Κάποιος μαθαίνει ότι άνοιξε ένας καταπληκτικός οίκος ανοχής, πολυτελέστατος και άριστα οργανωμένος, καθαρός, κλπ κλπ. Αποφασίζει να τον επισκεφτεί. Χτυπάει το κουδούνι και του ανοίγει μια ώριμη κομψή κυρία:
- Καλώς τον. Πληρώνετε σε μένα 10.000 και ανάλογα με το τί θέλετε παρακαλώ ακολουθήστε τις πινακίδες.
Βλέπει αυτός απέναντι 2 πόρτες. Στη μία
γράφει "Μελαχρινές" και στην άλλη "Ξανθιές". Προτιμάει τις ξανθιές. Μπαίνει από αυτή τη πόρτα και βλέπει δυο άλλες πόρτες: "Ξανθιές
παχουλές" και "Ξανθιές λεπτές". Προτιμάει τις παχουλές και μπαίνει. Πάλι δυο πόρτες: "Ξανθιές παχουλές ψηλές" και "Ξανθιές παχουλές κοντές". Προτιμάει τις ψηλές. Ανοίγει τη πόρτα και ... βρίσκεται στο δρόμο!
Ξαναγυρίζει πίσω και διαμαρτύρεται στη κυρία της ρεσεψιόν:
- Ωραία όλα αυτά κυρία μου, αλλά με κοροϊδεύεις; Πουθενά δε βρήκα γυναίκες!
- Κοιτάξτε, γυναίκες δεν έχουμε ακόμη, αλλά από οργάνωση σκίζουμε έτσι;
- Καλώς τον. Πληρώνετε σε μένα 10.000 και ανάλογα με το τί θέλετε παρακαλώ ακολουθήστε τις πινακίδες.
Βλέπει αυτός απέναντι 2 πόρτες. Στη μία
γράφει "Μελαχρινές" και στην άλλη "Ξανθιές". Προτιμάει τις ξανθιές. Μπαίνει από αυτή τη πόρτα και βλέπει δυο άλλες πόρτες: "Ξανθιές
παχουλές" και "Ξανθιές λεπτές". Προτιμάει τις παχουλές και μπαίνει. Πάλι δυο πόρτες: "Ξανθιές παχουλές ψηλές" και "Ξανθιές παχουλές κοντές". Προτιμάει τις ψηλές. Ανοίγει τη πόρτα και ... βρίσκεται στο δρόμο!
Ξαναγυρίζει πίσω και διαμαρτύρεται στη κυρία της ρεσεψιόν:
- Ωραία όλα αυτά κυρία μου, αλλά με κοροϊδεύεις; Πουθενά δε βρήκα γυναίκες!
- Κοιτάξτε, γυναίκες δεν έχουμε ακόμη, αλλά από οργάνωση σκίζουμε έτσι;