γεγονός είναι ότι τα επεισόδια που συμβαίνουν τακτικά σε κάθε μεγάλη διαδήλωση δεν οφείλονται σε κάποιο συντεταγμένο και επώνυμο μπλοκ, αυτό όμως δεν μας λέει τίποτα περισσότερο από το ότι δεν πυροδοτούνται -τα επεισόδια- από αυτά -τα επώνυμα μπλοκ δηλαδή-, καθώς τυχαίνει στην πορεία των επεισοδίων να λαβαίνουν μέρος και αυτά -όπως έχει γίνει πάμπολλες φορές, και μιλάω κυρίως για την εξωκοινοβουλευτική αριστερά χωρίς να προσμετρώ κάποιες φάπες που έπεσαν στα ματ από το μπλοκ του ρουβίκωνα, χαμηλά στο τέλος της πανεπιστημίου, μες στο ‘24, αν θυμάμαι σωστά.
έχουμε λοιπόν ένα πρώτο δεδομένο: τα επεισόδια ξεκινούν από ανώνυμες κάθε φορά ομάδες που δεν αναλαμβάνουν το αναμενόμενο -από εμάς- «θάρρος της γνώμης» τους, και έτσι όλα οδηγούν στον εξαναγκασμό της επέμβασης των ματ συνεπικουρίαι των ασφαλητών (που ως σωστοί απόγονοι των προγόνων τους βρίσκονται μέσα στο πλήθος υποδεικνύοντας έγκαιρα στα όργανα της τάξης τούς ταραξίες).
το δεύτερο δεδομένο, που είναι και αποφασιστικό καθώς στηρίζει όλη την προβοκατορολογία, είναι πως τα επεισόδια σημαίνουν την αρχή της λήξης των διαδηλώσεων, καθώς τα χημικά και η εκθηρίωση των ματ δεν καθιστούν απλώς επιβλαβή για την υγεία και επικίνδυνη για τη σωματική μας ακεραιότητα την παραμονή στον τόπο της διαδήλωσης, αλλά και απειλητική από πάνω, στην προοπτική της άμεσης σύλληψής μας από τα ματ.
φαίνεται λοιπόν με μια πρώτη, τυχαία ματιά ότι η παραμονή μας στη διαδήλωση εν εξελίξει των επεισοδίων καθιστά αυτοδίκαιη τη σύλληψή μας, ή τουλάχιστον δικαιολογημένη, καθότι τι δουλειά έχεις κύριε να παρευρίσκεσαι σε μια διαδήλωση όταν τα ματ αποφασίζουν να αφηνιάσουν; είσαι και φέρεσαι ως ύποπτος άρα προσπάθησε τώρα να αποδείξεις στον ανακριτή ότι δεν είσαι ελέφαντας, γαμημένο πηθίκι, όπως θα έλεγε κι ένας μπαστουνόμπατσος.
η ανωνυμία και το άκαιρο λοιπόν των ενεργειών είναι οι καθοριστικοί παράγοντες που στηρίζουν το αφήγημα της προβοκατορολογίας, καθώς μόνο σκοτεινά κέντρα που επιθυμούν τη διάλυση και τη σπίλωση των διαδηλώσεων θα τολμούσαν να δράσουν με τέτοιο πρόστυχο και ελεεινό τρόπο στους διαδηλωτές που κατεβαίνουν είτε συντεταγμένα κι επώνυμα, είτε ατομικά και ακηδεμόνευτα, άρα ανώνυμα και αυτοί -καθώς το παρόν που δίνουν, όσο βροντερό και να είναι, δεν δίνεται υπό τη σκέπη καμίας συλλογικότητας, κανενός φορέα συμφερόντων, αλλά εμπίπτει στη μεγάλη και ανώνυμη μάζα των ελλήνων πολιτών ή απλών διαδηλωτών.
η θέση μας λοιπόν είναι ευάλωτη από το αέναο άκαιρο της συγκυρίας, από την έφοδο των ματ, και κακορίζικη από την ανωνυμία των δρώντων που όντας σχεδόν πάντοτε μαυροφορεμένοι, δεν μπορούν να λογοδοτήσουν για το επαναλαμβανόμενο μοτίβο των πράξεών τους.
το ατυχές της συγκυρίας όμως, το γεγονός δλδ ότι ποτέ δεν είμαστε έτοιμοι/ες ως σώμα διαδηλωτών για να αποτρέψουμε τη διάλυσή της, δεν μπορεί να οδηγεί ντε φάκτο στην ενοχοποίηση των «μαύρων». αυτοί, όποιοι κι αν είναι τέλος πάντων αυτοί που ντύνονται με μαύρα, αναδεικνύουν την αδυναμία μας, δεν τη δημιουργούν: εκτός κι αν δεχτούμε ότι είναι δουλειά μας να είμαστε πάντοτε οι αδύναμοι της υπόθεσης και το κράτος οφείλει να κάνει πιο σωστά τη δουλειά του, εξαρθρώνοντας αυτό το βρώμικο κύκλωμα -είτε πρόκειται για εξωκρατικούς, είτε για παρακρατικούς.
αν πάλι δεν είμαστε οι αδύναμοι της υπόθεσης, τότε ποιος θα μας γλιτώσει από το κράτος μεθαύριο, όταν εμείς, οι επώνυμοι και συντεταγμένοι , οι κόκκινοι ας πούμε, θα είμαστε έτοιμοι; μπορεί και τότε, όπως και τώρα, πάλι κάποιοι άλλοι να μην είναι έτοιμοι: δεν θα τους οδηγήσουμε ακόμα χειρότερα στις αρπάγες της επαναστατικής βίας; δεν θα παίζουν εκείνοι τότε το παιχνίδι της αντεπανάστασης;
αυτή τη φορά οι ανώνυμοι διαδηλωτές (καλοί και κακοί) θα είναι τα θύματα της επώνυμης, συντεταγμένης, κόκκινης τρομοκρατίας. βλέπουμε δλδ ότι η ανωνυμία μπορεί να είναι κακή αλλά δεν είναι εξ ορισμού μη χρήσιμη: θα χρησιμέψει κάποτε στους «καλούς» επώνυμους για να προβούν στις απαραίτητες εκκαθαρίσεις .
η (μη χρήσιμη) ανωνυμία και το ασύνταχτο παρών που δίνουν αυτές οι «ομάδες» δεν μπορούν να γίνουν ανεκτά είτε από τον ιδιώτη μικροαστό που θέλει τη λαοθάλασσά του «ακομμάτιστη» (sic) -λες και θα κατορθώσει τον απόλυτο αυτοκαθορισμό και δεν θα καθορίζεται ως μάζα από αυτό ακριβώς το ακομμάτιστο, που στην ουσία του, και δεν εννοούμε κανένα βάθος εδώ, μιλάμε για την επιφάνεια, την πέτσα, το τομάρι, είναι αμιγώς φασιστικό-
είτε από τους «κόκκινους», επώνυμους και συντεταγμένους.
αυτή η αξίωση όμως, της απόλυτης και άνευ όρων επωνυμίας, είναι ο ορισμός του ολοκληρωτισμού. κανένας νόμος, κανένα σύνταγμα δεν μπορεί να μου επιβάλει να λειτουργήσω όπως θέλει και όπως χρειάζεται το κκε ή όποιος άλλος κομματικός φορέας. εγώ, κι όταν λέω εγώ αναφέρομαι στην εκάστοτε ατομικότητα, αναλαμβάνω την ευθύνη της πράξης μου απέναντι στο κράτος και δρω ανάλογα. δεν ζήτησα από καμία συλλογικότητα την ταυτότητα στη διαδήλωση, για να την αφήσω να ζητάει τη δική μου.
προκειμένου λοιπόν να στηριχτεί το αφήγημα της προβοκατορολογίας, πρέπει να βγει από τη μέση αυτή η ατομικότητα που δεν αποδέχεται ούτε την αξίωση της κόκκινης ασφαλήτικης νοοτροπίας, ούτε το άκαιρό της, που είναι ολοδικό της, ούτε την αδυναμία του άλλου «μέσου» διαδηλωτή (υπάρχει άλλος «μέσος»; εγώ νόμιζα ότι το ακομμάτιστο μας κάνει όλους σκέτο «μέσους»!). η ατομικότητα που εμπλέκεται στα επεισόδια επιχειρεί ξανά και ξανά για δεκαετίες τα ίδια, αλλά δεν συντρέχει καμία ολοκληρωτική αξίωση για διαφάνεια από τα πέρατα της οικουμένης ως την τελευταία κωλοτρυπίδα από τους μεν (είναι προβοκάτορες!), ενώ για τους δε δεν χρειάζεται να προσφύγουμε σε κανένα πρόσχημα: αυτοί απαιτούν τη συμμόρφωση με την πέτσα, την πρώτη στρώση σκέψης που σχηματίζεται στο πηχτό χυλό της συνείδησης, και αξιώνουν την ισοπέδωση του διαφορετικού. είναι κάτι που το βλέπουμε τόσο συχνά τον τελευταίο καιρό, μας αγκαλιάζει όλους τόσο πολύ, που δεν μπορούμε καλά καλά να το διακρίνουμε στις σωστές του διαστάσεις, που είναι πραγματικά ασύλληπτες.
το μόνο που παράγει αυτός ο τόπος πια είναι χαφιέδες, είτε πραγματικούς είτε κατά φαντασίαν.