"... οι άνθρωποι φεύγουν με ένα τριπλό παράπονο.
Το πρώτο και μεγαλύτερο, κατά τη γνώμη μου, παράπονο τα δύο αδέρφια μοιάζουν να το έχουν από την ίδια την πολιτεία. Για σκεφτείτε λίγο την περίπτωσή τους. Εχουν ξοδέψει ένα σωρό χρήματα και αισθάνονται θύματα ενός παρασκηνίου που τους κυνηγάει με προφανή για όποιον καταλαβαίνει στόχο να τους υποχρεώσει να περάσουν από το παγκάρι, να καταθέσουν το κατιτίς τους και να αγοράσουν υπηρεσίες για πέντε, έξι ματς τον χρόνο. Πληγωμένοι από μία πρόσφατη απώλεια πρωταθλήματος (δεν εξετάζω αν αυτή ήταν δίκαιη ή άδικη -στον ψυχισμό τους αναφέρομαι), διαβάζουν ότι για το ποδόσφαιρο τρέχουν αυτή τη στιγμή πέντε εισαγγελικές έρευνες, κινητοποιήθηκε η ΕΥΠ και οι σούπερ κοριοί της και εξαρθρώθηκαν κυκλώματα. Νομίζω ότι σε αυτό το σημείο, βλέποντας τη νιρβάνα και την ακινησία στον κόσμο του ελληνικού μπάσκετ, τρελάθηκαν. Είναι σαν να έχει έρθει η ομάδα του αμερικανικού CSI να ερευνήσει την κλοπή που έγινε στο διπλανό σπίτι και όταν εσένα σε κλέβουν, να μην περνάει ούτε περιπολικό."
"... Το τρίτο και σημαντικότερο παράπονο έχει να κάνει προφανώς και με τη στάση κάποιων οπαδών του Ολυμπιακού που τους θεωρεί losers, αποτυχημένους, ανίκανους να συγκρουστούν με το παρασκήνιο και άλλα τέτοια ωραία. Εδώ περισσότερο και από το παράπονο των Αγγελόπουλων αξίζει να προβληματιστούμε για τις γενικότερες αντιλήψεις που επικρατούν στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Στην πραγματικότητα, μία ολόκληρη γενιά έχει γαλουχηθεί ταυτίζοντας τη με κάθε κόστος και τρόπο νίκη με την επιτυχία: πρόκειται για δύο πράγματα διαφορετικά. Προφανώς τα όσα ζούμε αυτές τις μέρες με τις συλλήψεις και τις προφυλακίσεις των ποδοσφαιροπαραγόντων-σταρ οδήγησαν τα δύο αδέρφια στο συμπέρασμα ότι η όποια επιτυχία μπορεί να βασιστεί μόνο στη συνεργασία με αδίστακτους που μπορεί εύκολα να πολεμήσουν ένα κύκλωμα, αλλά διεκδικούν ως αντάλλαγμα το επόμενο να το διαφεντεύουν αυτοί και μάλιστα στο όνομά τους.
Είναι φανερό πως μετά τον Τζίγκερ (που το 2003 αρνήθηκε τα κλειδιά της Παράγκας παρά την ήττα στη Ριζούπολη), οι Αγγελόπουλοι φεύγουν από ένα χώρο γιατί δεν γουστάρουν ούτε καν να επιδιώξουν να γίνουν οι νταβατζήδες του. Είναι ενδιαφέρον ότι φεύγουν την ώρα που και οι Γιαννακόπουλοι δηλώνουν ότι θέλουν να αποχωρήσουν. Αλλος θα έκανε υπομονή να πάρει το μαγαζί μπάσκετ κοψοχρονιά. Τι να το κάνεις, όμως, όταν θα πρέπει για να το λειτουργήσεις να κρεμάσεις στα μανταλάκια την ηθική σου;
Η συνολική στάση είναι κατανοητή -πλην όμως η φυγή είναι ήττα χειρότερη και από την απώλεια των τίτλων. Οι αντιλήψεις των οπαδών δεν αλλάζουν από αυτούς που φεύγουν: ο χώρος έχει ανάγκη από ανθρώπους που με την καθαρότητά τους θα αποδείξουν ότι μπορείς να κερδίζεις κι αλλιώς, δηλαδή χωρίς να υιοθετείς τη λογική του φαρ ουέστ ψάχνοντας τον ρόλο του επόμενου αρχηγού της άγριας συμμορίας. Το να το βάλεις στα πόδια είναι το ίδιο εύκολο με το να «στήσεις» μια μηχανή για να κερδίσεις το πρωτάθλημα: και στις δύο περιπτώσεις διαιωνίζεις, είτε διά της απουσίας είτε διά της μίμησης, την ίδια νοοτροπία. Μόνο μένοντας την αλλάζεις.
«Ναι, αλλά μένω και χάνω», θα σου πουν. Πολύ σωστά. Μόνο που οι όροι «κερδίζω» και «χάνω» είναι πολύ σχετικοί. Ο Μαρινάκης, π.χ., κέρδισε το πρωτάθλημα στο ποδόσφαιρο, αλλά με όσα κυκλοφορούν αυτές τις μέρες δεν μου μοιάζει πολύ κερδισμένος. Αν είχα μπροστά μου τον Παναγιώτη και τον Γιώργο Αγγελόπουλο, θα τους ρωτούσα απλά αν ζηλεύουν την επιτυχία του μεγαλομετόχου της ΠΑΕ. Αν μου έλεγαν «ναι», τότε θα τους έλεγα ότι καλώς αποχώρησαν. Αν μου ζητούσαν χρόνο για να απαντήσουν, θα τους έλεγα να χρησιμοποιήσουν αυτόν τον χρόνο για να μετρήσουν όλα όσα συμβαίνουν. Αν τα μετρήσουν, θα αλλάξουν γνώμη..."