Ένα προβληματάκι της ελεύθερης αγοράς;
«Αν η Αμερική ξαναβρήκε τη σταθερότητα μετά το κραχ του '29 και την ύφεση που ακολούθησε, αυτό οφείλεται απλά και μόνον στο γεγονός ότι εφάρμοσε διαφορετική οικονομική πολιτική, βασισμένη στην ενίσχυση του λαϊκού εισοδήματος, στην εμπέδωση των κοινωνικών παροχών και στην καταπολέμηση της συγκέντρωσης του πλούτου στα χέρια μιας μειοψηφίας».
Μάρινερ Εκλες, ο επί Ρούσβελτ Πρόεδρος της Αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας, και ταυτόχρονα ο άνθρωπος που κατάφερε να βγάλει την Αμερική από την θλιβερή ύφεση που ακολούθησε το κραχ του '29*
Η Αμερικανική οικονομία, η μεγαλύτερη στον κόσμο και σε μεγάλο βαθμό το πρότυπο για τις οικονομίες όλου του πλανήτη, στηρίζεται στην υπερ-κατανάλωση, που αντιπροσωπεύει το 70% του αμερικανικού ΑΕΠ. Πρόκειται μάλιστα για μια κατανάλωση που προέρχεται από δανεισμό.
Έτσι σήμερα, η ανάπτυξη της Αμερικής, της Ευρώπης και όλων των μεγάλων καπιταλιστικών χωρών, στηρίζεται στα χρέη που έχουν οι ιδιώτες, στα χρέη που συσσωρεύονται από τις πιστωτικές κάρτες, τα καταναλωτικά και τα στεγαστικά δάνεια. Μέσω του δανεισμού, επιχειρείται να τονωθεί η αγορά και να αυξηθεί η κατανάλωση, ενώ συχνά ένα αίσθημα ευημερίας διαχέεται μεταξύ των καταναλωτών: Με το δάνειο μπορούμε να αγοράσουμε σπίτι κι αμάξι, με την πιστωτική κάρτα μπορούμε να αγοράσουμε ταξίδια, ρούχα, τρόφιμα, ό,τι τραβάει η ψυχή μας. Αρκεί βέβαια τα επιτόκια να αυξηθούν τα επιτόκια για να καταρρεύσει το όνειρο...
Καταναλώνουν, άρα υπάρχω ως οικονομία...
Η οικονομία της ελεύθερης αγοράς στηρίζεται ως γνωστόν στην κατανάλωση. Για να καταναλώνουν όμως οι πολίτες, πρέπει να έχουν χρήματα. Τις τελευταίες όμως δεκαετίες, η ψαλίδα ανάμεσα στους φτωχούς και τους πλούσιους, ολοένα και μεγαλώνει με αποτέλεσμα οι φτωχοί, που αυξάνονται, να καταναλώνουν όλο και λιγότερο.
Η δικαιότερη κατανομή του πλούτου θα δημιουργούσε κίνηση στην αγορά, αίσθημα ασφάλειας στους πολίτες και φυσικά -μιας και μιλάμε για καπιταλισμό-, κέρδη στους κατέχοντες το κεφάλαιο. Η υπερβολική όμως και χωρίς οικονομικό όραμα πέραν του «όλα τα φράγκα τώρα», κίνηση του κεφαλαίου, ιδιαίτερα του τραπεζικού και χρηματιστηριακού, φέρνει την καταστροφή!
Αφού λοιπόν η αγορά πρέπει να κινηθεί, αλλά χρήματα δεν υπάρχουν στους καταναλωτές και χρήματα δεν προσφέρεται κανένας να τους δώσει αυξάνοντας λιγάκι τους μισθούς ή φροντίζοντας να μειωθεί η ανεργία, εφευρέθηκε η λύση του δανεισμού.
Δανείζοντας τους καταναλωτές και το ισχυρότατο τραπεζικό κεφάλαιο θα έχει κέρδη, αλλά και η αγορά θα κινηθεί με τα δανεικά των καταναλωτών, οπότε θα έχουν κέρδη και κάποιοι απ' τους υπόλοιπους. Οι οικονομίες όμως που στηρίζονται στον υπερβολικό δανεισμό, είναι φανερό ότι ευθύς εξ αρχής βρίσκονται μπροστά σε ένα μεγάλο πρόβλημα. Ανά πάσα στιγμή, από μια αναποδιά (πχ μια αναγκαστική αύξηση των επιτοκίων), μπορεί να καταρρεύσουν, ενώ οι πολίτες ζουν υπό το καθεστώς μιας διαρκούς ανασφάλειας (πχ να τους πάρουν το σπίτι).
Σαν να μην έφταναν τώρα όλα αυτά, αφού η οικονομική μηχανή δουλεύει κάτω από την ιαχή «εμπρός να κινηθεί η αγορά με δανεικά», κρατικοί και κάθε είδους θεσμικοί φορείς προτιμούν να κάνουν ότι δεν βλέπουν τι συμβαίνει μπροστά στα μάτια τους.
Η κρίση των subprime, είναι χαρακτηριστική: Φυσικά οι τράπεζες γνώριζαν τι συμβαίνει, φυσικά και οι μεσίτες των δανείων γνώριζαν τι συμβαίνει και θα πρέπει να είναι κανείς πολύ αφελής για να πιστέψει ότι και η ίδια η Αμερικανική κυβέρνηση δεν έβλεπε τι συμβαίνει.
Η ατάκα «είναι πολλά τα λεφτά Άρη», δεν αρκεί για να εξηγήσει το γεγονός. Θα πρέπει κανείς να αντιληφθεί ότι όταν η αγορά είναι στημένη κατ' αυτόν τον τρόπο, δεν μπορεί να κάνει αλλιώς. Θα πρέπει να κινηθεί έστω και ως απάτη για να μην καταρρεύσει. Κι όταν η απάτη αποκαλυφθεί, θα πρέπει να δημιουργηθεί μια νέα απάτη. Με την ελπίδα πάντοτε να μην επέλθει μια ολοκληρωτική κατάρρευση.
Πως φτάσαμε στη φούσκα των subprime
Το 2000 κατέρρευσε στην Αμερική η χρηματιστηριακή φούσκα "dot.com". Είχαν προηγηθεί μια σειρά από μικρότερες κρίσεις όλη την προηγούμενη δεκαετία. Η αρχή είχε γίνει το 1997 με την κρίση της Ασίας που χτύπησε ιδιαίτερα την Ιαπωνία. Η κρίση έπειτα επεκτάθηκε χτυπώντας τόσο τις αγορές της Ρωσίας που τότε προσπαθούσαν σιγά-σιγά να ορθοποδήσουν, όσο και της Λατινικής Αμερικής με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αυτό της Αργεντινής στην οποία η κρίση μετατράπηκε σε λαϊκή οργή και χάος.
Μπροστά στο αδιέξοδο, η αμερικανική κεντρική τράπεζα, η Fed άρχισε να μειώνει τα επιτόκια προκειμένου να διευκολύνει τις τράπεζες και τους χρηματιστές της Γουόλ Στριτ να δανειστούν ξανά νέο χρήμα για να το ρίξουν πάλι στα χρηματιστήρια και τα χρηματιστηριακά προϊόντα ώστε «να κινηθεί η οικονομία και η αγορά».
Ακολούθησε όμως η 11η Σεπτεμβρίου και το αμέσως επόμενο διάστημα κατά το οποίο ο φόβος για μια πιθανή παράλυση της αμερικανικής οικονομίας ήταν έντονος, ενώ σκάνδαλα σαν αυτό της Enron έκαναν το σκηνικό ακόμη πιο μουντό.
Η λύση του να πέσει το χρήμα στην αγορά ακινήτων... ήταν μια κάποια λύση. Το χρήμα θα μπορούσε να διοχετευτεί εκεί, να δημιουργηθεί εκεί η νέα φούσκα που θα προσέφερε ξανά σε κάποιους υπέρογκα κέρδη και «θα κινούσε την αγορά». Κι ο γίγαντας της αμερικανικής αγοράς κίνησε πάλι για λίγο τα πήλινα πόδια του.
Για να μεγαλώσει μάλιστα ο τζίρος, «η αγορά» έστρεψε το βλέμμα της σε μια κατηγορία καταναλωτών που μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν παραγκωνισμένοι. Οι σχετικά φτωχοί λευκοί, αλλά και οι φτωχοί Αφροαμερικανοί και οι Ισπανόφωνοι, θα είχαν την τιμή, έστω και για λίγο, να γίνουν η ατμομηχανή της οικονομίας της υπερδύναμης. Φαινομενικά θα ήταν οι κερδισμένοι, στην πραγματικότητα βέβαια, η κρίση που ήταν βέβαιο ότι θα ξεσπάσει, θα προσγειώνονταν πρώτα στη δική τους πλάτη.
Ετσι γεννήθηκαν και τα subprime, τα «δάνεια υψηλού ρίσκου». Τι συνέβη από 'κει κι έπειτα είναι μέσες-άκρες γνωστό...