Τα βράδια της Δευτέρας περνούν για τους περισσότερους τηλεθεατές με συντροφιά το Μega. Δεν είναι τα Κλεμμένα Όνειρα ούτε φυσικά η Ανατροπή του Γιάννη Πρετεντέρη η εκπομπή που πραγματοποιεί ρεκόρ τηλεθέασης, που το “Μεγάλο Κανάλι” είχε να δει από την εποχή που παιζόταν “Το Νησί”.
Η ανατροπή στην πτωτική πορεία της τηλεθέασης ήρθε από το “Κάτω Παρτάλι” που επιλέγουν να βλέπουν τουλάχιστον ένας στους δύο (στο τέταρτο επεισόδιο η τηλεθέαση έφτασε στο 57% στο δυναμικό κοινό) που έχουν την οθόνη της τηλεόρασης τους ανοιχτή.
Ο σεναριογράφος της σειράς, Λευτέρης Παπαπέτρου, βρήκε ξανά την μαγική συνταγή που είχε κάνει τα Εγκλήματα, την ποιο αγαπημένη κωμική σειρά της τηλεόρασης, πριν από δέκα και πλέον χρόνια: Τότε είχε καταπιαστεί με την αποδόμηση της αστικής ελληνικής οικογένειας με τον πλέον καυστικό τρόπο. Τώρα, ανέβηκε ένα σκαλοπάτι και ασχολείται με την ζωή ενός χωριού που έχει μυστικά που απειλούνται να έρθουν στο φως από μία τριάδα πρωτευουσιάνων. Εάν υπάρχει ένα στοιχείο που κάνει τα σήριαλ του Παπαπέτρου να έχουν επιτυχία που γνωρίζουν είναι αυτή η λεπτή ισορροπία ανάμεσα σε πραγματικές και σουρεαλιστικές καταστάσεις.
Στο Κάτω Παρτάλι, υπάρχει ένα τουλάχιστον ένοχο μυστικό, που το ξέρει όλο το χωριό αλλά κανείς πέρα από τα σύνορα του. Και αν το ξέρει δεν μιλάει. Οπως άλλωστε και στα περισσότερα ελληνικά – και όχι μόνο – χωριά. Στο σήριαλ όλα αυτά σερβίρονται με ένα κωμικό τρόπο γιατί αυτός είναι ο σκοπός του, να κάνει τους τηλεθεατές να γελάσουν. Στην πραγματικότητα όμως αυτά τα ένοχα μυστικά το μόνο που δεν προκαλούν είναι το γέλιο όταν έρθουν στο φως.
Ιστορίες πολλές που “σοκάρουν το πανελλήνιο”, όπως είναι η φράση κλισέ όταν μαθαίνουμε ότι ένα χωριό ολόκληρο γνώριζε για την φυλάκιση μίας κοπέλας για δεκαετίες σε ένα μπουντρούμι από τα αδέλφια της ή την εκπόρνευση μίας μετανάστριας. Τα ρεπορτάζ βρίθουν από εκφράσεις του τύπου “το χωριό γνώριζε”, “η αστυνομία βρήκε μπροστά της κλειστά στόματα”, “όλοι ήξεραν αλλά κανείς δεν βγήκε να μιλήσει”.
Όταν γραφόταν αυτές οι γραμμές μία ακόμη τέτοια ιστορία ήρθε να προστεθεί από τα μειονοτικά χωριά της Ξάνθης. Ένα πεντάχρονο κοριτσάκι έχασε την ζωή του πριν από πέντε χρόνια στην Γλαύκη μετά από απάνθρωπο βιασμό στις τουαλέτες ενός τζαμιού. Το τοπίο για το ποιοι ήταν οι πρωταγωνιστές, και πόσοι γνώριζαν και δεν μίλησαν ακόμη θολό. Ένα ακόμη “σκληρό Κάτω Παρτάλι” βρήκε την θέση του στον χάρτη της σύγχρονης Ελλάδας.
Το WE του news247 ξαναθυμάται τις αλλιώτικες “ιστορίες του χωριού”
Κωσταλέξι: Η υπόθεση που σόκαρε την Ελλάδα όσο σχεδόν καμία
Όλα ξεκίνησαν στις έξι Νοεμβρίου του 1978. Από αστυνομικούς αλλά και δημοσιογράφους ανακαλύπτεται η τυπικά 47χρονη Ελένη Καρυώτη. Και λέμε τυπικά διότι ήταν 47 ετών μόνο στην ταυτότητα και στα χρόνια που είχαν περάσει. Στην πραγματικότητα, η ψυχολογική κατάσταση της Ελένης ήταν υπό μεγάλη αμφισβήτηση. Η «έφοδος» των αστυνομικών, πάντα μαζί με τους δημοσιογράφους έφερε στο φως μία απίστευτη εικόνα. Μία γυναίκα γυμνή, τυλιγμένη με μία κουβέρτα και να βγάζει άναρθρες κραυγές. Δεν είχε μιλήσει για χρόνια και μπορούσε να εκφέρει μόνο κάποιες δεκάδες λέξεις. Στην πραγματικότητα δεν είχε μιλήσει για 29 συναπτά έτη!
Σχεδόν τρεις δεκαετίες μία γυναίκα κλειδωμένη και πλήρως απομονωμένη. Ήταν δυνατόν οι συμπολίτες της να μην γνώριζαν;
Ξεκινάνε οι πρώτες φήμες. Η Ελένη είχε αγαπήσει ένα δάσκαλο ο οποίος ήταν στον ΕΛΑΣ και μετά στον εμφύλιο με την Αριστερά. Η ίδια όμως καταγόταν από οικογένεια εθνικόφρονων. Δημιούργησε ερωτική σχέση μαζί του και για αυτόν τον λόγο η οικογένειά της την κλείδωσε εκεί μέσα.
Αυτή η εκδοχή, όσο και να έχει κενά, γοητεύει. Ταιριάζει γάντι άλλωστε στην πεποίθηση πως την είχαν κλείσει οι “κακοί” γονείς της αλλά και στο ότι δεν ήταν δυνατόν να μην γνώριζε όλο το χωριό.
Η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική.
Σε ηλικία 14 ετών, στην τότε Ελλάδα, η μικρή Ελένη παρουσίασε έντονα ψυχολογικά προβλήματα. Πιθανόν να έπασχε ακόμα και από σχιζοφρένεια. Αποφασίστηκε τελικά ο εγκλεισμός της στο σπίτι ώστε να μην μπορεί να βλάψει κυρίως τον εαυτό της και κατ΄επέκταση και άλλους. Ειδικά από τη στιγμή που, όπως αποδείχθηκε μετά, δεν τη δεχόταν και κανένα ίδρυμα στην Αθήνα.
Η ιστορία λοιπόν με τον δήθεν έρωτα ήταν μύθος. Όσο για τη συνέχεια, η γυναίκα νοσηλεύτηκε σε πολλά ιδρύματα και τα ίχνη τα χάθηκαν οριστικά στα τέλη της δεκαετίας του 90. Οι “κακοί” γονείς, αθωώθηκαν στις δίκες που ακολούθησαν.
Η υπόθεση Δουρή. Μία ιστορία με πολλά ερωτηματικά
Παραμονή πρωτοχρονιάς του 1993. Τελευταία ημέρα του έτους. Στο τοπικό αστυνομικό τμήμα εμφανίζεται ο Μανώλης Δουρής με τη σύζυγό του. Αναστατωμένοι δηλώνουν την εξαφάνιση του εξάχρονου γιου τους.
Ξημερώματα πρωτοχρονιάς βρίσκεται από τον πατέρα του αλλά και το μεγαλύτερο παιδί του Νίκο, νεκρό το εξάχρονο παιδί. Πού; Καλά κρυμμένο σε μαντρότοιχο, σε ένα γήπεδο, κοντά μάλιστα στο σπίτι της οικογένειας.
Ο ιατροδικαστής Φίλιππος Κουτσάφτης είναι ξεκάθαρος και σαφής:
“Υπέστη σεξουαλική κακοποίηση και πέθανε από ασφυξία, καθώς του είχαν φράξει τις αεροφόρους οδούς.” Η εξαφάνιση μετατρέπεται σε αρρωστημένο έγκλημα. Ακόμα πιο άσχημη και θλιβερή είναι η συνέχεια. Αποκαλύπτεται πως ο Δουρής είχε νοσηλευτεί σε ψυχιατρεία αλλά δεν μπορούσε να ξεπεράσει το σοκ του πολέμου στην υπεράσπιση των εδαφών της Κύπρου.
Ξεκινά ένας απίστευτος γύρος φημών, «μαρτυριών», αντιφάσεων και φυσικά χορός δημοσιευμάτων και κάλυψης από τα ΜΜΕ. Απλώνεται σιγά σιγά η εντύπωση πως όλη η Ερμιόνη γνωρίζει αλλά ουδείς μιλά.
Στις αλλεπάλληλες καταθέσεις που δίνει ο ίδιος ο Δουρής πέφτει σε αντιφάσεις. Επιστρατεύονται ειδικοί ανακριτικοί υπάλληλοι οι οποίοι φωτογραφίζουν πλέον τον πατέρα.
Η σύλληψή του γίνεται το νούμερο ένα θέμα της εποχής.
Τα στοιχεία διαδέχονται το ένα το άλλο. Ακούγονται “φήμες” για γενικότερη κακοποίηση και άλλων παιδιών της οικογένειας. Σε τηλεοπτικό σταθμό φτάνει η πληροφορία και μεταδίδεται πως υπάρχει περίπτωση να εκπόρνευε παιδιά του ο Δουρής, το οποίο όμως δεν αποδεικνύεται.
Πάντως, τα ερωτήματα πληθαίνουν. Εάν ισχύουν όλα αυτά, γίνεται να μην γνώριζε κανένας; Η σιωπή της τοπικής κοινωνίας, λένε κάποιοι.
Ο συνήγορος του Δουρή Βασίλης Καρύδης αναφέρει ότι πριν καταδικαστεί ο κατηγορούμενος δεν έγινε ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη, «κάτι που είχε ζητήσει η υπεράσπιση. Ούτε και έλεγχος με DNA των τριχών που είχαν βρεθεί στο στόμα και στον πρωκτό του θύματος. Πιστεύω ότι το πτώμα δεν εξετάστηκε όπως έπρεπε πριν βγει η πρωτοβάθμια απόφαση», λέει.
Ο Δουρής βρέθηκε κρεμασμένος στη φυλακή.
Αυτοκτόνησε όντως ή τον “αυτοκτόνησαν”;
Κλείνοντας, ένα ξεχωριστό, κατά την άποψη μας, γεγονός. Η χήρα του Δουρή, Γεωργία, δήλωνε πως ο σύζυγός της ήταν αθώος, ότι οδηγήθηκε στη φυλακή όπου "τον αυτοκτόνησαν, καθώς η υπόθεση "έπρεπε" να κλείσει και τώρα δύο αθώες ψυχές βρίσκονται στο χώμα, ενώ οι ένοχοι κυκλοφορούν ελεύθεροι». Μάλιστα συμπλήρωνε πως οι Αρχές είχαν ανακαλύψει τους ενόχους, αλλά μπροστά στο φόβο σκανδάλου «το έριξαν στον άντρα μου».
Ο “Κυνόδοντας” της Φωκίδας
Ένα αγροτόσπιτο στο Μαραθιά Φωκίδας έκρυβε ένα ακόμα μυστικό της κατά τα άλλα «υγιούς ελληνικής επαρχίας». Δύο αδέλφια, αγόρι και κορίτσι, 30 και 28 χρόνων αντίστοιχα διέμεναν σε έναν στάβλο!
Για 17 ολόκληρα χρόνια ήταν η μητέρα τους ο δεσμοφύλακας.
Όλα ξεκίνησαν όταν η 54χρονη μάνα μετακόμισε με τα ανήλικα τότε παιδιά της στο Μαραθιά από την Αθήνα όπου διέμεναν. Με του που έφτασαν στο Μαραθιά κλείδωσε τα αδέρφια μέσα στο οίκημα χωρίς καμία επαφή με τον υπόλοιπο κόσμο.
Οι φήμες, όπως πάντα, δίνουν και παίρνουν. Τα φόβιζε, έλεγαν. Επικαλούνταν «κακούς» που θα τους έκαναν απίστευτα πράγματα. Άλλωστε και εκείνη δεν ήταν διαφορετική, υπό μία έννοια. Περπατούσε ως την Ναύπακτο μόνο για τρόφιμα, δεν μιλούσε με κανέναν. Όλοι ήταν «εχθροί» που ήθελαν να τη βλάψουν.
Στη συγκεκριμένη ιστορία ήταν πως ο κοινωνικός περίγυρος έδρασε διαφορετικά, αν και αρκετά αργά. Μετά 17 χρόνια για την ακρίβεια! Εύκολα ή δύσκολα, κάποια στιγμή επιτέλους μαζεύτηκαν καταγγελίες και υπήρξε παρέμβαση της εισαγγελίας. Τα παιδιά απελευθερώθηκαν και μεταφέρθηκαν στο Γενικό Νοσοκομείο Πατρών «Αγιος Ανδρέας».
Οι Προσκυνητές της ντροπής
Σε κατάσταση σοκ από τους ομαδικούς βιασμούς τους οποίους υπέστη, εντοπίστηκε 36χρονη από τη Βουλγαρία στην περιοχή των Προσκυνητών. Η γυναίκα διασώθηκε όταν επιτέλους κάποιος ειδοποίησε την αστυνομία του Δήμου Μαρώνειας αλλά και τη δημοτική αρχή.
Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα εκείνη την εποχή (καλοκαίρι του 2010), ένα ολόκληρο χωριό, οι Προσκυνητές, ήξερε αλλά δεν μιλούσε!
Η νεαρή γυναίκα δούλευε ως οικιακή βοηθός σε σπίτια στην περιοχή Κρυονερίου Ροδόπης και Προσκυνητών. Τότε κάποιοι "άγνωστοι" ξεκίνησαν να την κακοποιούν συστηματικά και με ξυλοδαρμούς και βασανιστήρια την εξανάγκασαν να εκδίδεται.
Οι δράστες, ακόμα αναζητούνται, αλλά πώς να βρεθούν και να έρθουν αντιμέτωποι με τη Δικαιοσύνη όταν ένα ολόκληρο χωριό τους καλύπτει. Πιθανά κάποιοι να συμμετείχαν κιόλας.
Ζωνιανά: Η σιωπή είναι χρυσός
Μια εντελώς διαφορετική περίπτωση είναι αυτή των γνωστών σε όλους πλέον Ζωνιανών. Η τραγική υπόθεση με την επέμβαση της ΕΛΑΣ στην προσπάθεια εντοπισμού και καταστροφή των χασισοφυτειών το 2007 έφερε στο φως τον φόβο που μπορεί να ένοιωθαν κάποιου που μπορεί να ήθελαν να μιλήσουν για το τι συνέβαινε στο χωριό τους αλλά οι βαρόνοι των ναρκωτικών κρατούσαν τα στόματα τους κλειστά. Στο επιτόπιο ρεπορτάζ του Βασίλη Λαμπρόπουλου από το Βήμα της εποχής κάτοικοι είχαν αναφέρει ότι οι δάσκαλοι έφευγαν λόγω του απομακρυσμένου της περιοχής. Αντίθετα Αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ. που υπηρετεί στην περιοχή του Μυλοποτάμου σημειώνει χαρακτηριστικά: “Στην καλλιέργεια χασίς απασχολούνται δεκάδες μέλη τεσσάρων οικογενειών. Το χωριό ξέρει αλλά δεν μιλάει...Ακόμη κι αυτό που λένε για τους δασκάλους είναι η μισή αλήθεια. Υπηρετούσε εδώ ένας ευσυνείδητος δάσκαλος με την οικογένειά του, ο οποίος έκανε και δωρεάν φροντιστήριο στα παιδιά. Μόλις όμως μίλησε σε έναν ραδιοφωνικό σταθμό για κάποιους χασισεμπόρους στα Ζωνιανά, τον έβαλαν σε μαύρη λίστα και αναγκάστηκε να φύγει άρον άρον με όλη την οικογένειά του”.