Τι σχέσεις έχουν άραγε με τη μάνα τους όσοι πληρώνουν για να γαμήσουν;
Η απάντηση δεν είναι εύκολη ούτε χωρίς σημασία για να την προσπεράσουμε με την πρώτη σκέψη που θα μας έρθει στο νου. Η αγχίνοια (το να σκέφτεται κανείς γρήγορα) δεν μας οδηγεί σχεδόν ποτέ στην αλήθεια, εκτός κι αν χρειάζεται να σώσουμε το τομάρι μας από κάποιον αναπόφευκτο, θανάσιμο κίνδυνο - αλλά και πάλι, εδώ τον πρώτο λόγο έχουν τα ορμέμφυτα κι όχι η λογική: η λογική, με τη μορφή της γρήγορης απόφασης, θα μας έβαζε σίγουρα μια ώρα αρχύτερα στο στόμα του λύκου αντί να μας σώσει απ' αυτό.
Τα γράφω αυτά γιατί ο νηματοθέτης παρουσιάζει ένα χαρακτηριστικό, τουλάχιστον κάτι τέτοιο έχει υποπέσει στην αντίληψή μου, που τον ταξινομεί σε ένα τελείως διαφορετικό είδος απ' αυτό του αγχίνου. Κάθε φορά που μιλάει (έτσι όπως εντυπώνεται στην αντίληψή μου η ομιλία του διά της γραπτής έκφρασής του) είναι σα ν' ακούμε την απομαγνητοφώνηση των λόγων του σε βραδεία αναπαραγωγή.
Ωστόσο η βραδύνοια, γιατί έτσι εκλαμβάνεται η κοινότοπη λογική που αναπαράγεται με αργούς ρυθμούς, προδίδει και μια άλλη σχέση με τα ορμέμφυτα: φανταζόμαστε ένα ερπετό, μια αρκούδα ή μια κουκουβάγια, η οποία εν αντιθέσει με τις δοξασίες των αρχαίων ελλήνων, έχει αποδειχτεί πως είναι ένα απ' τα πιο ηλίθια ζώα που περιλαμβάνει η πανίδα της γης.
Η σχέση της βραδύνοιας με τα ορμέμφυτα είναι απολύτως ειρηνική, θα έλεγε κανείς ότι αυτοί οι άνθρωποι γεννιούνται γαληνεμένοι και πως το μόνο που μπορεί να τους συμβεί είναι να τους εντυπωθεί μια βαθιά απορία για τον διαφορετικό απ' τον δικό τους τρόπο που διεξάγουν τον βίο τους (πνευματικό, ψυχικό και υλικό) οι συνάνθρωποί τους.
Με μια κουβέντα, αδυνατούν να αντιληφθούν τη διαφορά ανάμεσα στον εαυτό τους και τον κόσμο. Πρόκειται για νάρκισσους, για τύπους προσωπικότητας δηλαδή που αναγνωρίζουν σ' όλα τα πράγματα και σ' όλα τα πρόσωπα τον εαυτό τους, αλλά επειδή δεν πνίγονται τελικά όπως διδάσκει ο μύθος, προβάλλουν την απορία της επιβίωσής τους στα ποικίλα κι ετερόκλητα ήθη του κόσμου που τους περιβάλλει.
Διότι απ' τη στιγμή που ο νάρκισσος δεν πνιγεί, ο κόσμος διέπεται από μια νέα αρχή, την αρχή της διαφοράς. Μια διαφορά ωστόσο την οποία δεν γνωρίζει ο νάρκισσος που ν' αποδώσει, πού ν' αναγάγει, κι έτσι περιπλανιέται ο φτωχός μέσα στον πλούτο της διαφοράς αδυνατώντας ν' αντιληφθεί την αλήθεια της τελευταίας, εκλαμβάνοντάς τη για απλή φενάκη.
Αυτή είναι κι η λέξη κλειδί για την προσωπικότητα του νηματοθέτη: η βαθιά κι αρχική του πεποίθηση είναι το γεγονός του φενακισμού ολονών μας.
Μέχρι αυτό το σημείο έχω αυτοσχεδιάσει, χωρίς να 'χω προσχεδιάσει τίποτα εξ αρχής, στον σταυρό που κάνω, ούτε μία γραμμή, ούτε ένα ψήγμα σκέψης. Δεν το αναφέρω για να περιαυτολογήσω αλλά για να δηλώσω τις προθέσεις μου, που δεν είναι "εκ του πονηρού", όπως λένε.
Τι σχέση να έχουν άραγε με τη μάνα τους όσοι πληρώνουν για να γαμήσουν;
Έτσι πάει μπροστά η ψυχολογία Σαββίδη, συμπεριλαμβάνοντας στο αρχικό μας ερώτημα την ειδοποιό διαφορά.