και "φύση". Το κλασσικό ταμπελάκι "λείπω, θα επιστρέψω αργότερα" κι η κλειδωμένη πόρτα, μετέτρεπαν αυτό το μικρό γραφειάκι σε μεγάλη γαμιστρόνα. Όλα τα λεφτά. Στο νέο της πόστο λοιπόν ξημεροβραδιαζόταν ο "Αλέξανδρος", ένας από τους λίγους που δεν έδειξε τα δόντια του στον πρωταγωνιστή μας. Καλός, χρυσός, αλλά πολύ μπουρδελιάρης. Κι αν και είχε κόρη μικρότερη από αυτήν, ωστόσο, προσπαθούσε ο άνθρωπος να τη ρίξει. Κρίμμα όμως, η γυναίκα του και μιλφάρα, και καλή. Δεν πειράζει. Τουλάχιστον ήταν καλός χαρακτήρας.

Ο babis-to-thirio, είχε έναν φίλο καραφλό-ψηλό-γυμνασμένο-μαυροντυμένο, που ισχυρίζονταν ότι έχει γυρίσει τσόντες στη γερμανία. Και οι δυο λέγανε πως ήτανε χρυσή αυγή, και το παίζανε καμπόσοι σε όλες τις γκόμενες, ανεξαρτήτως ηλικίας, μέσα εκεί. Επίσης λέγανε για ένα κόλπο που είχανε στα σκαριά, δουλεύανε φοιτήτριες, τις υποσχόταν λεφτά και σίγουρη δουλειά στο αρχαιότερο επάγγελμα του κόσμου, κι αυτοί τις πηδούσαν τσάμπα, ή τις γνωρίζανε σε στενούς γνωστούς και φτιάχνανε ακόμα και παρτούζες, δεν τους έφτανε που τις προωθούσανε. Μια μέρα ο babis-to-thirio, έλεγε πως ένα από τα παιδιά του, μπλέχτηκε σε ξυλίκι με κόσμο από άλλη πόλη κι έκανε σοβαρές ζημιές, καθώς και πως τον κρύβει σπίτι του να μην τον βρει η αστυνομία. Όλως τυχαίως, λίγον καιρό μετά, η πολυξένη ρώτησε τον πρωταγωνιστή μας εάν έχει κόσμο για ξύλο, και το κατερινάκι ενώ δεν του μιλούσε ποτέ, στο εντελώς ξεκάρφωτο, του αναφωνεί ξαναμμένη: "άχχ, τα ξαναβρήκα με τον babis"!

Ο ευάγγελος-ξύδης, μουνόσκυλο του κερατά, με δυο μάτια σαν κουμπότρυπες και φάτσα σαν σκουμπρί, ήτανε μεγάλη μούρη. Πατημένα 50, δυο παιδιά, και μόλις το κατερινάκι του κουνούσε την ουρά της και του πετούσε κάτι ατάκες "άχχ, φεύγω, πάω στα αποδυτήρια να αλλάξω", αυτός αλληθώριζε και ρωτούσε τους άλλους δυνατά "μήπως θα έπρεπε να πάω μαζί της, να την πάρω από πίσω;". (εννοούμε να την ακολουθήσει με το να την πάρει από πίσω) Μετά απορεί ο κόσμος πως βγαίνουν κάτι παιδιά γκάου και τί οικογενειάρχες ζουν ανάμεσά μας. Ο θεός είναι μεγάλος. Αμαρτίαι γονέων παιδεύουσι τέκνα, γενεές δεκατέσσερεις.

Ο "αφανής ήρωας", μεγάλη μορφή στο χώρο, βάφτιζε το αρχιδάκι του και έπρηζε αυτά ολονών επί βδομάδες, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε στο παραμικρό να κουμπώσει την πολυξένη και να τις πετάξει τα μάτια έξω, ούτε και να στήσουν ψεύτικο σκηνικό για να καλύψουν τον κώλο τους, όταν αυτό διέρρευσε (μάλλον έγινε στην ώρα εργασίας). Αυτός ήταν ο άσσος στην τράπουλα, μεγάλος παίχτης, δεν μπορούσε κανείς να τον πιάσει από πουθενά! Σε αυτόν μάλλον θα ήθελε να μοιάσει ο πρωταγωνιστής μας. Δεν πειράζει όμως, η προσπάθεια μετράει. Πάντα θα υπάρχει κάποιος πιο δυνατός ή πονηρός από εμάς, εκεί έξω.

Και τέλος ο gatos-the best, η ψυχή της παρέας. Ψυχοπαίδι του Παπά-Γιώργη (όχι του δικού μας από εδώ, ***είπαμε τα πρόσωπα είναι όλα φανταστικά***). Ήξερε όλες οι εκκλησίες πότε λειτουργούν, πού βρίσκονται, και ποιοι ιερείς λειτουργούνε. Όπως επίσης και ποιες κοπέλες λειτουργούν, που εκδίδονται, και ποιες τσατσάδες και νταβάδες τις προωθούνε. Κρυφό ταλέντο, γατόνι, δεν πιανότανε με τίποτα! Εκτελούσε χρέη τσατσάς, συνοικεσίου, και φωτογράφου τελετών ή/και μοντέλων. Χόμπυ, στον ελεύθερο χρόνο δηλαδή, αλλά δεν τον εμπόδιζε κανείς να τα εξασκεί και εντός εργασίας... Πήγαινε και βόλτα την πολυξένη με το αμάξι του, και την γυρνούσε σπίτι. Της έκανε και "εξομολογήσεις" (σκύψε ευλογημένη να συγχωρεθούν οι αμαρτίες σου), κοινωνία (πάρε ευλογία στο στοματάκι σου σαν καλή χριστιανή) και αγίασμα (σφαλιάρες στα κωλομέρια). Κανείς ποτέ δεν έμαθε για τα δικά του. Τη μέρα περπατούσε με περισσότερη μαεστρία και δεξιοτεχνία από ότι νύχτα.

Ο πρωταγωνιστής μας λοιπόν, μια ωραία μέρα, αποφάσισε να τα μαζέψει και να φύγει. Ο άνθρωπός του από την πρωτεύουσα, του πρότεινε μόνιμη πρόσληψη. Τον ευχαρίστησε, και αρνήθηκε ευγενικά. Όσο πεινασμένος και να ήταν, δεν του καθόταν καλά να είναι στον ίδιο χώρο με τέτοιο κόσμο. Για κακή του τύχη μια από τις κοπέλες τον εξαπάτησε ότι τον θέλει, και αφού έφυγε, είπε να κάνει παιχνίδι μαζί της. Τη φορτώθηκε, έζησε μια νύχτα όνειρο και 2 μήνες εφιάλτη στον ξύπνιο, και επέστρεψε στις παλιές του συνήθειες. Ανεργία, χλιδή, καμμιά ανάγκη για εργασία, συλλογή  έτοιμου χρήματος, και άδεια καρδιά. Όμως την υπόσχεσή του θα την τηρήσει. Θα πάρει αυτό που θέλει και αυτό που του αξίζει, ακόμα και αν πρόκειται να κάνει κάτι κακό...

The end

Και έζησε αυτός καλά, μέχρι τις 21/12 που ήρθε το τέλος του κόσμου. Εμείς που θα δούμε το 2013, θα ευχόμαστε πραγματικά να είχε τελειώσει ο κόσμος τότε. Ή έστω για αυτούς που μαζί τα φάγανε...

τυπε το κολακευεις το δημοσιο με αυτα που γραφεις.στην πραγματικοτητα ειναι πολυ χειροτερο  ;)
 

apolyto_arseniko

Ενεργό Μέλος
Εγγρ.
2 Μαρ 2008
Μηνύματα
77.482
Like
196
Πόντοι
866
Τά 'πια λίγο παραπάνω, μέρες που είναι, αποφάσισα να ποστάρω μια φανταστική ιστορία. Οι οποιεσδήποτε ομοιότητες με αληθινά συμβάντα, και πρόσωπα ζωντανά ή νεκρά, είναι εντελώς συμπτωματική και τυχάρπαστη. Είπαμε, μια φανταστική ιστορία. Με φανταστικούς πρωταγωνιστές, συναγωνιστές και μούτρα. Κατά συνέπεια, τα ψευδώνυμα και τα φανταστικά ονόματα είναι δεδομένα.

Μιά όμορφη μέρα, αφού απολύθηκε από το στρατό, ο βαριεστημένος, κάφρος, ψεύτης και ηθοποιός (όχι στην καριέρα, στην ψυχοσύνθεση) πρωταγωνιστής μας, που τα είχε όλα, δεν χρειαζόταν να δουλέψει στη ζωή του, και είχε μπόλικα φράγκα, έπιασε την παλιά του δουλειά. Χλιδάνεργος. Εισπράκτορας ενοικίων, τεμπέλης ολκής, μια αμαλγαμική ένωση σκρουτζ και ντόναλντ, με τα θετικά και αρνητικά και των δύο. Είχε τα πάντα στη ζωή του, εκτός από την ικανότητα να κρατάει την ίδια γκόμενα για πολύ καιρό. Κατά συνέπεια, από ανάγκη, από νωρίς στη ζωή του, έγινε δικός μας συναγωνιστής. Όμως ούτε έτσι περνούσε καλά, οι υπηρεσίες που προσφέρουν τα κορίτσια του επαγγέλματος, ειδικά οι ελληνίδες, είναι για τα μπάζα. Κι έτσι αφού και στις "νορμάλ" και στις εκδιδόμενες έβρισκε πάντα προσποίηση, κακοήθεια, απληστία, αχαριστία και αντιμετώπιση του ιδίου ως πράγμα και μαλάκα για όλα τα χατήρια- και όχι ως ανθρώπου, είδε και απόειδε, σκέφτηκε να πιάσει δουλειά, μπας και γνωρίσει καμμιά καλή. Σκέφτηκε καλά, και λέει να πιάσει δουλειά σε μαγειρίο, ξέροντας ήδη και από την καλή και από την ανάποδη τί πουτάνες είναι τα βρωμομαγείρια. Συμβουλεύεται το δικηγόρο του, ο οποίος όχι μόνο του προτείνει να μπει στο δημόσιο, αλλά του κάνει και τα κονέ με ένα μεγαλοστέλεχος από την πρωτεύουσα, να μπει με συνοπτικές διαδικασίες και χωρίς πολλά πολλά. Χαρούμενος που θα ξεμουχλιάσει, ετοιμάζεται και πάει.

Ξένος και άγνωστος μέσα στην κλίκα των καρχαριών, από την αρχή έγινε στόχος για εχθρική αντιμετώπιση. Αντί για καλωσήρθες συνάδερφε, όλοι των ρωτούσαν "τί δουλειά έχεις εσύ εδώ;", "από πού και γιατί ήρθες εδώ;", και "γιατί δεν πήγες αλλού να δουλέψεις". Κατέχοντας ο κακομοίρης από δημόσιο, αμέσως μπήκε στο νόημα. Τους χαλούσε τα κολπάκια και τα τρικ, με μόνη την παρουσία του εκεί μέσα, γιατί ήταν ξένος κι άγνωστος. Αποφάσισε να το παίξει μαλάκας και ανίκανος, να φάει όλο το δούλεμα στη μάπα, κι έτσι να ξεχωρίσει ποιά άτομα θα ήταν άνθρωποι εκεί μέσα, ποιά θα του φερόταν όμορφα κι ανθρώπινα, και αν θα μπορούσε να βρει κανά καλό κορίτσι, είτε για φάση ή για σχέση, γιατί εντωμεταξύ η ηλικία του ήταν ήδη γάμου, εδώ και χρόνια.

Πρώτη τον υποδέχτηκε η στελίτσα. Αν και σχετικά μεγάλης ηλικίας, αμέσως άρχισε να τον τριγυρίζει, να του φέρεται με εμφανώς προσποιητά φιλικά συναισθήματα (και κοροϊδίες πίσω από την πλάτη), και ακόμη να τρίβει και το βυζί της πάνω του όταν τον παραπλησίαζε για να τον χτυπήσει φιλικά στην πλάτη, ή να κάνει πως βλέπει τί δουλειά έκανε την ώρα που έμπαινε μέσα αυτή. Έπειτα του συστήθηκε η ανάσταση, που έπαιζε καταπληκτικά το ρόλο του καλού κοριτσιού, καλού όμως μάλλον με τη δική μας έννοια, καθώς αβίαστα και χωρίς να θυμώσει, άκουγε όλους τους άλλους να σχολιάζουν τον κώλο της και να βάζουν στην ίδια συζήτηση μπροστά της, τα doggystyle, τα πισωγλέντια και τον κώλο της. Μια άγνωστη που φοβόταν να περάσει την "είσοδο" και την "υποδοχή", γιατί το "μαγαζί" κόντευε να γίνει σκυλοτροφείο, τον ζήτησε να την συνοδέψει, και τον μάγκωσε στο ασανσέρ. Αυτός το έπαιξε καθυστερημένος και αργόστροφος, ξενερώνοντας, γιατί αυτή παραήταν μεγάλη. Μια άλλη ξανθιά, έτρεχε από μακρυά να τον προλάβει για να αγοράσει πιο γρήγορα καφέ, ψάχνοντας αφορμή να τον κάνει να της μιλήσει, αλλά αυτός τίποτα, ούτε αυτή του είχε αρέσει. Ξενέρωσε τη ζωή του και με την κυλικειού, γιατί τον ρωτούσε συνέχεια ένα σωρό μαλακίες και δεν ήθελε να την κουβεντιάζει πολύ πολύ, ή να τις δίνει αναφορά για δικές του υποθέσεις.

Μετά από λίγο καιρό, έρχονται δυο νεαρά κοριτσάκια, φοιτήτριες. Θέλανε δουλειά. Η μία, το κατερινάκι, υπέροχο κορμί, τέλειο πράμα. Η άλλη, η πολυξένη, καλούτσικη. Όλοι οι πορνόγεροι και τα πουρά, γυαλίσανε τα μάτια τους και τα μουστάκια τους, οι "μεγάλες γυναίκες" του χώρου τους λέγανε αδιάντροπα και μεγαλόφωνα "άντε ποιος τη χάρη σας θά 'χετε μωρά να πηδάτε εδώ μέσα και να κάνετε μάτι", και τα ζώα οι άντρες απαντούσανε: "αν τις γαμήσουμε αυτές μετά θα σέρνουν, δεν συμφέρει". Ένας άλλος νεοφερμένος, πιο κωλόβυζμα από άλλους, μόλις έκοψε κίνηση, καπάρωσε στα γρήγορα την καλή και την λουκούλιασε. Οι κωλόγεροι όμως θέλανε μερίδιο, αρχίσανε καβγά πρωινιάτικα μέσα στο μαγαζί, μέχρι καρέκλες πετούσανε και πιάνονταν απ' το γιακά. Με τα πολλά, ο προϊστάμενος της άλλαξε πόστο της μικρής, αφού της άλλαξε και τα φώτα. Το γραφειάκι ομοίαζε με μπουρδέλο, πίνακες με αφηρημένη τέχνη και το desktop στο pc γυμνό άγαλμα και "φύση". Το κλασσικό ταμπελάκι "λείπω, θα επιστρέψω αργότερα" κι η κλειδωμένη πόρτα, μετέτρεπαν αυτό το μικρό γραφειάκι σε μεγάλη γαμιστρόνα. Όλα τα λεφτά. Στο νέο της πόστο λοιπόν ξημεροβραδιαζόταν ο "Αλέξανδρος", ένας από τους λίγους που δεν έδειξε τα δόντια του στον πρωταγωνιστή μας. Καλός, χρυσός, αλλά πολύ μπουρδελιάρης. Κι αν και είχε κόρη μικρότερη από αυτήν, ωστόσο, προσπαθούσε ο άνθρωπος να τη ρίξει. Κρίμμα όμως, η γυναίκα του και μιλφάρα, και καλή. Δεν πειράζει. Τουλάχιστον ήταν καλός χαρακτήρας.

Ο babis-to-thirio, είχε έναν φίλο καραφλό-ψηλό-γυμνασμένο-μαυροντυμένο, που ισχυρίζονταν ότι έχει γυρίσει τσόντες στη γερμανία. Και οι δυο λέγανε πως ήτανε χρυσή αυγή, και το παίζανε καμπόσοι σε όλες τις γκόμενες, ανεξαρτήτως ηλικίας, μέσα εκεί. Επίσης λέγανε για ένα κόλπο που είχανε στα σκαριά, δουλεύανε φοιτήτριες, τις υποσχόταν λεφτά και σίγουρη δουλειά στο αρχαιότερο επάγγελμα του κόσμου, κι αυτοί τις πηδούσαν τσάμπα, ή τις γνωρίζανε σε στενούς γνωστούς και φτιάχνανε ακόμα και παρτούζες, δεν τους έφτανε που τις προωθούσανε. Μια μέρα ο babis-to-thirio, έλεγε πως ένα από τα παιδιά του, μπλέχτηκε σε ξυλίκι με κόσμο από άλλη πόλη κι έκανε σοβαρές ζημιές, καθώς και πως τον κρύβει σπίτι του να μην τον βρει η αστυνομία. Όλως τυχαίως, λίγον καιρό μετά, η πολυξένη ρώτησε τον πρωταγωνιστή μας εάν έχει κόσμο για ξύλο, και το κατερινάκι ενώ δεν του μιλούσε ποτέ, στο εντελώς ξεκάρφωτο, του αναφωνεί ξαναμμένη: "άχχ, τα ξαναβρήκα με τον babis"!

Ο ευάγγελος-ξύδης, μουνόσκυλο του κερατά, με δυο μάτια σαν κουμπότρυπες και φάτσα σαν σκουμπρί, ήτανε μεγάλη μούρη. Πατημένα 50, δυο παιδιά, και μόλις το κατερινάκι του κουνούσε την ουρά της και του πετούσε κάτι ατάκες "άχχ, φεύγω, πάω στα αποδυτήρια να αλλάξω", αυτός αλληθώριζε και ρωτούσε τους άλλους δυνατά "μήπως θα έπρεπε να πάω μαζί της, να την πάρω από πίσω;". (εννοούμε να την ακολουθήσει με το να την πάρει από πίσω) Μετά απορεί ο κόσμος πως βγαίνουν κάτι παιδιά γκάου και τί οικογενειάρχες ζουν ανάμεσά μας. Ο θεός είναι μεγάλος. Αμαρτίαι γονέων παιδεύουσι τέκνα, γενεές δεκατέσσερεις.

Ο "αφανής ήρωας", μεγάλη μορφή στο χώρο, βάφτιζε το αρχιδάκι του και έπρηζε αυτά ολονών επί βδομάδες, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε στο παραμικρό να κουμπώσει την πολυξένη και να τις πετάξει τα μάτια έξω, ούτε και να στήσουν ψεύτικο σκηνικό για να καλύψουν τον κώλο τους, όταν αυτό διέρρευσε (μάλλον έγινε στην ώρα εργασίας). Αυτός ήταν ο άσσος στην τράπουλα, μεγάλος παίχτης, δεν μπορούσε κανείς να τον πιάσει από πουθενά! Σε αυτόν μάλλον θα ήθελε να μοιάσει ο πρωταγωνιστής μας. Δεν πειράζει όμως, η προσπάθεια μετράει. Πάντα θα υπάρχει κάποιος πιο δυνατός ή πονηρός από εμάς, εκεί έξω.

Και τέλος ο gatos-the best, η ψυχή της παρέας. Ψυχοπαίδι του Παπά-Γιώργη (όχι του δικού μας από εδώ, ***είπαμε τα πρόσωπα είναι όλα φανταστικά***). Ήξερε όλες οι εκκλησίες πότε λειτουργούν, πού βρίσκονται, και ποιοι ιερείς λειτουργούνε. Όπως επίσης και ποιες κοπέλες λειτουργούν, που εκδίδονται, και ποιες τσατσάδες και νταβάδες τις προωθούνε. Κρυφό ταλέντο, γατόνι, δεν πιανότανε με τίποτα! Εκτελούσε χρέη τσατσάς, συνοικεσίου, και φωτογράφου τελετών ή/και μοντέλων. Χόμπυ, στον ελεύθερο χρόνο δηλαδή, αλλά δεν τον εμπόδιζε κανείς να τα εξασκεί και εντός εργασίας... Πήγαινε και βόλτα την πολυξένη με το αμάξι του, και την γυρνούσε σπίτι. Της έκανε και "εξομολογήσεις" (σκύψε ευλογημένη να συγχωρεθούν οι αμαρτίες σου), κοινωνία (πάρε ευλογία στο στοματάκι σου σαν καλή χριστιανή) και αγίασμα (σφαλιάρες στα κωλομέρια). Κανείς ποτέ δεν έμαθε για τα δικά του. Τη μέρα περπατούσε με περισσότερη μαεστρία και δεξιοτεχνία από ότι νύχτα.

Ο πρωταγωνιστής μας λοιπόν, μια ωραία μέρα, αποφάσισε να τα μαζέψει και να φύγει. Ο άνθρωπός του από την πρωτεύουσα, του πρότεινε μόνιμη πρόσληψη. Τον ευχαρίστησε, και αρνήθηκε ευγενικά. Όσο πεινασμένος και να ήταν, δεν του καθόταν καλά να είναι στον ίδιο χώρο με τέτοιο κόσμο. Για κακή του τύχη μια από τις κοπέλες τον εξαπάτησε ότι τον θέλει, και αφού έφυγε, είπε να κάνει παιχνίδι μαζί της. Τη φορτώθηκε, έζησε μια νύχτα όνειρο και 2 μήνες εφιάλτη στον ξύπνιο, και επέστρεψε στις παλιές του συνήθειες. Ανεργία, χλιδή, καμμιά ανάγκη για εργασία, συλλογή  έτοιμου χρήματος, και άδεια καρδιά. Όμως την υπόσχεσή του θα την τηρήσει. Θα πάρει αυτό που θέλει και αυτό που του αξίζει, ακόμα και αν πρόκειται να κάνει κάτι κακό...

The end

Και έζησε αυτός καλά, μέχρι τις 21/12 που ήρθε το τέλος του κόσμου. Εμείς που θα δούμε το 2013, θα ευχόμαστε πραγματικά να είχε τελειώσει ο κόσμος τότε. Ή έστω για αυτούς που μαζί τα φάγανε...
URL]]
 
OP
OP
Melothanatos

Melothanatos

Μέλος
Εγγρ.
5 Δεκ 2012
Μηνύματα
37
Like
0
Πόντοι
0
Tales from P..........u H......l. Πιο καλό.

τυπε το κολακευεις το δημοσιο με αυτα που γραφεις.στην πραγματικοτητα ειναι πολυ χειροτερο

Σσσ... Δεν χρειάζεται να τα πούμε και όλα. Άλλωστε κάποιοι ή δεν γνωρίζουν, ή αδυνατούν να πιστέψουν το μέγεθος της διαφθοράς και της διαστροφής. Ή χειρότερα, τέτοια τα γουστάρουν/οργανώνουν/συγκαλύπτουν κιόλας. Είπαμε. Φανταστική ιστορία. "φανταστικά" πρόσωπα. Funny, eh? :2funny:
 

Demonoid

Μέλος
Εγγρ.
3 Φεβ 2013
Μηνύματα
16
Like
0
Πόντοι
0
:think: που πολύ λίγοι θα καταλάβουνε... :zfuck:

Εσύ δεν μαθαίνεις τίποτα ποτέ, έ; Κοίτα να λιώνεις στο ποτό και τη μαλακία. Ένας ανίκανος είσαι. Τις γκόμενες και τις δυο στις πασάρανε, και δεν έκανες τίποτε. Οι άλλες κοπέλες σε μαγκώσανε (αν φυσικά λες αλήθεια), και τό 'παιξες χαλβάς! Στη δουλειά δεν ένιωθες ούτε ένα σπυρί δουλειάς να προσφέρεις (αν είσαι όντως αυτός που κατάλαβα). Ο πολύ όμορφος έπρεπε να σου είχε τσαλακώσει τη μούρη με τη σιδερογροθιά, άχρηστο πλάσμα, και να σου χώσει και την πίπα του στον κώλο. Κοντά στα άλλα σε ποτίζανε και παραμιλούσες, του αγρίεψες και μάλιστα του είχες πει πως θα τον δείρεις κιόλας, χαλβά! Και δυσφημίζεις τον κόσμο εκεί! Γούστο του καπέλο του να κάνει ό,τι θέλει στο κρεββάτι του, είτε είναι του σπιτιού του είτε του νοσοκομείου, τιμή του και καμάρι του, πρέπει να δώσει αναφορά σε σένα ή να σου πάρει την άδεια; Ποιός είσαι;

Ά ρε μέχρι κι ο φίλιππος που κόλαγε το κατερινάκι τον πείραξε τον ξεφτίλα! Δεν κοίταζε που ούτε του σηκώνεται αυτουνού... Ρε, μήπως είσαι gay; Εδώ η γυναίκα του δεν είχε πρόβλημα, εσύ έχεις; Και που ξες αν αυτή δεν τη βρίσκει με κανέναν άλλο εντός η εκτός δουλειάς; Η κόρη του ζαχάρωνε τον 'γιώτη, κι αυτός για αυτό την έφερε, μπας και γνωρίσει κανάν παίδαρο το κορίτσι από κει μέσα. Αντί να ενθαρρύνουμε τους προοδευτικούς... Χώρια που το "τοφαλάκι" (ούτε το παρελθόν της δεν ήξερες) η "πολυξένη" σε έκανε ξεφτίλα παντού. Αν δεν σου σηκώνεται εσένα μην ξεσπάς στους άλλους. Απ' το πολύ ποτό ούτε να γαμήσεις πλέον δεν μπορείς, ερείπιο! Το έκανες το κορίτσι την αμέσως επόμενη να κουβαλάει ολόκληρο "αιλουροειδές" για να το ικανοποιήσει... Ούτε στη δουλειά, ούτε τη δουλειά μπορούσες να κάνεις, ζώον. Μετά οι άλλοι φταίνε.

Πες τα ρε samsung, τί παπαριές γράφει το άτομο; Πού είναι ο χρίστος να τον πετάξει στον απέναντι λόφο; Αναρτήστε τη διπλή φωτό με το "ζευγαράκι" να γελάσει ο κάθε πικραμένος, από το κινητό του "τίγρη". Και βάλτε το στις κριτικές με "την πουτάνα και τον πούστη". Αλήθεια όμως, εκείνη η γκράνυ από το κάτω γραφείο, πολύ καρφώθηκε. Μπροστά σε ξένο κόσμο, τέτοια αποφθέγματα; Με ρέγουλα ρε παιδιά, νισάφι, τα προσχήματα έστω! Τσιφόρος...  :2funny:

Καλά σου σφύριξε το μωρό. Για τον ψυχίατρο είσαι. Για πουθενά δεν είσαι. Άχρηστε. Και ούτε καν είπες από πού νομίζεις ότι η ανοησία που παρουσίασες είναι. Tales from ποιό νοσοκομείο, μεθύστακα; Μήπως αυτό στην *εξοχή*, στον καθαρό αέρα; :pipa3: Ούτε αρχίδια δεν έχεις, κακομοίρη, μετά τους άλλους λες. Νά σου πάει. Ξαναπέρνα αν τολμάς.
 

Stories

Νέο!

Stories

Top Bottom