η ρίζα είναι κοινή εκ του λατινικού missa...
και όσο για τα εδάφια που παραθέτεις ουδεμίαν σχέσιν έχουν με τα ευαγγελια τα οποία είναι τα μόνα κείμενα της χριστιανικής θρησκείας...
αντίθετα σε υμνους βρίσκω αυτό
Χαίρεις ερευνώμενος!
Διό, Φιλάνθρωπε,
Προς τούτο προτρέπεις τον Θωμάν
επίσης η φράσις αυτή αποδίδεται ελλειπής διότι η ορθή είναι «πίστευε τω θαύματι και μη ερεύνα λογισμοίς το γενόμενον» και αποδίδεται στον Θεόδοτο επίσκοπο Αγκύρας
"Ομολογώ τοιγαρούν τον αυτόν Θεόν και άνθρωπον, Θεόν μεν προ αιώνων, άνθρωπον δε γενόμενον εκ τού τόκου αρξάμενον, ου δύο, αλλ' ένα, ου φραζόμενον ως ένα, διττόν δε επινοούμενον: ουδέ γαρ μάχεσθαι δει τών λόγων την έννοιαν. Ου νοούμεν δύο, ομολογούμεν δε ένα: Το γαρ οικονομίαν και θαύματι συνημμένον ουδέ λόγος διίστησιν ουδέ έννοια. Ει δε τις επινοίαι διαστήσειε το συνημμένον, διαλελυμένον ενόησε και ψευδής η έννοια γίνεται, διαστήσασα <δηλονότι> το συνημμένον αεί. Δει ουν συνομολογούσαν έχειν τών λόγων την έννοιαν. Ένα λέγεις Χριστόν, τον αυτόν Θεόν και άνθρωπον; ουκούν ένα και νόει... μη ουν προς φύσεις διισταμένας καταγάγης τον λογισμόν, Θεού την άκραν θαυματουργήσαντος ένωσιν. Πίστευε τω θαύματι και μη ερεύνα λογισμοίς το γενόμενον. Μη καταλύσης το θαύμα, ευρείν τον λόγον φιλονεικών. ου γαρ μένει το θαύμα ού ο λόγος γνωρίζεται. Ει τού γενομένου γνώριμος ο λόγος, ουκέτι σημείον ουδέ θαύμα το γεγονός. ει δε σημείον και θαύμα, καταλιπών λογισμούς την πίστιν ανάλαβε, ομολογών ένα κύριον Ιησούν Χριστόν και Θεόν και άνθρωπον τον αυτόν ουδέ επινοίαις ουδέ λογισμοίς διιστάμενον, ίνα μη τα ενωθέντα λογισμοίς διαστήσαντες οικονομίαν σωτήριον αρνησώμεθα. Ει γαρ ένωσις Θεού και ανθρώπου δια τής οικονομίας γνωρίζεται, ο την ένωσιν διαστήσας την οικονομίαν ηρνήσατο. πιστεύσωμεν ουν τής οικονομίας τοις θαύμασιν, ίνα πιστευθείς ο Χριστός τοις ομολογούσι ταύτην την χάριν βασιλείαν ουρανών δωρήσηται, ης γένοιτο πάντας ημάς επιτυχείν χάριτι τού Χριστού, ώ η δόξα εις τους αιώνας. αμήν".
ευκολώτερα μπορούμε να βρούμε την φράση πίστευε και μη ερεύνα στον πλάτωνα
«καίπερ άνευ τε εικότων και αναγκαίων αποδείξεων» (Τίμαιος (40, d))