ΔΟΜΝΑ ΒΙΣΒΙΖΗ-Η ΑΓΝΩΣΤΗ ΚΑΠΕΤΑΝΙΣΣΑ ΤΟΥ '21
Αλάνθαστο και το αισθητήριο και το κριτήριο του λαού. Αναγνωρίζει όπου υπάρχει το Αληθινό, το Ωραίο, το Μεγαλειώδες και η ψυχή της Δόμνας διαθέτει Μεγαλείο.
Εγκατέλειψε περιουσία, γονείς, φίλους και συγγενείς στην Αίνο για δυο αγάπες: της ελευθερίας και του άνδρα της. Από το Μάιο του 1821 μαθητεύει δίπλα του στην πολεμική Αρετή, την Υψηλοφροσύνη, την Αφοβία, τη Γενναιοδωρία. Έχει πάρει το βάπτισμα του πυρός εδώ και μήνες, συμμετέχοντας στις πολεμικές επιχειρήσεις στο Αιγαίο. Τώρα, στα πόδια της κείτεται νεκρός ο άνδρας της και αυτή αρπάζει το τιμόνι της "Καλομοίρας" και της Μοίρας της… Το κράτος, με το πρόσωπο των Αρεοπαγιτών (για να κρύψει τις πομπές του;), της στερεί το ταίρι της, μα αυτή συνεχίζει αψήφιστα να διακινδυνεύει και τη δική της ζωή και των παιδιών της για την Πατρίδα. Η "Προσωρινή Διοίκηση" προφασίζεται αχρημασία και αυτή αφειδώς και ανυστερόβουλα αντλεί και εξαντλεί τις τελευταίες λίρες από την κασέλα της για τον Αγώνα. Οι αρχές μετά από συνεχείς αναφορές της, της επιτρέπουν να μείνει σε δύο δωμάτια χωρίς πόρτες και παράθυρα στο Ναύπλιο το 1824. Αυτής που φιλοξένησε και στέγασε επί μήνες στην αίθουσα του πλοίου της την Κυβέρνηση της Στερεάς Ελλάδας. Η ατρόμητη ηρωίδα που, βοηθούμενη από τον ύπαρχο του άνδρα της τον Καπετάν Σταύρο Αινίτη, συνεχίζει - μετά τη δολοφονία του άνδρα της, αστέναχτη και αδάκρυτη - μέχρι την άλλη μέρα τη μάχη, ώσπου κόπασε αυτή, για να πλεύσει στη Λιβάδα της Ευβοίας και να θάψει τον άνδρα της στο ναό των Αγίων Αναργύρων.
Η Αρχικαπετάνα, που οι Αρεοπαγίτες θα της ζητήσουν να συνεχίσει το μπλόκο στο στενό του Ευρίπου και να συνδράμει στις επιχειρήσεις της στεριάς με κανονιές από το πλοίο της, θα συνεχίσει αγόγγυστα (χωρίς εκδικητική μανία για τον άδικο θάνατο του άνδρα της) και άφοβα τον Αγώνα της, ενός αγώνα διπλού, όχι μόνο του πολέμου αλλά και της επιβίωσης. Οι λίρες στην κασέλα σώνονται, η μισθοδοσία όμως των ναυτών και τα πολεμοφόδια καλύπτονται από την αρχή του Ξεσηκωμού με έξοδα των Βισβίζηδων. Η "Καλομοίρα" πάλι ταλαίπωρη και λαβωμένη από τις πολεμικές επιχειρήσεις και την παραμονή της τόσον καιρό στη θάλασσα χρειάζεται καλαφάτισμα και παλάμισμα. Φθάνουν στη Δόμνα οι υπαινιγμοί για τη μετατροπή της σε μπουρλότο (πυρπολικό). Έπειτα, είναι και οι "μνηστήρες" της "Καλομοίρας", αχρείοι, που εκμεταλλευόμενοι την χηρεία της και απαξιώνοντας το φύλο της, θέλουν να σφετερισθούν το μπρίκι της και να αναλάβουν τη διοίκησή του. Αγωνίζεται να το ασφαλίσει με "επικυρωτικό της κυριότητας του κληρονομικού κτήματος επ΄ονόματι των ανηλίκων παιδιών μου". Οι πάσης φύσεως πιέσεις, οι οικονομικές και των Υδραίων, την εξαναγκάζουν μετά από τρία χρόνια ναυμαχιών να παραδώσει για πυρπολικό στους Υδραίους το άλλοτε κόσμημα της Αίνου, το τόσο στενά συνυφασμένο με την ύπαρξη της.
Το 1824 καταφεύγει στο Ναύπλιο πάμφτωχη, γιατί της άρπαξαν και τα τελευταία κοσμήματα που της είχαν απομείνει, και μετά από περιπέτειες της επιτρέπεται να μείνει στα δύο δωμάτια, χωρίς πόρτες και παράθυρα, που ήταν εθνικό κτήμα. Εκεί δέχθηκε το δεύτερο τραγικό χτύπημα της μοίρας: Είδε να πεθαίνουν από την πανώλη τα τρία μικρότερα αγόρια της. Μέσα σε αυτές τις στερήσεις και τις κακουχίες που η ηρωίδα ζούσε, ήρθε και ένα ευχάριστο μήνυμα: Το φιλελληνικό κομιτάτο της Γαλλίας θα έπαιρνε το μεγαλύτερό της γιο, Δημήτριο, για να σπουδάσει στο Παρίσι. Οι Γάλλοι, επειδή ο Δημήτριος ήταν γιος ναυάρχου τον ονόμασαν Θεμιστοκλή. Έκανε τόση εντύπωση στο Παρίσι με την ομορφιά του, τη φουστανέλα και το φέσι, ώστε κέρδισε αμέσως την προστασία της μαντάμ Ρεναμιέ και της ελληνικής καταγωγής δούκισσας Ντ΄ Αμπραντέ. Η ωραία του μορφή φιλοτεχνήθηκε σε πορτρέτο από τη Γαλλίδα καλλιτέχνιδα Αδέλα Ταρντιέ, κυκλοφόρησε σε δελτάρια σε όλη τη Γαλλία, σε πολλές χιλιάδες αντίτυπα, για την ενίσχυση της ελληνικής επανάστασης. Οι εφημερίδες της Λυών τον εκθείαζαν και ο Βίκτωρ Ουγκώ έγραψε γι' αυτόν το ποίημα "το Ελληνόπουλο".
21 Μαΐου 1825: Ο Υδραίος Γ. Ματρόζος και ο Σπετσιώτης Λάζαρος Μασσούς με το πυρπολικό πλέον "Καλομοίρα" πυρπόλησαν τη φρεγάτα με το ταμείο του Τουρκικού στόλου ανάμεσα Εύβοιας-Άνδρου- Κέας- Αττικής.
Στο μεταξύ, η Δόμνα παλεύει, κρατώντας στα χέρια της έγγραφα που την εφοδίασαν κατά καιρούς ο Οδυσσέας Ανδρούτσος και ο Νικηταράς, ο Μακεδόνας στρατηγός Καρατάσος και ο Άνθιμος Γαζής, όλα βεβαιωτικά για την προσφορά του συζύγου της και της ίδιας, προκειμένου να επιτύχει την αποζημίωση για τα έξοδα του Αγώνα και κάποια σύνταξη. Αποζημίωση δεν επέτυχε, πέτυχε όμως σύνταξη ...30 δραχμών. Μετακομίζει στη Σύρο.
Το 1832 επιστρέφει ο Δημήτριος ή Θεμιστοκλής και διορίζεται ακόλουθος του Υπουργείου των Εξωτερικών (από το 1845 ως το 1876 ήταν διοικητής Νάξου). Η Δόμνα μετακομίζει με τη Μαριορή, την κόρη της που παντρεύτηκε τον πλοίαρχο του Πολεμικού Ναυτικού Θαιράκη, στον Πειραιά, όπου και πεθαίνει το 1850.
Η Δόμνα, η όμορφη, η δυνατή, η αρχικαπετάνα. "Γεια σου, καλέ, χαρά σου. Βουνά, στεριές και θάλασσες μιλούν για τ' όνομά σου". Και ο Λαός, με το αλάνθαστο κριτήριό του, την έκανε τραγούδι…. Σε πείσμα της "Επίσημης Ιστορίας", που παρόλα τα τρανταχτά τεκμήρια, αφήνει αμνημόνευτους και ξεχασμένους τη Δόμνα και τον άνδρα της. Το δημοτικό ποίημά της γίνεται το δικαστήριο του Χρόνου. Το Τίμημα: "Σέμνωμα και Καύχημα" δικό μας, των Θρακιωτών, και χρέος μας να αναδείξουμε την προσφορά τους, μια προσφορά ισάξια των μεγάλων αγωνιστών του Γένους, χωρίς διόλου να υπολείπεται η Δόμνα, η "ευγενεστάτη και σεβαστή", από την Μπουμπουλίνα και τη Μαντώ Μαυρογένους.
ΠΟΙΑ ΗΤΑΝ ΟΜΩΣ Η ΔΟΜΝΑ ΒΙΣΒΙΖΗ;
Η Δόμνα Βισβίζη γεννήθηκε στον Αίνο της Θράκης το 1783. Παντρεύτηκε τον Αντώνιο (Χατζη-Αντώνη) Βισβίζη, πλούσιο πλοίαρχο και εφοπλιστή από τον Αίνο. Ο καπετάν Βισβίζης, γενναίος και ενθουσιώδης πατριώτης, μυήθηκε νωρίς στη Φιλική Εταιρία και προσέφερε πολλά χρήματα για την Επανάσταση. Συμμετείχε σε αρκετές ναυμαχίες μαζί με τη Δόμνα και τα πέντε παιδιά τους. Το πλοίο τους ήταν η «Καλομοίρα», με 140 άντρες και 16 κανόνια. Όταν ο άντρας της έπεσε νεκρός σε μια εκστρατεία στην Αγία Μαρίνα, η Δόμνα με θάρρος ανέλαβε τη διακυβέρνηση της «Καλομοίρας» και εξακολούθησε τον αγώνα. Η γενναία καπετάνισσα επί τρία χρόνια συμμετείχε με το πλοίο της σε ναυμαχίες, πολιορκίες και καταδρομές σε όλα τα ελληνικά πελάγη. Διέθεσε ολόκληρη την περιουσία της για την συντήρηση του πλοίου και του πληρώματος και έφτασε κάποτε η στιγμή που η «Καλομοίρα» ασυντήρητη δεν ήταν πια ικανή να συνεχίσει την ένδοξη δραστηριότητά της. Τον Σεπτέμβρη του 1824, η καπετάνισσα αναγκάζεται να παραχωρήσει το τελευταίο που της απέμεινε από τα υπάρχοντά της, το πλοίο της, στην ελληνική διοίκηση για να μετατραπεί σε πυρπολικό και η ίδια αποσύρεται από την ενεργό δράση.
Η Δόμνα έζησε δύσκολα και φτωχικά τα υπόλοιπα χρόνια της. Την παρακολουθούμε - μέσα από έγγραφα που σώθηκαν στα ελληνικά αρχεία – να τριγυρνά από τόπο σε τόπο, την Ερμιόνη, το Ναύπλιο, την Ερμούπολη της Σύρου, στερημένη, περιφρονημένη, άστεγη με τα πέντε παιδιά της, να προστρέχει «εις το έλεος της σεβαστής επιτροπής της Ελλάδας και να ζητά βοήθεια»...
Η ηρωική στάση της, η αντρίκια παλικαριά της, η αγέρωχη αντιμετώπιση της μοίρας στις κρίσιμες στιγμές της ζωής της και του αγώνα την αναδεικνύουν πρόσωπο πρωταγωνιστικό. Την υψώνουν σε δυσθεώρητα μεγέθη και την κατατάσσουν τουλάχιστον στην ίδια θέση με την Μπουμπουλίνα και την Μαντώ Μαυρογένους. Πέθανε το 1850.
Παρακολούθησα πρόσφατα ένα αφιέρωμα για την εν λόγω Ελληνίδα σε μια εκπομπή της ΕΤ 3,και θεώρησα ότι έπρεπε να παραθέσω εδώ ,κάποια στοιχεία για αυτήν,στους πιο πολλούς,άγνωστη Ελληνίδα.