Το δρομολόγιο της «αγίας αμαρτίας» στη Θεσσαλονίκη
''
Ελάχιστοι αρσενικοί βαφτίζονται πλέον στην κολυμβήθρα του αγίου Βαρδαρίου, τη στιγμή που η εφηβεία απαιτεί να δώσει το χρίσμα στο αγόρι που γίνεται άντρας. Όχι, βέβαια, δεν υπάρχει άγιος Βαρδάρης. Ο Γιώργος Ιωάννου, ο τρόπον τινά υμνογράφος της Θεσσαλονίκης, βάφτισε έτσι την πλατεία Βαρδαρίου, εκεί στην είσοδο της πόλης, θέλοντας να αποδώσει αυτή την περίεργη ερωτική ατμόσφυρα της περιοχής , τη σχεδόν κρυφίως ιερή.''
Από το πεζογράφημα του Γιώργου Ιωάννου «Η πλατεία του Αγίου Βαρδαρίου»
Από την Τουρκοκρατία ακόμη, ως την ακμή της μεταπολεμικής περιόδου και τα μέσα της δεκαετίας του ΄80, ήταν ο τόπος των ερωτικών προσκυνημάτων, καθώς τα κακόφημα σπίτια(χαμαιτυπεία, πορνεία, μπουρδέλα, όπως θέλετε πείτε τα) ανακούφιζαν χαρμάνηδες ταξιδιώτες που έμπαιναν μ’ έναν αέρα θριάμβου στη μεγαλούπολη, απορημένους και γυρεύοντες τη λάγνα διασκέδαση αγρότες της Μακεδονικής γης, φαντάρους από τα γύρω στρατόπεδα του Παύλου Μελά και του Καρατάσου, με τις νεανικές τους ορμές στα όρια του ασυγκράτητου. Κοντά, εκεί, και το Λιμάνι, μόνον που οι ναυτικοί προτιμούσαν κατά κύριο λόγο τα στενά στην περιοχή των Λαδάδικων, χωρίς βέβαια να αρνούνται τις υπηρεσίες της Μπάρας.
Ναι, Μπάρα λεγόταν η περιοχή των Θεσσαλονικιώτικων μπουρδέλων με «κύρια οδική της αρτηρία» την οδό Ειρήνης, στους δρόμους γύρω από την οδό Λαγκαδά, όπου κάνα-δυο πορνοκινηματογράφοι-οι τελευταίοι-έμειναν να υπενθυμίζουν τα περασμένα μεγαλεία της. Στην κάποτε πολύβοη Μπάρα, τα κορίτσια περίμεναν στις πόρτες τον ξέχειλο ποταμό των φαντάρων και των αγροτών που κατέβαινε την Λαγκαδά και με πειράγματα, αλλά όχι και πολλά παρακάλια, έμπαζαν στα μικρά δωμάτια τους στερημένους για να κορέσουν την επιθυμία τους και μαζί να νοιώσουν για κάποια ελάχιστα λεπτά(δέκα ή δεκαπέντε, με το ρολόι της τσατσάς στο χέρι) την έστω αγορασμένη θαλπωρή του έρωτα.
Πάντα αρχόντισσα η Θεσσαλονίκη ήξερε να περιποιείται τους επισκέπτες της, γεγονός που δεν ξέφυγε ακόμη και από τις περιγραφές του περιηγητή Εβλιά Τσελεμπή.
οίκοι ανοχής στο Βαρδάρη, 1917 - ΕΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, 1900-1960, Χρίστος Ζ αφείρης, φωτ. Συλλογή Άρη Παπατζήκα, εκδ. ΕΞΑΝΤΑ)
Το σκηνικό της περιοχής του αγοραίου έρωτα συμπλήρωναν τα γύρω ξενοδοχεία, όπου στα γκριζωπά και άπλυτα κλινοσκεπάσματά τους ολοκληρωνόταν η ερωτική πράξη με τα απαραίτητα όνειρα που τη συνοδεύουν. «Αλεξάνδρεια», «Καστοριά», «Αιγαίον» μας ταξιδεύουν ακόμη με τα απομεινάρια των κτιρίων και των πινακίδων τους στους τόπους, όπου στεγαζόταν είτε ο έρωτας είτε ο ύπνος αποκαμωμένων ονειρευτών.
Και πίσω από τη θλίψη που συντροφεύει όλο τούτο το φαινομενικά γραφικό και σχεδόν χαρωπά νοσταλγικό φλας μπακ, δεν θα πρέπει να αποσωπιούνται και οι κωμικές στιγμές, αφού πάντοτε οι κυρίες αυτών των δωματίων διακρίνονταν για την αθυρόστομη ετοιμολογία τους, κάθε φορά που η λεκτική πρόκληση του ιδιότυπου φλερτ αυτών των περιστάσεων απαιτούσε την απάντησή της. Κορυφαία στο είδος η περίφημη Αμαλία, η γνωστή τσατσά στο μπουρδέλο που «διοικούσε», δίπλα από το Λιμάνι(εκεί που βρίσκεται σήμερα ο Ερυθρός Σταυρός)που απέκτησε φήμη στα όρια του θρύλου. Έφυγε από τη ζωή όχι πολλά χρόνια πριν, ως υπηρέτρια σε οικεία γνωστού ψυχιάτρου.
Διόλου τυχαία, την ίδια χρονική περίοδο, τα Λαδάδικα γίνονται χώρος γλεντιού για νεόκοπους φλώρους, τα ξενοδοχεία ανακαινίζονται ζητώντας να ξεπλύνουν το παρελθόν τους…
Οίκος ανοχής του Βαρδάρη. Δεξιά, γυναίκες στην είσοδο των "σπιτιών" - όπως και παραπάνω.
Από το πεζογράφημα του Γιώργου Ιωάννου «Η πλατεία του Αγίου Βαρδαρίου»
«Προτού γκρεμίσουν τα τείχη, η πλατεία Βαρδαρίου δεν ήταν σχηματισμένη. Τα τείχη, κατεβαίνοντας προς το λιμάνι, έκοβαν το χώρο στη μέση σχεδόν. Η επικοινωνία με την έξω από τα τείχη πόλη γινόταν από μια μεγάλη διπλή πορτάρα που από τα χρόνια τα βυζαντινά ονομαζόταν «Χρυσή Πύλη» και που ήταν κάτι το ανάλογο με την επίσημη Πύλη της τότε πρωτεύουσας. Έξω από τη Χρυσή Πύλη ήταν χάνια, αλευρόμυλοι, αγροικίες, ο απέραντος χώρος όπου στηνόταν η εμποροπανήγυρη, τα Δημήτρεια, αλλά και έλη πολλά. Από τα έλη αυτά έλαβε το όνομά της και η περίφημη συνοικία Μπάρα, που πρώτα σκόρπιζε τις θέρμες, τους τεταρταίου πυρετούς και τα βαθιά τους ρίγη, και ύστερα, μετά την αποξήρανσή της, το κέφι, τον ξετραχηλισμό και τις αρρώστιες του έρωτα, σε στρατούς και στόλους. Για τους εντόπιους η λέξη Μπάρα, που στα τούρκικα σημαίνει έλος, στάσιμα νερά, είναι πολύ πιο κακόφημη κι από τις λέξεις Τρούμπα ή Πλάκα. Και παρατηρώ πως οι Αθηναίοι με άνεση προφέρουν αυτές τις λέξεις τους, ενώ εμείς όχι.
Στα Τρίκαλα ευρισκόμενος, όπου υπάρχει επίσης μια συνοικία, όχι κακόφημη όμως, με το όνομα Μπάρα, δεν ήθελα με κανέναν τρόπο να την προφέρω. Διάσημος δρόμος της Μπάρας ήταν η οδός Ειρήνης, αλλά παρακάτω δεν έπεφτε και η οδός Αφροδίτης.
Ο κοσμογυρισμένος Καζαντζάκης, που όλα τα ήξερε μα πολλά δεν αγρικούσε, συγκρίνει κάπου την Μπάρα μας με τη Γιοσιβάρα της Ιαπωνίας. Μολονότι νομίζω ότι τα παραλέει και στο σημείο αυτό, δεν έχω καμιά διάθεση να αποκρούσω έναν έπαινο, που δόθηκε τόσο πανηγυρικά στην πολιτεία μας. Τα μέρη αυτά σήμερα είναι τόποι αρχαιολογικής γαλήνης, κοιμητήρια σωστά. Θα μπορούσαν να τα περιδιαβάζουν φιλόσοφοι με τους μαθητές τους, ξαναδίνοντας επιτόπου στον όρο «συνουσία» το άδολό του νόημα»
Όταν ο νεοφιλελευθερισμός επιτίθεται στις πόρνες του Βαρδάρη
Για πολλές δεκαετίες στην περιοχή του Βαρδαρίου κάτοικοι, πόρνες, νταβατζήδες, πρεζάκια και μπάτσοι συνυπάρχουν άλλοτε αρμονικά και άλλοτε με εντάσεις, σε μια γειτονιά του κέντρου της Θεσσαλονίκης που εξακολουθεί- σαν να μη πέρασαν τα χρόνια- να διαθέτει τη δική της λούμπεν, αλλά ταυτόχρονα γοητευτική εικόνα.
Οι εργάτες της βιομηχανικής περιοχής της Σίνδου και οι μετανάστες εξασφάλιζαν για χρόνια στέγη στην «υποβαθμισμένη» περιοχή με χαμηλό ενοίκιο, οι πόρνες θεωρούνται οι «καθαρές» της πόλης, ενώ το εμπόριο ναρκωτικών και τους μπάτσους τους συναντάς πλέον από το Πανόραμα μέχρι το Κορδελιό.
Τα περιστατικά βίας, κλοπών και ληστειών, συνήθως δεν άγγιζαν τους μόνιμους κατοίκους και οι φωνές διαμαρτυρίας στη γειτονιά των κόκκινων φαναριών μέχρι τώρα ήταν λιγοστές και κατά γενική ομολογία απόλυτα δικαιολογημένες της έντασης και της συχνότητας που είχαν.
Η περιοχή τα τελευταία χρόνια αλλάζει όψη, ακολουθώντας την προοπτική μιας αντιφατικής και ιδιόμορφης ανάπτυξης. Χτίζονται μεγάλα συγκροτήματα κατοικιών, οι πρώην βιοτεχνίες μετατρέπονται σε χώρους τέχνης και loft που στεγάζουν τη νέα διανόηση της πόλης και τα πρώτα εμπορικά κέντρα κάνουν την εμφάνισή τους. Παράλληλα όπως ακριβώς συμβαίνει στο κέντρο της Αθήνας, ορδές Αφρικανών γυναικών κατακλύζουν μόλις νυχτώσει τα πεζοδρόμια και περιμένουν τους υποψήφιους πελάτες τους, δημιουργούνται νέες πιάτσες και καινούργια πιο σκληρά κυκλώματα της νύχτας.
Στη νέα κατάσταση που διαμορφώνεται δεν μπορεί να μην υπάρχουν «αγανακτισμένοι πολίτες» που διαμαρτύρονται για την κακή ποιότητα της ζωής τους, την εγκληματικότητα, τους μετανάστες που ελέγχουν την τοπική αγορά και φυσικά της πόρνες, στις οποίες καταλογίζουν τον ερχομό όλων των παραπάνω. Ο κ. Γιάννης κάτοικος της περιοχής και μέλος της επιτροπής κατοίκων μας λέει ότι «για όλα φταίνε οι καινούργιες πόρνες. Μαζί τους έφεραν τις ληστείες, τα ναρκωτικά και την εγκληματικότητα. Θα γίνουμε Άγιος Παντελεήμονας αν δεν γίνει άμεσα κάτι».
Τον περασμένο Αύγουστο ο εισαγγελέας Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης ζήτησε- έπειτα από καταγγελίες κατοίκων- να γίνουν έλεγχοι σ' όλους τους οίκους ανοχής που λειτουργούν στο δήμο Θεσσαλονίκης. Με έγγραφη παραγγελία του προς την Ασφάλεια Θεσσαλονίκης, αξιώνει τη διενέργεια ελέγχων για να διαπιστωθεί εάν οι άδειες εγκατάστασης των εκδιδόμενων γυναικών σε οίκους ανοχής πληρούν τις νόμιμες προϋποθέσεις. Η παρέμβαση του εισαγγελέα έγινε έπειτα και από την προσφυγή στη Δικαιοσύνη ανεξάρτητης επιτροπής, που το προηγούμενο διάστημα κλήθηκε να εξετάσει τα αιτήματα ενδιαφερόμενων για έκδοση αδειών εγκατάστασης και χρήσης οικημάτων ως οίκων ανοχής και διαπίστωσε τελικά ότι τα πιστοποιητικά που χορηγήθηκαν από τις αρμόδιες υπηρεσίες του δήμου είχαν παραποιημένα στοιχεία ως προς την απόσταση των οικημάτων από εκκλησίες ή σχολεία.
Mall αγοραίου έρωτα
Οι κάτοικοι της περιοχής έχουν τους τελευταίους μήνες προχωρήσει σε δεκάδες κινήσεις διαμαρτυρίας με στόχο να ευαισθητοποιήσουν τις αρμόδιες αρχές. Στην τελευταία κινητοποίησή το παρών έδωσε ο νέος δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης, που δήλωσε αλληλέγγυος στο δίκαιο αγώνα των κατοίκων. Ο Γιάννης Μπουτάρης στο παρελθόν είχε ταχθεί υπέρ ενός σχεδίου μερικής «δημοτικοποίησης» των οίκων ανοχής και δημιουργίας κόκκινης ζώνης στο άκρο της πόλης. Πρότεινε δηλαδή την ενοικίαση από το δήμο μεγάλων χώρων που θα στεγάζουν εκτός πόλη τους οίκους ανοχής. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που έκαναν λόγο για δημιουργία μεγάλων οίκων ανοχής που θα προσελκύουν Ευρωπαίους που ενδιαφέρονται για σεξουαλικό τουρισμό. Μάλιστα κατά την τελευταία προεκλογική περίοδο επανήλθε στο θέμα επικαλούμενος το παράδειγμα της πόλης του Άμστερνταμ και των οίκων ανοχής με τις βιτρίνες, που λειτουργούν νομότυπα και αποκλεισμένοι μόνο σε μια περιοχή. Για το ζήτημα βέβαια της εκμετάλλευσης των αλλοδαπών και Ελληνίδων γυναικών από τα κυκλώματα μαστροπείας και πως τροφοδοτούν την κατάσταση στην περιοχή δεν έγινε κουβέντα, καθώς το πρόβλημα είναι «αυτές».
Η έντονη υποβάθμιση της περιοχής ξεκίνησε ταυτόχρονα – όσο και αν αυτό ακούγεται παράδοξο- με την πρώιμη κατασκευαστική της ανάπτυξη, που κορυφώνεται τα τελευταία δύο χρόνια. Σε μια Θεσσαλονίκη που οικιστικά έχει φτάσει στα όριά της, μια μεγάλη περιοχή στο κέντρο της πόλης, αναξιοποίητη και παρθένα αποτελεί το «απόλυτο φιλέτο», όπως χαρακτηριστικά μας είπε εργολάβος που δραστηριοποιείται στην περιοχή. Ελεύθερα οικόπεδα και μικρές κατοικίες, οίκοι ανοχής που στεγάζονται σε παραπήγματα και οι πρώην βιομηχανικοί χώροι μετατρέπονται σταδιακά σε νεόδμητες οικοδομές. Το σχέδιο υποβάθμισης του Βαρδάρη πετυχαίνει τον στόχο του. Υποβαθμίζει την αξία μιας περιοχής και κυρίως της γης, μετατρέπει την περιοχή σε γκέτο και την αναβαθμίζει στο όνομα της ανάπτυξης με τη συμμετοχή μεγάλων κατασκευαστικών. Και προφανώς η ανάπτυξη αυτή δε χωρά τους μετανάστες κατοίκους, τα κινέζικα μαγαζιά και τις πόρνες της περιοχής. Άλλωστε ότι είναι νόμιμο, είναι και ηθικό. Και κανείς από τους παραπάνω δεν είναι «νόμιμος».