Παρόλο που είμαι από Βόρειο Ελλάδα, η πρώτη μου φορά στον αγοραίο έρωτα, ήταν εις τας Αθήνας και συγκεκριμένα το 1996 στην οδό Φυλής. Είχα παρουσιαστεί φαντάρος στην Θήβα εκείνη την χρονιά. Σεπτέμβριος ήταν. Σε μια λοιπόν έξοδο που είχαμε ένα Σάββατο από το πρωί ως το βράδυ, πήρα με μια σειρά το λεωφορείο για Αθήνα και πήγαμε κατευθείαν εκεί. Αφού γυρίσαμε κάμποσα σπίτια, εγώ επέλεξα να μπω σε ένα που είχε μια κοπέλα έλκουσα την καταγωγήν της, εξ Αλβανίας, ξανθιά, κάτασπρο δέρμα καστανά μάτια, κοντούλα, γλυκό πρόσωπο και στρουμπουλή, δεν την έλεγες όμως χοντρή. Δεν ήταν μοντελέ στυλ. Ήταν κανονική γυναίκα. Για τα δικά μου γούστα και δεδομένα τουλάχιστον.
Ακόμα το θυμάμαι. Μπαίνω στο δωμάτιο και δεν είχα βγάλει τίποτα. Δεν ήξερα από οίκους ανοχής τίποτα, άβγαλτος γαρ, επαρχιωτόπαιδο και νόμιζα πως ήταν όπως στις ταινίες που θα μπει το κορίτσι μέσα να σου τα βγάλει αυτό. Μπαίνει λοιπόν το κορίτσι μέσα, με βλέπει ντυμένο και μου λέει. -Γιατι δεν τα έβγαλες? Και απαντώ εγώ ο φωστήρας. -Δεν θα με γδύσετε εσείς? Ήμουν και ευγενικό παιδί πανάθεμά με. Η τύπισσα χαμπάριασε ότι έχει να κάνει με πρωτάρη - μαμούχαλο και απαντάει με ένα ξερό ΟΧΙ. Και συνεχίζοντας μου λέει. -Γδύσου και έρχομαι σε δυο λεπτά. Όλη η ρομαντική ιδέα που είχα για τους οίκους ανοχής, επηρεαζόμενος βαθιά από τις ταινίες, πήγε περίπατο. Η αγνή και εύπλαστη ψυχούλα μου, εταράχθη σφόδρα. Ο Γιακουμής όμως ή στρατηγός Περικλής ή Φίφης, (όπως θέλει τον ονομάζει ο καθένας), ήταν απίστευτα πεισματάρης και όρθιος. Έτσι λοιπό γδύθηκα και περίμενα ξαπλωμένος, με τον κάτω στρατηλάτη, όρθιο σε ετοιμότητα.
Μπαίνει λοιπόν μέσα η τύπισσα που παρέλειψα να πω ότι φόραγε μαύρο σουτιέν, μαύρο στρινγκ και μαύρα πορνοτάκουνα. Μου φοράει απευθείας το σκουφί και με τσιμπουκώνει. Απαθής τελείως εγώ, μου λέει σε μια φάση το κορίτσι ενώ με τσιμπούκωνε. -Χάιδεψέ με. Την χαϊδεύω στο απαλό και λείο δερματάκι της και αμόλησα το άσπρο υγρό του έρωτα ενώ με πίπωνε, μέσα στο προφυλακτικό. Αυτή συνέχιζε. Της λέω λοιπόν. -Τελείωσα. Και μου λέει. -Γιατί τελείωσες? -Γιατί μου ήρθε της απαντάω. Οπότε η τύπισσα σηκώθηκε και έφυγε.
Μόλις διηγήθηκα στην σειρά μου το περιστατικό μου είπε το εξης: -Καλά είσαι μαλάκας? Γιατί δεν βάρεσες μια παχιά πριν μπεις? -Γιατί πριν τελειώσεις δεν της είπες να σταματήσει την πίπα και να την πηδήξεις? -Δεν είχα την εμπειρία σου ρε φίλε. -Την επόμενη φορά δεν θα το ξανακάνω.
Κι έτσι λοιπόν φίλτατοι συνοδοιπόροι του αγοραίου έρωτος, η πρώτη μου φορά έληξε άδοξα διότι τελειώσαμε με την πίπα και μόνο. Και αυτή με προφυλακτικό. Δε βαριέσαι. Και η ζωή συνεχίζεται.