Η είσοδος της τραπεζικής κρίσης στην Ελλάδα σε νέα, πολύ επικίνδυνη φάση βρίσκεται πίσω από τη χθεσινή αναταραχή στο ΧΑ, που οδήγησε τον Γενικό Δείκτη...
κάτω και από τις 1450 μονάδες, με βαριές απώλειες για τις τραπεζικές μετοχές. Η κυβέρνηση ήδη δεσμεύθηκε στο ΔΝΤ να προσφέρει άλλο ένα πακέτο στήριξης στις τράπεζες, αν οι φόβοι για σοβαρή κρίση ρευστότητας επιβεβαιωθούν το προσεχές διάστημα.
Η νέα φάση της κρίσης σηματοδοτήθηκε από τις προειδοποιήσεις των οίκων αξιολόγησης για επικείμενες νέες υποβαθμίσεις του Δημοσίου και των τραπεζών, οι οποίες είναι εξαιρετικά επικίνδυνες για τη ρευστότητα του τραπεζικού συστήματος. Απειλούν να εντείνουν σοβαρά τις πιέσεις ρευστότητας, καθιστώντας τις τράπεζες πλήρως εξαρτημένες από τις εγγυήσεις του ήδη μισοχρεοκοπημένου Ελληνικού Δημοσίου για να συνεχίσουν να δανείζονται από την ΕΚΤ, η οποία ήδη εκφράζει έντονη δυσφορία για την εξάρτηση ασθενών τραπεζών της περιφέρειας της ευρωζώνης από τη ρευστότητα της Φραγκφούρτης.
Όπως τονίζουν καλά πληροφορημένα τραπεζικά στελέχη, τουλάχιστον 7-8 δις. ευρώ θα είναι οι απώλειες ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών, από την αυστηρότερη πολιτική της ΕΚΤ στην αποδοχή καλυμμάτων δανεισμού, που θα τεθεί σε ισχύ το 2011. Σε αυτό το ποσό, που οι τράπεζες ήδη είχαν προγραμματίσει να καλύψουν, έχοντας σε εφεδρεία από τον περασμένο μήνα και τα 25 δις. ευρώ πρόσθετων κρατικών εγγυήσεων, θα πρέπει να προστεθούν επιπλέον ποσά, από την περαιτέρω απαξίωση των καλυμμάτων δανεισμού, λόγω των απειλούμενων υποβαθμίσεων.
Το μέγεθος της νέας «τρύπας» είναι δύσκολο να υπολογισθεί σήμερα, πριν κατακαθίσει η σκόνη από τις επικείμενες υποβαθμίσεις. Το μόνο που είναι σχεδόν βέβαιο είναι ότι η S&P και η Moody’s θα κατεβάσουν πιθανότατα μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2011 την αξιολόγηση του Ελληνικού Δημοσίου μια βαθμίδα κάτω και από την κατηγορία «junk» («σκουπίδια»), ενώ η Fitch αναμένεται να κατεβάσει τη δική της βαθμολογία στο «junk», ενώ ως τώρα ήταν ο μοναδικός οίκος που το είχε αποφύγει.
Για τις τράπεζες, ήδη είναι γνωστό ότι η Moody’s προειδοποίησε για υποβάθμιση έξι ιδρυμάτων (Εθνική, Alpha, Eurobank, Πειραιώς, ATEbank, Attica), ενώ στην ίδια κατεύθυνση κινείται και η Fitch. Οι δύο αυτοί οίκοι, που έχουν βαθμολογήσει τους περισσότερους τίτλους εκδόσεως των ελληνικών τραπεζών, θα προχωρήσουν αμέσως μετά σε ένα επόμενο γύρο υποβαθμίσεων, που θα αφορά αυτούς τους τίτλους.
Από αυτό το «γαϊτανάκι» υποβαθμίσεων, οι ελληνικές τράπεζες θα υποστούν τεράστια πίεση ρευστότητας και μάλιστα ακριβώς την εποχή που οι ευρωπαϊκές αρχές θα προχωρούν στα νέα τεστ αντοχής (τον Φεβρουάριο), όπου θα πρέπει για πρώτη φορά να ελεγχθεί και η επάρκεια ρευστότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων. Πόσα δισεκατομμύρια ευρώ θα εξανεμισθούν από τις υποβαθμίσεις πριν φθάσουμε στα τεστ είναι άγνωστο σήμερα, αλλά μια τάξη των μεγεθών μπορεί να υπολογισθεί, αν ρίξει κανείς μια ματιά στα τελευταία στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος:
n Οι ελληνικές τράπεζες έχουν δανεισθεί περίπου 95 δις. ευρώ από την ΕΚΤ, με κάλυμμα στοιχεία ενεργητικού τους αξίας περίπου 138 δις. ευρώ. Από αυτά τα καλύμματα, περίπου 40% είναι κρατικά ομόλογα και τα υπόλοιπα ιδιωτικοί τίτλοι τραπεζών και δάνεια.
n Με βάση τα σημερινά δεδομένα, το 1/3 της αξίας των καλυμμάτων έχει «κουρευτεί» από την ΕΚΤ. Με τις υποβαθμίσεις, όμως, είναι πιθανό ορισμένοι τίτλοι όχι απλώς να «κουρευτούν», αλλά να πάψουν να γίνονται αποδεκτοί από την ΕΚΤ, ή και να αποσυρθούν από τις ίδιες τις τράπεζες, λόγω των όρων έκδοσης, όπως συνέβη με πολλές τιτλοποιήσεις στα προηγούμενα «κύματα» υποβαθμίσεων.
n Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, η ρευστότητα που θα χαθεί με αυτή τη διαδικασία μπορεί να φθάσει και τα 15-20 δις. ευρώ. Έτσι, μαζί με την αναμενόμενη επίπτωση από τις αυξημένες απαιτήσεις της ΕΚΤ για τα καλύμματα, θα χαθεί ρευστότητα ίση ή και μεγαλύτερη από αυτή που θα μπορούν να αντλήσουν οι τράπεζες, εκδίδοντας τίτλους 25 δις. ευρώ με εγγυήσεις του Δημοσίου (σημειωτέον ότι αυτά τα χρεόγραφα «κουρεύονται» από την ΕΚΤ σε ποσοστό 11,5% σήμερα). Αν σε αυτά τα ποσά προστεθούν και πιθανές εκροές ρευστότητας από φυγή καταθέσεων, εύκολα γίνεται αντιληπτό ότι το σύστημα οδεύει ολοταχώς σε νέα, οξύτατη κρίση ρευστότητας.
Η κυβέρνηση ήδη έχει αντιληφθεί το πρόβλημα και είναι έτοιμη να προσφέρει πρόσθετες εγγυήσεις, ύψους 15 δις. ευρώ, σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες του «Β», οι οποίες θα προστεθούν στα τρία «πακέτα» εγγυήσεων που ήδη έχουν δοθεί από το Δημόσιο στις τράπεζες, φθάνοντας σήμερα τα 55 δις. ευρώ. Δηλαδή, ένα κράτος σε δεινή δημοσιονομική κατάσταση, με πιστοληπτική διαβάθμιση που θα αντανακλά υψηλό κίνδυνο άμεσης χρεοκοπίας, θα εγγυηθεί για τη ρευστότητα των τραπεζών της επικράτειάς του!
Στην τελευταία έκθεση αξιολόγησης της Ελλάδας από το ΔΝΤ επισημαίνονται αυτοί οι κίνδυνοι και προαναγγέλλεται έμμεσα, αλλά με αρκετή σαφήνεια, η νέα παρέμβαση του κράτους για χορήγηση εγγυήσεων στις τράπεζες:
«Οι ελληνικές αρχές», σημειώνει το Ταμείο, «πιστεύουν ότι έχουν τα εργαλεία για να διασφαλίσουν επαρκή ρευστότητα στο σύστημα. Οι βασικές εκτιμήσεις δείχνουν ότι η νέα αύξηση στα spread το τελευταίο διάστημα έχει περιορίσει τη ρευστότητα, ιδιαίτερα για ορισμένες τράπεζες και η εφαρμογή των αλλαγών στους κανόνες αποδοχής καλυμμάτων δανεισμού από την ΕΚΤ θα την περιορίσει ακόμη περισσότερο.
Προβλέψεις υποδεικνύουν, ότι η δέσμη εγγυήσεων που απελευθερώθηκαν τον Νοέμβριο θα αντιμετωπίσει το πρόβλημα. Παρά ταύτα», τονίζει το Ταμείο, «αναγνωρίζεται ότι μια νέα υποβάθμιση πιστοληπτικών αξιολογήσεων ή περαιτέρω αναταραχή στην αγορά θα οδηγούσε σε σημαντικές νέες πιέσεις. Οι αρχές δείχνουν ότι παραμένουν σε ετοιμότητα να εγκρίνουν και να διαθέσουν μια ακόμη δέσμη κρατικών εγγυήσεων δανεισμού, αν αυτοί οι κίνδυνοι πραγματοποιηθούν.
Το προσωπικό του Ταμείου εκτιμά ότι θα είναι απαραίτητο να διατηρήσει η ΕΚΤ ανοικτά τα έκτακτα κανάλια υποστήριξης των τραπεζών, περιλαμβανομένων των αγορών κρατικών ομολόγων. Αυτό θα απέτρεπε μια άναρχη απομόχλευση από την πλευρά των τραπεζών, αλλά και τον κίνδυνο να ενισχυθούν οι πιέσεις στην οικονομία από σοβαρά φαινόμενα πιστωτικής ασφυξίας, σε μια περίοδο πιέσεων από τα δημοσιονομικά μέτρα που λαμβάνονται».