Επισκέπτης
Ξεκινάω αυτό το θέμα με βάση το άρθρο που θα διαβάσετε παρακάτω! Ως πότε θα σκοτωνόμαστε μεταξύ μας επειδή δεν γουστάρει κάποιος την ομάδα που υποστηρίζει κάποιος, ακόμα και εδώ μέσα ενώ σε κάποια θέματα κάνουμε συζητήσεις με σωστό διάλογο μόλις πεις μία αντίθετη άποψη για την ομάδα κάποιου γίνεται στόχος λεκτικής επίθεσης από κάποιους λες και αποπειράθηκες να τους σκοτώσεις!Ήμαρτον πια ήμαρτον!!!
Παραδέχομαι πως η άσκοπη βία των γηπέδων, εκεί που τα «καμένα μυαλά» λειτουργούν σαν «ιδιωτικός στρατός» του εκάστοτε ποδοσφαιροπαράγοντα, είναι μια από τις πιο απεχθείς εκδηλώσεις της καπηλείας του ποδοσφαίρου από τους σφετεριστές του.
Το ποδόσφαιρο, όπως κάθε ανθρώπινη ενασχόληση, ανήκει σε εκείνες τις δραστηριότητες που «περιέχουν τη δυναμική τόσο για το καλό όσο και για το κακό». Η ουσία, τελικά, είναι ποιος ελέγχει αυτήν την (κάθε) ανθρώπινη δραστηριότητα. Πώς την κατευθύνει, πώς την αξιοποιεί, στην υπηρεσία ποιων συμφερόντων τη θέτει, ποιο είναι το μήνυμα που προάγει μέσω αυτής της ενασχόλησης. Υπ' αυτό το πρίσμα, το ποδόσφαιρο, γενικότερα οι αθλητικοί χώροι, είναι το πεδίο εκδήλωσης της βίας και όχι οι τόποι παραγωγής της. Η παραγωγή της βίας έχει ήδη συντελεστεί (και έχει συντελεστεί ανεξάρτητα από το ποδόσφαιρο ως παιχνίδι) έξω από το γήπεδο, εκεί (σε κάθε δηλαδή κοινωνικοοικονομική πτυχή του συστήματος της «αγοράς») όπου δεσπόζει η αρχή της «πάση θυσία» επίτευξης (ακόμα και επί πτωμάτων) της «επιτυχίας» και της «νίκης».
Οι πληγές που ανοίγουν στο σώμα του ποδοσφαίρου από τη μετατροπή του στα χέρια των αφεντάδων του σε ένα παρά φύσιν εμπόρευμα είναι πολλές. Τέτοιες πληγές είναι η βία στα γήπεδα, το ντόπινγκ, η ποικιλότροπη «αγοραπωλησία» του αθλήματος («παράγκες», «σικέ» αγώνες, τζόγος, κλπ.).
Σε ό,τι αφορά ειδικά στη βία, δεν προέρχεται από τη φύση του παιχνιδιού, αλλά είναι μια προκατασκευασμένη και κατευθυνόμενη αγριότητα που κυοφορείται και σχεδιάζεται στα γραφεία των ομίλων που ελέγχουν τις ΠΑΕ και ακριβώς αυτά τα συμφέροντα εξυπηρετεί και για το λόγο αυτό «κατασκευάστηκε». Οι οπαδικοί στρατοί (που δεν έχουν καμία σχέση με το γνήσιο οπαδικό κίνημα) «κατασκευάστηκαν» από τους Φρανκενστάιν των ΠΑΕ γιατί είδαν ότι με αυτόν τον τρόπο μπορούσαν να εξυπηρετήσουν τη δίψα τους για σταθεροποίηση και διεύρυνση της ισχύος των κάθε λογής προέδρων ή του κάθε «υποκειμένου» (μπορεί να είναι κράτος, κυβέρνηση, τοπικός ή οικονομικός παράγοντας) που οικειοποιείται το ποδόσφαιρο για ίδιον όφελος.
Το «αφιόνι» αποτελεί καταλύτη για την προώθηση κρατικών πολιτικών (όπως τα τελευταία μέτρα της κυβέρνησης) και λιπαντικό για εξασφάλιση κερδών από τους ηθικούς αυτουργούς των προεδρικών «θηριοτροφείων», αφού, τελικά, αυτοί οι εξαγριωμένοι και αφιονισμένοι οπαδοί είναι μια ελεγχόμενη ασπίδα προστασίας και ένας κατευθυνόμενος πολιορκητικός κριός για την προώθηση των συμφερόντων του κάθε προεδροπαράγοντα - διαχειριστή της συλλογικής ταυτότητας της ομάδας.
Αυτή, λοιπόν, η βία είναι δεμένη με χίλια νήματα με το εμπορευματοποιημένο ποδόσφαιρο, με τους επιχειρηματικούς ομίλους και τα πολιτικά κέντρα που το διευθύνουν. Πίσω από τα «καμένα μυαλά» υπάρχει ένα ολόκληρο σύστημα που μετατρέπει την αγάπη για την ομάδα και την ενασχόληση με το ποδόσφαιρο σε «συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα».
Αυτή η διαπλοκή είναι που εξασφαλίζει τη μόνιμη ατιμωρησία των ηθικών αυτουργών των ταραχών στα γήπεδα. Αυτή η διασύνδεση είναι που παρέχει ασυλία στους «γνωστούς - άγνωστους» και που επί μια 30ετία επαγγελματικού ποδοσφαίρου κατάντησε ανέκδοτο, την επομένη, κάθε φορά που γίνονται επεισόδια, να εμφανίζονται εκείνοι που αποτελούν μέρος του προβλήματος (κράτος, κυβερνήσεις, ΠΑΕ) και να υποδύονται τους αρμοδίους που θα δώσουν τη ...λύση στο πρόβλημα.
Το «έργο» για μια ακόμα φορά επαναλαμβάνεται. Μόνο που τώρα πια έχουν μακρά στόχευση: Τώρα πλέον έφτασαν να αξιοποιούν τη βία στο ποδόσφαιρο, που οι ίδιοι τη δημιούργησαν και τη διόγκωσαν, σαν άλλοθι και σαν αφορμή για να περάσουν «κάγκελα» όχι πια στις εξέδρες, αλλά στην ίδια τη συνείδηση των θαμώνων της εξέδρας. Οι τελευταίοι καλούνται να αποδεχτούν - «για το καλό τους» - σαν «κανόνα του παιχνιδιού» (!) την αστυνόμευση και το φακέλωμά τους.
Παραδέχομαι πως η άσκοπη βία των γηπέδων, εκεί που τα «καμένα μυαλά» λειτουργούν σαν «ιδιωτικός στρατός» του εκάστοτε ποδοσφαιροπαράγοντα, είναι μια από τις πιο απεχθείς εκδηλώσεις της καπηλείας του ποδοσφαίρου από τους σφετεριστές του.
Το ποδόσφαιρο, όπως κάθε ανθρώπινη ενασχόληση, ανήκει σε εκείνες τις δραστηριότητες που «περιέχουν τη δυναμική τόσο για το καλό όσο και για το κακό». Η ουσία, τελικά, είναι ποιος ελέγχει αυτήν την (κάθε) ανθρώπινη δραστηριότητα. Πώς την κατευθύνει, πώς την αξιοποιεί, στην υπηρεσία ποιων συμφερόντων τη θέτει, ποιο είναι το μήνυμα που προάγει μέσω αυτής της ενασχόλησης. Υπ' αυτό το πρίσμα, το ποδόσφαιρο, γενικότερα οι αθλητικοί χώροι, είναι το πεδίο εκδήλωσης της βίας και όχι οι τόποι παραγωγής της. Η παραγωγή της βίας έχει ήδη συντελεστεί (και έχει συντελεστεί ανεξάρτητα από το ποδόσφαιρο ως παιχνίδι) έξω από το γήπεδο, εκεί (σε κάθε δηλαδή κοινωνικοοικονομική πτυχή του συστήματος της «αγοράς») όπου δεσπόζει η αρχή της «πάση θυσία» επίτευξης (ακόμα και επί πτωμάτων) της «επιτυχίας» και της «νίκης».
Οι πληγές που ανοίγουν στο σώμα του ποδοσφαίρου από τη μετατροπή του στα χέρια των αφεντάδων του σε ένα παρά φύσιν εμπόρευμα είναι πολλές. Τέτοιες πληγές είναι η βία στα γήπεδα, το ντόπινγκ, η ποικιλότροπη «αγοραπωλησία» του αθλήματος («παράγκες», «σικέ» αγώνες, τζόγος, κλπ.).
Σε ό,τι αφορά ειδικά στη βία, δεν προέρχεται από τη φύση του παιχνιδιού, αλλά είναι μια προκατασκευασμένη και κατευθυνόμενη αγριότητα που κυοφορείται και σχεδιάζεται στα γραφεία των ομίλων που ελέγχουν τις ΠΑΕ και ακριβώς αυτά τα συμφέροντα εξυπηρετεί και για το λόγο αυτό «κατασκευάστηκε». Οι οπαδικοί στρατοί (που δεν έχουν καμία σχέση με το γνήσιο οπαδικό κίνημα) «κατασκευάστηκαν» από τους Φρανκενστάιν των ΠΑΕ γιατί είδαν ότι με αυτόν τον τρόπο μπορούσαν να εξυπηρετήσουν τη δίψα τους για σταθεροποίηση και διεύρυνση της ισχύος των κάθε λογής προέδρων ή του κάθε «υποκειμένου» (μπορεί να είναι κράτος, κυβέρνηση, τοπικός ή οικονομικός παράγοντας) που οικειοποιείται το ποδόσφαιρο για ίδιον όφελος.
Το «αφιόνι» αποτελεί καταλύτη για την προώθηση κρατικών πολιτικών (όπως τα τελευταία μέτρα της κυβέρνησης) και λιπαντικό για εξασφάλιση κερδών από τους ηθικούς αυτουργούς των προεδρικών «θηριοτροφείων», αφού, τελικά, αυτοί οι εξαγριωμένοι και αφιονισμένοι οπαδοί είναι μια ελεγχόμενη ασπίδα προστασίας και ένας κατευθυνόμενος πολιορκητικός κριός για την προώθηση των συμφερόντων του κάθε προεδροπαράγοντα - διαχειριστή της συλλογικής ταυτότητας της ομάδας.
Αυτή, λοιπόν, η βία είναι δεμένη με χίλια νήματα με το εμπορευματοποιημένο ποδόσφαιρο, με τους επιχειρηματικούς ομίλους και τα πολιτικά κέντρα που το διευθύνουν. Πίσω από τα «καμένα μυαλά» υπάρχει ένα ολόκληρο σύστημα που μετατρέπει την αγάπη για την ομάδα και την ενασχόληση με το ποδόσφαιρο σε «συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα».
Αυτή η διαπλοκή είναι που εξασφαλίζει τη μόνιμη ατιμωρησία των ηθικών αυτουργών των ταραχών στα γήπεδα. Αυτή η διασύνδεση είναι που παρέχει ασυλία στους «γνωστούς - άγνωστους» και που επί μια 30ετία επαγγελματικού ποδοσφαίρου κατάντησε ανέκδοτο, την επομένη, κάθε φορά που γίνονται επεισόδια, να εμφανίζονται εκείνοι που αποτελούν μέρος του προβλήματος (κράτος, κυβερνήσεις, ΠΑΕ) και να υποδύονται τους αρμοδίους που θα δώσουν τη ...λύση στο πρόβλημα.
Το «έργο» για μια ακόμα φορά επαναλαμβάνεται. Μόνο που τώρα πια έχουν μακρά στόχευση: Τώρα πλέον έφτασαν να αξιοποιούν τη βία στο ποδόσφαιρο, που οι ίδιοι τη δημιούργησαν και τη διόγκωσαν, σαν άλλοθι και σαν αφορμή για να περάσουν «κάγκελα» όχι πια στις εξέδρες, αλλά στην ίδια τη συνείδηση των θαμώνων της εξέδρας. Οι τελευταίοι καλούνται να αποδεχτούν - «για το καλό τους» - σαν «κανόνα του παιχνιδιού» (!) την αστυνόμευση και το φακέλωμά τους.