O πρώην υπουργός ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις εναντίον του. Καταγγέλλει «συκοφαντική δυσφήμηση» προς το πρόσωπό του και μιλά για «φαύλες πολιτικές σκοπιμότητες».
Με την αποστολή γραπτού υπομνήματος απάντησε ο πρώην υπουργός Άμυνας του ΠΑΣΟΚ στο αίτημα της Προανακριτικής Επιτροπής της Βουλής που τον καλεί να καταθέσει το απόγευμα στις 19.30 για το σκάνδαλο των εξοπλιστικών προγραμμάτων.
Ο κ. Παπαντωνίου επέλεξε να μην προσέλθει στην Προανακριτική Επιτροπή και να απαντήσει στα ερωτήματα των βουλευτών – μελών οι οποίοι διερευνούν ενδεχόμενη εμπλοκή του σε ξέπλυμα μαύρου χρήματος.
Αντίθετα, κατέθεσε υπόμνημα στο οποίο υποστηρίζει ότι ενδεχόμενη κατάθεσή του θα ήταν «άνευ αντικειμένου» γιατί η επιτροπή δεν εξετάζει την ουσία τής υπόθεσης.
Χαρακτηρίζει, μάλιστα, αυθαίρετες τις εκτιμήσεις για ζημία του Δημοσίου από τα εξοπλιστικά.
«Οι εκτιμήσεις περί απωλειών ή μείωσης κερδών του ελληνικού δημοσίου από την υλοποίηση των Αντισταθμιστικών Ωφελημάτων στις συγκεκριμένες συμβάσεις που συvάφθηκαν επί υπουργίας μου είναι αυθαίρετες και, επιπλέον, δεν έχουν υποβληθεί σε δικαστικό έλεγχο, ή ο έλεγχος δεν έχει ολοκληρωθεί, ώστε να αντληθούν συμπεράσματα σχετικά με τη βασιμότητά τους» τονίζει.
Μάλιστα ο κ. Παπαντωνίου υποστηρίζει ότι ο ίδιος δεν έχει παραβιάσει σε καμία περίπτωση το νόμο.
«Δεν υπάρχει καμία απολύτως ένδειξη, ή ίχνος στοιχείου, στις υπό εξέταση δικογραφίες για ενέργειες ή παραλείψεις μου που θα μπορούσαν να εκληφθούν ως έστω ελάχιστα αποκλίνουσες από την αυστηρή τήρηση της νόμιμης υπηρεσιακής διαδικασίας» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Ο κ. Παπαντωνίου καταγγέλλει, μάλιστα, απόπειρες «ενοχοποίησής» του μέσω «κατασκευασμένων εκτιμήσεων» που επιχειρούνται στις συγκεκριμένες δικογραφίες αλλά προεξοφλεί ότι αυτές οι προσπάθειες είναι καταδικασμένες να καταρρεύσουν, «πέρα και ανεξάρτητα από το θέμα της αποσβεστικής προθεσμίας».
Δεν υπάρχει κανένα στοιχεία για ξέπλυμα μαύρου χρήματος
Ο κ. Παπαντωνίου ισχυρίζεται επίσης ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις εναντίον του για ξέπλυμα μαύρου χρήματος.
Μιλά μάλιστα για «απόλυτη ανυπαρξία ένδειξης, ή ίχνους στοιχείου» και αναφέρεται σε «παραδοξότητες» στις κατηγορίες που του αποδίδονται.
«Ο υπουργός ο οποίος εισηγείται ως καθ' ύλην αρμόδιος τη λήψη απόφασης από συλλογικό κυβερνητικό όργανο για μια σύμβαση, καθίσταται αυτομάτως βασικός ύποπτος για δωροληψία (!). Δεν χρειάζεται, κατά την πρωτοφανή αυτή αντίληψη, να συντρέχει καμία άλλη προϋπόθεση ή, έστω, μαρτυρία» σχολιάζει και προσθέτει: «καθίσταται φανερό ότι η προσφυγή σε “επιχειρήματα” αυτής της ποιότητας δεν εντάσσεται σε μια έντιμη προσπάθεια αναζήτησης της αλήθειας». «Πρόκειται για συκοφαντική δυσφήμηση που υπηρετεί φαύλες πολιτικές σκοπιμότητες» καταλήγει ο πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ