«Ο κομμουνισμός πέθανε αλλά ο Μαρξ επιστρέφει»
Είκοσι χρόνια μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, γεγονός που συμβόλιζε το τέλος ακόμη και της ιδέας του κομμουνισμού, η οικονομική κρίση ξαναζωντανεύει αυτή την ιδεολογία.
Εχουμε δει με έκπληξη σχεδόν, από την αρχή της κρίσης, την επαναφορά του ρόλου του κράτους, έχουμε ακούσει και διαβάσει σοβαρές επικρίσεις για το καπιταλιστικό σύστημα, όπως και συζητήσεις για την καλύτερη αναδιανομή, ενώ οι ιδέες του Μαρξ και άλλων ομοϊδεατών του να εξετάζονται με προσοχή. Ηδη τον περασμένο Μάρτιο στο Λονδίνο διοργανώθηκε ένα συνέδριο με θέμα «Η ιδέα του κομμουνισμού», όπου συμμετείχαν μεγάλα ονόματα της σύγχρονης φιλοσοφίας, όπως ο Ζακ Ρανσιέρ, ο Τόνι Νέγκρι, ο Μάικλ Χαρντ και ο Σλάβο Ζίζεκ, καθόλου οικεία, μέχρι τότε, στο ευρύ κοινό, αλλά που σήμερα προσεγγίζονται από τα ΜΜΕ επιζητώντας τις εκτιμήσεις τους.
Οποιες και αν ήταν οι διαφοροποιήσεις των ομιλητών, σε εκείνο το συνέδριο, υποστήριξαν πως «η λέξη "κομμουνισμός" μπορεί και οφείλει να ξαναποκτήσει σήμερα μια θετική αξία», όπως υποστηρίζει και ο φιλόσοφος Αλέν Μπαντιού στο τελευταίο βιβλίο του.
«Μαρξ, η Επιστροφή» θα μπορούσε, λοιπόν, να ήταν ο τίτλος μιας ταινίας που θα δούμε προσεχώς στην πολιτική σκηνή του δυτικού κόσμου. Κάποιοι ισχυρίζονται πως το σενάριο δεν έχει ακόμη γραφεί, αλλά κάποιες σκηνές έχουν αρχίσει να «γυρίζονται».
Στην πράξη, όμως, αυτό που αλλάζει είναι η οικονομική πραγματικότητα και φαίνεται πως η ίδια έχει αναλάβει την αποκατάσταση και επιβεβαίωση των μαρξιστικών θέσεων, μετά το θάνατο του εμπνευστή τους. Οι μαζικές εθνικοποιήσεις του τραπεζικού συστήματος στις ΗΠΑ και στη Βρετανία, η βοήθεια στις αυτοκινητοβιομηχανίες και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού, ή ακόμη, και οι κάπως συγκρατημένες προσπάθειες για περιορισμό των εσόδων των μεγαλοστελεχών, αναιρούν τη «ριγκανο-θατσερική» πεποίθηση σύμφωνα με την οποία «το κράτος δεν είναι η λύση, αλλά το πρόβλημα». Η άλλοτε υπερεκτιμημένη αγορά στο εξής αντιμετωπίζεται ως πηγή απορυθμίσεων. «Οι πάσης φύσεως ιδιωτικοποιήσεις ωθούν τους ανθρώπους προς τον κομμουνισμό. Υπάρχει μια απότομη πτώση της νομιμότητας του φιλελεύθερου μύθου», ισχυρίζεται ο φιλόσοφος και οπαδός του νεοσύστατου γαλλικού Νέου Αντικαπιταλιστικού Κόμματος, Ντανιέλ Μπενσάιντ, όπως διαβάζουμε στο μεγάλο αφιέρωμα για την επανεμφάνιση του μαρξισμού, στην εφημερίδα «Λιμπερασιόν».
Παραδόξως, ορισμένοι ειδικοί επί των οικονομικών θεμάτων ξαναδιάβασαν βιβλία μαρξιστικού περιεχομένου για να καταλάβουν καλύτερα πώς μπόρεσε ο καπιταλισμός να κάνει τόσα λάθη.
Ομως ξαναδιαβάζουμε τον Μαρξ για να αναλύσουμε τον καπιταλισμό ή για να τον εξοντώσουμε; Για να καταλάβουμε τον κόσμο ή για τον αλλάξουμε; Οποιος κι αν είναι ο στόχος μας, η μεγαλύτερη αξία της επιστροφής της κομμουνιστικής ιδέας είναι ότι επανεισάγει στην πολιτική συζήτηση την άποψη πως δεν μπορούν να ιδιωτικοποιηθούν τα πάντα. Πως υπάρχουν «κοινά αγαθά», αγαθά και υπηρεσίες στα οποία μπορούν να έχουν πρόσβαση όλοι: φάρμακα, λογισμικό, μουσική, πανεπιστημιακή γνώση, αλλά και νερό, υγεία, παιδεία.
Ο Ερικ Χομπσμπάουμ, ο μεγαλύτερος Βρετανός ιστορικός, είναι και ένας από τους τελευταίους εκπροσώπους της παράδοσης των κομμουνιστών διανοουμένων, και να τι λέει σε συνέντευξή του στην ίδια εφημερίδα:
«Ως πρόγραμμα, ο κομμουνισμός δεν υπάρχει πια. Ο "υπαρκτός σοσιαλισμός" του σοβιετικού μπλοκ κατέρρευσε και δεν υπάρχει καμία περίπτωση να εφαρμόσουμε σήμερα την ιδέα μιας συγκεντρωτικής και οργανωμένης οικονομίας. Αλλωστε, ούτε ο ίδιος ο Μαρξ συμμεριζόταν μια τέτοια ιδέα. Στην πραγματικότητα, η ουσιαστικότερη συνδρομή του κομμουνισμού υπήρξε μια επαναστατική πρωτοπορία: το κόμμα. Τα κομμουνιστικά κόμματα ήταν κατασκευαστές κοινωνιών και κρατών. Μετά τον πόλεμο, το ιταλικό κομμουνιστικό κόμμα, των 5.000 μελών, μέσα σε δύο χρόνια μετατράπηκε σε ένα κόμμα εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων, ικανό να προσελκύσει εκατομμύρια ψηφοφόρων. Στο Βιετνάμ, το κομμουνιστικό κόμμα δομήθηκε έτσι ώστε να γίνει η βάση για κάτι πιο μεγάλο: μια ολόκληρη κοινωνία. Ωστόσο, όλα αυτά έγιναν κάτω από οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που δεν υπάρχουν πια».
Δεν διαφαίνεται κάποια επιστροφή στον Λένιν;
«Ο νεοφιλελευθερισμός υποτίμησε τις ικανότητες και τις επιτυχίες των κομμουνιστικών κινημάτων. Θέλησε να τις πετάξει συνολικά στον σκουπιδοτενεκέ και να βρει δικαιολογίες για να δημιουργήσει γκουλάγκ. Αυτή η μυθολογία, που χρονολογείται από τον Ψυχρό Πόλεμο, δεν έχει πεθάνει ακόμη. Παραδείγματος χάριν, παραμένει ζωντανή στο Ευρωκοινοβούλιο, όπου λαμβάνονται ακόμη αποφάσεις εναντίον του ολοκληρωτισμού, λες και είμαστε στη δεκαετία του '60. Σήμερα που ο καπιταλισμός βρίσκεται σε κρίση, η επιστροφή της κομμουνιστικής ιδέας είναι κυρίως ένας τρόπος να απαντηθεί η νεοφιλελεύθερη προπαγάνδα».
Η σημερινή κρίση ανοίγει το δρόμο σε έναν πιθανό «μετα-καπιταλισμό»;
«Το τέλος του κομμουνισμού έχει συμβολιστεί με την πτώση του Τείχους του Βερολίνου: τότε όλος ο κόσμος κατάλαβε πως εκείνη η εμπειρία είχε οριστικά τελειώσει. Ε, λοιπόν, ο καπιταλισμός ζει μια ανάλογη κατάσταση: από τον Σεπτέμβρη, ο καθένας γνωρίζει πως η επιστροφή στην ιδεολογία του οικονομικού laisser-faire δεν είναι πια δυνατή. Το laisser-faire βασίζεται στην ιδέα πως θεωρητικά κάθε άνθρωπος ακολουθεί ορθολογικά συμφέροντα, τα οποία ισορροπούν μέσα σε μια αυτορυθμιζόμενη αγορά. Αυτή είναι η θεωρία της "ορθολογικής επιλογής", και κάθε περιορισμός της αγοράς θεωρείται εμπόδιο σε ό,τι καλύτερο μπορεί να συμβεί στον κόσμο. Παίρνοντας κάποια απόσταση, τώρα, αυτό φαίνεται γελοίο. Αλλωστε, οι οικονομίες που γνώρισαν εδώ και τριάντα χρόνια υψηλή ανάπτυξη δεν υπακούουν καθόλου στη θεωρία της ελεύθερης επιλογής του καταναλωτή: η Ιαπωνία, η Κορέα, αργότερα η Κίνα. Μόνο το 1998 -1999, με την ασιατική κρίση, τα επιχειρηματικά κέντρα άρχισαν να παραδέχονται πως κάτι δεν πήγαινε καλά. Και να ανακαλύπτουν εκ νέου τον Μαρξ».
Η επιστροφή του Μαρξ ξεκίνησε από το City;
«Θυμάμαι, εκείνη την εποχή, είχα συναντηθεί να γευματίσω με τον κερδοσκόπο Τζορτζ Σόρος. Με είχε ρωτήσει ποια γνώμη είχα για τον Μαρξ και είχε πλέξει εγκώμιο για τις εκτιμήσεις στις οποίες είχε καταλήξει σχετικά με τη φρενήρη εξέλιξη του καπιταλισμού. Ηταν την εποχή που η Long Term Capital Management είχε χρεοκοπήσει. Τα κεφάλαια αυτής της εταιρείας τα διαχειρίζονταν δύο νομπελίστες οικονομολόγοι οι οποίοι είχαν υπολογίσει πως το ρίσκο κατάρρευσης των κεφαλαίων τους ήταν ένα στο εκατομμύριο. Ολοι γνωρίζουν πως πάντα υπάρχει ρίσκο. Οι τραπεζίτες ενδιαφέρονται για τον Μαρξ γιατί έχει πει πως η ουσία του καπιταλισμού δεν είναι η σταθερότητα αλλά η κρίση».
Λύσεις για την κρίση μπορούν να προέλθουν από την κομμουνιστική εμπειρία;
«Η κατάσταση σήμερα συγκρίνεται με αυτήν του 1929-1933, όταν το σύστημα που υπάκουε στο δόγμα του laisser-faire κατέρρευσε. Το "never again" έγινε το νέο σύνθημα. και πράγματι οι κυβερνήσεις έκαναν πολλά πράγματα που δεν μπορούσαν να φανταστούν οι φιλελεύθεροι. Οπως το να δώσουν απόλυτη προτεραιότητα στην πλήρη εργασία, να δεχτούν τη συμμετοχή των εργατικών κινημάτων στη διαχείριση της εταιρίας, να εγκαθιδρύσουν το κράτος πρόνοιας. Δανείστηκαν μάλιστα ορισμένους σοβιετικούς νεωτερισμούς, όπως τον υπολογισμό του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος. Σήμερα, το παράδειγμα της Κίνας είναι πολύ σαφές. Το παλαιό μαοϊκό σύστημα εξασφάλιζε την πλήρη εργασία και την κοινωνική πρόνοια χάρη στους δημόσιους συνεταιρισμούς. Από τότε που καταργήθηκαν, τα εκατομμύρια αγρότες που συρρέουν στις πόλεις δεν έχουν πια τίποτε. Σε περίοδο ανάπτυξης, το πρόβλημα δεν είναι δύσκολο να επιλυθεί. Ομως τώρα, που δεν υπάρχουν θέσεις εργασίας, αυτοί οι άνθρωποι έγιναν ένα πολιτικό πρόβλημα και όλες οι κυβερνήσεις θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους».
Εθνικοποιώντας την οικονομία;
Η αντίθεση μεταξύ αγοράς και προγραμματισμού, λες και το ένα είναι ασυμβίβαστο με το άλλο, δεν είναι επίκαιρη. Ο κρατισμός, ακραία εκδοχή του σοσιαλισμού, χρεοκόπησε. Ο νεοφιλελευθερισμός, ακραία εκδοχή του καπιταλισμού, θα έχει την ίδια τύχη. Οι οικονομίες του νέου αιώνα θα πρέπει να είναι μικτές. Η διαφορά δεν θα βρίσκεται στη δομή, όπως πιστεύαμε, αλλά στους στόχους που θα θέτουμε: θα είναι άραγε με την προώθηση του ατομικού κέρδους ή με τη μείωση των ανισοτήτων, τον πολλαπλασιασμό των ικανοτήτων όλων των ανθρώπων; Εδώ ξαναβρίσκουμε, όχι μόνο τον Μαρξ, αλλά και τη σοσιαλιστική παράδοση».