chantal-99
Μέλος
- Εγγρ.
- 17 Οκτ 2011
- Μηνύματα
- 5.269
- Like
- 41
- Πόντοι
- 66
Σου εστειλα SMS το απογευμα «Ειμαι εδω»
Μου απαντησες »Στις 11 στο μπαρ του ξενοδοχειου, όπως ειπαμε…»
Ετοιμαστηκα προσεκτικα αναλογα με τις οδηγιες σου και κατεβηκα στην ωρα μου στο μπαρ, πηρα το ποτο μου και σε περιμενα. Όπως ζητησες φορουσα μαυρες ψιλες καλτσες με ζαρτιερες και ένα see through corsage, χωρις άλλο εσωρουχο, από πανω ένα μαυρο φορεμα σταυρωτο μπροστα, που τυλιγεται απλα γυρω μου και δενει πισω στην ανοιχτη πλατη…
Μετα από λιγα λεπτα αναμονης ενιωσα την παρουσια σου στο χωρο. Μου ειχες απαγορευσει να γυρισω και να σε κοιταξω… ακουσα βηματα … ηρθες και καθησες στο σκαμπο ακριβως πισω μου.
Πηρες το ποτο σου και εγειρες προς το μερος μου. Ριγισα όταν ενιωσα να ακουμπας με τα κρυα ακροδαχτυλα σου την πλατη μου.
Σ’ακουσα να λες ψιθυριστα αλλα αυστηρα
«Μην γυρισεις,μονο ακου. Θα βουτηξω τα δυο μου δαχτυλα στο ποτο σου και θα στα χωσω στο μουνακι σου.. μετα γυρνα και γλυψ’τα, εδώ μπροστα μου»
Εδώ μεσα? πηγα να ρωτησα αλλα ο τονος της φωνης σου δεν επετρεπε δευτερες κουβεντες.
Επραξες όπως μου ειπες, βουτηξες τα δυο σου δαχτυλα στο παγωμενο ποτο μου και με μια οσο γινοταν διακριτικη κινηση την οποια διευκολυνε το φορεμα μου, προχωρησες αναμεσα στα ποδια μου … τα κρατουσα ελαφρως ανοιχτα, τα δαχτυλα σου ακουμπουσαν στο δερμα μου και η προσμονη με τρελαινε… αργα και βασανιστικα εφτασες στον προορισμο σου και τα βυθισες μεσα μου. Όπως ημουν, γυρισα πανω στο περιστροφωμενο σκαμπο και σε κοιταξα στα ματια…εβγαλες σιγα-σιγα το χερι σου αναμεσα απ’τα ποδια μου και το πηρα στο στομα μου..
«Εισαι ετοιμη.»
Ο μπαρμαν μας ειχε παρακολοθησει και με κοιτουσε από απεναντι πως εγλυφα ένα-ένα τα δαχτυλα σου, καρφωνωντας με το βλεμμα μου μονο εσενα και αδιαφορωντας για τους υπολοιπους.
«Παμε»,
Με πηρες με τετοιο τροπο απ το χερι που ηταν τοσο επιβλητικος, οσο χρειαζοταν για να σε ακολουθησω…βγηκαμε από την κεντρικη εξοδο και μπηκαμε σε ένα αυτοκινητο που μας περιμενε ακριβως μπροστα.
Με το που καθισα μου εδωσες ένα μαυρο φουλαρι να δεσω στα ματια μου και με προσταξες να το σφιξω γερα. Δεν ηθελες να βλεπω που με πηγαινεις, και ηθελες ολοι γυρω μας να με βλεπουν με δεμενα τα ματια μου διπλα σου.
Η διαδρομη δεν κρατησε παρα πολύ, καταλαβα ότι απομακρυνθηκαμε από τον θορυβο της πολης…και όταν σταματησες και μου ανοιξες την πορτα για να βγω, ακουσα φυλλα να θροιζουν κατω από τα ποδια μου.
Με πηρες από το χερι χωρις να μου λυσεις το φουλαρι απ τα ματια. Ημασταν μεσα σε δασος…
Μου ελυσες το κορδονι του φορεματος πισω στην πλατη και με ξετυλιξες βιαια και ανυπομονα.
Το πεταξες κατω στα φυλλα και με εντονες κινησεις μου γυρισες τα χερια πισω στην πλατη και μου τα εδεσες.
Ετσι ακινητοποιημενη και τυφλη με πιεσες πανω σ’ένα τεραστιο κορμο δεντρου που βρισκοταν μπροστα μας.
»Αυτό δεν ηθελες, τσουλα μου ανωμαλη…??» μ’ αρπαξες από τα μαλλια και μου τραβουσες το κεφαλι προς τα πισω… Δεν τολμησα να απαντησω τιποτα.
Το γυμνο μου στηθος ακουμπουσε στο κρυο δεντρο, και το προσωπο μου τριβοταν πανω στον αγριο κορμο του.
Αφου αφησες τα μαλλια μου, τα δυο σου χερια κατευθηνθηκαν προς το γυμνο μου κωλαρακι.
Ενιωσα την παλαμη σου αναμεσα στα ποδια μου…τα δαχτυλα σου προχωρησαν και όταν
αντιληφθηκες ποσο υγρη ημουν βογγηξες:
‘Αυτό ηθελες. Βλεπεις, καριολα, μονο αυτό’
Τα δαχτυλα σου εντονα, και ο αρχικα γλυκος πονος με εκαιγε και αποσυντονιζε τη σκεψη μου… Οι κραυγες μου ηταν πνιγμενες και η δυναμη του σωματος σου, με παρελυε…
Ο φοβος μου, ο πονος μου, η αηδια μου και η καυλα μου ειχαν γινει ένα…
τι μια με κυριευε φοβος, μεσα στη νυχτα σ’ενα απεραντο δασος, την άλλη στιγμη ο πονος από τα χερια σου και από την πιεση του σωματος σου.. από την άλλη η αηδια που πατουσα πανω σε φυλλα, σε σπασμενα κλαδια χωρις να βλεπω τιποτα και μου ετριβες το προσωπο μου πανω στον κορμο του δενδρου…και τελος η καυλα που μ’εκανε να ξεχναω τα παντα και να απολαμβανω τα αγρια γενια σου στον ωμο μου, στο λαιμο μου, τις κοφτες και αυστηρες κουβεντες σου στο αυτι μου και τα χερια σου, τα χερια σου τα χερια …σου!
Όπως ημουν με τα χερια δεμενα πισω με πιεσες και με κατεβασες να γονατισω μπροστα σου. Ακουγα πως ελυσες τη ζωνη σου και ανοιξες το παντελονι σου …
Σα δειψασμενη ανοιξα το στομα μου …
‘’Παρτον καριολα,παρτον ολοκληρο στο στομα, και ρουφα »
οι κινησεις σου με εξεπληξαν, η ζεστη και παλλωμενη ψωλη σου μου γεμισε το στομα, ακουμπησε ως τερμα πισω και οσο προσπαθουσα να ανοιξω τα σαγονια μου και να σε παρω πιο βαθια τοσο με γαμουσες με μανια …
Με ειχες πιασει από τα μαλλια και απ’ τον ωμο … δεν σ’εβλεπα ομως ενιωθα αυτή τη μανια που ειχες να με κανεις τα δακρυσω, να αναγουλιασω και να χτυπησω το κεφαλι μου στον κορμο από πισω μου….
Οι θυλες μου τριβοταν πανω στο παντελονι σου, και απο το κρυο ειχαν γινει τοσο σκληρες που πονουσαν. Τα γονατα μου ειχαν ματωσει πανω στα πετραδακια, στα ξηρα φυλλα και στα σπασμενα κλαδια …οι καλτσες ειχαν σκιστει, ειχαν φυγει θυλιες και ειχα λερωθει…
Αποτομα με σταματησες, βγηκες απ’το στομα μου, με σηκωσες και με εστησες στο δεντρο…
Πηρες τις ρωγες μου μια-μια στο στομα σου και με αρκετα δυνατα δαγκωματα με εκανες να σε παρακαλαω να σταματησεις, αλλα το μονο που εισεπραξα ητανε οι ξυλιες στα κωλομαγουλα μου, που ανεβαζανε άλλο τοσο την ενταση…
Μου ελυσες τα χερια και όπως ησουν ορθιος με σηκωσες και με καθισες με μια κινηση πανω στον σκληρο σου πουτσο. Ακουμπησα την πλατη μου πισω στο δεντρο και τυλιξα τα ποδια μου γυρω απ’ τους γοφους σου…με τα χερια μου να εψαξα να κρατηθω απ’τον αυχενα σου, αλλα δεν ηθελες να σε φτασουν και να αναγκαστηκα να κρατηθω όπως-οπως από το δεντρο πισω μου …
Η κάθε κινηση σου τωρα παλι αργη αλλα εντονη …Τα χερια σου στο λαιμο μου με περισσια δυναμη, να με πνιγουν εως οτου με εβλεπες ότι μελανιαζαν τα χειλη μου.. οι φωνες μου απεγνωσμενες, με παρακαλιτα να μ’αφησεις να κατεβω…
Χτυπιομουν πανω σου, μ’εσκιζες βαθια, και σ’ενιωθα να παλλεσαι…
Εγω δεν μπορουσα παρα να παραδωθω στο ρυθμο σου που με εκανε να καλπαζω σαν αφηνιασμενο αλογο μεσα στο σκοτεινο δασος…να σου φωναζω κλαιγοντας να σταματησεις, να σε νιωθω να μου χτυπας ανελεητα τη μητρα και όμως να μη μ’ακους και να με οδηγεις από τη μια πρωτογνωρη κορυφη στην επομενη, να σε παρακαλω μεσα σε λυγμους να σταματησεις και ταυτοχρονα να χτυπιεμαι πιο δυνατα πανω σου.
‘Αυτό θελεις? θες να σταματησω, να κατεβεις,.? ελα…να δεις…»
Με κατεβασες στα τεσσερα και μου πιεσες το κεφαλι κατω στα φυλλα…
Το σφυροκωπημα σου που ακολουθησε, ανελεητο, ο αντιχειρας σου μισοχωμενος μεσα στην κωλοτρυπιδα μου και τα χερια σου να με τραβανε με μανια πανω σου.
Με αρπαξες απ’τα μαλλια και με πιεσες με το προσωπο τωρα πια κατω στα φυλλα. Δεν προλαβα να κλεισω το στομα μου και πηρα μια γευση και την οσμη του υγρου χωματος και των ξερων φυλλων ….
Στην προπαθεια μου να γειρω το κεφαλι μου στα πλαγια , για να παρω μια ανασα, εφαγα
3, 4, 5 ξυλιες δυνατες και με πιεσες με το σωμα σου να ξαπλωσω κανονικα κατω με κλειστα τα ποδια. Δεν μπορεσα να αντισταθω, η δυναμη σου με κυριευσε… το ιδρωμενο μου κορμι το ηθελες κατω στο χωμα..
Οι κινησεις σου παλι πιο αργες, αλλα με την ιδια βια που νομιζα πια ότι θα με σκισεις κυριολεκτικα…
Ταυτοχρονα με τραβουσες απ’τα μαλλια και μου ψιθυριζεις διαφορα στ’αυτι που πανω στον πανικο μου δεν τα καταλαβαινα, η φωνη σου αλλοιωμενη, διαφορετικια…
Ο ρυθμος σου τωρα πια γινοταν αγριεμενος, μη προσπαθωντας πια να εμποδισεις το μοιραιο, λυσσαλεος και απεγνωσμενος, κορυφωνοντας με λυτρωτικες κραυγες …και αφηνοντας τα χυσια σου βαθια μεσα μου..
Όπως ειχες πεσει επανω μου προσπαθωντας να συνελθεις …αρχισα να κουνιεμαι αρχικα ανεπαισθητα, αργοτερα πιο εντονα και σε καταλαβαινα σκληρο και καυλωμενο μεσα μου, δεν μπορουσα να κανω αλλιως παρα να συνεχισω να σφιγγω τον πουτσο σου με το μουνακι μου… δεν ηταν στη συμφωνια μας να παρω εγω πρωτοβουλια, αλλα δε σε βλεπω να δυσανασχετεις κιολας…
Όπως ειμαστε με γυρισες, μου εβγαλες το φουλαρι απ τα ματια και με ξαπλωσες ανασκελα να σε κοιταζω, ειχε φυγει ολη η ενταση απ’το βλεμμα σου… ηρθες κοντα μου, καθαρισες το προσωπο μου, το λαιμο μου και το στηθος μου απ’ τα κολλημενα φυλλα και και αρχισες να με φιλας παντου… επιτελους ενιωσα τα χειλη σου…
απαλα και τρυφερα...παρηγορα, σχεδον απολογιτικα….
Οι κινησεις σου μεσα μου αργες και βαθιες και με ταξιδευεις χαιδευοντας με τον αντιχειρα σου την κλειτοριδα μου… ειμαι τοσο ερεθισμενη που και μονο που νιωθω το χερι σου επανω μου
χανομαι… και μια, και δυο και οσες φορες θελεις, μεχρι που μεσα στα βογγητα μου μπλεκονται τα δικα σου…οπου βγαινεις και ερχεσαι πιο κοντα μου και με καταβρεχεις με τα καυτα σου χυσια από πανω μεχρι κατω.