Οι Άγγλοι επέβαλαν στον Κίσινγκερ τη διζωνική ομοσπονδία
ΤΗΣ ΦΑΝΟΥΛΑΣ ΑΡΓΥΡΟΥ
Ο τότε Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ επεδίωκε επιστροφή στη Ζυρίχη, αλλά τελικά υπέκυψε
Η Χούντα υποστήριζε Σαμψών, η Τουρκία και η Βρετανία επιστροφή του Μακαρίου, και ο Κίσιγκερ προτιμούσε τον Γλαύκο Κληρίδη.
ΗΠΑ-ΑΓΓΛΙΑ
Μπλοκάρουν την Ελλάδα από του να επέμβει
Εδώ και 35 χρόνια, άρθρα και ειδησεογραφικές πληροφορίες προβάλλουν τον δρα Χένρι Κίσινγκερ, Υπ. Εξωτερικών των ΗΠΑ το 1974, ως φέροντα την ευθύνη για την τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Ασφαλώς οι ΗΠΑ φέρουν τη δική τους ευθύνη για την ανοχή που υπέδειξαν και άφησαν την Τουρκία ανενόχλητη να εισβάλει δίχως να τη σταματήσουν. Όμως, τη μεγαλύτερη ευθύνη και εγκληματική προμελετημένη ανοχή για το τουρκικό έγκλημα φέρουν οι Βρετανοί. Δυστυχώς, πολλά δημοσιεύματα αναφορικά με αμερικανικά έγγραφα, δίχως αυτά να μελετώνται σε συνδυασμό με τα αντίστοιχα (και πολύ πιο λεπτομερή και άμεσα) βρετανικά τέτοια, δεν αποδίδουν τη σωστή εικόνα των γεγονότων. Με αποτέλεσμα να βοηθούνται οι Βρετανοί, που μένουν στο απυρόβλητο.
Και παρόλον ότι τα βρετανικά έγγραφα που αναφέρονται στο πραξικόπημα λογοκρίθηκαν και θα μείνουν κλειστά μέχρι το 2060, εντούτoις καταφέραμε, με πεισματική έρευνα στο Βρετανικό Κρατικό Αρχείο, να εξασφαλίσουμε ορισμένα, που μας δίνουν, επιτέλους, κάποιες ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τις σχέσεις και το ρόλο Βρετανών και Αμερικανών τις μαύρες εκείνες μέρες.
Τα έγγραφα φανερώνουν ότι οι Βρετανοί ηγούνταν της όλης επιχείρησης, έχοντας βοηθούς τους Αμερικανούς και όχι αντιστρόφως. Το Λονδίνο προσπαθούσε με κάθε τρόπο να εμποδίσει την Ελλάδα να αντιδράσει και παρόλον ότι η Τουρκία είχε ήδη εισβάλει στο νησί, αυτοί συνέχιζαν να την υπερασπίζονται και να απαιτούν παράλογα πράγματα από την Ελλάδα. Πολύ ενδιαφέρουσες οι δηλώσεις Κίσινγκερ 19 Ιουλίου 1974 και 27 Αυγούστου 1974.
Στα χέρια του Λονδίνου
Τα έγγραφα στα οποία αναφερόμαστε στην παρουσίαση αυτή δεν αφήνουν πλέον αμφιβολία ότι ο δρ Χένρι Κίσινγκερ δεν υποστήριζε κατ' αρχήν τη Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία, αλλά αυτή ήταν λύση που επέβαλαν οι Βρετανοί και έκτοτε συμβάδισε μαζί τους. Κατά καιρούς τα έγγραφα φανερώνουν αμφιταλαντεύσεις του Κίσινγκερ για τη Διζωνική, κάτι που κράτησε μέχρι το τέλος του 1974, αλλά τελικά κέρδισαν οι Βρετανοί. Πρώτον, επειδή το Κυπριακό ήταν και παραμένει στα χέρια του Λονδίνου και όχι της Ουάσινγκτον, και δεύτερον γιατί οι ΗΠΑ χρειαζόντουσαν τους Βρετανούς για την εξυπηρέτηση των αμερικανικών συμφερόντων μέσω των βρετανικών βάσεων στο νησί...
Διαφωνία Κίσινγκερ - Κάλαχαν/Γουίλσον
Στις 18 Ιουλίου 1974, ο Αμερικανός Υπ. Εξωτερικών δρ Χ. Κίσινγκερ τηλεφωνεί ο ίδιος στον Βρετανό ομόλογό του Τζέιμς Κάλαχαν και διαφωνεί μαζί του στο θέμα της απόσυρσης των Ελλήνων αξιωματικών. Ο Κίσινγκερ επανέλαβε τη θέση του ότι το να πιέζει η Βρετανία για την άμεση αποχώρησή τους από την Κύπρο μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα επικίνδυνο ρήγμα στο ισοζύγιο δυνάμεων στην Κύπρο και πίστευε (ο Κίσινγκερ) ότι η απομάκρυνση των Ελλήνων αξιωματικών θα μπορούσε να ενθαρρύνει ενδο-κοινοτική διαμάχη. Ο Κίσινγκερ υποστήριζε ότι δεν ήταν εναντίον της αποχώρησής τους, αλλά όχι προτού επιτευχθεί συνταγματική λύση. Προτιμούσε να μιλήσει ο Μακάριος στις 19 (την επομένη) σε συνεδρία του Συμβουλίου Ασφαλείας, και προτού παρθεί οποιαδήποτε απόφαση από το Συμβούλιο Ασφαλείας, ήθελε τους Βρετανούς να συμφωνήσουν να διευθετήσουν συνάντηση Ελλήνων και Τούρκων στο Λονδίνο, για την Κυριακή 21 Ιουλίου, για να διαπραγματεύονταν κάποια συνταγματική λύση, βασισμένη στις συνθήκες του 1960. Σύμφωνα με τη σχετική αναφορά στο βρετανικό έγγραφο: «…Οι ΗΠΑ, είπε, θα δώσουν πλήρη υποστήριξη και θα λάβουν μέρος στη συνάντηση με πρόταση και μετά να ακολουθήσει ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας. Ο Κάλαχαν ρώτησε τι είδος συνταγματικής λύσης είχε υπόψη του ο Κίσινγκερ. Ο Κίσινγκερ εισηγήθηκε όπως οι Βρετανοί προσπαθήσουν να διαμορφώσουν τα πράγματα, ούτως ώστε να βρεθεί εναλλακτική αποδεκτή λύση γι' απαλλαγή τόσο από τον Σαμψών όσο και τον Μακάριο…». Ο Κίσινγκερ θεωρούσε τον Γλ. Κληρίδη ως το πρόσωπο αυτό. Με τον Κληρίδη πίστευε ότι οι Έλληνες θα εγκατέλειπαν τον Σαμψών και οι Βρετανοί και Τούρκοι τον Μακάριο. Για τους Τούρκους, πίστευε ο Κίσινγκερ, δεν θα ήταν και μεγάλη θυσία, καθώς ποτέ δεν τον είχαν εμπιστευθεί. Ο Κίσινγκερ ήταν πολύ προβληματισμένος με τους Βρετανούς οι οποίοι, πίστευε, δέσμευαν τους εαυτούς των πολύ μακριά, δίχως να υπολογίζουν τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις.
Ο Τζέιμς Κάλαχαν ενημέρωσε τον Βρετανό πρωθυπουργό σχετικά.
«Πρώτες βοήθειες»
Την επομένη, 19 Ιουλίου, ο Βρετανός πρωθυπουργός Χάρολντ Γουίλσον σημειώνει προς τον Σύμβουλό του κ. Άκλαντ:
«...Υπήρξαν κάποιες μικρές διαφωνίες μεταξύ μας και των Αμερικανών σχετικά με τον Μακάριο και πώς να τον χειριστούμε. Φυσικά αυτό είναι παράπλευρο θέμα, όμως είναι ένα σημαντικό θέμα. Εκείνο που δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται ο δρ Κίσινγκερ σήμερα είναι πως το πραξικόπημα στην Κύπρο έχει αφαιρέσει την όποια σταθερότητα είχε απομείνει από της συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου. Εκείνη η σταθερότητα ήταν πολύ εύθραυστη τα τελευταία δέκα χρόνια. Οι βασικές ερωτήσεις τώρα είναι: Μπορούμε να μπαλώσουμε τις παλαιές συνθήκες; Ή πρέπει τώρα να προχωρήσουμε με νέες διευθετήσεις; Αν ναι, ποιοι θα είναι οι συμμετέχοντες και οι εγγυητές των συνθηκών που θα αντικαταστήσουν τις παλαιές;
Μου φαίνεται, και απ΄ό,τι άκουσα όσον αφορά τις απόψεις του δρος Κίσινγκερ, ο τελευταίος προφανώς βλέπει την κατάσταση επιφανειακά. Αν θέλει να μπαλώσει (χρησιμοποιεί μεταφορικά τη λέξη επιδέσμους) τις σημερινές συνθήκες, θα πρέπει να δράσει πολύ πιο δυναμικά με τους Έλληνες απ΄ ό,τι έκανε μέχρι σήμερα. Το γεγονός είναι ότι σήμερα υπάρχει μια νέα μεγάλη πηγή αστάθειας, και η επέμβαση "πρώτων βοηθειών" σύντομα θα καταντήσει αδύνατη».
Μπλόκο στην Ελλάδα
Σημείωση 1): Ο Βρετανός πρωθυπουργός και ο Υπ. Εξωτερικών της Βρετανίας από τις 17 Ιουλίου, κατά τη συνάντηση που είχαν στο Λονδίνο με τον Τούρκο πρωθυπουργό της εισβολής Μπ. Ετσεβίτ, του είχαν δώσει το πράσινο φως για την εισβολή, υποσχόμενοι να μην επέμβουν και να μπλοκάρουν την Ελλάδα από του να τρέξει εις βοήθεια της Κύπρου.
Σημείωση 2): Η πολιτική αυτή ήταν πλήρως ταυτισμένη με το βρετανικό σχέδιο «Το Μέλλον της Κύπρου», που είχε εκπονήσει το Τμήμα Σχεδιασμού του Φόρεϊν Όφις τον Φεβρουάριο του 1964. Το σχέδιο προέβλεπε και προνοούσε όπως εμποδιστεί η Ελλάδα από το βοηθήσει την Κύπρο σε περίπτωση τουρκικής εισβολής, για να αφεθεί η Τουρκία για 48 τόσες ώρες να κάνει την επιχείρησή της. Προνοούσε τόσο τη χρησιμοποίηση και του 6ου Αμερικανικού Στόλου όσο και την πιθανότητα ανάγκης πραξικοπήματος για να επιτευχθεί ο στόχος... Υπενθυμίζεται ότι τον ίδιο καιρό (Φεβρουάριος του 1964) και οι Τουρκοκύπριοι (με την ανταρσία τους εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας) είχαν εκπονήσει συνταγματικές προτάσεις για Δύο Ομόσπονδα Κράτη.
Σημείωση 3): Άκρως λανθασμένος και ιστορικά ανακριβής ο ισχυρισμός (όπως π.χ. εκείνος του Βρετανού Μάρτιν Πάκαρτ) ότι τότε υπήρχε Αμερικανικό Σχέδιο εις βάρος της Κύπρου. Το σχέδιο ήταν καθαρώς βρετανικό. Τα ίδια τα βρετανικά έγγραφα ανατρέπουν συλλήβδην τέτοιον ισχυρισμό.
Ο ρόλος του Βρετανού πρέσβη
Το πρωί της 20ής Ιουλίου 1974, ο Βρετανός πρέσβης στην Αθήνα Σερ Χούπερ είδε τον αναπληρωτή Υπ. Εξωτερικών της χουντικής κυβέρνησης κ. Κυπραίο και προσπάθησε να του διαλύσει την εντύπωση που είχε ήδη κυκλοφορήσει, ότι η Βρετανία είχε εκ των προτέρων γνώση για το πραξικόπημα. (Εδώ υπενθυμίζεται ότι τα βρετανικά έγγραφα για το πραξικόπημα παραμένουν κλειστά).
Ο κ. Κυπραίος του είπε ότι τα τουρκικά στρατεύματα είχαν επιτεθεί στην ΕΛΔΥΚ. Η Ελλάδα ζητούσε άμεση κατάπαυση του πυρός και τη συγκέντρωση όλων των τουρκικών στρατευμάτων και αλεξιπτωτιστών στους τουρκικούς θυλάκους μέχρι τις 2.μ.μ. Ο Βρετανός πρέσβης βρήκε ότι η στάση του κ. Κυπραίου ήταν διαφορετική από εκείνη που τους είχαν ενημερώσει οι Αμερικανοί στην Ουάσινγκτον.
Ο Χούπερ είπε στον Κυπραίο ότι η απαίτηση της Αθήνας με τελεσίγραφο μέχρι τις 2.μ.μ. θα εξέπληττε το Λονδίνο. Ουσιαστικά η ελληνική κυβέρνηση ζητούσε από την Τουρκία να διαλέξει είτε να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις της Αθήνας είτε να πάνε σε πόλεμο.
Κατ' αρχήν ο Έλληνας αναπληρωτής Υπ.Εξ. κ. Κυπραίος είπε ότι καλά κατάλαβε ο πρέσβης, και ο κ. Σωσσίδης δίπλα του πρόσθεσε «πόλεμος σε όλα τα μέτωπα». Αργότερα, όμως, ο Κυπραίος κατέβασε τους τόνους, επισημαίνει στην αναφορά του προς τον Τζέιμς Κάλαχαν ο Βρετανός πρέσβης, τονίζοντας ότι τελικά ο Κυπραίος, στο μήνυμά του προς την τουρκική κυβέρνηση, είπε ότι οι Έλληνες προσέφεραν στην Τουρκία την ευκαιρία να λύσουν τις διαφορές τους και να σταθεροποιήσουν την κατάσταση για τα επόμενα χρόνια.
Υποστηρίζοντας περαιτέρω την Τουρκία, ο Βρετανός πρέσβης είπε στον Κυπραίο ότι και η Βρετανία επιθυμούσε εκεχειρία, αλλά οι Τούρκοι ήταν αδύνατο να δεχθούν, υπό το φως των απειλών που αντιμετώπιζαν από τους Έλληνες και πως οι Έλληνες έπρεπε να τους βοηθήσουν να διαπραγματευτούν. Ο Χούπερ ζήτησε, μάλιστα, να μάθει το σκεπτικό της απαίτησης της Ελλάδας για τη συγκέντρωση των τουρκικών στρατευμάτων στους θυλάκους. Ο Κυπραίος είπε ότι δεν ήταν σκοπός τους να απειλήσουν την Τουρκία, αλλά έχοντας υπόψη την υπεροχή της Τουρκίας, έπρεπε να βοηθηθούν και οι ίδιοι να διαπραγματευτούν από θέση ισχύος. Οι Τούρκοι είχαν επιτεθεί κατά των ελληνικών στρατευμάτων και ήδη είχε δημιουργηθεί κατάσταση πολέμου, κάτι για το οποίο δεν ευθυνόταν η Ελλάδα. Και σημειώνει ο Χούπερ σε παρένθεση «Εδώ έχει κάποιο δίκαιο».
Όμως ο Χούπερ δεν πίστευε ότι οι Έλληνες θα επέμεναν για τις 2.μ.μ. Γιατί ο Κυπραίος του είχε επίσης πει πως νοουμένου ότι αυτό γινόταν εντός 24 ή 48 ωρών, δεν θα έκαναν τίποτα.
Ο Κυπραίος είπε ότι η Ελλάδα δεν ήθελε την Ένωση, αλλά αν ο κυπριακός λαός την ήθελε, τότε ήταν διαφορετικά τα πράγματα. Όμως, έγραψε ο Χούπερ, ο Κυπραίος δεν είχε γνώση για πρόταση διχοτόμησης.
Από το ενημερωτικό τηλεγράφημα του Βρετανού πρέσβη προς τον Τζέιμς Κάλαχαν, φαίνεται ότι ο Αμερικανός απεσταλμένος κ. Σίσκο είχε εντολές να πιέσει την Ελλάδα, απειλώντας να διακόψει κάθε στρατιωτική βοήθεια, αν αντιδρούσε (η Ελλάδα). Αλλά μέχρι τότε ο Σίσκο, με τη συγκατάθεση της Ουάσινγκτον, δεν το είχε κάνει.
Έξαλλος ο Ιωαννίδης
Μετά την επιστροφή του Σίσκο από την Άγκυρα, ο Αμερικανός πρέσβης στην Αθήνα ενημέρωσε τον Βρετανό ομόλογό του κ. Χούπερ για τις επαφές Σίσκο και του ιδίου στην Αθήνα, ζητώντας να διατηρηθεί η αναφορά άκρως εμπιστευτική.
Γράφει η ενημέρωση προς το Λονδίνο:
«Στις 7.30 πρωινή της 20ής Ιουλίου, ο Αμερικανός πρέσβης κ. Τάσκα πήγε στο ελληνικό Υπ. Άμυνας, όπου θα ξεκινούσε συνεδρία του Συμβουλίου Πολέμου στις 8.00 πρωινή, υπό την προεδρία του πρωθυπουργού. Ο Τάσκα έδωσε αυστηρές προειδοποιήσεις εναντίον οποιασδήποτε ενέργειας. Οι ανώτεροι στρατηγοί δεν αντέδρασαν, αλλά ο Ιωαννίδης ήταν ιδιαίτερα έξαλλος. Στις 7.50 ήλθε και ο Σίσκο, ο οποίος μίλησε στις ίδιες γραμμές, με τον Ιωαννίδη να διατηρεί την ίδια στάση και να τονίζει πως αν οι Τούρκοι δεν έφευγαν από την Κύπρο, οι συνέπειες θα ήταν διπλή ένωση και πόλεμος. Αμέσως μετά, ο Ιωαννίδης αποχώρησε από την αίθουσα. Μετά από περαιτέρω συζήτηση με τους Τάσκα, Σίσκο και Συμβούλιο, συμφωνήθηκε όπως συνεχίσει η συνεδρία, αλλά να μη ληφθούν αποφάσεις προτού διαβουλευθούν ξανά με τους Τάσκα και Σίσκο. Όμως αυτό δεν ακολουθήθηκε».
Η Χούντα κάνει πίσω
Αργότερα το ίδιο πρωινό, οι Τάσκα και Σίσκο είδαν τον Κυπραίο στο Υπ. Εξωτερικών, ο οποίος τους μίλησε όπως και στον Χούπερ ενωρίτερα, για τη διορία που έδιδαν μέχρι τις 2 μ.μ. και πως ήδη αποχωρούσαν τα ελληνικά στρατεύματα από το αρχηγείο του ΝΑΤΟ στη Σμύρνη. Ο Σίσκο του είπε ότι η ελληνική πρόταση προσφερόταν ως βάση για διαπραγμάτευση, θα τη μετέφερε στην Άγκυρα, αλλά χρειαζόταν χρόνο, γι΄ αυτό έβρισκε ότι η διορία μέχρι τις 2μ.μ. δεν ήταν ρεαλιστική. Ο Τάσκα επιβεβαίωσε ότι τα όσα έλεγε ο Κυπραίος είχαν την υποστήριξη των Ιωαννίδη και Μπονάνου.
Στη συνάντηση με τον Κυπραίο, τελικά ο Τάσκα προέβη στην απειλή διακοπής αμερικανικής βοήθειας, αν η Ελλάδα προχωρούσε με ένοπλη δράση. Λίγο πριν από τις 2μ.μ., τηλεφώνησε στον Κυπραίο να μάθει αν η Ελλάδα θα αντιδρούσε μετά τις 2.μ.μ. και ο Κυπραίος του επιβεβαίωσε πως δεν θα έκαναν τίποτα. Τηλεφώνησε και στον Μπονάνο, γράφει η αναφορά, ο οποίος επίσης επιβεβαίωσε το ίδιο, όμως αυτός είπε ότι δεν θα περίμεναν επ΄ αόριστον.
Έξω φρενών ο Σίσκο
Ο Σίσκο, γράφει η αναφορά, έγινε έξω φρενών με τη διπλοπροσωπία των Τούρκων σε σχέση με την εισβολή και περιέγραψε, γράφει ο Χούπερ, τη συμπεριφορά των Τούρκων ως άκρως απαράδεκτη.
Σύμφωνα με την περιγραφή, ο Ετσεβίτ κορόιδευε τον Σίσκο και απέφευγε να του δώσει συγκεκριμένη απάντηση, πότε θα τερμάτιζαν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις. Ο Ετσεβίτ του είπε ότι εφόσον άρχισαν οι στρατιωτικές επιχειρήσεις, θα έπρεπε να πάρουν το χρόνο τους, δεν μπορούσαν να σταματήσουν προτού επιτευχθούν κάποιοι στόχοι. Εξάλλου, δεν μπορούσε να του δώσει απάντηση προτού συναντηθεί την επομένη με τους Στρατιωτικούς και το Υπουργικό του. Ο Σίσκο εκνευρίστηκε και του έβαλε τις φωνές λέγοντας: «...Είπα στον Ετσεβιτ ότι είχα ζητήσει από την αμερικανική κυβέρνηση να αφήσει την Τουρκία να κάνει όπως ήθελε εκείνη (αντί να τη σταματούσαν από το να πολεμήσει, όπως έκαναν το 1964), είχα ζητήσει από την αμερικανική κυβέρνηση να πείσει την Ελλάδα να μην αναμιχθεί σε εχθροπραξίες, και είχα πει ότι έτσι και οι τουρκικές δυνάμεις έφερναν εις πέρας ένα ισοζύγιο δυνάμεων στην Κύπρο, σε σχέση με τις ελληνικές δυνάμεις, η τουρκική κυβέρνηση θα ήταν έτοιμη να εμπλακεί σε συνομιλίες με το Ηνωμένο Βασίλειο και τους Έλληνες στο πνεύμα των Συμφωνιών Ζυρίχης και Λονδίνου. Όλα αυτά είχαν πάει περίπατο πια. Υπολογίζαμε ότι ο Ετσεβίτ μιλούσε εκ μέρους της Τουρκίας και αναμέναμε να δούμε την Τουρκία να συμφωνεί για εκεχειρία, προτού η ελληνική κυβέρνηση αναγκαστεί να εμπλακεί σε εχθροπραξίες. Εμείς είχαμε τηρήσει τα δικά μας και αναμέναμε να τηρούσε και εκείνος το λόγο του. Αν η Τουρκία δεν ανταποκρινόταν, αυτό θα είχε δυσάρεστα αποτελέσματα για τις σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας, περιλαμβανομένης και της στρατιωτικής βοήθειας...».
Λίγα ψίχουλα
Όσον αφορά τη συνάντηση που είχε στο Υπ. Άμυνας με το Πολεμικό Συμβούλιο, o Τάσκα είπε ότι του έκαναν εντύπωση οι διαφορές μεταξύ των ιεράκων υπό την ηγεσία του Ιωαννίδη και των σχετικώς εριφίων υπό την ηγεσία του Μπονάνου και ανώτερων στρατηγών. Και κλείνει η αναφορά προς το Φόρεϊν Όφις με το εξής άκρως αινιγματικό για το βρετανικό ρόλο: «Θα πρέπει να δώσουμε στον τελευταίο (δηλαδή τον Μπονάνο) λίγα ψίχουλα παρηγοριάς προτού είναι αργά», έγραψε χαρακτηριστικά ο Βρετανός πρέσβης Χούπερ.
Η διζωνική ήταν βρετανικής έμπνευσης
Το έγγραφο αυτό είναι ένα πολυσέλιδο ντοκουμέντο, που περιέχει τα πρακτικά της πλέον κρίσιμης συνεδρίας που έλαβε χώρα στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, μετά τις δύο τουρκικές εισβολές. Η συνάντηση έγινε στις 27 Αυγούστου 1974, μεταξύ ανώτερων αξιωματούχων του Φόρεϊν Όφις και του δρος Χένρι Κίσινγκερ, κατ΄ εντολήν του Βρετανού Υπ. Εξωτερικών Τζέιμς Κάλαχαν. Ο Κάλαχαν ήθελε πλέον να προχωρήσει με την προώθηση της διπεριφερειακής ομοσπονδίας, αλλά ήθελε να σιγουρευτεί για την υποστήριξη του δρος Κίσινγκερ στη βρετανική αυτή πρωτοβουλία, γιατί οι Βρετανοί στο Λονδίνο είχαν επισημάνει αμφιβολίες για την αμερικανική υποστήριξη. Τα πρακτικά αυτά, διά μαρτυρίας του ιδίου του δρος Κίσινγκερ, μας ξεκαθαρίζουν πλέον, πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας, ότι οι Βρετανοί ήσαν οι πρωταγωνιστές των γεγονότων του 1974, όσο και της προώθησης της τουρκικής απαίτησης για γεωγραφική ομοσπονδία (διζωνική) και όχι οι Αμερικανοί.
Οι απεσταλμένοι του Φόρεϊν Όφις είπαν στον Κίσινγκερ ότι ο Τζέιμς Κάλαχαν σκόπιμα διατηρούσε χαμηλούς τόνους στη διπλωματία, όταν και διέκοψε ο δρ Κισινγκερ για να τονίσει ότι ήδη είχε επιτευχθεί η μεγάλη (βρετανική) διπλωματική νίκη, με το να χαρακτηρίζεται πλέον ο ίδιος ως ο κακός της όλης κατάστασης.
Οι Βρετανοί θυμήθηκαν ότι ο Σίσκο (ο Αμερικανός απεσταλμένος) μέσα Ιουλίου είχε ρωτήσει το Φόρεϊν Όφις κατά πόσο μπορούσε να βρεθεί μια λύση πακέτο, αλλά τότε του είχαν πει ότι ήταν ακόμα νωρίς για κάτι τέτοιο.
Και συνέχισαν στη συνάντηση οι Βρετανοί, λέγοντας ότι οποιαδήποτε άποψη και να είχαν για τις τουρκικές ενέργειες, η λύση θα ήταν διπεριφερειακή ομοσπονδία και θα συνεπάγετο ανταλλαγή πληθυσμών. Η λύση αυτή, είπαν στον δρα Κίσινγκερ, θα έχει την ευχέρεια να αυτο-αστυνομεύεται και να μη χρειάζεται την ειρηνευτική δύναμη των Ηνωμένων Εθνών. Ήδη, πρόσθεσαν, πολλοί τους κατηγορούν ότι δεν ανέλαβαν τις εγγυητικές τους υποχρεώσεις, για να διακόψει και πάλιν ο Κίσινγκερ, για να πει ότι αυτό δεν ίσχυε για τους Τούρκους. Οι Τούρκοι, είπε, «δεν πιστεύω να έχουν τέτοιο παράπονο».
...ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ...