Η Γερμανία και η Τουρκία έχουν αδιαμφισβήτητα στενούς γεωοικονομικούς δεσμούς με ιστορικές προεκτάσεις, που επενεργούν στις διμερείς σχέσεις τους, και μεταφράζονται συχνά σε σύγκλιση της εξωτερικής πολιτικής τους. Η Γερμανία ήταν ο κύριος προορισμός των τουρκικών εξαγωγών με 16,6 δισ. δολάρια. Οι εισαγωγές της Τουρκίας από τη Γερμανία ανήλθαν σε 19,3 δισ. δολάρια για το ίδιο διάστημα με τον όγκο συναλλαγών να ανέρχεται στα 35,9 δισ. δολάρια. Πέραν τούτου, περίπου 7000 γερμανικές επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στην Τουρκία. Ενώ έκθεση του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών κάνει λόγο για το μέγεθος της γερμανικής συμβολής στην τουρκική οικονομία επισημαίνοντας ότι «πάνω από 7400 γερμανικές και τουρκικές επιχειρήσεις στην Τουρκία έλαβαν [γερμανικά] ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια».
Καθοριστικής σημασίας είναι και η σύμπραξη των αμυντικών βιομηχανιών τους. Η Τουρκία εισήγαγε το 2019 το 1/3 του συνόλου των εξαγωγών της γερμανικής αμυντικής βιομηχανίας, ήτοι 345 εκατ. ευρώ, και παραμένει στην πρώτη θέση του πελατολογίου της για το 2019 και το 2018. Σύμφωνα με το γερμανικό Υπουργείο Οικονομίας, οι πωλήσεις αφορούσαν σχεδόν αποκλειστικά σε υλικό για τα έξι υποβρύχια τύπου 214 «Παπανικολής» που κατασκευάζονται στην Τουρκία σε συνεργασία με τη γερμανική Thyssenkrupp. Μάλιστα, φημολογείται ότι η πρώην υπουργός Αμύνης της Γερμανίας και νυν Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, υποκίνησε την άρση του εμπάργκο πώλησης όπλων που επιβλήθηκε από τη Γερμανία σε βάρος της Τουρκίας στις 10 Οκτωβρίου 2019, λόγω της εισβολής στη Συρία (Γ. Χαραλαμπίδης, Σημερινή, 28/06/2020)
Ένα επιπλέον πεδίο σύμπλευσης γερμανοτουρκικών συμφερόντων αποτελεί η ενέργεια και δη το φυσικό αέριο. Η Γερμανία επιδιώκει παρασκηνιακά να επηρεάσει την όδευση/κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου EastMed ο οποίος είναι ανταγωνιστικός των NordStream και NordStream 2, και ως εκ τούτου η διεμβολή της Τουρκίας στην ΑΟΖ της Αν. Μεσογείου αποτελεί μία ιδανική λύση για την στρατηγική της. Ο αγωγός EastMed υπονομεύει το γερμανικό πλεονέκτημα της μετακομιδής του ρωσικού φυσικού αερίου στην κεντρική Ευρώπη και το Ηνωμένο Βασίλειο. Για την προώθηση της γερμανοτουρκικής ενεργειακής συνεργασίας ειδικά στους τομείς των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και του φυσικού αερίου, έχει ιδρυθεί από το 2012 το Γερμανο-Τουρκικό Φόρουμ Ενέργειας (DENA) του οποίου την λειτουργία εξαίρει και το γερμανικό ΥΠΕΞ.
Επιπροσθέτως, είναι κοινή παραδοχή ότι το μεταναστευτικό/προσφυγικό αποτελεί μοχλό πίεσης προς τη Γερμανία, η οποία καθίσταται δέσμια των τουρκικών επιδιώξεων και αυτό επιβεβαιώνεται από τα γενναία πακέτα στήριξης αλλά και από τη χρηματοδότηση της τουρκικής ακτοφυλακής για αγορά σκαφών. Από το 2012, το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Εξωτερικών παρείχε συνολικά 198 εκατ. ευρώ για την κάλυψη των βασικών αναγκών των προσφύγων (τροφή, στέγη και υγειονομική περίθαλψη). Ενώ από το 2015, το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης έχει χορηγήσει περίπου 349 εκατ. ευρώ για βοήθεια απ’ ευθείας στους πρόσφυγες αλλά και τους τουρκικούς δήμους που τους φιλοξενούν.
Οι δεσμοί των δύο χωρών φαίνεται ότι εμφιλοχωρούν ακόμη και στην κεντρική πολιτική σκηνή της Γερμανίας στην οποία άλλωστε κατοικούν περί τα 3 εκατομμύρια Τούρκοι ή τουρκικής καταγωγής πολίτες. Έτσι, εκτός της αμφιλεγόμενης στάσης της Γερμανίδας Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν που προαναφέρθηκε, εσχάτως αποκαλύφθηκε και η δράση των «γκρίζων λύκων» εντός της γερμανικής επικράτειας. Σύμφωνα με την γερμανική Υπηρεσία Προστασίας του Συντάγματος BfV, το Κεντρικό Συμβούλιο Μουσουλμάνων της Γερμανίας ελέγχεται από τους «γκρίζους λύκους» και συνεργάζεται στενά με τον ομοσπονδιακό υπουργό Εσωτερικών Χορστ Ζεεχόφερ, επί χρόνια επικεφαλής του αδελφού κόμματος της Άνγκελα Μέρκελ, των Χριστιανοκοινωνιστών.
Συνεπώς, εκτός των εμπορικών διμερών σχέσεων, φαίνεται ότι ενδημούν βαθύτεροι πολιτικοί δεσμοί που διατηρούν σταθερή την σχέση Γερμανίας-Τουρκίας, ακόμη και στις περιπτώσεις που ανακύπτουν διαφωνίες.