▅ Η κυρία Μπατζελή δηλώνει πως «δεν υπάρχουν λεφτά», υποστηρίζει ότι «αυτοί που κλείνουν τους δρόμους παίρνουν τις υψηλότερες επιδοτήσεις» και προαναγγέλλει την κατάρτιση πέντε νομοσχεδίων
«Εχουμε τρελαθεί τελείως;»
ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΑΡΑΚΟΥΣΗΣ | Κυριακή 24 Ιανουαρίου 2010
ΤΟ ΚΑΡΑΒΙ βουλιάζει, η χώρα απειλείται με πτώχευση και οι συνδικαλιστές αγρότες κατεβάζουν στην κυριολεξία τα ρολά, επιμένουν στα μπλόκα των εθνικών οδών, απαιτώντας
εδώ και τώρα 12 δισ. ευρώ! Σε αυτό το ποσό υπολογίζεται η ενίσχυση των 15.000 ευρώτην οποία κατά βάση διεκδικούν οι κινητοποιημένοι αγρότες για περίπου 800.000 γεωργικά νοικοκυριά. «Εχουμε τρελαθεί τελείως;» διερωτάται η υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης κυρία
Κατερίνα Μπατζελή όταν τής τίθεται το σχετικό ερώτημα. Και σπεύδει να απαντήσει η ίδια ότι «ζούμε, σε συνθήκες οικονομικής και εθνικής κρίσης, μιαν αθλιότητα λαϊκισμού χωρίς τέλος, από μη νομιμοποιημένους συνδικαλιστές και πολιτικά κόμματα».
Η δυναμική υπουργός Ανάπτυξης δεν κρύβεται. Δηλώνει ευθέως ότι «δεν υπάρχουν λεφτά» και ότι στις σημερινές συνθήκες της δημοσιονομικής κατάρρευσης και των σούπερ ελλειμμάτων δεν υπάρχουν περιθώρια, ούτε δυνατότητες για τέτοιου μεγέθους ενισχύσεις στους έλληνες αγρότες. «Αυτό που μπορούμε να συζητήσουμε αυτή την ώρα είναι πώς θα μπορέσουμε να συνεχίσουμε να παράγουμε ποιοτικά και εμπορεύσιμα αγροτικά προϊόντα» ξεκαθαρίζει και «αυτόν τον χαρακτήρα έχει ο εθνικός διάλογος που ξεκινάμε» δηλώνει παθιασμένα.
▅ «Συνονθύλευμα χωρίς νομιμοποίηση»
Στην επισήμανση ότι οι αγρότες δεν θα προσέλθουν στο Ζάππειο και ότι θα προτιμούσαν να παραμείνουν στα μπλόκα εξεγείρεται, αμφισβητεί ότι οι εξεγερμένοι εκπροσωπούν πραγματικά τους αγρότες και επιμένει επιθετικά ότι «αυτοί που κλείνουν τους δρόμους παίρνουν τις υψηλότερες επιδοτήσεις» . Στο ερώτημα ποιοι τελικώς στήνουν τα μπλόκα και τι πραγματικά εκπροσωπούν διευκρινίζει οργισμένη ότι «πρόκειται για ένα συνονθύλευμα χωρίς επαρκή νομιμοποίηση» . Διευκρινίζει ότι «οι άνθρωποι υποθέτουν ότι εκπροσωπούν τους αγρότες, το πανελλαδικό συντονιστικό είναι αχταρμάς που αγγίζει τα όρια του αναρχοσυνδικαλισμού, με τον οποίο συντονίζονται συνδικαλιστές του ΚΚΕ και της Νέας Δημοκρατίας». «Οι περισσότεροι» εξηγεί «είναι επιχειρηματίες ή ορίζονται από προσωπικές στρατηγικές, τρελαίνονται από τη δημοσιότητα, περιφρονούν την πολιτική ηγεσία της χώρας και θεωρούν εαυτούς μικρούς ανεξάρτητους ηγέτες,που δεν έχουν να δώσουν λογαριασμό σε κανέναν». Θεωρεί τη λογική τους εντελώς εξωπραγματική και έξω από τις θεσμικές λειτουργίες της χώρας. Είναι ακατανόητο για αυτήν να βλέπουν ότι η χώρα απειλείται και να επιμένουν στις διεκδικήσεις τους, με το επιχείρημα ότι κάθε χρόνο το ίδιο συμβαίνει, στην αρχή οι κυβερνήσεις δηλώνουν ότι δεν έχουν λεφτά και μετά τα δίνουν.
«Ο παραλογισμός δεν έχει όρια, δεν εξηγείται, υπεισέρχονται άλλοι ψυχολογικοί παράγοντες, οι οποίοι με ξεπερνούν» αναφέρει χαρακτηριστικά. Η ίδια δηλώνει βαθύτατα ενοχλημένη από τη στάση ορισμένων αγροτοσυνδικαλιστών. «Οταν κάποιοι λένε στα τηλεοπτικά δίκτυα ότι δεν μπορούν να συζητήσουν μαζί μου, γιατί δήθεν η Μπατζελή μιλάει τη γλώσσα του σώματος, καταλαβαίνω ότι έχω να κάνω με σεξιστές, για να μην πω τίποτε χειρότερο».
▅ «Ορισμένοι απειλούν και εκβιάζουν»
Και συνεχίζει οργισμένη ότι «ορισμένοι από αυτούς μοιάζουν με τραμπούκους,απειλούν και εκβιάζουν,θέλουν να ελέγξουν πάση θυσία τον μηχανισμό του αγροτικού κινήματος, τους νέους αγρότες, γενικώς παίζουν παιχνίδι εξουσίας, παρ΄ ότι δεν το ομολογούν,ούτε θα το ομολογήσουν ποτέ». Η κυρία Μπατζελή εξηγεί ότι ταυτίζονται κυρίως με την παλαιά εκτατική αροτριαία γεωργία, είναι παραγωγοί βαμβακιού, σιτηρών και καλαμποκιού και επιμένει ότι αρκετοί από τους βασικούς εκπροσώπους των αγροτών μπερδεύουν τις ιδιότητες του παραγωγού και του εμπόρου. Οταν βεβαίως ερωτάται ότι οι τιμές παραγωγού στην ελληνική γεωργία έχουν καταβαραθρωθεί και ότι το κόστος έχει αντιστρόφως επαυξηθεί αναγνωρίζει ότι όντως οι γεωργοί αντιμετωπίζουν προβλήματα, τα οποία όμως επιμένει ότι οι αγροτοσυνδικαλιστές δεν είναι διατεθειμένοι να συζητήσουν πραγματικά, αλλά προτιμούν την ευκολία των ετήσιων μπλόκων και των πρόσθετων ενισχύσεων που προσδοκούν να αποκομίσουν από αυτά.
Η ίδια αποδέχεται πάντως ότι πολλά έχουν αλλάξει επί τα χείρω στην ελληνική γεωργία τα τελευταία χρόνια και δηλώνει ότι «το κρισιμότερο θέμα που πρέπει να συζητήσουμε είναι πώς θα συγκροτήσουμε αγροτική πολιτική ώστε να συνεχίσουμε να παράγουμε γεωργικά προϊόντα». «Μας έχουν βγει τα μάτια ψάχνοντας ακριβώς αυτές τις δυνατότητες και αντί να προωθούμε νέα μέτρα και πολιτικές τρέχουμε από μπλόκο σε μπλόκο» τονίζει χαρακτηριστικά όταν ελευθερώνεται από τις επισημότητες.
▅ «Νέα στρατηγική παραγωγής»
Η κυρία Μπατζελή επιμένει ότι «όλοι μας πρέπει να αξιολογήσουμε τις συνθήκες, να δούμε τι εισάγεται από τρίτες χώρες,τι από γειτονικές, να διερευνήσουμε από πού αντλούν φθηνή πρώτη ύλη τα σουπερμάρκετ για τις συσκευασίες χωρίς όνομα και πολλά άλλα, ώστε να αναπτύξουμε μια νέα στρατηγική παραγωγής και εμπορίας, η οποία θα στηρίζεται στη γνώση και σε νέες επιλογές παραγωγής και ποιότητας» . «Αν δεν χτίσουμε τώρα τη στρατηγική του μέλλοντος, σε λίγο δεν θα συμφέρει να παράγουμε» σημειώνει η υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, θυμίζοντας ότι έρχεται η μεγάλη ανατροπή του 2013, με την αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, η οποία έτσι κι αλλιώς θα θέσει υπό αμφισβήτηση το σημερινό καθεστώς των ενισχύσεων. Και στο πλαίσιο αυτό, σημειώνει, οφείλουμε να δούμε και άλλα θέματα, που διευκολύνουν τη γεωργική παραγωγή και μειώνουν το κόστος. Επικαλείται για αυτό τις πολιτικές που ανέπτυξαν με αφορμή την κρίση η Γερμανία και η Γαλλία, εξηγώντας ότι δεν έδωσαν ευθείες ενισχύσεις ή αποζημιώσεις. Αντιθέτως, διευκρινίζει, διευκόλυναν τους παραγωγούς στην καταβολή ασφαλίστρων, προσέφεραν κεφάλαια κίνησης, ευκαιρίες ρύθμισης χρεών και επιδοτήσεις επιτοκίων, όπως και διευκολύνσεις στους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος και του νερού. «Οι απευθείας ενισχύσεις δεν λύνουν το γεωργικό πρόβλημα, ακόμη και αν είχαμε χρήματα δεν θα έπρεπε να στηριχθούμε σε αυτές» τονίζει με ένταση η κυρία Μπατζελή, προσθέτοντας ότι οφείλουμε να βρούμε νέα εργαλεία. Επιπλέον θεωρεί ότι πρέπει να τελειώνουμε με την περιβόητη ψηφιοποίηση του αγροτικού κλήρου. «Τα περίπου 6,5 εκατομμύρια αγροτεμάχια πρέπει το ταχύτερο να αποτυπωθούν ψηφιακά, ώστε να ξεκαθαρισθεί ποιοι δικαιούνται και για πόσα στρέμματα λαμβάνουν ενισχύσεις,ώστε να απαλλαγούμε από αυτό το βάσανο να επεκτείνονται ανεξέλεγκτα κάθε χρόνο οι γεωργικές καλλιέργειες σε κορφούλες και παραλίες».
Οσο για τον διάλογο του Ζαππεί ου προαναγγέλλει ότι θέλει να συζητήσει την κατάρτιση πέντε νομοσχεδίων τα οποία, κατά την άποψή της, είναι προαπαιτούμενα για τη ζητούμενη αλλαγή στην ελληνική γεωργία.
▅ Ο διάλογος του Ζαππείου
Το πρώτο έχει να κάνει με τους θεσμούς εκπροσώπησης των αγροτών, ώστε να αποκτήσουν επιτέλους νομιμοποιημένες συνδικαλιστικές εκφράσεις και να καταστούν φερέγγυοι συνομιλητές του κράτους. Το δεύτερο αφορά τον ΕΛΓΑ, τον οργανισμό γεωργικών ασφαλίσεων, ο οποίος, κατά την άποψή της, έχει τελειώσει με τη σημερινή μορφή του. «Θα πρέπει να βρούμε νέες μορφές και νέους μηχανισμούς ασφάλισης της γεωργικής παραγωγής», οι οποίοι όπως εξηγεί «θα πρέπει να λαμβάνουν υπ΄ όψιν τους νέους κινδύνους, όπως το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής, και να στηρίζονται σε νέα ασφάλιστρα και καινούργιους ελέγχους προσδιορισμού των φυσικών καταστροφών στη γεωργική παραγωγή».
Το τρίτο νομοσχέδιο θα αντιμετωπίζει θέματα οργάνωσης και λειτουργίας της αγοράς αγροτικών προϊόντων, θα κατατείνει σε μητρώο εμπόρων αγροτικών προϊόντων ώστε να εξασφαλίζεται η τήρηση των συμβολαίων και η έγκαιρη πληρωμή των αγροτών και ακόμη να διαμορφωθούν μηχανισμοί ελέγχου της αισχροκέρδειας και παρακολούθησης των τιμών από την παραγωγή στην κατανάλωση. Το τέταρτο συνδέεται με τον έλεγχο της αγοράς των φυτοφαρμάκων και των λιπασμάτων, ώστε να εξασφαλισθεί η παρακολούθηση του κόστους των εισροών στη γεωργική παραγωγή. Και είναι γνωστό ότι τόσο τα λιπάσματα όσο και τα φυτοφάρμακα πρωταγωνιστούν. Ειδικώς για τα φυτοφάρμακα κάνει λόγο για την κατάρτιση συνταγολογίου και πιστοποίηση της χρησιμότητάς τους.
Πιστεύει ότι οι παράγοντες αυτοί πρέπει να ελεγχθούν τόσο για την ποιότητα των προϊόντων όσο και για την προστασία της υγείας των ίδιων των αγροτών. Τέλος η πέμπτη νομοθετική παρέμβαση συνδέεται με την πολιτική επί της αγροτικής γης, η οποία θέλει καταγραφή και ξεκαθάρισμα, το οποίο μπορεί να εξασφαλισθεί μόνο με την κατάρτιση ενός αξιόπιστου αγροτικού κτηματολογίου, που θα καταστήσει την αγορά πιο ευέλικτη και πιο κινητική. Γενικώς υπολογίζει ότι με τα νομοθετήματα αυτά θα μπορέσει να θέσει τις αρχές της ζητούμενης αλλαγής στην αγροτική παραγωγή.
▅ Διάθεση ριζικής αλλαγής
Θα έλεγε κανείς ότι η υπουργός Απασχόλησης αντιμετωπίζει την υπόθεση της γεωργίας με διάθεση ριζικής αλλαγής. Γνωρίζει το πρόβλημα, αντιλαμβάνεται τη δυναμική των πραγμάτων, όπως και την ένταση των επερχόμενων συγκρούσεων. Εχει βεβαίως την ορμή και τον δυναμισμό της νεοφώτιστης πολιτικού, είναι επίμονη, αλλά αντιλαμβάνεται ότι απέναντί της έχει μια ιδιότυπη και ιδιαίτερα δύσπιστη κοινωνική ομάδα, η οποία ενσωματώνει βάρη και στρεβλώσεις τριάντα χρόνων. Η επιτυχία της προσπάθειάς της θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό από τους επί μέρους χειρισμούς και την αξιοπιστία τους. Αλλωστε γνωρίζει και η ίδια ότι αλλαγή στη γεωργία δεν είναι υπόθεση μιας ημέρας, ούτε μιας σύγκρουσης. Θα απαιτήσει κόπο, υπομονή, συμμαχίες, όραμα και σχέδιο οργανωμένο.