Τζάμπα πήγε η μόρφωση στη Νομική Αθηνών. Βοσκάνε τα φυτοφάγα ζώα. ΥΠΟΦΩΣΚΟΥΣΕΣ κι όχι υποβόσκουσες. Το ὑποβόσκω, σύνθετο από την πρόθεση ὑπό και το βόσκω, στην Αρχαία Ελληνική απαντούσε μόνο στον μεσοπαθητικό τύπο ὑποβόσκομαι. Είχε την έννοια τρώω κρυφά.Το ρήμα ὑποφώσκω, απαρτίζεται κι αυτό από την πρόθεση ὑπό και το ρήμα φώσκω, που σημαίνει φέγγω, χαράζω. Η πιο συνηθισμένη έκφραση στην οποία συχνά βλέπουμε την λέξη είναι η γενική απόλυτη: ὑποφωσκούσης ἕω. Η φράση αυτή αποδίδεται στα νέα ελληνικά ως εξής: καθώς χάραζε η αυγή, ενώ χάραζε ή μόλις που χάραζε, την αυγή κ.λ.π., ανάλογα με το ύφος που θέλει να δώσει κανείς στον λόγο του. Το ίδιο ρήμα έχει και την μορφή ὑποφαύσκω με την σημασία του αχνοφέγγω, αχνοχαράζω. Το ὑποφαύσκω έγινε ὑποφώσκω ακριβώς λόγω της επίδρασης του ουσιαστικού φάος – φῶς. Σήμερα το ρήμα υποφώσκω, εύχρηστο στο τρίτο πρόσωπο πάντα, διατήρησε από το φέγγω αμυδρά, λίγο φως, μια αχνή λάμψη, για να χρησιμοποιηθεί μεταφορικά. Παρακαλώ, για το ευχαριστώ που θα μου πεις