Η κατάρρευση της ελληνικής «πυραμίδας»
Tου Βασιλη Zηρα
Χθες, ο γενικός διευθυντής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου κ. Ντομινίκ Στρος Καν είπε ευθέως αυτό που από άλλους αποκρύβεται, ψιθυρίζεται ή ξορκίζεται: η προοπτική για την Ελλάδα τα επόμενα χρόνια είναι η μείωση των μισθών και των τιμών, ώστε να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Η προοπτική αυτή δεν πρόκειται να αλλάξει έστω κι αν τις επόμενες ημέρες αποκλιμακωθούν τα spreads ή εάν εξασφαλίσουμε «φθηνό» δανεισμό μέσω της ενεργοποίησης του μηχανισμού που συμφωνήθηκε από τους υπουργούς Οικονομικών της Ευρωζώνης.
Επί της ουσίας, είναι μάλλον αδιάφορο εάν βραχυπρόθεσμα προσφύγουμε στο πακέτο στήριξης ή εάν καταφέρουμε να δανειστούμε μέσω των αγορών με αντίστοιχο κόστος. Για να μπορέσει η Ελλάδα να δανείζεται και μετά το 2010 με ανεκτό επιτόκιο, θα πρέπει να φτωχύνουμε.
Η δημοσιονομική κρίση αποκάλυψε το σαθρό αναπτυξιακό πρότυπο, μια ελληνική «πυραμίδα» 300 δισ. ευρώ (όσο είναι το δημόσιο χρέος) στην οποία όλοι συμμετείχαμε, προφανώς όχι με το ίδιο κέρδος. Αλλά, ας το παραδεχθούμε, συμμετείχαμε όλοι. Τα 300 δισ. ευρώ δεν ήταν μόνο οι μίζες, οι υπερτιμολογήσεις δημοσίων προμηθειών, η μεγάλη φοροδιαφυγή, οι γενναιόδωρες εθελούσιες έξοδοι, οι εξοργιστικά υψηλές αμοιβές κάποιων στελεχών του. Ηταν και αυτά, ενδεχομένως κυρίως αυτά. Ηταν, όμως ταυτόχρονα και οι προσλήψεις στο Δημόσιο χιλιάδων χαμηλόμισθων, αλλά χωρίς αντικείμενο δημοσίων υπαλλήλων, οι πλασματικές υπερωρίες, η μικρομεσαία φοροδιαφυγή, η θεσμοθετημένη φοροαποφυγή των αγροτών και των ταξιτζήδων, οι χαμηλές αλλά αναντίστοιχες με τις εισφορές συντάξεις.
Με την ίδια έννοια το τεράστιο χρέος του ΟΣΕ, που ξεπερνάει τα 10 δισ. ευρώ δεν οφείλεται μόνο στις υψηλές αμοιβές του προσωπικού του. Οφείλεται και σε αυτές, αλλά και στην αλλοπρόσαλλη πολιτική για τις χερσαίες μεταφορές, που δεν αποφάσισε ποτέ εάν θα επενδύσει κυρίως στην ανάπτυξη του σιδηροδρομικού δικτύου ή στους οδικούς άξονες. Με την ίδια έννοια, οι ξένοι επενδυτές δεν διέγραψαν την Ελλάδα από τις επιλογές τους μόνο λόγω της γραφειοκρατίας, αλλά και εξαιτίας του γεγονότος ότι είναι υποχρεωμένοι να συνεταιρισθούν εκόντες - άκοντες με κάποιον από τα ντόπια συμφέροντα.
Τώρα πια η «πυραμίδα» καταρρέει. Το ερώτημα δεν είναι ποιος θα πληρώσει το κόστος. Είναι βέβαιο ότι θα πληρώσουμε όλοι. Η πρόκληση για την κυβέρνηση είναι αφενός μεν να κατανείμει δίκαια το κόστος, αφετέρου δε να διαμορφώσει τις προοπτικές για την επόμενη μέρα μετά τη δημοσιονομική κρίση.