Του Δημήτρη Καζάκη
οικονομολόγου - αναλυτή
«Οι αμέσως επόμενοι μήνες θα είναι ιδιαίτερα κρίσιμοι», δήλωσε ο πρόεδρος του ΣΕΒ την επομένη των εκλογών και είχε δίκιο. Όχι τόσο για τα πρόσθετα μέτρα που έρχονται, όσο γιατί θα αποκαλυφθούν τα δεδομένα του σχεδίου ελεγχόμενης πτώχευσης, που πέρασαν η Μέρκελ και ο Σαρκοζί στις 28/10 από τη σύνοδο του Eurogroup. Ένα σχέδιο που έχει αναλάβει η «ομάδα εργασίας» του Χέρμαν βαν Ρομπάι να επεξεργαστεί στις λεπτομέρειές του.
Αυτός είναι κι ο λόγος που ο κ. Σαμαράς μετά τη συνάντησή του με τον κ. Ρομπάι στις 28/10, έσπευσε να δηλώσει: «Βρήκα, επιπλέον, την ευκαιρία να δηλώσω στον κ. Ρομπάι ότι θα είμαι κατηγορηματικά αντίθετος στην ιδέα της ελεγχόμενης χρεοκοπίας, που πολλοί εμφανίζουν ως ουσιώδες στοιχείο στον υπό σύσταση μόνιμο ευρωπαϊκό μηχανισμό. Και υπεστήριξα με θέρμη ότι μία ελεγχόμενη πτώχευση, είναι πτώχευση για τη χώρα που την υφίσταται και ελεγχόμενη για όλες τις υπόλοιπες. Μπορεί να λειτουργήσει, όχι ως μηχανισμός διάσωσης των αδύναμων χωρών, αλλά ως μηχανισμός που τις διαχωρίζει, τις ξεχωρίζει από τις υπόλοιπες, τις ισχυρότερες. Και, αντί να καθιστά έτσι ισχυρότερη, γενικά, την Ευρωζώνη, αποδυναμώνει την ενότητα της Ευρωζώνης. Και θα ήταν μεγάλο λάθος».
Με τον τρόπο αυτό ο κ. Σαμαράς αποκάλυψε επίσημα τα βασικά χαρακτηριστικά της ελεγχόμενης πτώχευσης που προετοιμάζεται για την Ελλάδα και τις άλλες «προβληματικές» χώρες της ευρωζώνης. Γιατί όντως αυτό συμβαίνει: μια ελεγχόμενη πτώχευση, είναι πτώχευση για την χώρα που την υφίσταται και ελεγχόμενη για όλες τις υπόλοιπες, αλλά κυρίως για τις τράπεζες και τους τοκογλύφους των αγορών. Ωστόσο ο κ. Σαμαράς δεν διευκρίνισε τι σημαίνει πρακτικά ότι διαφωνεί με την «ιδέα» της ελεγχόμενης πτώχευσης. Τι σκέφτεται να κάνει από την στιγμή που προωθείται, όπως ξέρει πολύ καλά, για την Ελλάδα; Τίποτε απολύτως. Απλά διατυπώνει δημόσια τη διαφωνία του για να την χρησιμοποιήσει κατόπιν ως άλλοθι αποδοχής άνωθεν και έξωθεν τετελεσμένων.
Η ελεγχόμενη πτώχευση
Ποιο είναι το βασικό χαρακτηριστικό του σχεδίου της ελεγχόμενης πτώχευσης; Η αναδιάρθρωση του χρέους με «κούρεμα» ή χωρίς. Στο σημείο αυτό πρέπει να πούμε ότι αναδιάρθρωση ή ανάταξη του χρέους είναι μια διαδικασία σύμφυτη με την επίσημη πτώχευση της χώρας. Μόνο που γίνεται με όρους αγοράς και υπό διεθνή επιτήρηση, προκειμένου να περιοριστούν οι επιπτώσεις της στο εξωτερικό.
Όταν ένα κράτος βρίσκεται σε αδυναμία εξυπηρέτησης του χρέους του, τότε οι δανειστές του επιχειρούν να προωθήσουν ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης ή ανάταξης που συνήθως περιλαμβάνει τα εξής βασικά χαρακτηριστικά:
1. Την έκδοση νέων ομολόγων, ή άλλων αξιών που αντικαθιστούν μέρος ή το σύνολο των ληξιπρόθεσμων οφειλών του κράτους και επιτρέπουν την επιμήκυνση της μέσης διάρκειας αποπληρωμής του δημόσιου χρέους.
2. Την μερική ή ολική αναστολή της πληρωμής τόκων ή χρεωλυσίων για ένα διάστημα προκειμένου το κράτος να ολοκληρώσει την διαδικασία αναδιάρθρωσης.
3. Την εισαγωγή ειδικών ρητρών στις νέες εκδόσεις ομολόγων που καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να αλλάξουν στο μέλλον οι όροι πληρωμής τους, αλλά και τις προβλεπόμενες εγγυήσεις ή αποζημιώσεις των κατόχων τους σε περίπτωση αδυναμίας εξόφλησης.
4. Παροχή πρόσθετης ρευστότητας για την αποφυγή της μονομερούς παύσης πληρωμών, είτε μέσω των χρηματοδοτικών προγραμμάτων του ΔΝΤ, είτε με την έκδοση ειδικών ομολόγων στην διεθνή αγορά κεφαλαίων. Το ρόλο αυτό υποτίθεται ότι καλείται να παίξει το Ταμείο Σταθερότητας της ΕΕ, που ιδρύθηκε αρχικά για 3 χρόνια, αλλά η Μέρκελ και ο Σαρκοζί θέλουν να τον μετατρέψουν σε μόνιμο μηχανισμό της ευρωζώνης για να αναλαμβάνει τις υπό πτώχευση χώρες. Αυτό αποφασίστηκε στις 28/10.
Μια από τις περιπτώσεις αναδιάρθρωσης χρέους, που οι αγορές θεωρούν ίσως ως την πλέον πετυχημένη, είναι αυτή της Ουρουγουάης το 2003. Με μια μόνη κίνηση τον Απρίλιο-Μάιο του 2003, όλα τα κρατικά ομόλογα της χώρας σε ξένο νόμισμα (σε δολάριο, ευρώ, γιεν, λίρες-στερλίνες και πέσος Χιλής) ανταλλάχτηκαν με νέα ομόλογα κατατεθειμένα στην Securities and Exchange Commission των ΗΠΑ. Τα νέα ομόλογα περιλάμβαναν συγκεκριμένες Ρήτρες συλλογικής δράσης (Collective Action Clause) που προβλέπει ότι τυχόν αλλαγή των όρων πληρωμής των νέων ομολόγων απαιτούν την συμφωνία των κατόχων του 85% της συνολική αξίας τους και το 662/3% της κάθε συγκεκριμένης σειράς ομολόγων. Η συνολική αξία του εξωτερικού χρέους με βάση αυτή την αναδιάρθρωση – που επίσημα ονομάστηκε Εθελοντική Αλλαγή Προφίλ Χρέους (Voluntary Debt Re-Profiling) – δεν μειώθηκε περισσότερο από 8% προκειμένου η κυβέρνηση της Ουρουγουάης να μπορέσει να βγει στις αγορές και να δανειστεί εκ νέου. Κι όλα έγιναν κάτω από την αυστηρή επίβλεψη και κηδεμονία του ΔΝΤ.
Γλύτωσε η Ουρουγουάη από την υστερική λιτότητα και το χρέος με την αναδιάρθρωση; Όχι. Παρά το γεγονός ότι από 90% του ΑΕΠ της χώρας το 2004, το χρέος βρίσκεται γύρω στο 60% του ΑΕΠ το 2010, η εξυπηρέτησή του συνεχίζει να καλπάζει. Σήμερα το εξωτερικό χρέος της χώρας είναι ακόμη μεγαλύτερο από ότι την εποχή της αναδιάρθρωσης (από 50% του συνόλου το 2003, σήμερα ξεπερνά το 57%) αυξάνοντας την εξάρτηση από τις διεθνείς αγορές. Η αιματηρή λιτότητα και η μετακύλιση σημαντικού μέρους του εσωτερικού δημόσιου χρέους στον φορολογούμενο, οδήγησε στην μείωση του συνολικού χρέους ως ποσοστό στο ΑΕΠ. Όμως τα ελλείμματα γνωρίζουν νέες εξάρσεις και τα προγράμματα προσαρμογής έχουν οδηγήσει το 60% και πλέον του πληθυσμού κάτω από το όριο της φτώχειας. Η χώρα δεν πτώχευσε επίσημα, αλλά πτώχευσε ανεπανόρθωτα ο πληθυσμός της. Το κατά πόσο ακόμη η Ουρουγουάη θα συνεχίσει να αποφεύγει και την επίσημη πτώχευση είναι υπόθεση συγκυριών.
Ο Σόιμπλε αποκαλύπτει
Κάτι ανάλογο φαίνεται να ετοιμάζεται και για την Ελλάδα. Όπως κι αν το ονομάσουν επίσημα θα είναι μια αναδιάρθρωση χρέους. Σύμφωνα με τον υπουργό οικονομικών της Γερμανίας Β. Σόιμπλε (Der Spiegel, 6/11) το μοντέλο θα είναι μάλλον δύο φάσεων και το περιγράφει ως εξής: «Σε μια πρώτη φάση θα μπορούσε να επιμηκυνθεί η διάρκεια εκείνων των ομολόγων, των οποίων σ’ αυτή την κρίσιμη φάση λήγει η προθεσμία αποπληρωμής. Αν αυτό δεν βοηθήσει, σε μια δεύτερη φάση, οι ιδιώτες πιστωτές θα πρέπει να δεχθούν περικοπή των απαιτήσεών τους. Σε αντάλλαγμα θα λάβουν εγγυήσεις για τις υπόλοιπες».
Με ανάλογο πνεύμα και το τελευταίο Economist εξηγεί ότι «ένα ιδανικό σχέδιο κρατικής πτώχευσης θα διαθέτει τρία κύρια χαρακτηριστικά. Πρώτο, θα χρειαστεί κάποιον να κρίνει ότι το ύψος του χρέους είναι μη βιώσιμο. Δεύτερο, θα χρειαστεί έναν υπερεθνικό θεσμό, όπως είναι το ΔΝΤ ή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για να επιβλέψει τις απαιτήσεις των δανειστών και να συντονίσει τη συμφωνία για τον διακανονισμό. Αυτό ο θεσμός θα χρειαστεί νομικά εργαλεία για να υποχρεώσει όλους τους πιστωτές σε μια συμφωνία που θα στηριχθεί σε μια ειδική πλειοψηφία τους (ας πούμε της τάξης του 75%) και για να προστατεύσει τον οφειλέτη από νομικές προσβολές ενόσω ο διακανονισμός είναι υπό διαπραγμάτευση. Ένα τρίτο στοιχείο θα ήταν ένας μηχανισμός που θα επιτρέπει νέες πιστώσεις ώστε να κρατηθεί η υπό πτώχευση χώρα στον αφρό. Τα κεφάλαια αυτά θα είναι υπό ειδικό καθεστώς ώστε να προστατευθούν από την αναδιάρθρωση. »
Η δανειακή σύμβαση που έχει επιβληθεί στην χώρα αποτελεί το κατάλληλο εργαλείο για να προωθηθεί η αναδιάρθρωση του χρέους ορίζοντας εκ των πραγμάτων την ειδική πλειοψηφία που απαιτείται από τους πιστωτές για τον επιδιωκόμενο διακανονισμό. Αυτό προϋποθέτει ότι η αναδιάρθρωση θα γίνει εντός των προθεσμιών της δανειακής σύμβασης. Εκτός κι αν τροποποιηθεί έτσι ώστε να αποτελέσει μια συμβατική υποχρέωση της χώρας για την ένταξή της στον υπό διαμόρφωση μηχανισμό ελεγχόμενης πτώχευσης από την ευρωζώνη. Κάτι που ακούγεται πολύ έντονα. Ιδίως αν μέχρι το τέλους του έτους το Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας κάνει δεχτές τις προσφυγές εναντίον του «μηχανισμού στήριξης» που επιβλήθηκε στην Ελλάδα τον Μάιο. Κάτι που, σύμφωνα με τον γερμανικό τύπο, έχει σοβαρές πιθανότητες να συμβεί.
Οι συνέπειες της αναδιάρθρωσης
Όπως και να ‘χει το βασικό πρόβλημα παραμένει. Τι θα σημάνει μια αναδιάρθρωση του χρέους για την Ελλάδα και τον λαό της; Μήπως θα ελαφρύνει τα βάρη από την εξυπηρέτηση του χρέους; Όχι, σε καμμιά περίπτωση. Αντίθετα θα θεσμοθετήσει επίσημα την υποδούλωση της χώρας στους δανειστές της, μέσα από την εφαρμογή ρητρών που θα εσωτερικεύουν τους όρους της δανειακής σύμβασης σε κάθε ειδική έκδοση αναδιαρθρωμένων ομολόγων. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει πολύ απλά ότι σε κάθε έκδοση νέου ομολόγου θα περιλαμβάνονται ρήτρες και όροι που θα εξασφαλίζουν το κάτοχό του έναντι κάθε μελλοντικής αθέτησης πληρωμής. Έτσι το πιθανότερο είναι τα νέα ομόλογα να εκδίδονται στη βάση του αγγλικού ή άλλου δικαίου και όχι του ελληνικού, να περιλαμβάνουν εμπράγματες εγγυήσεις και προβλέψεις πρόσθετων αποζημιώσεων σε βάρος κάθε έννοιας εθνικής αξιοπρέπειας και να τελούν επίσημα υπό την δικαιοδοσία των οργάνων της ευρωζώνης. Εξ ου και η πρόσφατη δήλωση του Ζαν Κλοντ Γιουγκέρ για την ανάγκη έκδοσης ευρωομολόγου.
Μήπως όμως γλυτώσουμε από την αιματηρή λιτότητα; Αυτό δεν προβλέπεται ακόμη κι αν υπάρξει μια πολύ σοβαρή μείωση του χρέους. Είναι χαρακτηριστική μια πρόσφατη εκτίμηση του ΔΝΤ: «Η αναγκαία δημοσιονομική προσαρμογή [διάβαζε αιματηρή λιτότητα, ΔΚ] δεν πρόκειται να είναι σημαντικά μικρότερη ακόμη και με ένα μεγάλο κούρεμα. Αυτό συμβαίνει γιατί το πρόβλημα στις ανεπτυγμένες οικονομίες σήμερα είναι το μεγάλο πρωτογενές έλλειμμα, όχι τα υψηλά επιτόκια και οι δαπάνες γι’ αυτά όπως ήταν στην περίπτωση των αναδυομένων οικονομιών που πτώχευσαν τις τελευταίες δυο δεκαετίες. Στην πράξη, η πρωτογενής προσαρμογή που είναι αναγκαία για να σταθεροποιηθεί η σχέση του χρέους με το ΑΕΠ θα μειωθεί μόλις κατά 0, 5% κατά μέσο όρο στο ΑΕΠ (με μέγιστο το 2, 7% για την Ελλάδα) αν γίνει κούρεμα κατά 50% –μια ιδιαίτερα μεγάλη υποτίμηση με βάση τα ιστορικά δεδομένα. » (Fiscal Monitor, 11/2010, σ. 30)
Με λίγα λόγια η αιματηρή λιτότητα και ότι επακολουθεί με όρους γενικευμένου ξεπουλήματος, δεν πρόκειται ουσιαστικά να επηρεαστεί ακόμη κι αν μειωθεί το δημόσιο χρέος κατά 50%. Ίσα-ίσα αποτελεί προαπαίτηση της αναδιάρθρωσης. Κι αυτό γιατί πολύ απλά πρέπει να βρεθούν τα αναγκαία πρωτογενή πλεονάσματα για να συνεχιστεί η εξυπηρέτηση ακόμη και του «κουρεμένου» χρέους. Κι επειδή η οικονομία στην κατάσταση που βρίσκεται δεν είναι σε θέση να παράγει πραγματικά πλεονάσματα, γι’ αυτό και επιβάλλεται η αιματηρή λιτότητα, οι δραστικές περικοπές, το ξεπούλημα, προκειμένου να πληρωθεί το χρέος από το υστέρημα των λαϊκών στρωμάτων και της κοινωνίας συνολικά. Έστω κι αν οδηγηθεί ο λαός σε απόγνωση και η χώρα σε διάλυση.
Υπήρχε λύση σύμφωνη με το διεθνές δίκαιο!
Πόσο πρέπει να κατέβει η συνολική εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους ώστε να πάψει αφενός η λιτότητα και αφετέρου να σπάσει ο κύκλος του νέου δανεισμού; Κανείς δεν έχει απαντήσει σ’ αυτό το ερώτημα απ’ όσους μιλάνε για αναδιάρθρωση του χρέους με «κούρεμα», ή για διαγραφή μεγάλου μέρους του χρέους. Ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι η ελληνική οικονομία πετύχει ρυθμούς ανόδου ανάλογους της προηγούμενης δεκαετίας και επιπλέον δημιουργήσει με κάποιον μαγικό τρόπο ένα δημοσιονομικό πλεόνασμα της τάξης του 4% του ΑΕΠ ετήσια, αυτό επαρκεί για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους μειωμένου κατά 80%! Κάτι βέβαια που αποτελεί σενάριο επιστημονικής φαντασίας με βάση τα συμφέροντα των δανειστών, της ευρωζώνης και του ευρώ.
Όμως, σ’ αυτό βρίσκεται η ουσία. Όταν μιλάει κανείς για αναδιάρθρωση χρέους ή διαγραφή μέρους του, θα πρέπει να διευκρινίσει από ποια σκοπιά το κάνει. Με γνώμονα να μην θίξει τα συμφέροντα των δανειστών ή με βάση τα αληθινά συμφέροντα της χώρας και του λαού της; Μπορεί στ’ αλήθεια μια οικονομία με τους πόρους της ήδη κατασπαταλημένους και λεηλατημένους να προχωρήσει γρήγορα σε παραγωγική ανασυγκρότηση, η οποία απαιτεί πολλαπλάσιες επενδύσεις και δαπάνες από το δημόσιο, έχοντας ταυτόχρονα να έστω ένα «κουρεμένο» δημόσιο χρέος; Τα δεδομένα λένε όχι. Τουλάχιστον για μια δεκαετία η ελληνική οικονομία, αφού πρώτα ξεφύγει από το δόκανο του ευρώ, θα χρειαστεί ότι έχει και δεν έχει από άποψη διαθέσιμων πόρων προκειμένου να πετύχει την παραγωγική της ανασυγκρότηση. Όχι μόνο δεν της περισσεύει τίποτε, αλλά θα χρειαστεί πρόσθετους πόρους από το εξωτερικό για να εξασφαλίσει τεχνογνωσία, τεχνολογία και εφαρμογές για μια σύγχρονη ανάπτυξη της δικής της παραγωγής.
Τότε γιατί η κυβέρνηση επέλεξε να συνεχίσει την εξυπηρέτηση του χρέους, θυσιάζοντας το υστέρημα του λαού και της χώρας; Η απάντηση είναι προφανής. Αν ήθελε, αν δεν ήταν τόσο καταφανώς υπόδουλη σε ολιγαρχικά συμφέροντα θα μπορούσε κάλλιστα να επικαλεστεί «κατάσταση ανάγκης» και να σταματήσει, τουλάχιστον για ένα διάστημα, να πληρώνει τα χρέη της. Η έννοια «κατάσταση ανάγκης» (state of necessity) είναι μια διεθνώς αναγνωρισμένη νομικοπολιτική δικλείδα την οποία ένα κράτος μπορεί να επικαλεστεί για να μην εκπληρώσει τις υποχρεώσεις προς τους δανειστές του. Κι αυτό έχει γίνει πάρα πολλές φορές στο παρελθόν. Πότε μπορεί να επικαλεστεί ένα κράτος «κατάσταση ανάγκης»; Σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο όταν ένα κράτος κινδυνεύει από χρεωκοπία και καλείται να επιλέξει ανάμεσα στην εσωτερική του ομαλότητα και ασφάλεια του λαού του αφενός και αφετέρου την πληρωμή των χρεών του. Σύμφωνα με την Επιτροπή Διεθνούς Δικαίου του ΟΗΕ, «ένα κράτος δεν μπορεί να αναγκαστεί να κλείσει τα σχολεία, τα πανεπιστήμια και τα δικαστήριά του, να εγκαταλείψει τις δημόσιες υπηρεσίες του επιφέροντας το χάος και την αναρχία στην κοινωνία, μόνο και μόνο για να εξασφαλίσει τα χρήματα να πληρώσει τους ξένους ή ντόπιους δανειστές του. » (1613η Συνάντηση, 17 Ιουνίου 1980)
Την αρχή αυτή αναγνώρισε σχετικά πρόσφατα και το Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας όταν κλίθηκε να αποφανθεί εναντίον της άρνησης της Αργεντινής το 2003 να πληρώσει ορισμένους δανειστές της, προκειμένου να διαφυλάξει το επίπεδο διαβίωσης και παροχών του κράτους προς το λαό της. Με απόφασή του στις 8 Μαΐου 2007, το Bundesverfassungsgericht αποδέχτηκε τον ισχυρισμό της Αργεντινής, αλλά μόνο σε βάρος δανειστών που είναι κράτη. Η απόφαση αυτή, πέρα από όλα τ’ άλλα, αποτελεί ένα ισχυρό νομικοπολιτικό επιχείρημα για τον ελληνικό λαό ώστε να αρνηθεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από τη δανειακή σύμβαση. Αρκεί να βρει τη δύναμη να επιβάλει το συμφέρον του και μην υποταχθεί στη μοίρα που άλλοι έχουν προδιαγράψει γι’ αυτό.
οικονομολόγου - αναλυτή
«Οι αμέσως επόμενοι μήνες θα είναι ιδιαίτερα κρίσιμοι», δήλωσε ο πρόεδρος του ΣΕΒ την επομένη των εκλογών και είχε δίκιο. Όχι τόσο για τα πρόσθετα μέτρα που έρχονται, όσο γιατί θα αποκαλυφθούν τα δεδομένα του σχεδίου ελεγχόμενης πτώχευσης, που πέρασαν η Μέρκελ και ο Σαρκοζί στις 28/10 από τη σύνοδο του Eurogroup. Ένα σχέδιο που έχει αναλάβει η «ομάδα εργασίας» του Χέρμαν βαν Ρομπάι να επεξεργαστεί στις λεπτομέρειές του.
Αυτός είναι κι ο λόγος που ο κ. Σαμαράς μετά τη συνάντησή του με τον κ. Ρομπάι στις 28/10, έσπευσε να δηλώσει: «Βρήκα, επιπλέον, την ευκαιρία να δηλώσω στον κ. Ρομπάι ότι θα είμαι κατηγορηματικά αντίθετος στην ιδέα της ελεγχόμενης χρεοκοπίας, που πολλοί εμφανίζουν ως ουσιώδες στοιχείο στον υπό σύσταση μόνιμο ευρωπαϊκό μηχανισμό. Και υπεστήριξα με θέρμη ότι μία ελεγχόμενη πτώχευση, είναι πτώχευση για τη χώρα που την υφίσταται και ελεγχόμενη για όλες τις υπόλοιπες. Μπορεί να λειτουργήσει, όχι ως μηχανισμός διάσωσης των αδύναμων χωρών, αλλά ως μηχανισμός που τις διαχωρίζει, τις ξεχωρίζει από τις υπόλοιπες, τις ισχυρότερες. Και, αντί να καθιστά έτσι ισχυρότερη, γενικά, την Ευρωζώνη, αποδυναμώνει την ενότητα της Ευρωζώνης. Και θα ήταν μεγάλο λάθος».
Με τον τρόπο αυτό ο κ. Σαμαράς αποκάλυψε επίσημα τα βασικά χαρακτηριστικά της ελεγχόμενης πτώχευσης που προετοιμάζεται για την Ελλάδα και τις άλλες «προβληματικές» χώρες της ευρωζώνης. Γιατί όντως αυτό συμβαίνει: μια ελεγχόμενη πτώχευση, είναι πτώχευση για την χώρα που την υφίσταται και ελεγχόμενη για όλες τις υπόλοιπες, αλλά κυρίως για τις τράπεζες και τους τοκογλύφους των αγορών. Ωστόσο ο κ. Σαμαράς δεν διευκρίνισε τι σημαίνει πρακτικά ότι διαφωνεί με την «ιδέα» της ελεγχόμενης πτώχευσης. Τι σκέφτεται να κάνει από την στιγμή που προωθείται, όπως ξέρει πολύ καλά, για την Ελλάδα; Τίποτε απολύτως. Απλά διατυπώνει δημόσια τη διαφωνία του για να την χρησιμοποιήσει κατόπιν ως άλλοθι αποδοχής άνωθεν και έξωθεν τετελεσμένων.
Η ελεγχόμενη πτώχευση
Ποιο είναι το βασικό χαρακτηριστικό του σχεδίου της ελεγχόμενης πτώχευσης; Η αναδιάρθρωση του χρέους με «κούρεμα» ή χωρίς. Στο σημείο αυτό πρέπει να πούμε ότι αναδιάρθρωση ή ανάταξη του χρέους είναι μια διαδικασία σύμφυτη με την επίσημη πτώχευση της χώρας. Μόνο που γίνεται με όρους αγοράς και υπό διεθνή επιτήρηση, προκειμένου να περιοριστούν οι επιπτώσεις της στο εξωτερικό.
Όταν ένα κράτος βρίσκεται σε αδυναμία εξυπηρέτησης του χρέους του, τότε οι δανειστές του επιχειρούν να προωθήσουν ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης ή ανάταξης που συνήθως περιλαμβάνει τα εξής βασικά χαρακτηριστικά:
1. Την έκδοση νέων ομολόγων, ή άλλων αξιών που αντικαθιστούν μέρος ή το σύνολο των ληξιπρόθεσμων οφειλών του κράτους και επιτρέπουν την επιμήκυνση της μέσης διάρκειας αποπληρωμής του δημόσιου χρέους.
2. Την μερική ή ολική αναστολή της πληρωμής τόκων ή χρεωλυσίων για ένα διάστημα προκειμένου το κράτος να ολοκληρώσει την διαδικασία αναδιάρθρωσης.
3. Την εισαγωγή ειδικών ρητρών στις νέες εκδόσεις ομολόγων που καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να αλλάξουν στο μέλλον οι όροι πληρωμής τους, αλλά και τις προβλεπόμενες εγγυήσεις ή αποζημιώσεις των κατόχων τους σε περίπτωση αδυναμίας εξόφλησης.
4. Παροχή πρόσθετης ρευστότητας για την αποφυγή της μονομερούς παύσης πληρωμών, είτε μέσω των χρηματοδοτικών προγραμμάτων του ΔΝΤ, είτε με την έκδοση ειδικών ομολόγων στην διεθνή αγορά κεφαλαίων. Το ρόλο αυτό υποτίθεται ότι καλείται να παίξει το Ταμείο Σταθερότητας της ΕΕ, που ιδρύθηκε αρχικά για 3 χρόνια, αλλά η Μέρκελ και ο Σαρκοζί θέλουν να τον μετατρέψουν σε μόνιμο μηχανισμό της ευρωζώνης για να αναλαμβάνει τις υπό πτώχευση χώρες. Αυτό αποφασίστηκε στις 28/10.
Μια από τις περιπτώσεις αναδιάρθρωσης χρέους, που οι αγορές θεωρούν ίσως ως την πλέον πετυχημένη, είναι αυτή της Ουρουγουάης το 2003. Με μια μόνη κίνηση τον Απρίλιο-Μάιο του 2003, όλα τα κρατικά ομόλογα της χώρας σε ξένο νόμισμα (σε δολάριο, ευρώ, γιεν, λίρες-στερλίνες και πέσος Χιλής) ανταλλάχτηκαν με νέα ομόλογα κατατεθειμένα στην Securities and Exchange Commission των ΗΠΑ. Τα νέα ομόλογα περιλάμβαναν συγκεκριμένες Ρήτρες συλλογικής δράσης (Collective Action Clause) που προβλέπει ότι τυχόν αλλαγή των όρων πληρωμής των νέων ομολόγων απαιτούν την συμφωνία των κατόχων του 85% της συνολική αξίας τους και το 662/3% της κάθε συγκεκριμένης σειράς ομολόγων. Η συνολική αξία του εξωτερικού χρέους με βάση αυτή την αναδιάρθρωση – που επίσημα ονομάστηκε Εθελοντική Αλλαγή Προφίλ Χρέους (Voluntary Debt Re-Profiling) – δεν μειώθηκε περισσότερο από 8% προκειμένου η κυβέρνηση της Ουρουγουάης να μπορέσει να βγει στις αγορές και να δανειστεί εκ νέου. Κι όλα έγιναν κάτω από την αυστηρή επίβλεψη και κηδεμονία του ΔΝΤ.
Γλύτωσε η Ουρουγουάη από την υστερική λιτότητα και το χρέος με την αναδιάρθρωση; Όχι. Παρά το γεγονός ότι από 90% του ΑΕΠ της χώρας το 2004, το χρέος βρίσκεται γύρω στο 60% του ΑΕΠ το 2010, η εξυπηρέτησή του συνεχίζει να καλπάζει. Σήμερα το εξωτερικό χρέος της χώρας είναι ακόμη μεγαλύτερο από ότι την εποχή της αναδιάρθρωσης (από 50% του συνόλου το 2003, σήμερα ξεπερνά το 57%) αυξάνοντας την εξάρτηση από τις διεθνείς αγορές. Η αιματηρή λιτότητα και η μετακύλιση σημαντικού μέρους του εσωτερικού δημόσιου χρέους στον φορολογούμενο, οδήγησε στην μείωση του συνολικού χρέους ως ποσοστό στο ΑΕΠ. Όμως τα ελλείμματα γνωρίζουν νέες εξάρσεις και τα προγράμματα προσαρμογής έχουν οδηγήσει το 60% και πλέον του πληθυσμού κάτω από το όριο της φτώχειας. Η χώρα δεν πτώχευσε επίσημα, αλλά πτώχευσε ανεπανόρθωτα ο πληθυσμός της. Το κατά πόσο ακόμη η Ουρουγουάη θα συνεχίσει να αποφεύγει και την επίσημη πτώχευση είναι υπόθεση συγκυριών.
Ο Σόιμπλε αποκαλύπτει
Κάτι ανάλογο φαίνεται να ετοιμάζεται και για την Ελλάδα. Όπως κι αν το ονομάσουν επίσημα θα είναι μια αναδιάρθρωση χρέους. Σύμφωνα με τον υπουργό οικονομικών της Γερμανίας Β. Σόιμπλε (Der Spiegel, 6/11) το μοντέλο θα είναι μάλλον δύο φάσεων και το περιγράφει ως εξής: «Σε μια πρώτη φάση θα μπορούσε να επιμηκυνθεί η διάρκεια εκείνων των ομολόγων, των οποίων σ’ αυτή την κρίσιμη φάση λήγει η προθεσμία αποπληρωμής. Αν αυτό δεν βοηθήσει, σε μια δεύτερη φάση, οι ιδιώτες πιστωτές θα πρέπει να δεχθούν περικοπή των απαιτήσεών τους. Σε αντάλλαγμα θα λάβουν εγγυήσεις για τις υπόλοιπες».
Με ανάλογο πνεύμα και το τελευταίο Economist εξηγεί ότι «ένα ιδανικό σχέδιο κρατικής πτώχευσης θα διαθέτει τρία κύρια χαρακτηριστικά. Πρώτο, θα χρειαστεί κάποιον να κρίνει ότι το ύψος του χρέους είναι μη βιώσιμο. Δεύτερο, θα χρειαστεί έναν υπερεθνικό θεσμό, όπως είναι το ΔΝΤ ή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για να επιβλέψει τις απαιτήσεις των δανειστών και να συντονίσει τη συμφωνία για τον διακανονισμό. Αυτό ο θεσμός θα χρειαστεί νομικά εργαλεία για να υποχρεώσει όλους τους πιστωτές σε μια συμφωνία που θα στηριχθεί σε μια ειδική πλειοψηφία τους (ας πούμε της τάξης του 75%) και για να προστατεύσει τον οφειλέτη από νομικές προσβολές ενόσω ο διακανονισμός είναι υπό διαπραγμάτευση. Ένα τρίτο στοιχείο θα ήταν ένας μηχανισμός που θα επιτρέπει νέες πιστώσεις ώστε να κρατηθεί η υπό πτώχευση χώρα στον αφρό. Τα κεφάλαια αυτά θα είναι υπό ειδικό καθεστώς ώστε να προστατευθούν από την αναδιάρθρωση. »
Η δανειακή σύμβαση που έχει επιβληθεί στην χώρα αποτελεί το κατάλληλο εργαλείο για να προωθηθεί η αναδιάρθρωση του χρέους ορίζοντας εκ των πραγμάτων την ειδική πλειοψηφία που απαιτείται από τους πιστωτές για τον επιδιωκόμενο διακανονισμό. Αυτό προϋποθέτει ότι η αναδιάρθρωση θα γίνει εντός των προθεσμιών της δανειακής σύμβασης. Εκτός κι αν τροποποιηθεί έτσι ώστε να αποτελέσει μια συμβατική υποχρέωση της χώρας για την ένταξή της στον υπό διαμόρφωση μηχανισμό ελεγχόμενης πτώχευσης από την ευρωζώνη. Κάτι που ακούγεται πολύ έντονα. Ιδίως αν μέχρι το τέλους του έτους το Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας κάνει δεχτές τις προσφυγές εναντίον του «μηχανισμού στήριξης» που επιβλήθηκε στην Ελλάδα τον Μάιο. Κάτι που, σύμφωνα με τον γερμανικό τύπο, έχει σοβαρές πιθανότητες να συμβεί.
Οι συνέπειες της αναδιάρθρωσης
Όπως και να ‘χει το βασικό πρόβλημα παραμένει. Τι θα σημάνει μια αναδιάρθρωση του χρέους για την Ελλάδα και τον λαό της; Μήπως θα ελαφρύνει τα βάρη από την εξυπηρέτηση του χρέους; Όχι, σε καμμιά περίπτωση. Αντίθετα θα θεσμοθετήσει επίσημα την υποδούλωση της χώρας στους δανειστές της, μέσα από την εφαρμογή ρητρών που θα εσωτερικεύουν τους όρους της δανειακής σύμβασης σε κάθε ειδική έκδοση αναδιαρθρωμένων ομολόγων. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει πολύ απλά ότι σε κάθε έκδοση νέου ομολόγου θα περιλαμβάνονται ρήτρες και όροι που θα εξασφαλίζουν το κάτοχό του έναντι κάθε μελλοντικής αθέτησης πληρωμής. Έτσι το πιθανότερο είναι τα νέα ομόλογα να εκδίδονται στη βάση του αγγλικού ή άλλου δικαίου και όχι του ελληνικού, να περιλαμβάνουν εμπράγματες εγγυήσεις και προβλέψεις πρόσθετων αποζημιώσεων σε βάρος κάθε έννοιας εθνικής αξιοπρέπειας και να τελούν επίσημα υπό την δικαιοδοσία των οργάνων της ευρωζώνης. Εξ ου και η πρόσφατη δήλωση του Ζαν Κλοντ Γιουγκέρ για την ανάγκη έκδοσης ευρωομολόγου.
Μήπως όμως γλυτώσουμε από την αιματηρή λιτότητα; Αυτό δεν προβλέπεται ακόμη κι αν υπάρξει μια πολύ σοβαρή μείωση του χρέους. Είναι χαρακτηριστική μια πρόσφατη εκτίμηση του ΔΝΤ: «Η αναγκαία δημοσιονομική προσαρμογή [διάβαζε αιματηρή λιτότητα, ΔΚ] δεν πρόκειται να είναι σημαντικά μικρότερη ακόμη και με ένα μεγάλο κούρεμα. Αυτό συμβαίνει γιατί το πρόβλημα στις ανεπτυγμένες οικονομίες σήμερα είναι το μεγάλο πρωτογενές έλλειμμα, όχι τα υψηλά επιτόκια και οι δαπάνες γι’ αυτά όπως ήταν στην περίπτωση των αναδυομένων οικονομιών που πτώχευσαν τις τελευταίες δυο δεκαετίες. Στην πράξη, η πρωτογενής προσαρμογή που είναι αναγκαία για να σταθεροποιηθεί η σχέση του χρέους με το ΑΕΠ θα μειωθεί μόλις κατά 0, 5% κατά μέσο όρο στο ΑΕΠ (με μέγιστο το 2, 7% για την Ελλάδα) αν γίνει κούρεμα κατά 50% –μια ιδιαίτερα μεγάλη υποτίμηση με βάση τα ιστορικά δεδομένα. » (Fiscal Monitor, 11/2010, σ. 30)
Με λίγα λόγια η αιματηρή λιτότητα και ότι επακολουθεί με όρους γενικευμένου ξεπουλήματος, δεν πρόκειται ουσιαστικά να επηρεαστεί ακόμη κι αν μειωθεί το δημόσιο χρέος κατά 50%. Ίσα-ίσα αποτελεί προαπαίτηση της αναδιάρθρωσης. Κι αυτό γιατί πολύ απλά πρέπει να βρεθούν τα αναγκαία πρωτογενή πλεονάσματα για να συνεχιστεί η εξυπηρέτηση ακόμη και του «κουρεμένου» χρέους. Κι επειδή η οικονομία στην κατάσταση που βρίσκεται δεν είναι σε θέση να παράγει πραγματικά πλεονάσματα, γι’ αυτό και επιβάλλεται η αιματηρή λιτότητα, οι δραστικές περικοπές, το ξεπούλημα, προκειμένου να πληρωθεί το χρέος από το υστέρημα των λαϊκών στρωμάτων και της κοινωνίας συνολικά. Έστω κι αν οδηγηθεί ο λαός σε απόγνωση και η χώρα σε διάλυση.
Υπήρχε λύση σύμφωνη με το διεθνές δίκαιο!
Πόσο πρέπει να κατέβει η συνολική εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους ώστε να πάψει αφενός η λιτότητα και αφετέρου να σπάσει ο κύκλος του νέου δανεισμού; Κανείς δεν έχει απαντήσει σ’ αυτό το ερώτημα απ’ όσους μιλάνε για αναδιάρθρωση του χρέους με «κούρεμα», ή για διαγραφή μεγάλου μέρους του χρέους. Ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι η ελληνική οικονομία πετύχει ρυθμούς ανόδου ανάλογους της προηγούμενης δεκαετίας και επιπλέον δημιουργήσει με κάποιον μαγικό τρόπο ένα δημοσιονομικό πλεόνασμα της τάξης του 4% του ΑΕΠ ετήσια, αυτό επαρκεί για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους μειωμένου κατά 80%! Κάτι βέβαια που αποτελεί σενάριο επιστημονικής φαντασίας με βάση τα συμφέροντα των δανειστών, της ευρωζώνης και του ευρώ.
Όμως, σ’ αυτό βρίσκεται η ουσία. Όταν μιλάει κανείς για αναδιάρθρωση χρέους ή διαγραφή μέρους του, θα πρέπει να διευκρινίσει από ποια σκοπιά το κάνει. Με γνώμονα να μην θίξει τα συμφέροντα των δανειστών ή με βάση τα αληθινά συμφέροντα της χώρας και του λαού της; Μπορεί στ’ αλήθεια μια οικονομία με τους πόρους της ήδη κατασπαταλημένους και λεηλατημένους να προχωρήσει γρήγορα σε παραγωγική ανασυγκρότηση, η οποία απαιτεί πολλαπλάσιες επενδύσεις και δαπάνες από το δημόσιο, έχοντας ταυτόχρονα να έστω ένα «κουρεμένο» δημόσιο χρέος; Τα δεδομένα λένε όχι. Τουλάχιστον για μια δεκαετία η ελληνική οικονομία, αφού πρώτα ξεφύγει από το δόκανο του ευρώ, θα χρειαστεί ότι έχει και δεν έχει από άποψη διαθέσιμων πόρων προκειμένου να πετύχει την παραγωγική της ανασυγκρότηση. Όχι μόνο δεν της περισσεύει τίποτε, αλλά θα χρειαστεί πρόσθετους πόρους από το εξωτερικό για να εξασφαλίσει τεχνογνωσία, τεχνολογία και εφαρμογές για μια σύγχρονη ανάπτυξη της δικής της παραγωγής.
Τότε γιατί η κυβέρνηση επέλεξε να συνεχίσει την εξυπηρέτηση του χρέους, θυσιάζοντας το υστέρημα του λαού και της χώρας; Η απάντηση είναι προφανής. Αν ήθελε, αν δεν ήταν τόσο καταφανώς υπόδουλη σε ολιγαρχικά συμφέροντα θα μπορούσε κάλλιστα να επικαλεστεί «κατάσταση ανάγκης» και να σταματήσει, τουλάχιστον για ένα διάστημα, να πληρώνει τα χρέη της. Η έννοια «κατάσταση ανάγκης» (state of necessity) είναι μια διεθνώς αναγνωρισμένη νομικοπολιτική δικλείδα την οποία ένα κράτος μπορεί να επικαλεστεί για να μην εκπληρώσει τις υποχρεώσεις προς τους δανειστές του. Κι αυτό έχει γίνει πάρα πολλές φορές στο παρελθόν. Πότε μπορεί να επικαλεστεί ένα κράτος «κατάσταση ανάγκης»; Σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο όταν ένα κράτος κινδυνεύει από χρεωκοπία και καλείται να επιλέξει ανάμεσα στην εσωτερική του ομαλότητα και ασφάλεια του λαού του αφενός και αφετέρου την πληρωμή των χρεών του. Σύμφωνα με την Επιτροπή Διεθνούς Δικαίου του ΟΗΕ, «ένα κράτος δεν μπορεί να αναγκαστεί να κλείσει τα σχολεία, τα πανεπιστήμια και τα δικαστήριά του, να εγκαταλείψει τις δημόσιες υπηρεσίες του επιφέροντας το χάος και την αναρχία στην κοινωνία, μόνο και μόνο για να εξασφαλίσει τα χρήματα να πληρώσει τους ξένους ή ντόπιους δανειστές του. » (1613η Συνάντηση, 17 Ιουνίου 1980)
Την αρχή αυτή αναγνώρισε σχετικά πρόσφατα και το Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας όταν κλίθηκε να αποφανθεί εναντίον της άρνησης της Αργεντινής το 2003 να πληρώσει ορισμένους δανειστές της, προκειμένου να διαφυλάξει το επίπεδο διαβίωσης και παροχών του κράτους προς το λαό της. Με απόφασή του στις 8 Μαΐου 2007, το Bundesverfassungsgericht αποδέχτηκε τον ισχυρισμό της Αργεντινής, αλλά μόνο σε βάρος δανειστών που είναι κράτη. Η απόφαση αυτή, πέρα από όλα τ’ άλλα, αποτελεί ένα ισχυρό νομικοπολιτικό επιχείρημα για τον ελληνικό λαό ώστε να αρνηθεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από τη δανειακή σύμβαση. Αρκεί να βρει τη δύναμη να επιβάλει το συμφέρον του και μην υποταχθεί στη μοίρα που άλλοι έχουν προδιαγράψει γι’ αυτό.