Από τη σημερινή Εφημερίδα των Συντακτών
Τριάντα ράμματα σε ένα παιδικό πρόσωπο, αποτέλεσμα τυφλής ρατσιστικής βίας. Ενα δεκατετράχρονο παιδί που δεν έκανε τίποτα, που απλά υπάρχει, εισέπραξε την άγρια ναζιστική τιμωρία ενός ακόμη τάγματος εφόδου.
Είχε έρθει στην Ελλάδα με τη μητέρα του και το όνειρο να φύγει μακριά από τη φρίκη. Ο μικρός Αφγανός ετοιμαζόταν να πάει με τη μητέρα του στην Ελβετία, όπου βρίσκεται και ο αδελφός του. Μια και η νομιμότητα δεν επιτρέπει τέτοια όνειρα σε ένα παιδί του Τρίτου Κόσμου, η μόνη γνωστή οδός είναι η επί πληρωμή διασφάλιση μια πολυπόθητης θέσης σε ένα αεροπλάνο.
Ο μικρός είχε χωριστεί από τη μητέρα, μια και ο οργανωτής της διαφυγής τούς είχε βάλει σε ξεχωριστά γκρουπ, για προφανείς λόγους. Το γκρουπ της μητέρας επιβιβάστηκε κι έφυγε, ενώ η ίδια ήταν σίγουρη ότι ο μικρός είχε ήδη επιβιβαστεί νωρίτερα. Τελικά, για -πολλοστή φορά- κακή του τύχη συνελήφθη στο αεροδρόμιο κι αφού παρέμεινε για 20 λεπτά στο αστυνομικό τμήμα τον άφησαν, και αυτός πήρε το μετρό για να φύγει. Επέστρεψε στο σπίτι που έμενε με τη μητέρα του και με άλλες οικογένειες Αφγανών προσφύγων στην Αθήνα.
Αφησαν δηλαδή ένα δεκατετράχρονο παιδί έτσι απροστάτευτο χωρίς να ενδιαφερθεί κανείς για το πού θα πάει και πώς χωρίστηκε από τους δικούς του. Ο μικρός προσπαθούσε να βρει μια άκρη και γυρνώντας με το μετρό το απόγευμα της προηγούμενης Δευτέρας, στις 5.30, κατέβηκε στον σταθμό της πλατείας Αττικής. Κάποια στιγμή κατάλαβε ότι κάποιοι τον ακολουθούσαν και ξαφνικά ένιωσε ένα χτύπημα στον ώμο. Γύρισε και είδε τρεις νέους άντρες με μαύρα ρούχα.
«Οι μπλούζες τους είχαν ένα σήμα με δύο δάφνινα δεντράκια που κάτω ενώνονταν και μέσα είχαν ένα άλλο σχήμα» περιέγραψε ο μικρός. Τον ρώτησαν στα ελληνικά από πού είναι και του ζήτησαν τα χαρτιά του και μόλις εκείνος είπε Αφγανιστάν τον κλότσησε ο ένας και έπεσε κάτω. Του έσπασαν ένα μπουκάλι μπίρας στο πρόσωπο και τον χαράκωσαν. Ο μικρός αιμόφυρτος λιποθύμησε και ένας περαστικός τον πήγε στο νοσοκομείο. Εκεί τον έραψαν, του έδωσαν μια συνταγή για φάρμακα και τον άφησαν να φύγει.
Ο μικρός με όσα λεφτά είχε αγόρασε από φαρμακείο τα φάρμακα, αλλά δεν ήξερε πώς να τα χρησιμοποιήσει και δεν τα πήρε αμέσως. Ευτυχώς είχε ακούσει από έναν ομοεθνή του για τους Γιατρούς του Κόσμου και μάλιστα γνώριζε και το Ιατρείο τους στο κέντρο της Αθήνας και πήγε δυο μέρες αργότερα.
Ηταν τόσο χαρακωμένο το παιδί και τόσο τρομαγμένο που άφησε άφωνους ακόμα και τους γιατρούς που όλη μέρα αντιμετωπίζουν τέτοια περιστατικά. Το φρόντισαν αμέσως, του έδωσαν τα φάρμακα, απευθύνθηκαν στην Εισαγγελία για τα ασυνόδευτα, και ειδοποίησαν τους δικούς του για να στείλουν όλα τα απαραίτητα χαρτιά για τη νομική διαδικασία της επανένωσης.
Η εικόνα του παιδιού