Τζον Κάρπεντερ: Μία συνέντευξη με τον «πρίγκιπα του σκότους»
Το cinemag.gr γιορτάζει την επέτειο γενεθλίων του Τζον Κάρπεντερ, υπεύθυνου για τους πιο αξέχαστους φιλμικούς εφιάλτες μας!
Συνέντευξη στον Λουκά Κατσίκα
Όσα χρόνια κι αν περάσουν, ο 69χρονος σκηνοθέτης θα παραμένει ο άνθρωπος στον οποίο θα χρωστάμε τη «Νύχτα με τις Μάσκες», την «Απόδραση από τη Νέα Υόρκη», το «Ο Σταθμός 13 Δέχεται Επίθεση» και την «Απειλή». Κι αυτό δεν σημαίνει λίγα πράγματα. Ο Λουκάς Κατσίκας είχε την ευκαιρία να μιλήσει μαζί του και καταχωρεί την παρακάτω συνέντευξη ως μια από τις συναντήσεις που θα θυμάται για πάντα.
Θυμάστε ποια ήταν η πρώτη ταινία που είδατε ποτέ σε σινεμά;
Ναι, ήταν η «Βασίλισσα της Αφρικής» του Τζον Χιούστον. Ήμουν πολύ μικρός όταν την είδα και δεν είχα καταλάβει πολλά.
Από πού αντλήσατε την έμπνευσή σας για να ασχοληθείτε με το σινεμά; Από πού κολλήσατε το «μικρόβιο», εν ολίγοις;
Έτυχε να είμαι πιτσιρικάς στη δεκαετία του ’50, τότε που τις οθόνες κατέκλυζαν ταινίες φαντασίας για υπερφυσικά τέρατα, και βρισκόμουν τακτικά χωμένος στην καρέκλα κάποιας σκοτεινής αίθουσας, βλέποντας την πρωτότυπη «Μύγα» ή το «The Thing From Another World». Αυτό ήταν όλο! Η εμπειρία στάθηκε καταλυτική για μένα. Αργότερα, σπουδάζοντας στο πανεπιστήμιο, είχα την ευκαιρία να εκτεθώ σε ένα διαφορετικό και πιο σημαντικό σινεμά. Να δω κλασικές ταινίες, να ανακαλύψω ξένους δημιουργούς, ενώ υπήρξα πραγματικά τυχερός γιατί συχνά έρχονταν και έδιναν διαλέξεις για λογαριασμό των φοιτητών σκηνοθέτες όπως ο Άλφρεντ Χίτσκοκ, ο Χάουαρντ Χοκς, ο Όρσον Γουέλς. Καταλαβαίνεις ότι το δέος ήταν τεράστιο και ο αντίκτυπος που άφησαν επάνω μου αυτοί οι άνθρωποι δεν περιγράφεται με λόγια.
Από τους σκηνοθέτες αυτούς πόσων τις τεχνικές θα λέγατε ότι προσπαθήσατε να μιμηθείτε, αν όχι να ξεπεράσετε;
Όλων! Αδιακρίτως! Το να προσπαθείς να μοιάσεις σε έναν σκηνοθέτη όπως ο Χάουαρντ Χοκς ή ο Τζον Φορντ ή ο Γουέλς, να καταφέρεις να αναπαράξεις έστω και ένα πλάνο τους, είναι το ισχυρότερο κίνητρο που μπορείς να βρεις.
Έχετε δηλώσει ότι από όλες τις ταινίες που έχετε ολοκληρώσει, τα γυρίσματα της «Νύχτας με τις Μάσκες» υπήρξαν τα πιο ευφορικά της ζωής σας. Μου εξηγείτε το γιατί;
Φίλε μου, ήταν σκέτη απόλαυση. Γυρίζαμε το 1978 μια ταινία για την οποία δεν υπήρχαν αυξημένες απαιτήσεις και πίεση από κανέναν παραγωγό ή παράγοντα κάποιου στούντιο. Ήμασταν όλοι νέοι και γεμάτοι ενθουσιασμό, παραμέναμε αφεντικά του εαυτού μας και βιώναμε μια τρομερή αίσθηση ελευθερίας. Δεν χρειαζόταν να δώσουμε λόγο σε κανέναν. Δεν ρισκάραμε την απώλεια κάποιου μεγάλου ποσού το οποίο έπρεπε να εξαργυρώσουμε στα ταμεία.
«Οι σκηνοθέτες ταινιών τρόμου δεν έχουν εφιάλτες, είμαστε οι πιο ήρεμοι και καλοσυνάτοι άνθρωποι που θα συναντήσεις. Εκείνους που σκηνοθετούν κωμωδίες να φοβάσαι περισσότερο!»
Δεδομένου του ότι δεν είχατε μεγάλες προσδοκίες για την εισπρακτική κίνηση της ταινίας, πότε συνειδητοποιήσατε ότι η «Νύχτα με τις Μάσκες» θα γινόταν τόσο μεγάλη επιτυχία;
Ξεκίνησε πολύ μέτρια αρχικά στα ταμεία και οι κριτικοί της φέρθηκαν περιφρονητικά. Ξαφνικά, όμως, άρχισε να κυκλοφορεί από στόμα σε στόμα και να κερδίζει ολοένα περισσότερους θεατές και οπαδούς, σε σημείο που από ασήμαντο και τυχάρπαστο που με θεωρούσαν μερικοί, αιφνίδια άρχιζαν να αναθεωρούν και να μου δείχνουν εκτίμηση. Πρέπει να καταλάβετε, επίσης, ότι την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν άμεσα και ολιγοήμερα αποτελέσματα από την εισπρακτική κίνηση των ταινιών. Δε μαθαίναμε ευθύς τις επιδόσεις στα ταμεία. Οπότε χρειάστηκε λίγος καιρός για να καταλάβω ότι ένα πάμφθηνο φιλμάκι, όπως ήταν η «Νύχτα με τις Μάσκες», εξελισσόταν σε ένα πραγματικό φαινόμενο. Και λίγος καιρός ακόμη για να το χωνέψω. Ολόκληρη την καριέρα μου σε αυτή την ταινία τη χρωστάω.
Ήσασταν ένας από τους πρώτους δημιουργούς που χρησιμοποίησαν γυναίκα ηρωίδα στις ταινίες τους. Από τη Τζέιμι Λι Κέρτις στη «Νύχτα με τις Μάσκες» και τη Λορίν Χάτον στο «Someone’s Watching Μe» μέχρι την Αντριέν Μπάρμπο στην «Ομίχλη» και τη Νατάσα Χένστριτζ στο «Φαντάσματα του Αρη», τα περισσότερα φιλμ σας βασίζονται στην ιδέα ότι οι γυναίκες μπορούν να σώσουν τον κόσμο.
Έχεις δίκιο. Το μεγάλο μου είδωλο υπήρξε πάντα ο Χάουαρντ Χοκς, ένας σκηνοθέτης που λάτρευε να έχει ισχυρές γυναίκες στους βασικούς χαρακτήρες. Έχετε δει, για παράδειγμα, τη «Σειρήνα της Μαρτινίκα»; Ο τρόπος με τον οποίο ο Χοκς χρησιμοποιούσε τη Λορίν Μπακόλ στην ταινία αυτή είναι υπέροχος.
Όπως ο Χοκς, έτσι κι εσείς έχετε την εμμονή να χρησιμοποιείτε απλούς, συνηθισμένους ανθρώπους στη θέση του ήρωα.
Έτυχε να γνωρίσω στη ζωή μου ένα φίλο ο οποίος με έκανε να πιστέψω στην ιδέα του αντιήρωα. Δεν είχε ευχάριστο τέλος. Πολέμησε στο Βιετνάμ και τα πράγματα δεν πήγαν τόσο καλά. Έκτοτε κάθε πρωταγωνιστής ταινίας μου κρύβει κάτι από αυτόν.
Συνέβη ποτέ να αντλήσετε το υλικό σας από κάποιον εφιάλτη που έτυχε να δείτε ή ένα περιστατικό που σας συνέβη;
Να σου εξηγήσω κάτι. Οι σκηνοθέτες ταινιών τρόμου δεν έχουν εφιάλτες, είμαστε οι πιο ήρεμοι και καλοσυνάτοι άνθρωποι που θα συναντήσεις. Εκείνους που σκηνοθετούν κωμωδίες να φοβάσαι περισσότερο! Μου έχει μείνει, πάντως, μέχρι σήμερα ένας εφιάλτης που είχα δει όταν ήμουν παιδί. Πρέπει να ήμουν τεσσάρων ή πέντε ετών και είχα δει έναν από αυτούς τους αξιαγάπητους καρτούν χαρακτήρες της Ντίσνεϊ να γίνεται ξαφνικά τρομακτικά σατανικός. Ξύπνησα ουρλιάζοντας.
Δε νομίζετε, παρ’ όλα αυτά, ότι με το να γυρίζετε ταινίες εξορκίζετε κάποιους απωθημένους φόβους σας;
Δεν το πιστεύω επειδή έχω διαπιστώσει ότι τα πιο τρομακτικά πράγματα συμβαίνουν στην αληθινή ζωή. Στην οθόνη τα πάντα είναι ασφαλή. Έπειτα, για να είμαι ειλικρινής, δεν πιστεύω καθόλου στο υπερφυσικό. Οι βρυκόλακες, οι εξωγήινοι δεν έχουν καμία θέση στη δική μου αντικειμενική πραγματικότητα. Η θέση τους είναι στην οθόνη.
Γυρίζετε ταινίες με γνώμονα τι πιστεύετε ότι οι ορκισμένοι θαυμαστές σας περιμένουν από εσάς;
Όση αγάπη κι αν τους τρέφω, θα σας πω τι πιστεύω πραγματικά για τους θαυμαστές μου. Είναι οι άνθρωποι εκείνοι που περπατούν στο δρόμο και μιλούν μόνοι τους, οι μονίμως βυθισμένοι στον κόσμο τους. (γέλια)
Σε αρκετές περιπτώσεις του παρελθόντος υπήρξαν ταινίες που γυρίζατε και δεν είχαν τύχει καλής εμπορικής ή καλλιτεχνικής αντιμετώπισης, κάτι το οποίο άλλαζε στην πορεία. Με μια πρόχειρη σκέψη μου έρχεται στο μυαλό η ανεξήγητη αποτυχία της «Απειλής», μιας από τις κορυφαίες σας δημιουργίες. Έχετε αναρωτηθεί τι ακριβώς είχε συμβεί με τις ταινίες αυτές και δεν είχαν αποκτήσει εξαρχής το κοινό που έμελλε να βρουν ή την αναγνώριση που πιθανόν τους άξιζε;
Ποτέ δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί μια ταινία μου δεν απέφερε τα προσδοκώμενα ή γιατί δεν απολάμβανε της αγάπης που είχαν κερδίσει άλλα δικά μου φιλμ. Η μόνη περίπτωση όπου μπορώ να δικαιολογήσω το απογοητευτικό εισπρακτικό αποτέλεσμα ήταν για την «Απειλή». Επρόκειτο για μια πολύ σκοτεινή και δυσοίωνη ταινία, όχι ακριβώς αυτό που αποκαλείς «ψυχαγωγία», η οποία μεταχειριζόταν συναισθήματα που το κοινό της εποχής δεν ήθελε να μεταχειριστεί. Για τις υπόλοιπες δημιουργίες μου δεν έχω κάποια απάντηση. Και δεν ψάχνω κιόλας να τη βρω. Με ενδιαφέρει το πόσο τρυφερά νιώθω για καθεμιά από αυτές.
Υπάρχουν πράγματα στην καριέρα σας για τα οποία ενδεχομένως να έχετε αναθεωρήσει;
Ένα από τα πράγματα για τα οποία είμαι περισσότερο περήφανος είναι ότι κατάφερα να επιβιώσω. Η δουλειά του σκηνοθέτη ανήκει στα επαγγέλματα εκείνα που ανά πάσα στιγμή μπορεί να σου τη φέρουν πισώπλατα. Ξεκινάς όταν είσαι νέος, χωρίς να έχεις την οποιαδήποτε ιδέα για το τι θα πει να πετύχεις ή να αποτύχεις, κι όταν φτάσει η ώρα να το συνειδητοποιήσεις είναι πλέον αργά. Τόσοι και τόσοι ταλαντούχοι σκηνοθέτες χάθηκαν και χάνονται άδοξα, δεν τους δίνεται πια η ευκαιρία να γυρίσουν ταινίες. Η δημιουργικότητα και το ηθικό τους φθείρονται και όλα αυτά επειδή ο κόσμος του θεάματος είναι ένα πολύ αδίστακτο μέρος για να ζήσει κανείς. Νιώθω ευτυχής που βρίσκομαι ακόμη εδώ, που κατόρθωσα να επιβιώσω. Γιατί, σε τελική ανάλυση, έχω καταλάβει πως το να επιβιώνεις είναι συνώνυμο του να κερδίζεις.
Γιατί η παρουσία σας πίσω από την κάμερα άρχισε από ένα σημείο και έπειτα να αραιώνει; Ήταν θέμα ηλικίας, απογοήτευσης για τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί πλέον η βιομηχανία του θεάματος ή κόπωσης;
Όταν έχεις περάσει το μεγαλύτερο της ζωής σου παραδίδοντας τη μία ταινία μετά την άλλη, και έχεις υποστεί όλη την εξάντληση και το άγχος που επιφέρει η πραγματοποίηση ενός φιλμ, είναι μοιραίο κάποια στιγμή να αισθάνεσαι την ανάγκη ενός διαλείμματος. Πρέπει να ακούσεις τι σου λέει το σώμα σου και η ψυχική σου ηρεμία. Χρειάζεται να απέχεις.