Ἡ ὥρα τῆς Ἐθνικῆς Διαφωτίσεως
Η ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΝ ΑΜΦΙΒΟΛΩ
Εἶναι κοινὸς τόπος κατὰ τὴν τελευταίαν 4ετίαν τουλάχιστον νὰ προβληματιζόμεθα ἤ καὶ νὰ ἀγωνιῶμεν διὰ τὴν ἐργασίαν μας, εἴτε εἴμεθα μισθωτοί, εἴτε ἐλεύθεροι ἐπαγγελματίαι. Ὁ λόγος εἶναι ἡ προφανὴς κάμψις τῆς οἰκονομικῆς δραστηριότητος ἤ μάλλον ἡ μέχρι ἐξαφανίσεως μείωσις τῆς ῥευστότητος εἰς τὴν ἀγοράν, ἡ ὁποία πάντως κατὰ τὸ παρελθὸν προήρχετο ἐξ εὐχερῶς ἀποκτουμένων δανειακῶν κεφαλαίων. Ὀλίγοι πάντως έρευνοῦσι διὰ τὴν οὐσίαν τῆς ἐννοίας τῆς ἐργασίας καὶ σχεδὸν οὐδεὶς μετέβαλλεν τὰς πρακτικὰς καὶ τὰς συνηθείας του εἰς αὐτήν, ἐὰν κρίνωμεν ἐκ τῶν παρατηρήσεων ἡμῶν, ὁδηγώντων εἰς συμπεράσματα ὅμοια μετὰ τῶν τῆς πρὸ κρίσεως ἐποχῆς.
Ἐὰν θελήσωμεν νὰ στρέψωμεν τοὺς ὀφθαλμοὺς ἡμῶν πρὸς τὸ μεμακρυσμένον παρελθόν, θα διαπιστώσωμεν ὅτι ἡ ἐργασία άπετέλει διὰ τοὺς πλείστους λαοὺς, τῶν Ἑλλήνων συμπεριλαμβανομένων, ἕν δεινὸν τοῦ βίου, συγκαταλεγόμενον εἰς τὴν αὐτὴν κατηγορίαν μετὰ τῆς ἀσθενείας, τῆς σιτοδείας καὶ (διὰ τοὺς πλείστους) τοῦ πολέμου. Ἡ χειρωνακτικὴ ἐργασία ἦτο κατάρα καὶ ἡ πνευματικὴ δὲν ἀνεγνωρίζετο ὡς ἐργασία ἀλλὰ εἶχεν τὸν χαρακτήραν ἐρασιτεχνικῆς ἀπασχολήσεως προοριζομένης διὰ τὴν τέρψιν τῶν ὀλίγων δυναμένων ὅπως μὴ ἐργάζονται χειρωνακτικῶς. Τοιουτοτρόπως ὁ ἀρχαῖος Ἑλληνικὸς πολιτισμός, καίτοι κατακτήσας ὑψηλοτάτας πνευματικὰς κορυφὰς, δὲν κατώρθωσεν νὰ ἐξαγάγῃ τὴν ἀνθρωπότηταν ἐκ τοῦ ἐρέβους τῆς ὑλικῆς ἐνδείας, μὲ τὰς μεθόδους προσπορισμοῦ τῶν χρειωδῶν πρὸς τὸ ζῆν, καὶ κυρίως τῆς παραγωγῆς τροφίμων, οὐσιαστικῶς ἀμεταβλήτους ἀπὸ τοῦ λυκαυγοῦς τῆς ἁνθρωπίνης παρουσίας ἐπὶ τῆς ὑδρογείου ἔως τοῦ μέσου τοῦ ιη’ αἰῶνος.
Ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴν Μεταρρύθμισιν ἡ στάσις τῶν εὐρωπαϊκῶν λαῶν ἔναντι τῆς ἐργασίας ἀλλάσσει βαθμηδὸν καὶ ὁ ἐλεύθερος ἐργάτης, ὁ πρόδρομος τοῦ ἐλευθέρου ἐπαγγελματίου τῆς σήμερον, ἀρχίζει νὰ ἀπολαμβάνῃ κοινωνικῆς ἀναγνωρίσεως καὶ προστασίας. Δυστυχῶς εἰς τὴν ἐξέλιξιν αὐτὴ δὲν συμμετεῖχε τὸ ἔθνος μας, τῶν Ἑλλήνων διαβιούντων τότε ὑπὸ τὸν φρικτὸν ὀθωμανικὸν ζυγόν. Οἱ παραγωγικοὶ ἄνθρωποι ὅμως θὰ ἔδεε νὰ ἀναμένωσι ἐπὶ μακρὸν ἀκόμη χρόνον τὴν Βιομηχανικὴν Ἐπαναστασιν ἥτις ἔδωσεν αὐτοῖς τὰ μέσα ἐκφράσεως τῆς δημιουργικότητὰς των μεταβάλλουσα τοιουτοτρόπως τὸν βίον ἑκατομμυρίων ἐντὸς βραχέως χρονικοῦ διαστήματος.
Ἀτυχῶς ἡ εὐημερία δὲν ἦτο ποτὲ ὁ στόχος τῆς εὑρυτέρας κοινωνίας, τῆς πλειοψηφίας τῶν ἀνθρώπων κατὰ τὸν ιη’ αἰώναν, ὅπως καὶ σήμερον, ἀγομένης καὶ φερομένης ὑπὸ ἐνστίκτων καὶ παρορμήσεων, καὶ κατατριβομένης εἰς ἀντιπαλότητας καὶ μίση. Ἐπιτήδειοι αἱμοδιψεῖς ἀρχομανεῖς κατώρθωνον τὴν μεταβολὴν τοῦ πληθυσμοῦ εἰς ὄχλον μὲ συνέπειαν κοινωνικὰς ἐκρήξεις, ὦν μέγισται ἡ γαλλικὴ καὶ ἡ ρωσσικὴ ἐπανάστασις, καταστρέφουσας τὸ προϊὸν τοῦ μόχθου τῶν ἐντίμων ἀνθρώπων καὶ φέρουσας εἰς τὸ προσκήνιον τὴν πρωτόγονον ἀγριότηταν.
Ἡ πρωτόγονος ἀγριότης δὲν ἔπαυσεν ποτὲ ἐκδηλουμένη, ἀκόμη καὶ εἰς τὰς πλέον είρηνικὰς περιόδους. Σήμερον, μὲ τὰς κοινωνικὰς ἐντάσεις ἀναζωπυρουμένας συνεπείᾳ τῆς ἐντάσεως τῆς δράσεως τοῦ κομμουνισμοῦ, τῶν κομμουνιστῶν διαισθανομένων ὅτι ἡ κατάληψις τῆς ἐξουσίας ἐν Ἑλλάδι εὑρίσκεται ἐντὸς τῶν δυνατοτήτων των, αἱ βίαιαι συγκρούσεις ἐκσποῦν εἰς κάθε ἐπίπεδον κοινωνικοποιήσεως, ἀκόμη καὶ εἰς τὴν ἁπλῆν κοινωνικῆν συναναστροφῆν. Εἰς τὴν δίνην τῶν ἐντάσεων καὶ τῶν συγκρούσεων ἡ συγκέντρωσις ἐπὶ τῆς ἐργασίας ἑνὸς ἑκάστου καθίσταται λίαν δυσχερής. Ἀλλὰ καὶ εἰς τὸ παρελθὸν ἡ ἐργασία δὲν ἀπετέλει, δυστυχῶς, τὴν πρώτην προτεραιότηταν μεταξὺ τῶν συμπατριωτῶν μας, ὡς δυνάμεθα τόσον ἡμεῖς, ὅσον, ἀναμφισβητήτως, καὶ οἱ ἀναγνῶσται ἡμῶν νὰ διαπιστώσωσι.
Ὁ τρόπος τῆς ἐργασίας ἐν Ἑλλάδι ἦτο ἀνέκαθεν ἀλυσιτελής. Ὁ Ἕλλην ἐργαζόμενος δὲν συγκεντροῦται εἰς τὸ ἔργον του, ἀφιερώνων εἰς αὐτὸ μικρὰ καὶ ἀσυνεχὴ τμήματα τῆς προσοχῆς του, τοῦ πλείστου αὐτῆς κατευθυνομένου εἰς ἀσχέτους πρὸς τὸ ἀντικείμενον τῆς ἐργασίας δραστηριότητας, ὡς συζήτησιν μετὰ συναδέλφων ἤ ἄλλων, ἄσκοπον περιπλάνησιν ἐν τῷ διαδικτύῳ, συχνὰς συναντήσεις μετὰ συναδέλφων ἐπὶ σκοπῷ δῆθεν ἐξετάσεως τρεχόντων θεμάτων τῆς ἐργασίας, ὅπου κυριαρχεῖ ἡ πολυλογία καὶ ἡ ἀναβλητικότης καὶ ἀναζήτησιν πληροφοριῶν ἐπὶ διαφόρων θεμάτων ἐπὶ σκοπῷ δῆθεν διευκολύνσεως λήψεως ἀποφάσεως περὶ πρακτέου. Τὸ ἀποτέλεσμα αὐτῶν τῶν συνηθειῶν εἶναι ἡ χαμηλὴ παραγωγικότης ἀλλὰ καὶ ἡ κόπωσις τοῦ ἐργαζομένου λόγῳ τῆς παραμονῆς του ἐπὶ μακρὸν χρόνον εἰς τὸν χῶρον ἐργασίας, πολλάκις ἄνω τῶν 10 ὡρῶν καθημερινῶς, συνεχῶς περισπωμένου καὶ μὴ ἑστιαζομένου εἰς τὸ ἀντικείμενον τῆς ἐργασίας του.
Ἡ κατάστασις ἐπιδεινοῦται λόγῳ τῆς ἐλλείψεως παρὰ τοῖς πλείστοις συγκεκριμένου χρονικοῦ προγραμματισμοῦ ἀλλὰ καὶ συγκεκριμένου σχεδίου καταμερισμοῦ τῶν διατιθεμένων δι ἑκάστην ἐργασίαν πόρων. Παράπλευρος συνέπεια εἶναι καὶ ἡ μέγιστη δυσχέρεια καθορισμοῦ ἐπαγγελματικῆς συναντήσεως εἰς καθωρισμένον χρόνων, τῶν πλείστων ἐπαγγελματιῶν μὴ δυναμένων νὰ προσέλθωσι εἰς παρομοίας συναντήσεις μὲ στοιχειώδην ἀκρίβειαν καὶ ἐνίων τίνων μὴ δυναμένων νὰ προσέλθουσι ὅλως δι΄ ὅλου, ἰδιᾳ ὅταν ἡ συνάντησις καθορίζηται εἰς κάπως μελλοντικὸν χρόνον.
Εὐνόητον τυγχάνει ὅτι ὁμιλῶμεν διὰ τοὺς ὑπαλλήλους καὶ τοὺς ἐργάτας τοῦ ἰδιωτικοῦ τομεώς. Ἡ ἀπασχόλησις εἰς τὸ δημόσιον ἐν Ἑλλάδι (ἀλλὰ καὶ ἀλλοῦ ἐν τίνι μέτρῳ) δὲν εἶναι ἐργασία, ἀλλὰ ἐπιδότησις βίου παρεχομένη διὰ κομματικὰς ἤ προσωπικὰς ἐκδουλεύσεις. Ὁ ἀπασχολούμενος ἐν τῷ δημοσίῳ δὲν ἔχει προϊστάμενον ἐν τῇ ὑπηρεσίᾳ ἀλλὰ ἀνώτερον καὶ κατώτερον εἰς μίαν κομματικὴν ἱεραρχίαν, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον κομμουνιστικῶν κομμάτων, παντάπασι διάφορον τῆς ἐμφανιζομένης ἐν τοῖς ὀργανογράμμασιν τῶν διαφόρων δημοσίων ὑπηρεσιῶν. Ἡ ἀνέλιξις ἤ ἡ στασιμότης του ἀποφασίζεται διὰ κριτηρίων οὐδεμίαν σχέσιν ἐχόντων μετὰ τῆς ἀποδόσεὼς του, καὶ οὐδεμία περίπτωσις ἀπολύσεὼς του ὑφίσταται, ἀκόμη καὶ ἐὰν διαπράξῃ κακούργημα, ὡς πολλάκις ἠδυνήθημεν νὰ διαπιστώσωμεν ἐκ προσφάτων δημοσιευμάτων.
Ἡ μόνη ἰσχυρὰ ἀντίστασις ἥτις δύναται νὰ προβληθῇ εἰς τὴν προσπάθειαν βελτιώσεως τῆς παραγωγικότητος ἐν τῇ ἐργασίᾳ εἶναι ἡ προβάλλουσα τὴν ἀπουσίαν κινήτρου, οἰκονομικοῦ ἐννοεῖται, διὰ τὴν βελτίωσιν. Οἱ ἐργαζόμενοι δηλοῦν, ὡς Ἀγγλοσάξωνες, ὅτι ἐφ΄ ὅσον ὁ ἐργοδότης ὑποκρίνεται ὅτι πληρώνῃ, καὶ αὐτοὶ ὑποκρίνονται ὅτι ἐργάζονται. Ἡ γλισχρότης τῶν ἡμερομισθίων καὶ τῶν μισθῶν ἐν Ἑλλάδι, ἐπιδεινουμένη σὺν τῷ χρόνῳ, προσδίδει εἰς τὸ ἐπιχείρημα αὐτὸ μεγάλην βαρύτηταν.
Θὰ ἡμποροῦσε τις νὰ ἀντιτείνῃ ὅτι εἷς ἀποδεδειγμένως παραγωγικὸς ἐργαζόμενος δύναται νὰ διεκδικήσῃ ὑψηλωτέραν ἀμοιβὴν ἤ νὰ ἀνεύρῃ ἕτερον ἐργοδότην, πλὴν ὑπὸ τὰς σημερινὰς συνθήκας τοῦτο διὰ τοὺς περισοτέρους εἶναι ἀνέφικτον. Τίνες, ἐκκινῶντες ἐξ ὀρθῆς βάσεως διισχυρίζονται ὅτι πραγματικῶς ἀξιοπρεπεῖς ἀπολαβὰς δύναται νὰ ἐπιτυχῃ τις μόνον ὡς ἐλέυθερος ἐπαγγελματίας. Ὅμως ἡ στατιστικῶς ἀποδεικνυομένη ἀλήθεια εἶναι ὅτι εἰς τὰς πλείστας τῶν περιπτώσεων, καὶ δι΄ ἰδίας δυνατότητας καὶ ὁμοίαν ἐμπειρίαν, εἶς αὐτοαπασχολούμενος προσπορίζεται σαφῶς ὀλιγώτερα ἑνὸς μισθωτοῦ.
Τὸ πρόβλημα δὲν ἔχει εὔκολον ἤ ἄμεσον λύσιν καὶ ὁ δρόμος διὰ τὴν ὑπέρβασὶν του διέρχεται, δυνάμεθα νὰ εἴπωμεν, ἐκ τῶν ψυχικῶν καὶ ἠθικῶν βάσεων ἐφ΄ὧν ὠκοδομήθη ἡ σύγχρονος Ἑλληνικὴ καὶ εὐρωπαϊκὴ κοινωνία. Ἀνεφέραμεν προηγουμένως τὴν ἀνάδυσιν τῆς ἐργασίας ὡς κοινωνικῆς ἀξίας τοποθετοῦντες αὐτὴν χρονικῶς εἰς τὴν περίοδον τῆς ἐκκλησιαστικῆς Μεταρρυθμίσεως. Ἀσχέτως τοῦ κάπως αὐθαιρέτου χρονικοῦ προσδιορισμοῦ, ἡ πρόσδωσις ἀξίας ἐν τῇ ἐργασίᾳ εἶναι φαινόμενον τῶν νεωτέρων (δηλ. μετὰ τὸν Μεσαίωνα) χρόνων περιοριζόμενον αὐστηρῶς ἐν τῷ εὐρωπαϊκῷ χώρῳ ἤ ἐν πάσῃ περιπτώσει ἐν τῷ πεδίῳ ἀναπτύξεως τοῦ πολιτισμοῦ τοῦ Λευκοῦ ἀνθρώπου, πολιτισμοῦ τοῦ ὁποίου κεφαλαιῶδες συστατικὸν στοιχεῖον εἶναι ὁ Ἑλληνισμός. Ἐπομένως ὀφείλομεν νὰ ἐξετάσωμεν τὴν κατάστασιν αὐτοῦ τοῦ πολιτισμοῦ σήμερον διὰ νὰ δυνηθῶμεν νὰ προσδιορίσωμεν τὰς αἰτίας τῆς αὐξανομένης ἀπαξιώσεως τόσον τῆς ἰδικῆς μας ἐργασίας ὅσον καὶ τοῦ μόχθου τῶν ἐργαζομένων ἐν γένει.
Ἡ ὑποχώρησις τοῦ πολιτισμοῦ τοῦ Λευκοῦ ἀνθρώπου εἶναι γεγονὸς μὴ ἐπιδεχόμενον ἀμφισβήτησιν. Ἡ ἐμφάνισις ἐν τῷ προσκηνίῳ ἐξωευρωπαϊκῶν δυνάμεων (Κίνα, Ἰνδία) καὶ ἡ ἀποδόμησις τοῦ πολιτισμοῦ αύτοῦ, ταχεία εἰς ΗΠΑ καὶ Δυτικὴν Εὐρώπην, βραδυτέρα εἰς Ἀνατολικὴν Εὐρώπην, ἔχει τὰς συνεπείας της καὶ εἰς τὸν τρόπον ἀντιμετωπίσεως τῆς ἐργασίας. Ὑπ΄ αὐτὴν τὴν ἕννοιαν ἔχομεν μίαν ἐπαναφορὰν τῆς ἐπικρατούσης ἐν τῷ μεσαίωνι καὶ τῇ ἀρχαιότητι καταστάσεως. Ἡ ἐργασία ἀπὸ τοῦδε καὶ εἰς τὸ ἐξῆς θὰ ἀπωλέσῃ μέγαν μέρος τῆς σημασίας ἐν τῷ βίῳ ἡμῶν, ἀντικαθιστωμένη ὑφ΄ ἑτέρων ἰδιοτήτων περισσότερον συμβατῶν μετὰ τῆς προϊούσης συλλογικοποιήσεως τῆς καθημερινότητος. Εἶναι δὲ αὐτὴ ἡ συλλογικοποίησις καὶ ἡ ἐξαφάνισις τῆς ἀτομικότητος κύριον χαρακτηριστικὸν τῆς οὔτως εἰπεῖν ἀπο – εὐρωπαϊκοποιήσεως τῆς ὑφηλίου. Τὰ συμπτώματὰ της ἐμφανέστατα καθημερινῶς. Οἱ πλεῖστοι πολιτικοὶ καὶ δημοσιογράφοι παρακινοῦσι ἡμᾶς εἰς «μεγαλυτέραν συλλογικότηταν», «κοινὴν πορείαν ὅλοι μαζί», «ἀπεμπόλησιν τοῦ ἄφρονος ἀτομισμοῦ τοῦ παρελθόντος» κ.τ.τ. Τὸ ἀποτέλεσμα βεβαίως εἶναι ἡ ἐπιβολὴ ὁσημέραι περισσοτέρων περιοριστικῶν νόμων καὶ κανονισμῶν, περισσοτέρων ἐμποδίων εἰς τὴν διακίνησιν κεφαλαίων καὶ ἀνθρώπων, καὶ, ὑπὲρ πᾶν ἄλλον, περισσοτέρων φόρων, ἰδίᾳ ἐπὶ τῆς ἀκινήτου περιουσίας διότι οἱ κομμουνισταὶ τὴν ἐχθρεύονται διὰ πολλοὺς ἰδεολογικοὺς λόγους ἀλλὰ καὶ διότι ἀπεδείχθησαν, λόγῳ τῆς συνεπείας τῶν ἰδιοκτητῶν ἀκινήτων, προσοδοφόροι, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸν φόρον εἰσοδἠματος καὶ τὸν ΦΠΑ, τὰ ἔσοδα ἐκ τῶν ὁποίων κατέρρευσον. Εἶναι ὀλίγιστοι καὶ μεμονωμένοι οἱ τοποθετούμενοι ὑπὲρ τῆς ἀτομικῆς εὐημερίας καὶ τῆς προσωπικῆς οἰκονομικῆς ἀνελίξεως, φαινόμενον δεικνύον τὴν μεγάλην ὀπισθοχώρησιν τοῦ πνεύματος τῆς ἀτομικότητος καὶ τῆς ἀνεξαρτησίας παρὰ τοῖς Ἕλλησιν καὶ τὴν ἐλάττωσιν τῆς ἰσχύος αὐτῶν τῶν βασικῶν ἐθνικῶν χαρακτηριστικῶν των.
Εἰς μίαν πλήρως συλλογικὴν κοινωνίαν ἡ ἐργασία, στερουμένη τῆς ἰδιότητὸς της τοῦ διαφοροποιοῦ παράγοντος εἰς τὴν ἀνθρωπίνην ἀνέλιξιν, θὰ προσλάβῃ τὸν χαρακτήραν τῆς ὑποχρεωτικότητος, καθισταμένη, ὅπως τὸ πάλαι, δουλεία. Ταυτοχρόνως, τὰ ὑλικὰ προϊόντα της θὰ εὐτελισθῶσι, μὲ τὴν ποιότητὰν των κατερχομένη εἰς τὸ πλέον χθαμαλὸν ἐπίπεδον. Ἕν σκυθρωπὸν πλῆθος ἀνθρώπων, φερόντων εὐτελέστατα ἐνδύματα, στοιβαζομένων εἰς μέσα μαζικῆς μεταφορᾶς, διατρεφομένων διὰ τῶν προϊόντων συλλογικῶν ἀγροκτημάτων, ἀποκρυπτόντων τὰ συναισθήματὰ των λόγῳ τοῦ φόβου ἀπολέσεως τῆς ζωῆς των, αὐτὴ φαίνεται νὰ ᾖ ἡ εἰκὼν ἡ ὁποία κατευθύνει τὰς ἐνεργείας τῶν πλείστων πολιτικῶν ἡμῶν.
Ἀλλὰ ἡ συλλογικοποίησις, καὶ ἡ ἀπαξίωσις τῆς ἐργασίας, πρὸς τὴν ὁποίαν κατευθύνονται οἱ κομμουνισταὶ καὶ οἱ συνοδοιπόροι των δὲν θὰ ἦσαν κατορθωταὶ ἄνευ τῆς εὑρείας δημογραφικῆς ἀλλοιώσεως τῆς Ἑλλάδος τὴν ὁποίαν οἱ ἴδιοι προωθοῦσι μετὰ ζήλου καὶ ἀδιακόπου ἐπιμονῆς. Διὰ τὸν κτηνώδην μαῦρον τῆς Νιγηρίας ἡ ἐργασία δὲν σημαίνει ἀπολύτως τἰποτε διότι δὲν διαθέτει οὔτε τὴν προδιάθεσιν διὰ μεθοδικὴν καὶ ὑπομονετικὴν κατάκτησιν ἀνωτέρων στόχων, ἀρκούμενος εἰς τὴν ἄμεσον ἱκανοποίησιν ζωικῶν ἀναγκῶν, ἀλλὰ καὶ οὐδέποτε ἐγνώρισεν τοὺς καρποὺς τῆς ἐργασίας, προερχόμενος ἐξ ἑνὸς περιβάλλοντος ὅπου τὰ πάντα ἐπιτυγχάνονται διὰ τοῦ καταναγκασμοῦ τῆς βίας. Διὰ τὸν Πακιστανὸν μὲ τὰ γελοῖα ἐνδύματα ὁ ὁποῖος ἀτενίζει τὸν Παρθενώναν ἄνευ οἱασδήποτε ψυχικῆς ἤ διανοητικῆς ἀντιδράσεως, ὀχούμενος ἐπὶ ποδηλάτου κινουμένου ἀντιθέτως πρὸς τὸ ῥεῦμα κυκλοφορίας τῆς ὁδοῦ Πειραιῶς οἱ Ἕλληνες εἶναι μαλθακοὶ ἠλίθιοι οἱ ὁποῖοι πολὺ ὀλίγα ἐμπόδια φέρουσι εἰς τὸν σκοπὸν του τῆς ὅσον ἕνεστι μεγαλυτέρας προσπορίσεως ὑλικῶν ὀφελημάτων ἀδιαφόρως τρόπου. Ἀμφότεροι εἶναι δυνατὸν νὰ ὠφεληθῶσι τὰ μάλα ἐξ ἐνδεχομένης ἐπικρατήσεως τοῦ κ. Τσίπρα ὁπόταν ὁμοῦ μεθ΄ ἑκατοντάδων χιλιάδων ἀλλοεθνῶν θὰ ἀποκτήσωσι τάχιστα τὴν Ἑλληνικὴν ὑπηκοότηταν διασφαλιζόντων τὴν παραμονὴν τῶν κομμουνιστῶν εἰς τὴν ἐξουσίαν ἐπὶ πολλὰ ἔτη καὶ ἐπισφραγιζόντων τὸ ὁριστικὸν τέλος τῆς Ἑλληνικῆς ἀστικῆς τάξεως καὶ τῶν ἀρχῶν της εἰς τὴν σαρκοφάγον τῆς συλλογικότητος.
Εἶναι λοιπὸν ἐμφανὲς ὅτι ἡ προσπάθεια διὰ τὴν ἐπανεύρεσιν τῆς ἀξίας τῆς ἐργασίας ἑνὸς ἑκάστου ἐξ ἡμῶν δὲν ἡμπορεῖ παρὰ νὰ συνδέηται ἰσχυρῶς μετὰ τῶν πολιτικῶν ἐξελίξεων εἰς τὸ ἄμεσον μέλλον. Παρὰ τὰ καθημερινῶς ἀκουόμενα ἡ οἰκονομικὴ κατάστασις ἐν Ἑλλάδι δὲν εἶναι καὶ τόσον χειρωτέρα τῆς ἐπικρατούσης ἐν ἄλλαις Εὐρωπαϊκαῖς χώραις. Παντοῦ ἡ συλλογικοποίησις ὡδήγησεν εἰς τεράστια κρατικὰ ἐλλείμματα. Ὁ Ἕλλην δύναται νὰ ἐξέλθῃ τῶν σημερινῶν δυσκολιῶν λόγῳ τὴς ἀκαταπονἠτου ἀτομιστικῆς δραστηριότητὸς του. Ἀναγκαία προϋπόθεσις νὰ συνεχίσῃ νὰ ᾖ πλειοψηφία ἐν Ἑλλάδι, κάτι τὸ ὁποῖον θὰ καταστῇ λίαν ἀμφίβολον ἐν περιπτώσει ἐπικρατήσεως τοῦ κ. Τσίπρα. Ἐπιβάλλεται λοιπὸν νὰ ἀποσοβηθῇ αὐτὸ τὸ ἐνδεχόμενον. Ὁ χάρτης τῶν πολιτικῶν δυνάμεων ὅστις προέκυψεν ἐκ τῶν ἐκλογῶν τοῦ 2012 δεικνύει τὴν θέλησιν τῶν ψηφοφόρων νὰ ὑπερβῶσι τὰς δυσκολίας, χαρακτηριζόμενος κυρίως ὑπὸ τῆς μεγάλης αὐξήσεως τῆς ἀπηχήσεως τῆς Χρυσῆς Αὐγῆς. Τοῦτο ὅμως δὲν εἶναι ἀρκετόν. Ἐπιβάλλεται ὁ ἀστικὸς κόσμος τῆς Ἑλλάδος, ἐκπροσωπούμενος κατὰ μεγίστην πλειοψηφίαν εἰς τὴν βάσιν τοῦ κόμματος τῆς Νέας Δημοκρατίας, νὰ πιέσῃ πρὸς τὴν λήψιν τῶν ἀποφάσεων ἐκείνων αἱ ὁποῖαι θὰ ἀποσοβήσωσι τὸν κίνδυνον τοῦ ἀφελληνισμοῦ. Ἡ κοινοβουλευτικὴ ὁμὰς τῆς ἀστικῆς παρατάξεως οὐδέποτε ἐστάθη εἰς τὸ ὕψος τῶν περιστάσεων πλὴν ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων (Βορίδης). Ἐπιβάλλεται ἡ ἀντικατάστασὶς της. Ἐννοεῖται ὅτι στὴν κορυφὴ της δὲν δύναται νὰ παραμένῃ ὁ τυχοδιώκτης κομμουνιστόφιλος κ. Σαμαρᾶς καὶ βεβαίως ἐπιβάλλεται ἡ ἄμεσος ἀντικατάστασις τοῦ κομμουνιστοῦ ὑπουργοῦ κ. Στουρνάρα προτοῦ αἱ ἐξελίξεις ὑπερβῶσι πάντας.