5. ΠΡΩΤΟΠΑΘΗΣ ΚΕΦΑΛΑΛΓΙΑ ΠΟΥ ΣΥΝΔΕΕΤΑΙ
ΜΕ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ
(Παλαιότερα χρησιμοποιούμενοι όροι: Καλοήθης
κεφαλαλγία του sex, κεφαλαλγία συνουσίας,
καλοήθης αγγειακή σεξουαλική κεφαλαλγία)
Περιγράφηκε για πρώτη φορά από τον Ιπποκράτη,
ο οποίος ταύτιζε τη συγκεκριμένη κεφαλαλγία με την
κεφαλαλγία προσπάθειας.Υπάρχουν διάφορες αναφορές
που συνδέουν αυτή την κεφαλαλγία με τη σεξουαλική
πράξη, αλλά πρώτη περιγραφή ως ξεχωριστού τύπου
κεφαλαλγία συναντάται το 1970.35,36 Πρόκειται για μια
μορφή κεφαλαλγίας που προκαλείται από τη σεξουαλική
δραστηριότητα και δεν σχετίζεται με ενδοκράνια διαταραχή.
Συνήθως εμφανίζεται ως αμβλύ αμφοτερόπλευρο άλγος,
που αυξάνεται κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής πράξης
και κορυφώνεται κατά τον οργασμό. Τα διαγνωστικά κρι-
τήρια παρατίθενται στους πίνακες 6 και 7. Η κεφαλαλγία
αυτή καλύπτει το 1% (0,2–1,6%) περίπου του συνόλου των
κεφαλαλγιών και εμφανίζεται συχνότερα στους άνδρες.
Η αναλογία ανδρών προς γυναίκες κυμαίνεται από 3–5/1
στις διάφορες μελέτες.10,13 Είναι δυνατόν να εμφανιστεί
σε οποιαδήποτε χρονική περίοδο της σεξουαλικής ζωής,
συχνότερα όμως στην ηλικία των 30–40 ετών.
Η πρωτοπαθής κεφαλαλγία που συνδέεται με σεξου-
αλική δραστηριότητα ενίοτε συνδυάζεται με ημικρανία
(19–47%), πρωτοπαθή κεφαλαλγία προσπάθειας (31–40%),
κεφαλαλγία τάσης, υπέρταση και σπανιότερα με πρωτο-
παθή κεφαλαλγία του βήχα.37 Η διάρκειά της κυμαίνεται
από λίγα λεπτά μέχρι 6 ώρες, αλλά έχουν αναφερθεί και
περιστατικά με μεγαλύτερη διάρκεια (2–10 ημέρες). Οι
ασθενείς με οργασμική κεφαλαλγία εμφανίζουν μεγαλύ-
τερη διάρκεια του άλγους σε σχέση με αυτούς που έχουν
προοργασμική κεφαλαλγία. Το μόνο σταθερό στοιχείο του
άλγους σε όλους τους ασθενείς είναι η μεγάλη ένταση τα
πρώτα 5–15 min, με προοδευτική μείωση στη συνέχεια. Σε
πρόσφατη μελέτη των Pascual et al, το 2008, από τους 18
ασθενείς οι οποίοι πληρούσαν τα κριτήρια για πρωτοπαθή
κεφαλαλγία που συνδέεται με σεξουαλική δραστηριότητα
οι 12 (75%) είχαν ετερόπλευρη εντόπιση και μόνο οι 4
(25%) αμφοτερόπλευρη. Σε μερικούς ασθενείς το άλγος
συνοδεύεται με ναυτία, φωτοφοβία, ηχοφοβία και δακρύρ-
ροια.29 Η οργασμική κεφαλαλγία εμφανίζεται συχνότερα
σε σχέση με την προοργασμική. Δεν έχει αποδειχθεί η
Πίνακας 6. Προοργασμική κεφαλαλγία – διαγνωστικά κριτήρια.
Α. Βύθιο άλγος στην κεφαλή και στον αυχένα, που σχετίζεται με αίσθηση
ευαισθησίας και μυϊκής τάσης στον αυχένα ή στη γνάθο και πληροί το
κριτήριο Β
Β. Εμφανίζεται στη διάρκεια σεξουαλικής δραστηριότητας και αυξάνεται
κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής πράξης
Γ. Δεν αποδίδεται σε άλλη διαταραχή
Πίνακας 7. Οργασμική κεφαλαλγία του βήχα – διαγνωστικά κριτήρια.
Α. Απότομη, έντονη («εκρηκτική») κεφαλαλγία που πληροί το κριτήριο Β
Β. Παρουσιάζεται κατά τον οργασμό
Γ. Δεν αποδίδεται σε άλλη διαταραχή*
* Κατά το πρώτο επεισόδιο οργασμικής κεφαλαλγίας είναι απαραίτητο να απο-
κλειστούν καταστάσεις όπως η υπαραχνοειδής αιμορραγία και ο αρτηριακός
διαχωρισμός158 Ε. ΚΑΡΑΡΙΖΟΥ και συν
σχέση της με την επιλογή στάσης στη σεξουαλική πράξη,
καθώς εμφανίζεται σε μεγάλο ποσοστό (35%) και κατά
τον αυνανισμό.37−39 Επίσης, έχει αναφερθεί οικογενειακή
προδιάθεση.40−42
Όσον αφορά στην παθοφυσιολογία, μερικοί θεωρούν
την προοργασμική πρωτοπαθή κεφαλαλγία ως υπότυπο
της κεφαλαλγίας τάσης, βασιζόμενοι στο παρόμοιο αμβλύ
άλγος από σύσπαση αυχενικών μυών, αν και η εν λόγω
υπόθεση ποτέ δεν επιβεβαιώθηκε. Η οργασμική κεφα-
λαλγία φαίνεται να είναι αγγειακής αιτιολογίας, αλλά και
αυτή η υπόθεση χρήζει συστηματικής μελέτης.43,44 Με τη
χρήση δοκιμασίας ακεταζολαμίδης και stress διακρανιακής
Doppler υπερηχογραφίας διαπιστώθηκαν αιμοδυναμικές
μεταβολές στη μεσοκριτική φάση, που θα μπορούσαν να
συνδυαστούν περισσότερο με μεταβολικά παρά με μυογενή
αίτια. Γενικά, έχει παρατηρηθεί διαταραχή στο μεταβολικό
αυτορρυθμιστικό μηχανισμό των εγκεφαλικών αγγείων.
Επίσης, έχουν αναφερθεί αρκετές περιπτώσεις με αναστρέ-
ψιμη αγγειοσύσπαση των αγγείων του εγκεφάλου, αλλά τα
εν λόγω ευρήματα χρειάζονται συστηματική μελέτη.43,44
Αν και περιγράφονται διαφορετικά κριτήρια για τις δύο
μορφές, πολλοί ερευνητές πιστεύουν ότι πρόκειται για
διαφορετική έκφραση της ίδιας διαταραχής. Επιβαρυντικοί
παράγοντες για την εμφάνιση και την επιδείνωση αυτών
των κεφαλαλγιών είναι η παχυσαρκία, η κακή φυσική κα-
τάσταση, το stress, η ημικρανία, το οικογενειακό ιστορικό
κεφαλαλγιών και η αγγειακή αποφρακτική νόσος.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο κλινικός
ιατρός στη διαφορική διάγνωση έγκειται στη διακρίβωση
των ασφαλών κλινικών κριτηρίων και του σημείου μέχρι του
οποίου θα πρέπει να προχωρήσει η παρακλινική έρευνα σε
πάσχοντες από τη συγκεκριμένη κεφαλαλγία, προκειμένου
να αποκλειστεί η υπαραχνοειδής αιμορραγία, η οποία σε
ποσοστό 4,5–12% εκδηλώνεται με παρόμοια συμπτωμα-
τολογία.45,46
Συγκεκριμένα, σε 50 ασθενείς με πρωτοπαθή
κεφαλαλγία που συνδεόταν με σεξουαλική δραστηριότητα
η υπαραχνοειδής αιμορραγία διαγνώστηκε σε 6 από αυ-
τούς (12%). Άλλες αιτίες δευτεροπαθούς νόσου αποτελούν
η αποφρακτική νόσος της κατώτερης αορτής, οι βλάβες
στο νωτιαίο μυελό και η χρήση σιλντεναφίλης (Viagra).29
Μετά τον απαραίτητο έλεγχο, οι ασθενείς συνεχίζουν να
λειτουργούν φυσιολογικά και σπάνια απαιτείται χρόνια
προφυλακτική αγωγή. Πολλές φορές, η συζήτηση με τον
ασθενή και η ενημέρωσή του για τον τύπο της κεφαλαλ-
γίας αρκούν (μερικοί ασθενείς «μαθαίνουν» να είναι πιο
παθητικοί, με περιορισμό της προσπάθειας). Συνιστάται
να διατηρούν τον αυχένα σε χαμηλότερο ύψος από τον
κορμό και να μειώνουν τις κινήσεις των κάτω άκρων. Εάν
οι κρίσεις είναι συχνές, τότε χορηγείται προφυλακτικά
αγωγή με β-αναστολείς, όπως προπρανολόλη (40–200
mg ημερησίως), μετοπρολόλη και βισοπρολόλη. Η δράση
της προπρανολόλης είναι διπλή, καλύπτοντας τον ασθενή
αφ’ ενός με αγχολυτικό και αφ’ ετέρου με αιμοδυναμικό
τρόπο. Καλά αποτελέσματα αναφέρονται και με αναστο-
λείς ασβεστίου ή ινδομεθακίνη, σε εφ’ άπαξ δόση των 75
mg λίγο πριν από τη σεξουαλική επαφή.30 Ένα πρόσφατο
άρθρο, του 2011, αναφέρει πολύ καλή ανταπόκριση σε
τοπιραμάτη (50 mg) για 6 μήνες, σε ασθενή με ιστορικό
άσθματος (αντένδειξη για χρήση β-αναστολέων).47