Αν ξέρεις κ μερικά πράγματα ,γράψε μας κ για τον θρυλικό Ντουρούντι.
O Μπουεναβεντούρα Ντουρρούτι γεννήθηκε στις 14 Ιουλίου του 1896 στο Λεόν μια ορεινή περιοχή στην κεντρική βόρεια Ισπανία. Ο πατέρας του ήταν εργάτης των σιδηρόδρομων και χαρακτήριζε τον εαυτό του ως ελευθεριακό σοσιαλιστή.
Ο Μπουεναβεντούρα παράτησε το σχολείο στα 14 του χρόνια και πήγε να εργαστεί ως μαθητευόμενος μηχανικός στον σιδηροδρομικό σταθμό του Λεόν, το 1917 η Γενική ένωση εργατών (U.G.T) κήρυξε απεργία των εργατών σιδηρόδρομων του βορρά. Ο Ντουρρούτι έπαιξε ενεργό ρόλο σε αυτή την απεργία, η οποία μετατράπηκε σε γενική απεργία όταν η κυβέρνηση αρνήθηκε να αποδεχθεί τους όρους της συμφωνίας στην οποία κατέληξαν οι εργοδότες και η Ένωση. Η γενική απεργία κράτησε τρεις μέρες και συντριβή από το Στράτο, απολογισμός ήταν 70 νεκροί, 500 τραυματίες και επιπλέον 2000 εργάτες που φυλακίστηκαν από την κυβέρνηση. Η κτηνωδία του Ισπανικού κράτους είχε ένα βαθύ και διαρκή αντίκτυπο πάνω στον νεαρό Ντουρρούτι. Από τα τέλη του 1917 έως τις αρχές του 1920, ο Ντουρρούτι εργάστηκα στο Παρίσι ως μηχανικός. Στη συνέχεια, αποφάσισε να επιστρέψει στην Ισπανία και έτσι πήγε στο Σαν Σεμπαστιάν, λίγο μετά τα σύνορα Εκεί, ήρθε σε επαφή με την τοπική αναρχική ομάδα .Λίγο μετά, ο Μπουενακάζα, τότε πρόεδρος της πρόσφατα δημιουργημένης Εθνικής Συνομοσπονδίας Εργασίας (C.Ν.Τ) που ελεγχόταν από τους αναρχικούς, τον έπεισε να πάει στη Βαρκελώνη όπου το αναρχικό κίνημα, καθώς επίσης και το συνδικαλιστικό, υφίστατο μια κτηνώδη καταστολή, ενώ τα περισσότερα μέλη του ήταν στη φυλακή ή είχαν εκτελεστεί.
Για ένα διάστημα, υπήρχε σημαντική αναταραχή στη Βαρκελώνη και σε ολόκληρη την Καταλονία.
Τον Φλεβάρη του 1919, οι εργάτες ενός μεγάλου εργοστασίου ηλεκτρικών ειδών κατέβηκαν σε απεργία, σε ένδειξη συμπαράστασης προς επτά συναδέλφους τους που είχαν απολυθεί για πολιτικούς λόγους και για να ζητήσουν αύξηση του μισθού ορισμένων κατηγοριών εργατών του εργοστασίου αυτού. Η απεργία ήταν καλά οργανωμένη, κάτι που αποτελούσε μια σημαντική επίδειξη δύναμης της C.Ν.Τ. Ο Άγγλος διευθυντής ήταν έτοιμος να συμβιβαστεί - ιδιαίτερα, επειδή οι μισθοί σ’ αυτό το εργοστάσιο ήταν κάτω του μέσου - όμως, κατόπιν συμβουλής του τοπικού Στρατηγού-διοικητή, άλλαξε γνώμη και αρνήθηκε να συζητήσει με το Συνδικάτο για την επανάληψη της εργασίας. Επιπλέον, ο Στρατηγός φυλάκισε τα ανώτερα στελέχη της CΝΤ και κήρυξε στρατιωτικό νόμο, μολονότι, η απεργία ήταν απολύτως ειρηνική και «νόμιμη». Μετά την άρνηση των αρχών της Βαρκελώνης ν’ αφήσουν ελεύθερους τους οργανωτές, ξεκίνησε μια γενική απεργία στην ευρύτερη περιοχή της Βαρκελώνης, η οποία διήρκεσε δεκαπέντε ημέρες και στην oποία πήραν μέρος πάνω από 100.000 εργάτες. Η κρατική τρομοκρατία εναντίον των εργατών της C.Ν.Τ και του αναρχικού κινήματος, έφθασε στο αποκορύφωμα της. Οδηγούμενοι στην απόγνωση εξαιτίας της ακραίας καταστολής, αναρχικοί όπως ο Ντουρρούτι και ο φίλος του Ασκάσο, αρτεργάτης από την Καταλονία, ανταπάντησαν στην βία με βία, στη δολοφονία με δολοφονία. Μεταξύ 1919 και 1922, σχεδόν κάθε γνωστός αναρχικός ή συνδικαλιστής είτε δολοφονήθηκε από πιστολερός που είχε προσλάβει η ομοσπονδία εργοδοτών, είτε σκοτώθηκε ενώ «προσπαθούσε να δραπετεύσει» από την φυλακή . Ένας από τους πιο δημοφιλείς αναρχικούς της χώρας, ο πρόεδρος της C.N.T Σαλβαδόρ Σεγκυί δολοφονήθηκε από έναν οπλισμένο αστυνομικό.
Το κύριο όργανο υλοποίησης της καταστολής και της τρομοκρατίας, που ξεκίνησε το 1920, ήταν η κυβέρνηση του Ντάτο. Ο Ασκάσο και ο Ντουρρούτι αποφάσισαν να τον δολοφονήσουν. Ο Ντάτο πράγματι δολοφονήθηκε στη Μαδρίτη, το 1921, απ’ ότι λέγεται από αναρχικούς - όχι όμως από τον Ασκάσο ή τον Ντουρρούτι.
Ωστόσο το 1923 ο Ασκάσο και ο Ντουρρούτι θα δολοφονήσουν τον καρδινάλιο της Σαραγόσας που υποστήριζε και οικονομικά την καταστολή των αναρχικών και της C.N.T.
Αργότερα ο Ασκάσο και ο Ντουρρούτι θα αναγκαστούν να φύγουν στο εξωτερικό για να γλιτώσουν την καταστολή της δικτατορίας του Πρίμο ντε Ριβέρα.
Ο Ασκάσο και ο Ντουρρούτι, πήγαν αρχικά στην Αργεντινή, όπου μεγάλος αριθμός εργατών τους υποδέχθηκε με φοβερό ενθουσιασμό. Ωστόσο, σχεδόν αμέσως, η αστυνομία άρχισε να τους κυνηγά. Αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Αργεντινή. Οι Ισπανικές αρχές είχαν προφανώς προειδοποιήσει όλες τις κυβερνήσεις της Νότιας και Κεντρικής Αμερικής. Σε ολόκληρη την Λατινική Αμερική, ο Ασκάσο και ο Ντουρρούτι δεν βρήκαν ούτε στιγμή ησυχία. Συχνά πεινασμένοι, κατέφυγαν κυνηγημένοι πρώτα στη Χιλή και υστέρα στην Ουρουγουάη και το Μεξικό, Η κυβέρνηση της Αργεντινής τους καταδίκασε σε θάνατο ως αναρχικούς ταραχοποιούς. Πράγματι, ακόμα και ο σταλινικός έμμισθος κονδυλοφόρος Ιλία Έρεμπουργκ σχολίασε αργότερα με στόμφο ότι τέσσερα καπιταλιστικά κράτη είχαν καταδικάσει σε θάνατο τον Ντουρρούτι. Ενώ ο Ντουρρούτι βρισκόταν ακόμη στη Νότιο Αμερική, πολλοί αναρχικοί αγωνιστές συγκεντρώθηκαν στη Γαλλία και, σύμφωνα με τον Τόμας αποφάσισαν να πραγματοποιήσουν περιστασιακές επιδρομές στην Ισπανία περνώντας παράνομα τα σύνορα. Αυτή η δραστηριότητα, είχε φυσικά την υποστήριξη των Γάλλων αναρχικών. Συνακόλουθα, ο Ασκάσο και ο Ντουρρούτι αποφάσισαν να πάνε στη Γαλλία, καθώς, εκτός των άλλων, ο Ντουρρούτι γνώριζε το Παρίσι καλά. Εγκαταστάθηκαν στο Παρίσι και Ο Ντουρρούτι άνοιξε ένα βιβλιοπωλείο. Σ’ αυτή την πόλη θα συναντούσε για πρώτη φορά τον Νέστορα Μάχνο. Λίγους μήνες αργότερα, το 1924, ο διαβόητος αρχιαντιδραστικός Βασιλιάς της Ισπανίας Αλφόνσος XIII, επισκέφθηκε το Παρίσι. Ο Ασκάσο και ο Ντουρρούτι επιχείρησαν να τον δολοφονήσουν αλλά δεν τα κατάφεραν και τελικά συνελήφθησαν. Παρέμειναν και οι δυο στη φυλακή για ένα χρόνο. Όταν πλησίαζε η αποφυλάκιση τους, η Αργεντινή ζήτησε την έκδοση τους προκειμένου να εκτελεστεί η θανατική ποινή στην οποία είχαν καταδικαστεί. Ωστόσο, το Γαλλικό αναρχικό κίνημα άρχισε μια τεράστια ελευθεριακή εκστρατεία υπέρ αυτών και κατάφερε να απορριφθεί η αίτηση των αρχών της Αργεντινής, Τελικά, στις 19 Ιούλη 1925 αποφυλακίστηκαν, αλλά τους δόθηκε προθεσμία δυο εβδομάδων για να εγκαταλείψουν την χώρα. Το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο τους αρνήθηκαν την χορήγηση πολιτικού ασύλου και έτσι, πήγαν στην Γερμανία, όπου εκείνη την εποχή βρισκόταν στην εξουσία μια Σοσιαλδημοκρατική (Εργατική) κυβέρνηση. Όμως και οι Σοσιαλδημοκράτες αρνήθηκαν να τους επιτρέψουν την είσοδο στη χώρα.
Στη συνέχεια, ο Ντουρρούτι και ο Ασκάσο επέστρεψαν παράνομα στην Γαλλία, Για μια ακόμα φορά έζησαν κρυμμένοι στο Παρίσι. Λεν ήταν όμως Ευχαριστημένοι, καθώς η ζωή τους εξαρτιόταν από τη βοήθεια και την αλληλεγγύη των Γάλλων συντρόφων τους. Ήθελαν να εργαστούν και να κερδίσουν τα προς το ζην. Έτσι, αποφάσισαν να πάνε στη Λυών. Εκεί, βρήκαν και οι δυο δουλειά, αλλά σύντομα εντοπίσθηκαν απ’ την αστυνομία, γιο να συλληφθούν και στη συνέχεια να καταδικαστούν σε εξάμηνη φυλάκιση. Αφού εξέτισαν την ποινή τους, έζησαν ξανά παράνομα, για ένα διάστημα, στο Βέλγιο. Το 1927. ο Ντουρρούτι πήγε στο Βερολίνο όπου έμεινε στο σπίτι του γνωστού Γερμανού αναρχικού Αουγκουστίν Σούχυ. Αλλά οι Γερμανοί δεν σκόπευαν να τον αφήσουν να παραμείνει εκεί. Τελικά όμως η στάση της Βελγικής κυβέρνησης μεταστράφηκε. Η Βελγική αστυνομία χορήγησε άδεια παραμονής, τόσο στον Ασκάσο όσο και στον Ντουρρούτι, Κατά τη διάρκεια όλης αυτής της περιπλάνησης από χώρα σε χώρα, ο Ντουρρούτι πήρε μέρος σε διάφορες αναρχικές δραστηριότητες και διατήρησε στενή επαφή με πολλούς συντρόφους του στην ίδια την Ισπανία. Επιπλέον, κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, οι Σοβιετικές αρχές, αντιλαμβανόμενες την ενδεχόμενη επιρροή που θα ασκούσε, αργότερα, ο Ντουρρούτι στην Ισπανία, πρόσφεραν άσυλο στην ΕΣΣΔ, τόσο σ’ αυτόν όσο και στον Ασκάσο. Εκείνοι όμως αρνήθηκαν να συμβιβαστούν με την ιδέα ότι θα πήγαιναν στη Ρωσία. Ο Μάχνο, αν όχι κάποιος άλλος, θα πρέπει να τους είχε προειδοποιήσει να μην αποδεχθούν την Κομμουνιστική «φιλοξενία».