Για έναν επιτυχημένο - ή τουλάχιστον μακροχρόνιο - γάμο δεν αρκεί απλώς η αγάπη, αλλά πρέπει κανείς να επιλέξει σύντροφό και βάσει επαγγέλματος, αφού όπως υποστηρίζει νέα έρευνα χορευτές, μπάρμεν και νοσηλευτές έχουν τις περισσότερες πιθανότητες να χωρίσουν σε αντίθεση με μάνατζερ ή φαρμακοποιούς.
Σε πρόσφατη ψυχολογική μελέτη του Πανεπιστημίου Radford στη Βιρτζίνια των ΗΠΑ, σε δείγμα 449 διαφορετικών επαγγελμάτων, ο οργανωσιακός ψυχολόγος Dr Μichael Αamodt βρήκε πως οι άνθρωποι με στρεσογόνα επαγγέλματα έχουν και περισσότερες πιθανότητες να πάρουν διαζύγιο. Για πολλούς ειδικούς δεν είναι άγνωστο αυτό το συμπέρασμα, αφού είναι αποδεδειγμένο πώς η καριέρα του ενός ή και των δύο είναι ένας παράγοντας που μπορεί να επηρεάσει την πορεία μιας σχέσης ή ενός γάμου.
«Οι πολλές ώρες που αφιερώνει κανείς στη δουλειά του είναι πιθανό να του στερούν προσωπικό χρόνο, ενώ παράλληλα το αυξημένο επαγγελματικό στρες, που προκύπτει από την αγωνία για τη διατήρηση μιας θέσης αλλά και από το άγχος για εξέλιξη, δημιουργούν ένταση, ψυχική φόρτιση, συναισθηματική και σεξουαλική απομάκρυνση. Πολύ συχνά, ζευγάρια εκφράζουν το παράπονο ότι ενώ μένουν στο ίδιο σπίτι δεν προλαβαίνουν να συναντηθούν. Παράλληλα, αν ο ένας από τους δύο συντρόφους αφιερώνει πολύ χρόνο στη δουλειά του, ο άλλος είναι πιθανό να αισθάνεται παραμελημένος, βιώνοντας αισθήματα απόρριψης, μειωμένου ενδιαφέροντος ή χαμηλής αυτοεκτίμησης», επισημαίνει ο ψυχίατρος- νευρολόγος και πρόεδρος του Ινστιτούτου Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας κ. Θάνος Ασκητής.
Αρκετοί είναι αυτοί που επισημαίνουν πως είναι σύνηθες φαινόμενο να διαλύονται γάμοι ή σχέσεις εξαιτίας των ακανόνιστων ωραρίων ή των πολλών ωρών δουλειάς ενός από τους δύο συντρόφους ή συζύγους. Ωστόσο, η ψυχολόγος κ. Αλεξάνδρα Καππάτου επισημαίνει ότι «δεν είναι το επάγγελμα από μόνο του ο βασικός παράγοντας ενός διαζυγίου. Συνήθως εντείνει ή συμβάλλει στο να βγουν στην επιφάνεια άλλα θέματα. Επιπλέον δεν φταίει η φύση του επαγγέλματος. Είναι ο τρόπος που διαχειρίζεται κανείς την εργασία του. Η σημασία που της αποδίδει, η θέση δηλαδή που την τοποθετεί κατά την ιεράρχηση των προτεραιοτήτων του». Και εξηγεί: «Αν καταναλώνει κάποιος όλο του τον ελεύθερο χρόνο σε θέματα σχετικά με την εργασία του ή ακόμη και μιλώντας στον σύντροφο του για τη δουλειά, θα δημιουργηθεί πρόβλημα».
Η κ. Καππάτου διευκρινίζει βέβαια ότι ακόμη κι αν ο χρόνος που έχει κανείς να αφιερώσει στον σύντροφο του είναι περιορισμένος, αυτό που μετράει είναι να είναι ποιοτικός. Στην έρευνα του Dr Αamodt, οι πιθανότητες διαζυγίου για τους διευθύνοντες συμβούλους και τους μάνατζερ ήταν, σε αντίθεση με αυτό που περίμεναν οι επιστήμονες λόγω του στρες που προκαλούν αυτά τα επαγγέλματα, πολύ χαμηλές, μόλις 10%. Η εξήγηση που έδωσαν οι ειδικοί και με την οποία συμφωνεί και η κ. Καππάτου είναι πως ακριβώς λόγω της φύσης του επαγγέλματος έχουν μάθει να προγραμματίζουν και να διαχειρίζονται ορθά τον χρόνο τους.
Ο ΚΑΝΟΝΑΣ >>> Δεν μετράει τόσο πόσο χρόνο περνά μαζί το ζευγάρι όσο το πώς τον περνά
«Όταν η γυναίκα έχει καλύτερη δουλειά από τον άνδρα... »
ΓΙΑ ΤΟΝ κ. Ασκητή, «όταν η γυναίκα έχει ένα επάγγελμα με μεγαλύτερο εισόδημα ή κατέχει μια θέση επαγγελματικά “υψηλότερη” από αυτή του συζύγου της, τότε είναι πιθανό να δημιουργηθεί πρόβλημα στη σχέση, καθώς ο άνδρας συχνά αισθάνεται ότι τον “καπελώνει”. Και αυτό, γιατί υπερκαλύπτεται η ανάγκή του να είναι πιο ισχυρός επαγγελματικά, διακατέχεται από ζήλεια, ανασφάλεια και αγωνία για το ότι η “ισχυρή” γυναίκα του μπορεί να τον εγκαταλείψει».
Προσθέτει ότι τα πράγματα είναι πιο δύσκολα όταν «δύο σύντροφοι που ζουν μαζί εργάζονται και μαζί. Μοιράζονται επαγγελματικά προβλήματα, τα οποία μεταφέρουν και στο σπίτι, ενώ δεν είναι σπάνιο σε ενδεχόμενη επαγγελματική αποτυχία να χρεώνει ο ένας τον άλλον. Η επαγγελματική συνύπαρξη μπερδεύει τους ρόλους του εραστή/συντρόφου και απομυθοποιεί το κίνητρο της ερωτικής επαφής».
Οι λύσεις που προτείνει o πρόεδρος του Ινστιτούτου Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας είναι οι εξής: «Να βρίσκουν χρόνο ο ένας για τον άλλον, αλλά και να εκφράζουν εγκαίρως όλα τα προβλήματα και τις ανησυχίες τους. Στον βαθμό που είναι εφικτό, να μη μεταφέρει κανείς συστηματικά τη δουλειά στο σπίτι. Και τέλος, ένας καλός προγραμματισμός, το να λειτουργεί κανείς με προτεραιότητες και να επιδιώκει να αφιερώνει χρόνο στον εαυτό του, αλλά και στον σύντροφό του, βοηθούν να κρατηθούν οι ισορροπίες στη σχέση».
Η κ. Καππάτου υποστηρίζει ότι υπάρχουν και μικρές καθημερινές κινήσεις που μπορούν να αποτρέψουν την αρνητική επίδραση της εργασίας κάποιου στη σχέση του ή τον γάμο του:
«Πρώτον, μισή ώρα κάθε μέρα να συζητάμε για άλλα θέματα με τον σύντροφό μας. Δεύτερον, μικρές αποδράσεις από την καθημερινή ρουτίνα. Μπορεί να είναι μια εκδρομή, μπορεί να είναι και απλώς μια έξοδος για φαγητό. Και τέλος, ωριμότητα στην αντιμετώπιση και διαχείριση της δουλειάς μας, εμπιστοσύνη στον εαυτό μας και ιεράρχηση προτεραιοτήτων.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το επάγγελμα πρέπει να είναι ένα μέσο όχι ή ίδια μας η ζωή».