Ο τίτλος «Μειονότητα της Θράκης» ή «Μουσουλμανική Μειονότητα» κρύβει ένα πολύπλοκο και πολυδιάστατο σώμα ανθρώπων με πολύ μεγάλες διαφοροποιήσεις στο εσωτερικό του.
Κατ’ αρχή βλέποντας τη μειονότητα με εθνοτικά, γλωσσικά και πολιτισμικά κριτήρια υπάρχουν Τούρκοι, Πομάκοι και Τσιγγάνοι...
Με βάση τη θρησκεία συναντάμε παραδοσιακούς Σουνίτες, αλλά και έναν σημαντικό αριθμό Αλεβιτών.
Χωροταξικά επίσης υπάρχουν σημαντικές διαφορές ανάμεσα στους κατοίκους των πόλεων, των πεδινών χωριών και των ορεινών οικισμών.
Αλλά και στον ίδιο χώρο, π.χ. στο βουνό, συναντάμε μεγάλες διαφορές νοοτροπίας και αντιλήψεων.
Για παράδειγμα στα ορεινά του νομού Ροδόπης στα όρια με το νομό Έβρου και τη Βουλγαρία υπάρχουν χωριά Σουνιτών, τα χωριά της περιοχής του Κέχρου, με πολύ συντηρητική νοοτροπία όπου οι γυναίκες, αν τους απευθύνεις το λόγο στρέφουν το βλέμμα αλλού ή το βάζουν στα πόδια, οι άντρες δεν πίνουν αλκοόλ, τουλάχιστον δημόσια και πολλά κορίτσια, ακόμη και σήμερα, μετά το δημοτικό δεν έχουν πρόσβαση στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Στα 10 χιλιόμετρα από τα συγκεκριμένα χωριά υπάρχει ένα χωριό Αλεβιτών, η Χλόη, όπου ισχύουν ακριβώς τα αντίθετα και φυσικά υπάρχει αμοιβαία εχθρότητα και καχυποψία.
Όταν λοιπόν μιλάμε για μειονότητα της Θράκης καλό είναι να έχουμε αυτά στο μυαλό μας, για να αποφύγουμε απλοϊκές ή μηχανιστικές προσεγγίσεις.
Αν στην εποχή μας η κοινωνική κινητικότητα προς τα πάνω μειώνεται δραματικά και το χάσμα ανάμεσα σε φτωχούς και πλούσιους διευρύνεται για τη μέση ελληνική κοινωνία, για τη μειονότητα αυτό ήταν πάντα ο κανόνας. Στη μειονότητα το να γεννηθείς σε μία φτωχή αγροτική ή εργατική οικογένεια σημαίνει ότι κατά 90% θα γίνεις αγρότης ή εργάτης αντίστοιχα. Βέβαια, για να μην είμαστε άδικοι, η ποσόστωση, σύμφωνα με την οποία το 0,5% των εισακτέων των ελληνικών πανεπιστημίων προέρχεται από τη μειονότητα μέσα από ξεχωριστές εξετάσεις, άνοιξε κάποιους δρόμους σε ένα ποσοστό νέων, που όμως είναι πολύ μικρό. Επιπλέον κι εδώ τις περισσότερες πιθανότητες να περάσουν σε κάποια καλή σχολή έχουν τα παιδιά γιατρών, δικηγόρων ή παραγόντων της μειονότητας κι αυτό όχι μόνο γιατί ξεκινάνε από διαφορετικές αφετηρίες σε σχέση με τα παιδιά των αγροτών ή των εργατών. Άλλωστε για τα παιδιά της φτωχολογιάς ακόμη και το λύκειο ή και το γυμνάσιο σε σημαντικό ποσοστό είναι απλησίαστο. Δεν είναι τυχαίο ότι η Ξάνθη και η Ροδόπη είναι στις πρώτες θέσεις πανελλαδικά όσον αφορά τη σχολική διαρροή.
Η πλειοψηφία των κατοίκων του ορεινού όγκου είναι φτωχοί αγρότες, καπνοπαραγωγοί κυρίως ή κτηνοτρόφοι που συμπληρώνουν το εισόδημά τους με περιστασιακές εργασίες ως υλοτόμοι, οικοδόμοι ή περιοδικοί μετανάστες σε δύσκολες δουλειές στην Αθήνα ή το εξωτερικό (Γερμανία, Ολλανδία κλπ). Στα αστικά κέντρα αντίστοιχα η πλειοψηφία είναι εργάτες στις οικοδομές, σε εργοστάσια (αυτοί θεωρούνται και προνομιούχοι γιατί έχουν σταθερό μεροκάματο) και μικρέμποροι, ενώ υπάρχει κι ένα μεγάλο ποσοστό περιθωριοποιημένων και εξαθλιωμένων που ζουν σε παραγκομαχαλάδες.
Από την άλλη στην κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας βρίσκονται γιατροί, δικηγόροι, δημοσιογράφοι και παράγοντες της μειονότητας που κινούνται σ’ ένα πλέγμα στενών σχέσεων τόσο με το τουρκικό προξενείο της Κομοτηνής όσο και με το ελληνικό πολιτικό κατεστημένο, λειτουργούν ως τοποτηρητές, κομματάρχες και χειραγωγοί της μειονότητας, αξιοποιούν ευρωπαϊκά κονδύλια και εκμεταλλεύονται άγρια τον κοσμάκη πατώντας στην αγραμματοσύνη, την υποταγή που καλλιεργεί η θρησκεία, το δέος απέναντι στην Τουρκία και το φόβο απέναντι στο ελληνικό κράτος και τις υπηρεσίες του.
Για να γίνει πιο σαφές αυτό θ’ αναφέρω κάποια παραδείγματα. Υπάρχουν φήμες για μεγάλες αμοιβές που δίνει το προξενείο σε διάφορους, «οργανικούς» ας τους ονομάσουμε, διανοούμενους για να προωθούν τον τουρκικό εθνικισμό. Υπάρχουν μεγαλογιατροί που έχουν εξασφαλισμένη πελατεία στην Κομοτηνή κι έχουν κάνει τεράστιες περιουσίες, γιατί το νοσοκομείο Κομοτηνής είναι σε άθλια κατάσταση και παρά το ότι έχει πεθάνει κόσμος για ασήμαντες αιτίες, δεν έχει γίνει ποτέ τίποτα για τη βελτίωση των υπηρεσιών του. Υπάρχουν πρόεδροι κοινοτήτων κι άλλοι παρατρεχάμενοι που για να διεκπεραιώσουν τα χαρτιά κάποιου χωρικού προκειμένου να πάρει την επιδότηση που δικαιούται για τα ζώα του, απαιτούν και παίρνουν μπαξίσι που συνήθως αντιπροσωπεύει ένα σημαντικό ποσοστό της επιδότησης. Βέβαια στο φαγοπότι αυτό συμμετέχουν και Έλληνες είτε πρόκειται για γραμματείς δήμων και κοινοτήτων, είτε για στελέχη δημόσιων υπηρεσιών, είτε για πολιτικούς παράγοντες. Και φυσικά όλοι αυτοί είτε πρόκειται για Τούρκους, είτε για Έλληνες έχουν κάθε συμφέρον να παραμένει η πλειοψηφία του κόσμου πειθήνια, αγράμματη και φοβισμένη. Γι’ αυτό και πολλές φορές ως δάσκαλος άκουγα τη φράση : «τι θες να μάθεις στα πομάκια γράμματα, ν’ ανοίξουν τα μάτια τους; Ας’ τους καλά είναι έτσι».
ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΝΟΣ ΕΛΛΗΝΑ ΔΑΣΚΑΛΟΥ ΑΠΟ ΞΑΝΘΗ....