Μα τί 'φανταστικός' που είναι ο Γιωργάκης κι εμείς οι Άθλιοι τον κοροϊδεύουμε...χαχαχα
Επίσης, ο Γιωργάκης ως ΥΠΕΞ υπέγραψε το Δουβλίνο ΙΙ χάρη στο οποίο τους λαθραίους αιτούντες άσυλο
πρέπει να τους κρατάμε στην Ελλάδα (στην πρώτη χώρα εντός ΕΕ που φτάνουν, αντί να απαιτούσαμε την
ΑΝΑΛΟΓΙΚΗ διανομή τους και στις άλλες χώρες της ΕΕ) κι έτσι χάρη στην υπογραφή του
θα γίνουμε πολύ ευκολότερα μειονότητα στην Χώρα μας.
Επίσης, ο Γιωργάκης μας έλεγε τί καλό που είναι το Σχέδιο Ανάν ...χαχαχα Τελικά ποίον να πιστέψουμε 'μεγάλε'
τον Γιωργάκη ή τον ΕΘΝΑΡΧΗ Αείμνηστο Τάσο Παπαδόπουλο που είπε στο διάγγελμά του 'παρέλαβα Χώρα διεθνώς
αναγνωρισμένη και ΔΕΝ θα παραδώσω κοινότητα'.
Επίσης, ο Γιωργάκης μας δήλωσε σε συγκέντρωση ομογενών στον Καναδά οτι 'για να κοιμόμαστε ήσυχοι'
ας δώσουμε μερικά στρέμματα στον 'κακό γείτονα'
Α ΡΕ ΠΟΣΟ ΛΟΒΟΤΟΜΗΜΕΝΟΙ ΕΙΣΤΕ (που μάλλον 'θα τα πέρνετε' κατά την γνώμη μου...χεχεχε) ΓΙΑ ΝΑ ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΕΤΕ
ΑΥΤΟ ΤΟ ΑΜΕΡΙΚΑΝΑΚΙ !!!
Υ.Γ. 'Αφιερωμένο' στους 'πανέξυπνους θαυμαστές' του Γιωργάκη:
“Σπείραν Ανέμους, Θερίζουν
Θύελλες”.
Του Θωμά Στεφ. Σάρα.
Επί τέσσερις ολόκληρες δεκαετίας τώρα, προσπαθεί αυτή η φωνή να ενημερώσει τους αναγνώστες της για τους σοβαρούς κινδύνους που αγκάλιαζαν, καθημερινά και περισσότερο, το εθνικό κέντρο, καθώς επίσης και αυτήν την ίδια την ύπαρξη και συνέχιση μας ως έθνους. Το αποτέλεσμα ήταν να βρεθεί τόσο ο αρχισυντάκτης, όσο και η επιθεώρηση μπροστά στην κάννη της καταδιωκτικής μανίας της Αθήνας και των διπλωματών της, οι οποίοι χωρίς κανένα ίχνος ντροπής για την πολιτική της εθνικής μειοδοσίας που εφάρμοζαν, έφθασαν μέχρι του σημείου να οργανώνουν ομάδες ομογενών εναντίον μας, ελπίζοντας ότι έτσι θα υποχρέωναν την επιθεώρηση να αλλάξει πολιτική και να πάψει κάθε συνεργασία με τον αρχισυντάκτης της, ή να αντιμετωπίσει την πιθανότητα διακοπής της έκδοσης, λόγω των πιέσεων που ασκούσαν πάνω στους ομογενείς που μας έδιναν διαφημίσεις. Θυμάμαι όταν κάποια χρονιά παραβρέθηκα σε ένα από τα περίφημα “δημοσιογραφικά Συνέδρια της Σαμοθράκης”,όπου και είχα την “τιμή” να γνωρίσω προσωπικά όλους εκείνους οι οποίοι προσπαθούσαν να επιβάλλουν την εθνοβόρα πολιτική του τότε υπουργού των εξωτερικών της Ελλάδας Γιωργάκη Παπανδρέου. Ήταν η εποχή της εφαρμογής του σχεδίου Λουνς, γνωστού ως “Φαιδώρα” για την ρύθμιση των ΕλληνοΤουρκικών σχέσεων, την επίλυση του Κυπριακού σε βάρος του Κυπριακού Ελληνισμού και την κατά τρόπο δελεαστικό διασπορά του ΕλληνοΚυπριακού λαού στην Αγγλία, την Ελλάδα, την Αμερική, τον καναδά και την Αυστραλία, και τέλος την αποδοχή του δόγματος δημιουργίας του κράτους “Μακεδονίας”, όπως τόσο χαρακτηριστικά αναφέρει το απόρρητο σημείωμα του Λουνς προς τους ηγέτες των εταίρων του ΝΑΤΟ, μεταξύ των οποίων και της Ελλάδας, χωρίς απολύτως καμία αντίδραση από την Αθήνα, η οποία πίστεψε ότι με τον καιρό ο Ελληνικός λαός θα είχε κουραστεί και θα αποδεχόταν το νέο κράτος με αυτό το όνομα. Ο Γιώργος Παπανδρέου, ως γνωστόν, ύστερα από την επιμονή του πατέρα του Ανδρέα, διορίσθηκε υπεύθυνος της εφαρμογής του σχεδίου για την παραπληροφόρηση των Ελλήνων και την εύκολη, κατά δύναμη, εφαρμογή του σχεδίου. Μέσα στα πλαίσια αυτής της επιχείρησης ο Γιώργος διαχειρίσθηκε δισεκατομμύρια δραχμών, τα οποία διετέθησαν σε ενίσχυση των εφημερίδων που εκδίδονται στα νησιά του Αιγαίου, με την δημιουργία μάλιστα και ειδικής ένωσης των “δημοσιογράφων του Αιγαίου”, τα μέλη της οποίας είχαν το μεγάλο προνόμιο της χρηματοδότησης υπό την προϋπόθεση της ευνοϊκής για τα σχέδια αρθρογραφίας τους. Ήταν οι εποχή που οι εκδότες των εντύπων της Χίου και των άλλων νησιών του ανατολικού Αιγαίου, τάσσονταν υπέρ της δημιουργίας οικονομικής ζώνης συνεργασίας με την Τουρκία, για το συμφέρον και την ανάπτυξη των περιοχών. Την πολιτική αυτή φιλοσοφία, ως γνωστόν, Καλλιεργεί για δεκαετίες τώρα η Τουρκία, η οποία μάλιστα την διδάσκει τόσο στα σχολεία της, όσο και την στρατιωτική σχολή πολέμου, με τον ισχυρισμό ότι η ίδια αδικήθηκε με τις συνθήκες που προέβλεπαν την απόδοση όλων των νησιών του Αιγαίου στην Ελλάδα. Παρόμοια ήταν και η φιλοσοφία που μετέδωσε και στην τότε ηγεσία του ΝΑΤΟ, ότι θα ήταν προς το συμφέρον των κατοίκων των νήσων του ανατολικού Αιγαίου εάν η ευθύνη διοίκησης, πολιτική και οικονομική, δινόταν στην Άγκυρα. Μέσα στα πλαίσια αυτής της πολιτικής λοιπόν η ευθύνη για την προώθηση της συμφωνίας για την Ελλάδα δόθηκε στον Γιώργο Παπανδρέου και για την Τουρκία στον τότε υπουργό εξωτερικών Ισμαήλ Τζεμ, με τον οποίο ο Γιωργάκης επιδόθηκε στη γνωστή διπλωματία των χορών. Το σχέδιο απέβλεπε στην προώθηση των δύο ανδρών στο αξίωμα της πρωθυπουργίας των δύο χωρών, ώστε να ολοκληρωθεί επιτυχώς αυτό το σχέδιο εθνικής μειοδοσίας σε βάρος των δικαίων του Ελληνικού λαού.
Αυτό ακριβώς σε υπονοούσε η φράση του Γιώργου Παπανδρέου, κατά την διάρκεια απάντησης του σε σχετική ερώτησή μου, με την ευκαιρία αναφοράς του προς τους εκπροσώπους των ομογενειακών μέσων μαζικής ενημέρωσης, ότι: “ότι είναι καλύτερα να έχουμε μερικά στρέμματα γης λιγότερα από ότι μας ανήκει και να κοιμόμαστε ήσυχοι τα βράδια, παρά να διατηρούμε ότι μας ανήκει και να μην μπορούμε να ησυχάσουμε από τον φόβο κάποιας επίθεσης κάποιου κακόπιστου γείτονα.” Θα ήθελα να τονίσω ότι γνωρίζοντας αυτές τις λεπτομέρειες είχα αναφερθεί πάνω στο σχέδιο κατ’ επανάληψη στην σχετική αρθρογραφία μου στην επιθεώρηση Πατρίδες, από το 1975 και μετά. Ήταν μια δύσκολη περίοδος για μένα και την επιθεώρηση, καθώς οι εκπρόσωποι της Αθήνας μας είχαν κηρύξει ολοκληρωτικό πόλεμο. “Έπειτα από κάθε σου έκδοση, ευχόμουν να είναι η τελευταία”, μου εξομολογήθηκε μια μέρα στην Οτάβα ο τότε πρέσβης της Ελλάδας και πρώην γενικός πρόξενος στο Τορόντο, Γιάννης Θωμόγλου. “Κάθε έκδοσή σας, δημιουργούσε και νέες αιτίες για πονοκέφαλο.” Πιθανόν να είχε δίκαιο. Το βέβαιο πάντως είναι ότι αποτελεί υποχρέωση του δημοσιογράφου η πλήρης και άφοβη ενημέρωση του αναγνωστικού του κοινού για τις παγίδες και τα λοφία που σκοτεινά συμφέροντα στήνουν ολόγυρα. Αυτοί ήταν και οι λόγοι που κατέβαλλα κάθε προσπάθεια στις αρχές της δεκαετίας του ’90 να πίσω τις δύο πλευρές για την ανάγκη της συμβιβαστικής λύσης της ονομασίας της νέας διοικητικής περιφέρειας των Βαλκανίων ως “Σλάβο-Μακεδονίας”, κάτι το οποίο δημιουργούσε το απαραίτητο μέτρο διαφοράς μεταξύ των δύο γειτόνων λαών. Η πρόταση εκείνη μολονότι, αρχικά, έγινε, αποδεκτή από τα Σκόπια και την Αθήνα, στις μέρες που ακολούθησαν απορρίφθηκε από τον τότε πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, εξ αιτίας της απειλής του υπουργού του επί των εξωτερικών Σαμαρά να καταψηφίσει και να “ρίξει την κυβέρνηση” η οποία στηριζόταν στην πλειοψηφία του ενός βουλευτή. Την πληροφορία αυτή έλαβα αργότερα από τον στρατηγό Γλιράκη, πρωθυπουργικό σύμβουλο του κ. Μητσοτάκη και διαπραγματευτή με την διοίκηση του Γκλιγκόροφ. Σύμφωνα μάλιστα με τον στρατηγό ο πρόεδρος της νεαρής σλαβόφωνης δημοκρατίας ήταν τόσο ενθουσιασμένος ώστε σε κάποια προσωπική τους συζήτηση του δήλωσε ότι το επόμενο βήμα του ιδίου θα ήταν η έναρξη συνομιλιών με την Αθήνα για την δημιουργία ομοσπονδίας μεταξύ των δύο γειτόνων κρατών. Αναφέρομαι σε αυτήν την λεπτομέρεια επειδή γνωρίζω ότι παρόμοια πρόταση έκανα οι Αλβανοί μέσω του Βόρειο-Ηπειρώτη γιατρού Βασίλη Φώτου προς την Αθήνα. Η τελευταία υποσχέθηκε να εξετάσει το ζήτημα και να επανέλθει, χωρίς ωστόσο να κάνει καμία κίνηση. Την πληροφορία αναφέρει ο Βασίλης Φώτος στο βιβλίο του
“Προσπάθειες για την Λευτεριά”, το οποίο εξέδωσε εδώ και μερικά χρόνια στο Σικάγο όπου ζει με την οικογένειά του.
Αυτή είναι και η αιτία του παραλληλισμού που έκανα, στις δύο τελευταίες εκδόσεις της επιθεώρησης, γύρω από τη φιλοσοφία των διπλωματών των δύο χωρών, της Ελλάδας και της Τουρκίας. Οι μεν διπλωμάτες της Ελλάδας, στέλνονται σε κάποια αποστολή, ανά τη γη, η δε μοναδική φροντίδα που έχουν είναι το πως θα τα καταφέρουν να τα πάνε καλά με τους “ηγέτες” της εκεί ομογένειας και φυσικά την μεγάλη και αιώνια πληγή του κλήρου, ο οποίος δεν δέχεται κανένα συμβιβασμό για το χειροφίλημα, το οποίο υποβαθμίζει και προσβάλει τον άνθρωπο και τον χαρακτήρα του, λες και ζούμε στον Βυζαντινό μεσαίωνα. Εκείνοι δε της Τουρκίας, εργάζονται δυναμικά και πυρετωδώς για την προώθηση των συμφερόντων της Άγκυρας. Θυμάστε ελπίζω την συνομιλία μου με τον Ντέϊβιντ Κόλονεττ, και τα σχόλια του ως υπουργός εθνικής άμυνας του Καναδά, γύρω από τις Τουρκικές διεκδικήσεις και την “ένοχη σιωπή”, των διπλωματών της Αθήνας. Πρόσφατα, την περασμένη εβδομάδα, επισκέφθηκε την Άγκυρα και Κωνσταντινούπολη ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ, μίλησε μάλιστα στα μέλη της μεγάλης Τουρκικής εθνοσυνέλευσης ζωγραφίζοντας με τα πλέον έντονα χρώματα το μεγαλείο του “πολιτισμού της Τουρκίας.” Το ερώτημα ωστόσο που δημιουργείται είναι ποιού πολιτισμού. Η χώρα αυτή ευθύνεται για τον σφαγιασμό του Ελληνικού στοιχείου από το 1821 μέχρι το 1832, την ολική καταστροφή της Χίου και των Ψαρών, το κάψιμο της Πελοποννήσου από τα μπαϊράκια του Δραγούμη, την Γενοκτονία των Αρμενίων, των Ασσυρίων, των Ποντίων και των Ελλήνων της Μικράς Ασίας από το 1919 έως το 1925, την βίαια εθνοκάθαρση που επέβαλλε πάνω στα απομεινάρια της γενοκτονίας αυτών των λαών, παρ’ όλα αυτά ο ξεπεσμένος πλέον “πλανητάρχης” έτρεξε να διαλαλήσει τον σεβασμό του στο “Τουρκικό Πολιτισμό.” Το γεγονός, για άλλη μια φορά, μου θυμίζει τα λόγια του υπουργού Άμυνας του Καναδά, “Νομίζεις ότι αυτή η γενιά των πολιτικών γνωρίζει την ιστορία της Ελλάδας ή της Τουρκίας; ” που είχε πει, “όχι ασφαλώς, απλώς ακούει αυτά που ισχυρίζονται οι διπλωμάτες της Τουρκίας, χωρίς την αντίστοιχη εκδοχή εκείνων της Ελλάδας και φυσικά έτσι γίνεται η παραπληροφόρηση.” Προσωπικά δε πιστεύω ότι ο συνομιλητής μου είχε και έχει δίκαιο. Η Τουρκία σήμερα διαθέτει έναν πολυδαίδαλο προπαγανδιστικό μηχανισμό στην Ουάσιγκτον και μέχρι και την Οτάβα. Οι τουρκικής καταγωγής Αμερικανοί και Καναδοί πολίτες εργάζονται οργανωμένα και επί τη βάσει σχεδίων. Σχεδίων προπαγανδιστικών τα οποία δημιουργούν εντυπώσεις στη κοινή γνώμη. Το Δεκέμβριο του 2008, βρέθηκα καλεσμένος σε κάποια εκδήλωση του Τουρκικού Λόμπι στο πολυτελές ξενοδοχείο Royal York. Η εκδήλωση παρουσιάστηκε σαν εκδήλωση διαθρησκευτικής προσευχής, μέσα στα πλαίσια του Καναδικού πολυπολιτιστικού μωσαϊκού. Ομολογώ δε το πόσο εντυπωσιάσθηκα, όταν διαπίστωσα ότι σε κάποια προβολή της εκδήλωσης γινόταν κεντρική αναφορά στην επιθεώρηση Πατρίδες, το γεγονός σχολίασα μάλιστα με την Ειρήνη Κερογλίδου, η οποία με την σειρά της εξέφρασε το δικό της εντυπωσιασμό. Το σημείο της αναφοράς μου στο συμβάν αυτό έγκειται στην προπαγανδιστική πρακτική των οργανώσεων τους να παρουσιασθούν ως μεγαλόψυχοι και ανεκτικοί όλων των πολιτισμών και γλωσσών, χωρίς ωστόσο και να αποκλείω το ενδεχόμενο προβολής της ιδέας ότι και οι Έλληνες αποτελούν μέρος του Τουρκικού πολιτιστικού χώρου. Όλα αυτά δε μέσα στη πλατιά έννοια του πολυπολιτισμικού Καναδά. Καιρός όμως να ερευνήσουμε και τη δική μας πλευρά. Η περίφημη κοινότητα και οι αναρίθμητοι σύλλογοι μας ζουν και εργάζονται απομονωμένοι μέσα στα πλαίσια ενός πολιτιστικού “γκέτο” που κάθε μέρα το καλλιεργούν όλο και περισσότερο. Ευτυχώς που διαθέτουμε ορισμένους ομογενείς πολιτικούς οι οποίοι, κατά διαστήματα, σηκώνονται να μιλήσουν στα κοινοβούλια για την ομογένεια, την Ελλάδα, το πολιτισμό και τη σημασία μας ως λαού στη διαμόρφωση των αξιών της Δύσης. Το Μόντρεαλ, χωρίς αμφιβολία έχει επιτύχει πολλά περισσότερα από εκείνους του Τορόντο, το ίδιο και το κογκρέσο του Βανκούβερ. Αξιόλογοι ομογενείς οι οποίοι θα μπορούσαν να προσφέρουν πολλά στον τομέα προβολής της ομογένειας, έχουν παροπλισθεί και περιθωριοποιεί στο στενό τους προσωπικό περιβάλλον, ενώ έχουν την διάθεση, το χρόνο και τον ενθουσιασμό να βοηθήσουν και να συμβάλλουν στα κοινά. Η εικόνα αυτή δεν φαίνεται να αλλάζει σε ότι αφορά τον οργανωμένο ελληνισμό της παροικίας, καθώς τα ίδια σχεδόν, κουρασμένα από την πολυχρόνια ενασχόλησή τους, άτομα, αυτό βαφτίζονται τα τελευταία δέκα τρία χρόνια ως οι ηγέτες της παροικίας. Το γεγονός αυτό από κοινού με εκείνο της φυσικής φθοράς της γενιάς των πρώτων μεταναστών από την Ελλάδα, δυστυχώς αρχίζει να διαγράφει την μεγαλύτερη απειλή για το μέλλον και την πρόοδο της παροικίας. Μιας παροικίας της οποίας όλες οι εκδηλώσεις, κατά γενικό κανόνα, πραγματοποιούνται μέσα στα πλαίσια του φυλετικού μας γκέτο. Ένα στοιχείο το οποίο πραγματικά είναι πολύ άσχημο και δεν αφήνει περιθώρια ανάπτυξης και προβολής μας ως στοιχείου δυναμικού. Τον Φλεβάρη του 2009, με την ευκαιρία των γιορτασμών των γενεθλίων του Γκώτσε Δέλτσεφ, από την σλαβόφωνη παροικία των υποστηρικτών των Σκοπίων, την εκδήλωση τίμησαν με την παρουσία τους ο υπουργός μετανάστευσης και Ιθαγένειας του Καναδά καθώς επίσης και ο πρωθυπουργός της ομοσπονδιακής κυβέρνησης Στήβεν Χάρπερ. Οι δύο ομιλητές αναφέρθηκαν με τους ευγενέστερους χαρακτηρισμούς για τα μέλη των οργανισμών, (Ενωμένοι Μακεδόνες, Παιδιά του Αιγαίου και Κοινότητα του Αγίου Κλήμη), που διοργάνωσαν την εκδήλωση. Ένα γεγονός το οποίο ξεσήκωσε θύελλα αγανάκτησης μεταξύ πολλών μελών της παροικίας. “Είναι δυνατόν να συμβαίνουν παρόμοια γεγονότα και να ανεχόμαστε ,” μου δήλωσε ο Γιάννης Τσόπελας και συμπλήρωσε ότι το γεγονός αποδεικνύει την ύπαρξη προβλήματος στις τάξεις μας. Συμφωνώ με τον ομογενή συνομιλητή μου.
Όταν οι λεγόμενοι ηγέτες μας εμφανίζονται με συγκεκριμένες πολιτικές θέσεις, οι οποίες προφανώς εξυπηρετούν τις δικές τους προσωπικές πολιτικές φιλοδοξίες, θα πρέπει να γνωρίζουν ότι έτσι δυναμιτίζουν τα θεμέλια των πολιτικών συμφερόντων μας ως πολιτιστικής κοινότητας. Τα κόμματα διαθέτουν μηχανισμούς οι οποίοι παρακολουθούν και καταγράφουν τις πολιτικές ενέργειες και προτιμήσεις αυτών των στελεχών, στην δε κατάλληλη στιγμή μας ανταποκρίνονται ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που επιδείξαμε και εμείς. Είναι δε απαραίτητο, όταν κάποιος, νέος ή ηλικιωμένος, ομογενής, αποφασίσει να διαθέσει χρόνο και δουλιά προκειμένου να εργασθεί για τα συλλογικά μας πράγματα, να γνωρίζει ότι δυστυχώς δεν μπορεί ταυτόχρονα, -τουλάχιστον επίσημα-, να προωθεί προσωπικές πολιτικές του φιλοδοξίες συνεργαζόμενος με μία πολιτική παράταξη. Η παράβαση αυτού του κανόνα φέρνει σαν αποτέλεσμα τις εμπειρίες που μας έδωσε ο φετινός Φλεβάρης. Μια λεπτομέρεια την οποία, είμαι βέβαιος ότι, γνωρίζει πολύ καλά, -από προσωπική εμπειρία- και η κεφαλή της Έλληνο Ορθόδοξης εκκλησίας του Καναδά. Το χειρότερο είναι ότι σε παρόμοιες καταστάσεις συνεργούν πολλές φορές και,οι κατά περιόδους, διπλωμάτες της Αθήνας, οι οποίοι ενθουσιάζονται από τα επιφανειακά δεδομένα και γίνονται συνεργοί σε παρόμοιες καταστάσεις οι οποίες αργότερα παρουσιάζονται ως ενάντιες στα πλατιά συμφέροντα της ομογένειας και του έθνους.