Σε ένα μηνιαίο περιοδικό, τεύχος Δεκεμβρίου, διάβασα επιστολή αναγνώστη (προς το περιοδικό), και η οποία δημοσιεύτηκε.
Τη θεώρησα πολύ ενδιαφέρουσα, και έκανα τον κόπο να την αντιγράψω και να τη μεταφέρω εδώ.
Έκανα προσπάθεια να διατηρήσω την ορθογραφία (το original όμως είναι σε πολυτονικό), τη στίξη, κλπ.
Δε γράφω ποιό περιοδικό είναι, ή το όνομα του συντάκτη, γιατί δε θέλω να θεωρηθεί διαφήμιση κανενός.
Είμαι σίγουρος ότι μερικοί συναγωνιστές εδώ θα την αναγνωρίσουν.
Σε αυτά που λέει ο τύπος (στο τέλος μάλλον πλατειάζει σε θέματα άσχετα με τον τίτλο), μπορώ να πω ότι συμφωνώ μαζί του κατά 85-90%.
Γι’ αυτό και την αντέγραψα.
Τίτλος: Ο ΦΟΒΟΣ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ ΚΑΙ Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
Αγαπητοί φίλοι,
Η παρούσα κατάσταση της υγείας του κ. Χριστόδουλου μου δημιουργεί την ηθική υποχρέωση να θέσω κατά μέρος τους οποιουσδήποτε συναισθηματισμούς και να υπογραμμίσω την ασυνέπεια και την υποκρισία, από την οποία διακατέχεται το παρόν νοσηρό εκκλησιαστικό μας σύστημα. Γι αυτό και δεν πρόκειται να εκφράσω προσωπικές μου γνώμες, αλλά θα αναφερθώ αποκλειστικά σε αυτά που αναφέρει η επίσημη εκκλησιολογία τής Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Για να γίνει κάποιος επίσκοπος στην ορθόδοξη εκκλησία, πρέπει να είναι ήδη μοναχός. Ποιά είναι η κατάσταση του μοναχού μπροστά στη ζωή και στο θάνατο? Ας αφήσουμε να απαντήσει ο απ. Παύλος: «Εγώ γαρ δια΄νόμου νόμω αποθανόν, ίνα Θεώ ζήσω. Χριστώ συνεσταυρώνομαι, ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός, ο δε νυν ζω εν σαρκί εν πίστει ζώ». (Γαλ., β’ 19-20), «Εμοί δε μη γένοιτο καταυχάσθαι ει μη εν τω Σταυρώ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δι ου εμοί ο κόσμος εσταύρωται καγώ τω κόσμω» (αυτ., ς’ 14). Από την ημέρα λοιπόν που ο κ. Χριστόδουλος εκάρη μοναχός, είναι ήδη ουσιαστικά νεκρός γι’ αυτόν τον κόσμο. Τώρα πότε θα επακολουθήσει και ο βιολογικός θάνατος, αυτό δεν θα πρέπει να τον απασχολεί. Ακείνο που πρέπει να τον απασχολεί είναι, μήπως όσο βιολογικά βρίσκεται ακόμη «εν τούτω τω σκηνώματι», κάμη κάτι ή διαπράξει μιαν αμαρτία, με την οποία θα λυπήσει τον Θεό (το «λυπήσει» εδώ είναι με ανθρωπομορφική έννοια).
Γι’ αυτό άλλωστε και πολλοί μοναχοί και μοναχές της Ορθόδοξης Εκκλησίας αποφεύγουν, όσο είναι δυνατόν, να πηγαίνουν στους γιατρούς, και το κάνουν περισσότερο, γιατί δεν αντέχουν τους σωματικούς πόνους, παρά για να παρατείνουν την ζωή τους. Οσάκις μπορούν, όταν ασθενούν, ησυχάζουν στα κελλιά τους, βάζουν απάνω τους λίγο λάδι από το καντήλι της Παναγίας και προσεύχονται να γίνει το θέλημα του Θεού, κατά το γνωστόν «ουχ ως εγώ θέλω, αλλά ως Σύ».
Ένεκα λοιπόν όλων αυτών των θέσεων της Ορθοδόξου Παράδοσης και Πνευματικότητας δεν βλέπουμε, πως συνάδει όλος αυτός ο δημιουργηθείς διεθνής θόρυβος, τα αεροπορικά ταξίδια, τα τεράστια έξοδα, οι μεταμοσχεύσεις, οι εγχειρήσεις, τα ιατρικά συμβούλια, οι εμφανίσεις στις τηλεοράσεις, οι εκκλησιαστικές ζυμώσεις και διαδοχολογίες, όλο αυτό το άγχος και η αγωνία, για να παραταθεί πάση θυσία η βιολογική ζωή κάποιου, που εκ της θέσεώς του λέει πάλι με τον Παύλο: «επιθυμία έχω εις το αναλύσαι και συν Χριστώ είναι, πολλώ γαρ μάλλον κρείσσον» (Φιλιπ. Α’ 23).
Βέβαια οι φίλοι προσκείμενοι προς τον κ. Χριστόδουλο θα μας πουν: «Μα έχει ακόμα πολύ έργο να επιτελέσει». Αυτά είναι ανοησίες, προφάσεις εν αμαρτίας και αντίθετες με την Ορθόδοξη διδαχή. Καλά, ο Θεός, που όπως είδαμε παραπάνω είναι το Αφεντικό και που τον ηξίωσε «τοις ιδίοις αδελφοίς δουλεύειν», δεν ξέρει, αν το έργο που μένει, πρέπει να το επιτελέσει προσωπικά ο κ. Χριστόδουλος ή κάποιος άλλος? Αν θέλη να εξακολουθήσει ο ίδιος ο κ. Χριστόδουλος αυτοπροσώπως κάποιο έργο, δεν είναι ικανός ο Θεός να αναγεννήσει το συκώτι του Αρχιεπισκόπου και να διαλύσει τους κακοήθεις όγκους?
Το πρόβλημα είναι, κατά πόσον πιστεύουμε εμείς οι ίδιοι ότι όντως υπάρχει Θεός, ότι υπάρχει ζωή μετά θάνατον, ότι υπάρχει Κρίση κλπ, ή απλά τα λέμε όλα αυτά χρησιμοποιώντας τα, για να κρατήσουμε τους ανθρώπους κάτω απο την επιροή μας και να τους εκμεταλλευόμαστε, όπως πάλι είναι γραμμένο: «οι γαρ τοιούτοι τω Κυρίω ημών Ιησού Χριστώ ου δουλεύουσιν, αλλά τη εαυτών κοιλία, και δια της χριστολογίας και ευλογίας εξαπατώσι τας καρδίας των ακάκων» (Ρωμ. Ις’ 18) «ων ο Θεός η κοιλία και η δόξα εν τη αισχύνη αυτών, οι τα επίγεια φρονούντες» (Φιλιπ., γ’ 19).
Το κέντρο της Ορθόδοξης πνευματικότητας εστιάζεται στο φόβο του θανάτου. Αγαπητοί φίλοι, όσοι θρησκεύετε, ασφαλώς και γνωρίζετε ότι όλοι έχουμε ημερομηνία λήξεως. Εάν όντως πιστεύετε στο Θεό, ασφαλώς γνωρίζετε ότι ο Θεός και το έργο του δεν εξαρτώνται από τη μακροζωία κανενός. Όσοι επιθυμείτε να εξακολουθήσετε να ανήκετε σ’ αυτή την Εκκλησία και να επέλθει κάποια διόρθωση, πρέπει πρίν απ όλα να κρατήσετε τον εαυτό σας μακρυά από τη διαφθορά, και ένα πρώτο βήμα προς κάποια διόρθωση είναι ο χωρισμός Εκκλησίας και Κράτους. Όσο περισσότερο το ιερατείο απολαμβάνει τα προνόμια που του εξασφαλίζει η υπαγωγή του και η συνεργασία του με το Κράτος, τόσο και θα βυθίζεται μέσα στη χλιδή, και η σήψη θα προχωρεί περισσότερο σε βάθος. Μήπως και το ίδιο το Ευαγγέλιο δε λέει «τα του Καίσαρος τω Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ»? Μήπως η Ιστορία δε μας διδάσκει για τα τόσα και τόσα στυγερά εγκλήματα που διεπράχθησαν ή συγκαλύφθηκαν ανα τους αιώνας εν ονόματι του Χριστού και της πολυπόθητης «συναλληλίας» Κράτους και Εκκλησίας?
Είναι καθήκον όλων των Ελλήνων, θρησκευομένων και μη, να εγκύψουμε στο όντως σοβαρό τούτο θέμα που έχει συνέπειες για όλο το έθνος μας. Είναι ένα πρώτο βήμα, για να αποκατασταθεί ο αμοιβαίος σεβασμός, η ελευθερία της συνειδήσεως και η ισοτιμία όλων των συμπολιτών μας χωρίς εξαίρεση. Η πολυθρύλητη «συναλληλία» είναι θεσμός παρωχημένος και αρωστημένος που δεν συγχωρείται πλέον για τον Νεοέλληνα και τη νοημοσύνη του, που δεν ανέχεται κανενός είδους Αγιατολλαχισμό και θρησκόληπτη σκοταδιστική χειραγωγία.
Με φιλικούς χαιρετισμούς.
Όνομα, Επώνυμο
Δημήτριε, here you are!