Η ΕΣΣΔ είχε κάνει πρόταση συμμαχίας αλληλοβοήθειας με την Φινλανδία σε περίπτωση προσβολής από την ναζιστική Γερμανία, η οποία απορρίφθηκε.[εκκρεμεί παραπομπή] Είναι χαρακτηριστικό πως μετά την υπογραφή του συμφώνου ο Ουίνστον Τσώρτσιλ, πρωθυπουργός της Βρετανίας, δήλωσε πως οι ναζί «πρόδωσαν το αντι-Κομιντέρν σύμφωνο και τις αντι-Μπολσεβίκικες συμφωνίες», ενώ η αμερικανική εφημερίδα Νew York Herald Tribune έγραφε πως ο Χίτλερ «δεν κράτησε την υπόσχεσή του να είναι λιοντάρι προς ανατολάς και αρνάκι προς δυσμάς».
Σύμφωνα, ωστόσο, με τον σοβιετικό ιστορικό (ειδικευμένο σε ζητήματα διεθνών σχέσεων) Σ. Χουντιάκοφ η κυβέρνηση της ΕΣΣΔ βρέθηκε σε δύσκολη θέση, που την απειλούσε με διεθνή απομόνωση, καθώς την άνοιξη του 1939 ιθύνοντες κύκλοι της Αγγλίας και της Γαλλίας ματαίωσαν τις διεξαγόμενες στη Μόσχα άγγλο-γάλλο-σοβιετικές διαπραγματεύσεις για την υπογραφή συμφώνου αλληλοβοηθείας κατά της φασιστικής επίθεσης. Είχαν προηγηθεί, σύμφωνα πάντα με τον ίδιο ιστορικό, εκκλήσεις των σοβιετικών για συνασπισμό εναντίον της γερμανικής επεκτατικότητας, που όμως δεν εισακούσθηκαν από τις δυτικές δημοκρατίες, από το Μάρτιο του 1938. Κάτω από αυτές τις περιστάσεις, η ΕΣΣΔ δέχθηκε τη γερμανική πρόταση για βελτίωση των γερμανο-σοβιετικών οικονομικών σχέσεων και για υπογραφή συμφώνου μη επίθεσης μεταξύ των δυο χωρών και προχώρησε στην αποδοχή της. Η Σοβιετική Ένωση κέρδισε έτσι τον απαραίτητο χρόνο για να προετοιμασθεί σε περίπτωση που θα δεχόταν τελικά την γερμανική εισβολή, ενώ παράλληλα απέφυγε ιαπωνική επίθεση την οποία επεδίωκε η αυτοκρατορική κυβέρνηση του Χιροχίτο, αλλά που μετά την υπογραφή του συμφώνου η τελευταία υποχρεώθηκε να ματαιώσει.
Από την πλευρά της ναζιστικής Γερμανίας, ο Χίτλερ, ενώ σχεδίαζε επίθεση κατά της Πολωνίας, ήθελε να αποφύγει με κάθε τρόπο τον πόλεμο των δυο μετώπων, όπως υπήρξε για την Γερμανία ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος του 1914[2].
Υπό αυτές τι συνθήκες, υπεγράφη στις 23 Αυγούστου 1939 το Σύμφωνο μη Επίθεσης μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και της ναζιστικής Γερμανίας. Κατόπιν αυτού, οι ναζί μπορούσαν να ασχοληθούν με την Πολωνία δίχως τον κίνδυνο να τους εμποδίσει η Σοβιετική Ένωση, ενώ η ΕΣΣΔ, η οποία γνώριζε καλά την επιθυμία του Χίτλερ να αποκτήσει «ζωτικό χώρο» για τους Γερμανούς στην ανατολική Ευρώπη για επίθεση στη Σοβιετική Ένωση, κέρδισε χρόνο για να προετοιμάσει τον Κόκκινο Στρατό, την οικονομία της Σοβιετικής Ένωσης καθώς επίσης να κάνει τις απαραίτητες μετεγκαταστάσεις πληθυσμού προς τα ενδότερα της χώρας και για την προστασία τους και για την προστασία των συνόρων από κοινότητες με επικινδυνότητα σύναψης συμμαχίας με τον εχθρό, ώστε να μπορεί να αντισταθεί σε πιθανή επίθεση των ναζιστικών δυνάμεων.[2] Σύμφωνα με τον Ρεϊμόν Καρτιέ, ο μεν Στάλιν υπέγραψε το Σύμφωνο με στόχο να κερδίσει χρόνο και ο Χίτλερ με την εκ των προτέρων απόφαση "να το ξεσχίσει"[2]
Η ΕΣΣΔ είχε κάνει πρόταση συμμαχίας αλληλοβοήθειας με την Φινλανδία σε περίπτωση προσβολής από την ναζιστική Γερμανία, η οποία απορρίφθηκε.[εκκρεμεί παραπομπή] Είναι χαρακτηριστικό πως μετά την υπογραφή του συμφώνου ο Ουίνστον Τσώρτσιλ, πρωθυπουργός της Βρετανίας, δήλωσε πως οι ναζί «πρόδωσαν το αντι-Κομιντέρν σύμφωνο και τις αντι-Μπολσεβίκικες συμφωνίες», ενώ η αμερικανική εφημερίδα Νew York Herald Tribune έγραφε πως ο Χίτλερ «δεν κράτησε την υπόσχεσή του να είναι λιοντάρι προς ανατολάς και αρνάκι προς δυσμάς».
Σύμφωνα, ωστόσο, με τον σοβιετικό ιστορικό (ειδικευμένο σε ζητήματα διεθνών σχέσεων) Σ. Χουντιάκοφ[1] η κυβέρνηση της ΕΣΣΔ βρέθηκε σε δύσκολη θέση, που την απειλούσε με διεθνή απομόνωση, καθώς την άνοιξη του 1939 ιθύνοντες κύκλοι της Αγγλίας και της Γαλλίας ματαίωσαν τις διεξαγόμενες στη Μόσχα άγγλο-γάλλο-σοβιετικές διαπραγματεύσεις για την υπογραφή συμφώνου αλληλοβοηθείας κατά της φασιστικής επίθεσης. Είχαν προηγηθεί, σύμφωνα πάντα με τον ίδιο ιστορικό, εκκλήσεις των σοβιετικών για συνασπισμό εναντίον της γερμανικής επεκτατικότητας, που όμως δεν εισακούσθηκαν από τις δυτικές δημοκρατίες, από το Μάρτιο του 1938. Κάτω από αυτές τις περιστάσεις, η ΕΣΣΔ δέχθηκε τη γερμανική πρόταση για βελτίωση των γερμανο-σοβιετικών οικονομικών σχέσεων και για υπογραφή συμφώνου μη επίθεσης μεταξύ των δυο χωρών και προχώρησε στην αποδοχή της. Η Σοβιετική Ένωση κέρδισε έτσι τον απαραίτητο χρόνο για να προετοιμασθεί σε περίπτωση που θα δεχόταν τελικά την γερμανική εισβολή, ενώ παράλληλα απέφυγε ιαπωνική επίθεση την οποία επεδίωκε η αυτοκρατορική κυβέρνηση του Χιροχίτο, αλλά που μετά την υπογραφή του συμφώνου η τελευταία υποχρεώθηκε να ματαιώσει.
Από την πλευρά της ναζιστικής Γερμανίας, ο Χίτλερ, ενώ σχεδίαζε επίθεση κατά της Πολωνίας, ήθελε να αποφύγει με κάθε τρόπο τον πόλεμο των δυο μετώπων, όπως υπήρξε για την Γερμανία ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος του 1914[2].
τραβατε τωρα για υπνο ανιστοριτα φασιστακια ακροδεξιοι ασχετοι που θελετε να αλλαξετε την ιστορια στο πλαισιο αμφισβητησης και αλλοιωσης της ιστορικης μνημης καραγκιοζηδες