μια κριτική των 3 Παπανδρέου από το Χρήστο Γιανναρά(αδέσμευτη από τους προπαγανδικστικούς μηχανισμούς της αριστεράς)
Τυπικό παράδειγμα, ο γενάρχης της μακροβιότερης δυναστείας: Ενας μέτριος, παροιμιώδης για το ευμετάβλητο των «πεποιθήσεών» του δημοκόπος, που οι συγκυρίες τον αποκάθαραν, τον εξωράισαν, τον συμβολοποίησαν σαν «γέρο της δημοκρατίας». Ο γιος του ανέδειξε το πατρικό κληροδότημα, τη δημοκοπία, σε εκπληκτική δεξιότητα διαβουκόλησης των μαζών. Αν προλάβει η ελληνική κοινωνία και αποκτήσει κάποτε ιστοριογραφία ανυπότακτη στον ολοκληρωτισμό της κομματοκρατίας, θα τον κρίνει. Πάντως, η πολιτική του αμβλυωπία και ο αμοραλισμός του απομνημειώθηκαν σε ελάχιστες φράσεις στιλπνού αριβισμού: «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο» – «Δικαιούτο ο τάδε (διαχειριστής δημόσιου χρήματος) να κάνει ένα δώρο στον εαυτό του, αλλά όχι και τόσα εκατομμύρια» – «Βυθίσατε το Χόρα» – «Εγώ απλώς προήδρευα» – «Τσοβόλα δώσ’ τα όλα» – «Οι βάσεις φεύγουν (μόλις υπέγραψε την παραμονή τους), ο αγώνας τώρα δικαιώνεται».
Ο εγγονός δεν έχει ούτε τη δημοκοπική καπατσοσύνη του προπάτορα ούτε τον δαιμονικής γοητείας καμποτινισμό του πατέρα. Θήτευσε σε δύο υπουργικούς θώκους με ανεπάρκεια, που προκαλούσε θλίψη ή θυμηδία. Και με την πρώτη συγκυρία αναρριχήθηκε στην ηγεσία του κόμματος δίχως συγκριτική αναμέτρηση, με μαζικές διαδικασίες υπερψήφισης. Ανέχεται να συζητείται δημόσια και να διακωμωδείται η ολιγότητά του, γαντζωμένος στην καρέκλα και μπλοκάροντας κάθε εξελικτική δυναμική στο πολιτικό πεδίο. Είναι συμβολική προσωποποίηση του παρακμιακού αδιεξόδου της ελληνικής κοινωνίας.