Α κατά σύμπτωση βρήκα κι ένα ωραίο κειμενάκι από ένα περιοδικό τη "Γαλέρα". ΠΟΛΥ ΣΩΣΤΟ μου φαίνεται.
Οι αφορµές για θερινό θυµό είναι πολλές, λοιπόν, και δικαιολογηµένες, αλλά τροφοδοτούν εκείνο το πονηρό ανακλαστικό περί «κλασικού Έλληνα» ή «κωλοέλληνα». Το οποίο υπονοεί ότι η αυθαιρεσία, η απατεωνιά, η διαφθορά, εντέλει, είναι ένα ιδιαίτερο εθνικό χαρακτηριστικό, ένα δαιµόνιο της φυλής (ποιο είναι το έθνος και ποια η φυλή είναι µια άλλη πονεµένη ιστορία πνιγµένη στον φυσικό και καταναγκαστικό κοσµοπολιτισµό µας).
Η βολική µυθολογία συναντάται στα χαµηλά και στα ανώνυµα, ακµάζει και στα ψηλά και στα επώνυµα. Στα θερινά κι ανάλαφρα του παραθεριστικού θυµού, στα φθινοπωρινά και βαριά τής πολιτικής οργής• βλέπε Siemens, Cosmote και λοιπές χοντρές δικογραφίες µε προορισµό τα αρχεία ή τη δηµόσια φλυαρία. Στον αστερισµό των σκανδάλων είναι εξαιρετικά δηµοφιλής η άποψη ότι όλα είναι κωλοδουλειά των κωλοελλήνων: η Ελλάδα είναι η πιο διεφθαρµένη χώρα στον κόσµο, είναι στο πολιτικό µας DNA η απάτη, η µίζα, η συναλλαγή κάτω από το τραπέζι, το πολιτικό χρήµα. Η Ελλάδα είναι η παγκόσµια εξαίρεση ενός υγιούς και έντιµου οικονοµικού πολιτισµού. Ο ελληνικός καπιταλισµός βουλιάζει στη διαφθορά, ενώ ο γερµανικός, ο γαλλικός, ο αγλλοσαξωνικός καπιταλισµός είναι οι κιβωτοί τής αγνότητας και της αγιοσύνης. Τέτοια ακούω, ακόµη και από σοβαρούς ανθρώπους, και µου ’ρχεται να πνιγώ στο Paradise τής Μυκόνου, στον Μύρτο τής Κεφαλλονιάς ή στον Σίµο τής Ελαφονήσου.
Σ’ αυτό τον ιδεολογικό αφρό, στη λαϊκή ανοησία περί κωλοελλήνων επιχειρεί να επιπλεύσει το κοµµατικό σύστηµα και η οικονοµική και κοινωνική ελίτ, η οποία δεν µπορεί να διανοηθεί καν ότι η Siemens θα έπρεπε, πολύ πριν επιδοθεί στα ελληνικά της ανδραγαθήµατα, να έχει καθίσει στο εδώλιο για εγκλήµατα κατά της ανθρωπότητας ενός περίπου αιώνα. Και όχι µόνο η Siemens. Αλλά η εγχώρια ελίτ προτιµά να παίζει το χαρτί τού εθνικού φολκλόρ, κι ας τσαλακώνει το κοσµοπολίτικο ταµπεραµέντο της. Βολεύεται στο επιχείρηµα: «µάθαν ότι γαµιόµαστε, πλακώσανε κι οι γύφτοι». Εννοείται ότι αυτό ουδόλως θίγει την υπεράνω ρατσισµού Siemens…
Στην πραγµατικότητα ισχύει ακριβώς το αντίθετο από όσα λέει και όσα υπονοεί το ιδεολόγηµα των κωλοελλήνων. Η διαφθορά –στις διαστάσεις, τις αποχρώσεις και τη µορφή οργάνωσης που πλέον τη γνωρίζουµε– δεν έχει καθόλου εθνικό χρώµα, δεν είναι ενδογενής. Είναι διεθνής και εισαγόµενη. Η διαφθορά που γνώρισε το ελληνικό κράτος, ο εγχώριος καπιταλισµός, τα µεταπολεµικά χρόνια είχε µια «καθαρή» απλοϊκή µορφή. Τόσο ώστε σχεδόν δεν υπαγόταν στον ορισµό τής διαφθοράς. Η επιχειρηµατική ελίτ αγόραζε τα κόµµατα εξουσίας. Ή τα κατασκεύαζε. Τα κόµµατα αγόραζαν τους ψηφοφόρους. Ή τους εφεύρισκαν. Οι ξένες κυβερνήσεις έχριζαν ηγέτες. Ή επέβαλαν χούντα. Απλά πράγµατα. Η µεταπολιτευτική πραγµατικότητα περιέπλεξε ελαφρώς τις συνθήκες, αλλά µέχρι και το 1989 (το βρόµικο, το καθαρό ή το γαριασµένο) δεν υπήρχε κανένα σαφές απαγορευτικό πλαίσιο που να καθιστούσε ύποπτες τις σχέσεις οικονοµικής και πολιτικής εξουσίας.
Η διαφθορά –µε το περιεχόµενο που σήµερα της δίνουµε– δεν είναι προϊόν τής ανηθικότητας των κωλοελλήνων, αλλά αποτέλεσµα της κυριαρχίας τού ηθικοπολιτικού δόγµατος του ανταγωνισµού. Οι απόφοιτοι του London School of Economics, του Harvard και όλων των ακαδηµαϊκών ναών τής οικονοµικής ορθοδοξίας, που αναρριχήθηκαν την τελευταία εικοσιπενταετία στο σταρ σύστεµ τής εξουσίας, εισάγοντας και επιβάλλοντας το δόγµα τού ανταγωνισµού, εισήγαγαν και επέβαλαν ουσιαστικά όλη τη νέα τεχνογνωσία και τεχνολογία τής διαφθοράς. Και µάλιστα στη σχιζοφρενική της συµβίωση µε την κουλτούρα τής «διαφάνειας» και της πολιτικής ορθότητας. Ονόµατα δεν λέµε, υπολήψεις δεν θίγουµε, αλλά τα Golden Boys (and Girls) τού νεοφιλελευθερισµού (και του συµπεριλαµβανόµενου εκσυγχρονισµού) είναι συγκεκριµένα, ευάριθµα και σχεδόν οµοιόµορφα διεσπαρµένα στο κοµµατικό µας σύµπαν. Υπουργοί, υφυπουργοί, γραµµατείς, σφουγγοκωλάριοι, µυστικοσύµβουλοι, τραπεζίτες, επιχειρηµατίες, νεοτζακάτοι και πεφωτισµένοι παλαιοτζακάτοι, είναι υπεύθυνοι ως εισηγητές και φορείς µιας αποηθικοποιηµένης οικονοµίας, του αµοραλιστικού καπιταλισµού των ηµερών µας που αποθέωσε το ιδιωτικό, δαιµονοποίησε το δηµόσιο και δηµιούργησε νέους διαύλους βρόµικου χρήµατος. Τελικά, τα Golden Boys µάς έριξαν στα σκατά που απολαµβάνουµε σήµερα.
Το µόνο παράδοξο είναι ότι συνόδευσαν αυτή την ηθική απελευθέρωση της συσσώρευσης χρήµατος µε την πιο θεαµατική υπερποινικοποίηση της άτυπης απόκτησής του. Έτσι, είναι θεµιτό ένα παράγωγο προϊόν να σπεκουλάρει µε δισεκατοµµύρια ευρώ κάθε µέρα στην τιµή τού σταριού, στην τύχη µιας επιχείρησης ή στην κατάρρευση µιας εθνικής οικονοµίας. Αλλά είναι αθέµιτο ένας απλός φορολογούµενος να καταθέσει στην τράπεζα 10.000 ευρώ χωρίς να αιτιολογεί πειστικά πώς τα απέκτησε. Να πει ότι τα βρήκε στον δρόµο, βρε αδερφέ, ή από φιλοδωρήµατα. Το αποτέλεσµα είναι να έχουµε πολλούς υποδίκους και κρατουµένους αλλά σχεδόν κανένα πραγµατικό ένοχο στη φυλακή. Το έξυπνο (και παµβρόµικο) χρήµα απολαµβάνει την ασυλία του. Το βρόµικο (και αφελές µέχρι βλακείας) χρήµα ελέγχεται εξουθενωτικά. Προφανώς το δεύτερο αποτελεί το άλλοθι για την ηθική αποχαλίνωση του πρώτου.
Είναι µάλλον απίθανο να δούµε τα «Χρυσά Αγόρια και Κορίτσια» του νεοφιλελευθερισµού να κάθονται κάποτε στο εδώλιο του κατηγορηµένου ως εισαγωγείς και ηθικοί αυτουργοί τής διαφθοράς νέου τύπου. Είναι πιο πιθανό να περάσουν ηρωικά στο πάνθεον των εκσυγχρονιστών τού εγχώριου καπιταλισµού. Εκτός αν σπάσει ο διάολος το ποδάρι του και βγουν στον αφρό τα «µύρια» που έχουν ενθυλακώσει, κρυµµένα σε υπεράκτιες εταιρείες ή σε λογαριασµούς µε εξωτικά ονόµατα (προσωπικά δεν έχω καµιά αµφιβολία γι’ αυτό: κάθε υπογραφή και λέξη τους αποτιµάται σε µερικές εκατοντάδες χιλιάδες). Οπότε, γαία πυρί µιχθήτω. Βλέπετε, είναι απρόβλεπτοι αυτοί οι κωλοέλληνες.