Bluevertigo
Μέλος
- Εγγρ.
- 6 Φεβ 2007
- Μηνύματα
- 393
- Like
- 4
- Πόντοι
- 1
Ο γυρισμός του ξενιτεμένου
-Παλιέ μου φίλε τί γυρεύεις;
χρόνια ξενιτεμένος ἦρθες
μὲ εἰκόνες ποὺ ἔχεις ἀναθρέψει
κάτω ἀπὸ ξένους οὐρανοὺς
μακριὰ ἀπ' τὸν τόπο τὸ δικό σου.
-Γυρεύω τὸν παλιό μου κῆπο•
τὰ δέντρα μου ἔρχουνται ὡς τὴ μέση
κι οἱ λόφοι μοιάζουν μὲ πεζούλια
κι ὅμως σὰν ἤμουνα παιδὶ
ἔπαιζα πάνω στὸ χορτάρι
κάτω ἀπὸ τοὺς μεγάλους ἴσκιους
κι ἔτρεχα πάνω σὲ πλαγιὲς
ὥρα πολλὴ λαχανιασμένος.
-Παλιέ μου φίλε ξεκουράσου
σιγά-σιγὰ θὰ συνηθίσεις•
θ' ἀνηφορίσουμε μαζὶ
στὰ γνώριμά σου μονοπάτια
θὰ ξαποστάσουμε μαζὶ
κάτω ἀπ' τὸ θόλο τῶν πλατάνων
σιγά-σιγὰ θὰ 'ρθοῦν κοντά σου
τὸ περιβόλι κι οἱ πλαγιές σου.
-Γυρεύω τὸ παλιό μου σπίτι
μὲ τ' ἀψηλὰ τὰ παραθύρια
σκοτεινιασμένα ἀπ' τὸν κισσὸ
γυρεύω τὴν ἀρχαία κολόνα
ποὺ κοίταζε ὁ θαλασσινός.
Πῶς θὲς νὰ μπῶ σ' αὐτὴ τὴ στάνη;
οἱ στέγες μου ἔρχουνται ὡς τοὺς ὤμους
κι ὅσο μακριὰ καὶ νὰ κοιτάξω
βλέπω γονατιστοὺς ἀνθρώπους
λὲς κάνουνε τὴν προσευχή τους.
-Παλιέ μου φίλε δὲ μ' ἀκοῦς;
σιγά-σιγὰ θὰ συνηθίσεις
τὸ σπίτι σου εἶναι αὐτὸ ποὺ βλέπεις
κι αὐτὴ τὴν πόρτα θὰ χτυπήσουν
σὲ λίγο οἱ φίλοι κι οἱ δικοί σου
γλυκὰ νὰ σὲ καλωσορίσουν.
-Γιατί εἶναι ἀπόμακρη ἡ φωνή σου;
σήκωσε λίγο τὸ κεφάλι
νὰ καταλάβω τί μου λὲς
ὅσο μιλᾶς τ' ἀνάστημά σου
ὁλοένα πάει καὶ λιγοστεύει
λὲς καὶ βυθίζεσαι στὸ χῶμα.
-Παλιέ μου φίλε συλλογίσου
σιγά-σιγὰ θὰ συνηθίσεις
ἡ νοσταλγία σοῦ ἔχει πλάσει
μιὰ χώρα ἀνύπαρχτη μὲ νόμους
ἔξω ἀπ' τὴ γῆς κι ἀπ' τοὺς ἀνθρώπους.
-Πιὰ δὲν ἀκούω τσιμουδιὰ
βούλιαξε κι ὁ στερνός μου φίλος
παράξενο πῶς χαμηλώνουν
ὅλα τριγύρω κάθε τόσο
ἐδῶ διαβαίνουν καὶ θερίζουν
χιλιάδες ἅρματα δρεπανηφόρα.
Γιώργος Σεφέρης
Χωρίς να έχει άμεση σχέση με το θέμα του θρεντ, το ποίημα αυτό αποτέλεσε την αφορμή, για ένα τυχαίο βύθισμα της σκέψης στο θέμα της φιλίας. Αναρωτιέμαι αν ποτέ η φιλία ήταν κάτι περισσότερο από μια μασκαρεμένη επιβολή ανωτερότητας, που έτρεφε τη ματαιοδοξία του ενός από τους δύο. Δεν με απασχολούν οι εξαιρέσεις. Οι εξαιρέσεις με βοηθούν να επιβιώσω, οι κανόνες όμως ορίζουν την ευτυχία ή την θλίψη της ζωής. Βλέπω ολόγυρα μου φίλους να μεταλλάσσονται. Εκεί που το κοινά βιωμένο αίσθημα , οδηγούσε τις σκέψεις και τα βήματα μας σε παράλληλους δρόμους, τώρα ένας συρφετός από κάθε είδους ανασφάλειες, αναζητά την επιβεβαίωση, μέσω της οικονομικής, επαγγελματικής ή κοινωνικής επιβολής στον φίλο, όμορφα σερβιρισμένης, με ένα χάδι στον ώμο, με ένα γελάκι, με ένα σχόλιο με την γκόμενα που τον έφτυνε μέχρι που τα χρόνια πέρασαν και του ΄κανε τη χάρη τελικά. Και δε μπορείς παρά να αναρωτηθείς, τι έγιναν τόσες ώρες μέσα στη ζάλη και την ευλογία του αλκοόλ, πως ξεθώριασαν οι δρόμοι των περιπλανήσεων, που δεν είχε και τόση σημασία που οδηγούσαν αλλά ήταν Ιθάκες φτιαγμένες από άντρες για άντρες; Και η ειλικρίνεια της σιωπής και οι χίλιες λέξεις του βλέμματος που ποτέ δεν ζήτησε, αλλά αρκέστηκε στην παρουσία , πως χώρεσαν όλα αυτά σε ένα μουνί;
Περιορισμένου εύρους η συλλογιστική μου, αλλά ήταν πολύ συγκεκριμένες οι εικόνες στο μυαλό μου. Η μεταμόρφωση και η αποστασιοποίηση των φίλων θεωρώ ότι είναι από τις πιο σκληρές αλήθειες της ζωής και δυστυχώς όπως και με τις ερωμένες που τους χαρίσαμε το χρόνο μας, δε μπορείς παρά να αναρωτηθείς και να μείνεις με ένα τεράστιο αναπάντητο γιατί;.
Έχω ακόμα έναν φίλο να αποτελεί την εξαίρεση και του αφιερώνω αυτό το θρεντ.
Ποιητικά ή χύμα, άκομψα, υστερόβουλα, νοσταλγικά, ο καθένας με τον τρόπο του, αν θέλει, ας καταθέσει τη γνώμη και την εμπειρία του, για φιλίες που δεν άντεξαν το βάρος του χρόνου και της αλήθειας.
-Παλιέ μου φίλε τί γυρεύεις;
χρόνια ξενιτεμένος ἦρθες
μὲ εἰκόνες ποὺ ἔχεις ἀναθρέψει
κάτω ἀπὸ ξένους οὐρανοὺς
μακριὰ ἀπ' τὸν τόπο τὸ δικό σου.
-Γυρεύω τὸν παλιό μου κῆπο•
τὰ δέντρα μου ἔρχουνται ὡς τὴ μέση
κι οἱ λόφοι μοιάζουν μὲ πεζούλια
κι ὅμως σὰν ἤμουνα παιδὶ
ἔπαιζα πάνω στὸ χορτάρι
κάτω ἀπὸ τοὺς μεγάλους ἴσκιους
κι ἔτρεχα πάνω σὲ πλαγιὲς
ὥρα πολλὴ λαχανιασμένος.
-Παλιέ μου φίλε ξεκουράσου
σιγά-σιγὰ θὰ συνηθίσεις•
θ' ἀνηφορίσουμε μαζὶ
στὰ γνώριμά σου μονοπάτια
θὰ ξαποστάσουμε μαζὶ
κάτω ἀπ' τὸ θόλο τῶν πλατάνων
σιγά-σιγὰ θὰ 'ρθοῦν κοντά σου
τὸ περιβόλι κι οἱ πλαγιές σου.
-Γυρεύω τὸ παλιό μου σπίτι
μὲ τ' ἀψηλὰ τὰ παραθύρια
σκοτεινιασμένα ἀπ' τὸν κισσὸ
γυρεύω τὴν ἀρχαία κολόνα
ποὺ κοίταζε ὁ θαλασσινός.
Πῶς θὲς νὰ μπῶ σ' αὐτὴ τὴ στάνη;
οἱ στέγες μου ἔρχουνται ὡς τοὺς ὤμους
κι ὅσο μακριὰ καὶ νὰ κοιτάξω
βλέπω γονατιστοὺς ἀνθρώπους
λὲς κάνουνε τὴν προσευχή τους.
-Παλιέ μου φίλε δὲ μ' ἀκοῦς;
σιγά-σιγὰ θὰ συνηθίσεις
τὸ σπίτι σου εἶναι αὐτὸ ποὺ βλέπεις
κι αὐτὴ τὴν πόρτα θὰ χτυπήσουν
σὲ λίγο οἱ φίλοι κι οἱ δικοί σου
γλυκὰ νὰ σὲ καλωσορίσουν.
-Γιατί εἶναι ἀπόμακρη ἡ φωνή σου;
σήκωσε λίγο τὸ κεφάλι
νὰ καταλάβω τί μου λὲς
ὅσο μιλᾶς τ' ἀνάστημά σου
ὁλοένα πάει καὶ λιγοστεύει
λὲς καὶ βυθίζεσαι στὸ χῶμα.
-Παλιέ μου φίλε συλλογίσου
σιγά-σιγὰ θὰ συνηθίσεις
ἡ νοσταλγία σοῦ ἔχει πλάσει
μιὰ χώρα ἀνύπαρχτη μὲ νόμους
ἔξω ἀπ' τὴ γῆς κι ἀπ' τοὺς ἀνθρώπους.
-Πιὰ δὲν ἀκούω τσιμουδιὰ
βούλιαξε κι ὁ στερνός μου φίλος
παράξενο πῶς χαμηλώνουν
ὅλα τριγύρω κάθε τόσο
ἐδῶ διαβαίνουν καὶ θερίζουν
χιλιάδες ἅρματα δρεπανηφόρα.
Γιώργος Σεφέρης
Χωρίς να έχει άμεση σχέση με το θέμα του θρεντ, το ποίημα αυτό αποτέλεσε την αφορμή, για ένα τυχαίο βύθισμα της σκέψης στο θέμα της φιλίας. Αναρωτιέμαι αν ποτέ η φιλία ήταν κάτι περισσότερο από μια μασκαρεμένη επιβολή ανωτερότητας, που έτρεφε τη ματαιοδοξία του ενός από τους δύο. Δεν με απασχολούν οι εξαιρέσεις. Οι εξαιρέσεις με βοηθούν να επιβιώσω, οι κανόνες όμως ορίζουν την ευτυχία ή την θλίψη της ζωής. Βλέπω ολόγυρα μου φίλους να μεταλλάσσονται. Εκεί που το κοινά βιωμένο αίσθημα , οδηγούσε τις σκέψεις και τα βήματα μας σε παράλληλους δρόμους, τώρα ένας συρφετός από κάθε είδους ανασφάλειες, αναζητά την επιβεβαίωση, μέσω της οικονομικής, επαγγελματικής ή κοινωνικής επιβολής στον φίλο, όμορφα σερβιρισμένης, με ένα χάδι στον ώμο, με ένα γελάκι, με ένα σχόλιο με την γκόμενα που τον έφτυνε μέχρι που τα χρόνια πέρασαν και του ΄κανε τη χάρη τελικά. Και δε μπορείς παρά να αναρωτηθείς, τι έγιναν τόσες ώρες μέσα στη ζάλη και την ευλογία του αλκοόλ, πως ξεθώριασαν οι δρόμοι των περιπλανήσεων, που δεν είχε και τόση σημασία που οδηγούσαν αλλά ήταν Ιθάκες φτιαγμένες από άντρες για άντρες; Και η ειλικρίνεια της σιωπής και οι χίλιες λέξεις του βλέμματος που ποτέ δεν ζήτησε, αλλά αρκέστηκε στην παρουσία , πως χώρεσαν όλα αυτά σε ένα μουνί;
Περιορισμένου εύρους η συλλογιστική μου, αλλά ήταν πολύ συγκεκριμένες οι εικόνες στο μυαλό μου. Η μεταμόρφωση και η αποστασιοποίηση των φίλων θεωρώ ότι είναι από τις πιο σκληρές αλήθειες της ζωής και δυστυχώς όπως και με τις ερωμένες που τους χαρίσαμε το χρόνο μας, δε μπορείς παρά να αναρωτηθείς και να μείνεις με ένα τεράστιο αναπάντητο γιατί;.
Έχω ακόμα έναν φίλο να αποτελεί την εξαίρεση και του αφιερώνω αυτό το θρεντ.
Ποιητικά ή χύμα, άκομψα, υστερόβουλα, νοσταλγικά, ο καθένας με τον τρόπο του, αν θέλει, ας καταθέσει τη γνώμη και την εμπειρία του, για φιλίες που δεν άντεξαν το βάρος του χρόνου και της αλήθειας.