pornopapos
Ενεργό Μέλος
- Εγγρ.
- 9 Ιαν 2009
- Μηνύματα
- 42.180
- Like
- 34
- Πόντοι
- 366
[size=12pt]Η ύφεση, ο Κέυνς, ο Μαρξ
[/size]
του Ηλία Ιωακείμογλου
Η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε ύφεση και εισέρχεται τώρα σε μια μακρά περίοδο υποβάθμισης του βιοτικού επιπέδου των εργαζόμενων τάξεων. Εάν δεν ανατραπούν τα σημερινά δεδομένα, που έχουν δημιουργήσει το ΔΝΤ, η κυβέρνηση, η ΕΚΤ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όπως αυτά συνοψίζονται στο μνημόνιο για την ενεργοποίηση του «μηχανισμού στήριξης της ελληνικής οικονομίας από τα κράτη μέλη της ΕΕ και το ΔΝΤ», η ύφεση που βρίσκεται σε πλήρη ανάπτυξη στην Ελλάδα, θα μετατραπεί σε πολύπλευρη καταστροφή που θα βυθίσει την χώρα σε παρατεταμένη περίοδο μαρασμού.
Η ακολουθούμενη πολιτική, που πολλοί αποκαλούν «εσωτερική υποτίμηση» ή «ανταγωνιστικό αποπληθωρισμό» είναι μια σωρευτική διαδικασία διαδοχικών κύκλων μείωσης των μισθών και των τιμών. Μέσω αυτών των μειώσεων, σύμφωνα με την κυρίαρχη οικονομική θεωρία, που καθοδηγεί τώρα τις αποφάσεις που λαμβάνονται για την τύχη της ελληνικής οικονομίας, θα ενισχυθεί, υποτίθεται, η ανταγωνιστικότητα της χώρας και θα αυξηθούν οι καθαρές εξαγωγές. Έτσι, θα βελτιωθεί το εξωτερικό έλλειμμα στο εμπόριο αγαθών και υπηρεσιών και η συνολική ζήτηση θα αρχίσει να ανακάμπτει. Στο τέλος της διαδικασίας, η οικονομία θα ισορροπήσει, υποτίθεται, σε ένα ποσοστό ανεργίας υψηλότερο και ένα επίπεδο παραγωγής χαμηλότερο από το σημερινό, πλην όμως, θα έχει επιτευχθεί σημαντική βελτίωση στο εμπορικό έλλειμμα αγαθών και υπηρεσιών εξαιτίας των χαμηλότερων τιμών των εγχωρίως παραγομένων προϊόντων.
Αυτή η διαδικασία είναι μακρά και για να επιταχυνθεί θα πρέπει, σύμφωνα πάντοτε με την κυρίαρχη οικονομική θεωρία, οι θεσμοί της αγοράς εργασίας που προστατεύουν (υπερβολικά, υποτίθεται) τους εργαζόμενους να μεταρρυθμιστούν στη γνωστή κατεύθυνση απελευθέρωσης των απολύσεων, αποδυνάμωσης των συλλογικών συμβάσεων κλπ. Σε αυτήν την ανάλυση των εξελίξεων μπορούμε λίγο-πολύ να συμφωνήσουμε όλοι στην (εκτός ΚΚΕ) Αριστερά. Από το σημείο αυτό και μετά, όμως, υπάρχουν δύο τρόποι για να καταλάβουμε τα πράγματα.
Κέυνς ή Μαρξ
Ο πρώτος τρόπος, ο τρόπος του Κέυνς, είναι να δούμε την ύφεση ως το αποτέλεσμα κακών χειρισμών εκ μέρους της κυβέρνησης, του ΔΝΤ, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της ΕΚΤ, ή ακόμη ως το αποτέλεσμα μιας λανθασμένης θεωρίας, την οποία έχουν υιοθετήσει όσοι χαράσσουν την οικονομική πολιτική. Τυφλωμένοι από το άμεσο, στενό συμφέρον τους, οι άρχουσες τάξεις της Ευρώπης και οι οικονομολόγοι, αυτό το θεολογικό τάγμα συμβούλων της εξουσίας, διαχειρίζονται την κρίση με τρόπο καταστροφικό για τους εργαζόμενους, αλλά σε τελευταία ανάλυση και για το ίδιο το σύστημα, ισχυρίζεται η ορθόδοξη κεϋνσιανή θεωρία. Διότι η βαθιά ύφεση που προκαλούν οι επιλογές της άρχουσας τάξης σε τελευταία ανάλυση καθίστανται επιζήμιες για τις ίδιες τις επιχειρήσεις, για την συσσώρευση κεφαλαίου, για το ίδιο το σύστημα.
Αυτός ο τρόπος να βλέπουμε τα πράγματα μάς οδηγεί απευθείας σε μια στάση αντιπολίτευσης έναντι του νεοφιλελεύθερου καθεστώτος. Ο κεϋνσιανός οικονομολόγος ή πολιτικός είναι ο αιρετικός σύμβουλος της εξουσίας, αυτός που εγκαλεί την οικονομική ορθοδοξία και την εξουσία στον δρόμο της λογικής και του γενικού συμφέροντος, που είναι ο δρόμος της οικονομικής μεγέθυνσης και της πλήρους απασχόλησης.
Ο δεύτερος τρόπος, ο τρόπος του Μαρξ, για να κατανοήσουμε τον χαρακτήρα και την ιστορική σημασία της ύφεσης είναι να δούμε την ύφεση ως το εργαλείο με το οποίο η τάξη των κεφαλαιοκρατών επιβάλλει τις απαιτήσεις της. Η ύφεση προβλέπεται, από την κυρίαρχη θεωρία, ως φυσιολογικό στάδιο της διαδικασίας προσαρμογής της οικονομίας σε εξωτερικές διαταραχές που αυτή έχει δεχτεί (σε καθεστώς νομισματικής ένωσης, άρα αδυναμίας υποτίμησης του νομίσματος). Η ύφεση οργανώνεται από την εξουσία ως μέσο για την πειθάρχηση των εργαζόμενων τάξεων, για να δεχθούν λιγότερες προστατευτικές ρυθμίσεις και χαμηλότερους μισθούς υπό την πίεση της ανεργίας και του διογκούμενου εφεδρικού εργατικού δυναμικού.
Ο Μαρξ είχε δείξει ότι η κεφαλαιοκρατική οικονομία τείνει αυθόρμητα στην ύφεση κάθε φορά που δεν ικανοποιούνται οι απαιτήσεις των κεφαλαιοκρατών, έτσι ώστε η ανεργία να πειθαρχήσει τις εργαζόμενες τάξεις και να αποκαταστήσει μια πιο ευνοϊκή διανομή του εισοδήματος υπέρ του κεφαλαίου. Αυτό που είναι καινούργιο, σε σχέση με αυτήν την διαπίστωση του Μαρξ, είναι ότι η κυρίαρχη οικονομική θεωρία έχει πλέον ενσωματώσει, ως συνειδητό καθήκον της εξουσίας, την οργάνωση της ύφεσης, τον περιορισμό της ισχύος των εργατικών συνδικάτων και την αποδιάρθρωση του θεσμικού πλαισίου που προστατεύει τους εργαζόμενους.
Μπορούμε να θεωρήσουμε ως ορόσημο αυτής της νέας περιόδου, την θεωρητική επανάσταση που έφερε στην ανάλυση της αγοράς εργασίας το βιβλίο που δημοσίευσε ο Nickell το 1991 μαζί με τους Layard και Jackman. Οι οικονομολόγοι της άρχουσας τάξης επιδιώκουν συνειδητά την οργάνωση της ύφεσης ως ταξικό όπλο, και μάλιστα με τον φανατισμό της βεβαιότητας που τους προσφέρει η σύγχρονη κυρίαρχη θεωρία για τον τρόπο λειτουργίας της αγοράς εργασίας.
Αντίσταση ή αντιπολίτευση
Αυτή η διάκριση μεταξύ δύο τρόπων να αντιλαμβανόμαστε την ύφεση (όπως ο Κέυνς ή ο Μαρξ) δεν αποτελεί σχολαστική ανάλυση, διότι έχει το πολιτικό της αντίστοιχο:
Εάν αντιλαμβάνομαι την ύφεση ως το αποτέλεσμα μιας λανθασμένης θεωρίας ή κακών χειρισμών εκ μέρους των φορέων της οικονομικής πολιτικής ή της απληστίας των κεφαλαιοκρατών ή της τύφλωσης των οικονομολόγων που έχουν χάσει την επαφή με την πραγματικότητα κλπ, τότε αυτό που έχω να κάνω, είναι να εξηγώ υπομονετικά και ασταμάτητα στην εξουσία ότι κάνει λάθος, ότι η πολιτική της είναι καταστροφική, ότι οι σύμβουλοί της θέτουν μη πραγματοποιήσιμους στόχους, και ότι θα έπρεπε να ακολουθήσει μιαν άλλη πολιτική, την οποία μάλιστα αναλαμβάνω την υποχρέωση να περιγράψω λεπτομερώς μην τυχόν και κριθώ ως πολιτική δύναμη που ασκεί μόνο κριτική και δεν έχει τι να προτείνει. Δρω, δηλαδή, ως μια πολιτική δύναμη που ασκεί αντιπολίτευση, ενδεχομένως επιστρατεύοντας και κάποια κινηματικά στοιχεία όπως οι ειρηνικές διαδηλώσεις και οι απεργίες.
Εάν, αντιθέτως, αντιλαμβάνομαι ότι η ύφεση προβλέπεται από την κυρίαρχη θεωρία και οργανώνεται από τις κυρίαρχες τάξεις ως εργαλείο για την πειθάρχηση των εργαζόμενων τάξεων και για την επιβολή κοινωνικών μετασχηματισμών και θεσμικών ανατροπών, έτσι ώστε το κεφάλαιο να ξαναφτιάξει τον κόσμο στα μέτρα του, τότε αυτό που έχω να κάνω είναι να αναπτύξω πρακτικές αντίστασης, όχι αντιπολίτευσης.
Το συμπέρασμα είναι μελαγχολικό: Ο ΣΥΡΙΖΑ κατανοεί την ύφεση με την ματιά του Κέυνς και για αυτό είναι μια αντιπολιτευτική πολιτική δύναμη (ή μήπως συμβαίνει το αντίστροφο; αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία). Όπως εύστοχα λέει ένα blog, o διαρρήκτης έχει μπει στο σπίτι μας και εμείς του κάνουμε εναλλακτικές προτάσεις.
Η ιστορία της ύφεσης θα είναι όμως μακρά και οι ευκαιρίες να συνδεθεί η πολιτική δράση του ΣΥΡΙΖΑ με την μαρξιστική θεωρητική παράδοση δεν θα είναι λίγες. Το επίδικο αντικείμενο θα είναι η μετατροπή του από αντιπολιτευτική δύναμη σε δύναμη αντίστασης.
[/size]
του Ηλία Ιωακείμογλου
Η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε ύφεση και εισέρχεται τώρα σε μια μακρά περίοδο υποβάθμισης του βιοτικού επιπέδου των εργαζόμενων τάξεων. Εάν δεν ανατραπούν τα σημερινά δεδομένα, που έχουν δημιουργήσει το ΔΝΤ, η κυβέρνηση, η ΕΚΤ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όπως αυτά συνοψίζονται στο μνημόνιο για την ενεργοποίηση του «μηχανισμού στήριξης της ελληνικής οικονομίας από τα κράτη μέλη της ΕΕ και το ΔΝΤ», η ύφεση που βρίσκεται σε πλήρη ανάπτυξη στην Ελλάδα, θα μετατραπεί σε πολύπλευρη καταστροφή που θα βυθίσει την χώρα σε παρατεταμένη περίοδο μαρασμού.
Η ακολουθούμενη πολιτική, που πολλοί αποκαλούν «εσωτερική υποτίμηση» ή «ανταγωνιστικό αποπληθωρισμό» είναι μια σωρευτική διαδικασία διαδοχικών κύκλων μείωσης των μισθών και των τιμών. Μέσω αυτών των μειώσεων, σύμφωνα με την κυρίαρχη οικονομική θεωρία, που καθοδηγεί τώρα τις αποφάσεις που λαμβάνονται για την τύχη της ελληνικής οικονομίας, θα ενισχυθεί, υποτίθεται, η ανταγωνιστικότητα της χώρας και θα αυξηθούν οι καθαρές εξαγωγές. Έτσι, θα βελτιωθεί το εξωτερικό έλλειμμα στο εμπόριο αγαθών και υπηρεσιών και η συνολική ζήτηση θα αρχίσει να ανακάμπτει. Στο τέλος της διαδικασίας, η οικονομία θα ισορροπήσει, υποτίθεται, σε ένα ποσοστό ανεργίας υψηλότερο και ένα επίπεδο παραγωγής χαμηλότερο από το σημερινό, πλην όμως, θα έχει επιτευχθεί σημαντική βελτίωση στο εμπορικό έλλειμμα αγαθών και υπηρεσιών εξαιτίας των χαμηλότερων τιμών των εγχωρίως παραγομένων προϊόντων.
Αυτή η διαδικασία είναι μακρά και για να επιταχυνθεί θα πρέπει, σύμφωνα πάντοτε με την κυρίαρχη οικονομική θεωρία, οι θεσμοί της αγοράς εργασίας που προστατεύουν (υπερβολικά, υποτίθεται) τους εργαζόμενους να μεταρρυθμιστούν στη γνωστή κατεύθυνση απελευθέρωσης των απολύσεων, αποδυνάμωσης των συλλογικών συμβάσεων κλπ. Σε αυτήν την ανάλυση των εξελίξεων μπορούμε λίγο-πολύ να συμφωνήσουμε όλοι στην (εκτός ΚΚΕ) Αριστερά. Από το σημείο αυτό και μετά, όμως, υπάρχουν δύο τρόποι για να καταλάβουμε τα πράγματα.
Κέυνς ή Μαρξ
Ο πρώτος τρόπος, ο τρόπος του Κέυνς, είναι να δούμε την ύφεση ως το αποτέλεσμα κακών χειρισμών εκ μέρους της κυβέρνησης, του ΔΝΤ, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της ΕΚΤ, ή ακόμη ως το αποτέλεσμα μιας λανθασμένης θεωρίας, την οποία έχουν υιοθετήσει όσοι χαράσσουν την οικονομική πολιτική. Τυφλωμένοι από το άμεσο, στενό συμφέρον τους, οι άρχουσες τάξεις της Ευρώπης και οι οικονομολόγοι, αυτό το θεολογικό τάγμα συμβούλων της εξουσίας, διαχειρίζονται την κρίση με τρόπο καταστροφικό για τους εργαζόμενους, αλλά σε τελευταία ανάλυση και για το ίδιο το σύστημα, ισχυρίζεται η ορθόδοξη κεϋνσιανή θεωρία. Διότι η βαθιά ύφεση που προκαλούν οι επιλογές της άρχουσας τάξης σε τελευταία ανάλυση καθίστανται επιζήμιες για τις ίδιες τις επιχειρήσεις, για την συσσώρευση κεφαλαίου, για το ίδιο το σύστημα.
Αυτός ο τρόπος να βλέπουμε τα πράγματα μάς οδηγεί απευθείας σε μια στάση αντιπολίτευσης έναντι του νεοφιλελεύθερου καθεστώτος. Ο κεϋνσιανός οικονομολόγος ή πολιτικός είναι ο αιρετικός σύμβουλος της εξουσίας, αυτός που εγκαλεί την οικονομική ορθοδοξία και την εξουσία στον δρόμο της λογικής και του γενικού συμφέροντος, που είναι ο δρόμος της οικονομικής μεγέθυνσης και της πλήρους απασχόλησης.
Ο δεύτερος τρόπος, ο τρόπος του Μαρξ, για να κατανοήσουμε τον χαρακτήρα και την ιστορική σημασία της ύφεσης είναι να δούμε την ύφεση ως το εργαλείο με το οποίο η τάξη των κεφαλαιοκρατών επιβάλλει τις απαιτήσεις της. Η ύφεση προβλέπεται, από την κυρίαρχη θεωρία, ως φυσιολογικό στάδιο της διαδικασίας προσαρμογής της οικονομίας σε εξωτερικές διαταραχές που αυτή έχει δεχτεί (σε καθεστώς νομισματικής ένωσης, άρα αδυναμίας υποτίμησης του νομίσματος). Η ύφεση οργανώνεται από την εξουσία ως μέσο για την πειθάρχηση των εργαζόμενων τάξεων, για να δεχθούν λιγότερες προστατευτικές ρυθμίσεις και χαμηλότερους μισθούς υπό την πίεση της ανεργίας και του διογκούμενου εφεδρικού εργατικού δυναμικού.
Ο Μαρξ είχε δείξει ότι η κεφαλαιοκρατική οικονομία τείνει αυθόρμητα στην ύφεση κάθε φορά που δεν ικανοποιούνται οι απαιτήσεις των κεφαλαιοκρατών, έτσι ώστε η ανεργία να πειθαρχήσει τις εργαζόμενες τάξεις και να αποκαταστήσει μια πιο ευνοϊκή διανομή του εισοδήματος υπέρ του κεφαλαίου. Αυτό που είναι καινούργιο, σε σχέση με αυτήν την διαπίστωση του Μαρξ, είναι ότι η κυρίαρχη οικονομική θεωρία έχει πλέον ενσωματώσει, ως συνειδητό καθήκον της εξουσίας, την οργάνωση της ύφεσης, τον περιορισμό της ισχύος των εργατικών συνδικάτων και την αποδιάρθρωση του θεσμικού πλαισίου που προστατεύει τους εργαζόμενους.
Μπορούμε να θεωρήσουμε ως ορόσημο αυτής της νέας περιόδου, την θεωρητική επανάσταση που έφερε στην ανάλυση της αγοράς εργασίας το βιβλίο που δημοσίευσε ο Nickell το 1991 μαζί με τους Layard και Jackman. Οι οικονομολόγοι της άρχουσας τάξης επιδιώκουν συνειδητά την οργάνωση της ύφεσης ως ταξικό όπλο, και μάλιστα με τον φανατισμό της βεβαιότητας που τους προσφέρει η σύγχρονη κυρίαρχη θεωρία για τον τρόπο λειτουργίας της αγοράς εργασίας.
Αντίσταση ή αντιπολίτευση
Αυτή η διάκριση μεταξύ δύο τρόπων να αντιλαμβανόμαστε την ύφεση (όπως ο Κέυνς ή ο Μαρξ) δεν αποτελεί σχολαστική ανάλυση, διότι έχει το πολιτικό της αντίστοιχο:
Εάν αντιλαμβάνομαι την ύφεση ως το αποτέλεσμα μιας λανθασμένης θεωρίας ή κακών χειρισμών εκ μέρους των φορέων της οικονομικής πολιτικής ή της απληστίας των κεφαλαιοκρατών ή της τύφλωσης των οικονομολόγων που έχουν χάσει την επαφή με την πραγματικότητα κλπ, τότε αυτό που έχω να κάνω, είναι να εξηγώ υπομονετικά και ασταμάτητα στην εξουσία ότι κάνει λάθος, ότι η πολιτική της είναι καταστροφική, ότι οι σύμβουλοί της θέτουν μη πραγματοποιήσιμους στόχους, και ότι θα έπρεπε να ακολουθήσει μιαν άλλη πολιτική, την οποία μάλιστα αναλαμβάνω την υποχρέωση να περιγράψω λεπτομερώς μην τυχόν και κριθώ ως πολιτική δύναμη που ασκεί μόνο κριτική και δεν έχει τι να προτείνει. Δρω, δηλαδή, ως μια πολιτική δύναμη που ασκεί αντιπολίτευση, ενδεχομένως επιστρατεύοντας και κάποια κινηματικά στοιχεία όπως οι ειρηνικές διαδηλώσεις και οι απεργίες.
Εάν, αντιθέτως, αντιλαμβάνομαι ότι η ύφεση προβλέπεται από την κυρίαρχη θεωρία και οργανώνεται από τις κυρίαρχες τάξεις ως εργαλείο για την πειθάρχηση των εργαζόμενων τάξεων και για την επιβολή κοινωνικών μετασχηματισμών και θεσμικών ανατροπών, έτσι ώστε το κεφάλαιο να ξαναφτιάξει τον κόσμο στα μέτρα του, τότε αυτό που έχω να κάνω είναι να αναπτύξω πρακτικές αντίστασης, όχι αντιπολίτευσης.
Το συμπέρασμα είναι μελαγχολικό: Ο ΣΥΡΙΖΑ κατανοεί την ύφεση με την ματιά του Κέυνς και για αυτό είναι μια αντιπολιτευτική πολιτική δύναμη (ή μήπως συμβαίνει το αντίστροφο; αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία). Όπως εύστοχα λέει ένα blog, o διαρρήκτης έχει μπει στο σπίτι μας και εμείς του κάνουμε εναλλακτικές προτάσεις.
Η ιστορία της ύφεσης θα είναι όμως μακρά και οι ευκαιρίες να συνδεθεί η πολιτική δράση του ΣΥΡΙΖΑ με την μαρξιστική θεωρητική παράδοση δεν θα είναι λίγες. Το επίδικο αντικείμενο θα είναι η μετατροπή του από αντιπολιτευτική δύναμη σε δύναμη αντίστασης.