Πώς οι Κινέζοι χάνουν την υπομονή τους
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΝΤΕΛΑΣ
ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Την περασμένη Τετάρτη το πρωθυπουργικό επιτελείο περίμενε με αγωνία να δει αν το κινεζικό κρατικό fund θα έμπαινε στην έκδοση των ομολόγων ύψους 1,6 δισ. ευρώ. Οι Κινέζοι είχαν ήδη μπει με 100 εκατομμύρια ευρώ στην προπροηγούμενη έκδοση και υπήρχε η ελπίδα ότι θα ακολουθούσαν πολύ μεγαλύτερα ποσά. Η προθεσμία για την έκδοση τελείωσε, αλλά το Πεκίνο δεν συμμετείχε.
Εν τω μεταξύ, δύο κορυφαία στελέχη της κυβέρνησης, ο αντιπρόεδρος Γιάννης Δραγασάκης και ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς, είχαν ετοιμάσει τις βαλίτσες τους για να επισκεφθούν το Πεκίνο αύριο. Η επίσκεψη, ωστόσο, αναβλήθηκε για μερικά 24ωρα και το πιθανότερο είναι τώρα να γίνει στο τέλος της εβδομάδος.
Η κυβέρνηση της Κίνας, ωστόσο, φαίνεται να έχει χάσει την υπομονή της με τη νέα ελληνική κυβέρνηση. Θεωρεί κρισιμότατη την υπόθεση του διαγωνισμού για την ιδιωτικοποίηση του ΟΛΠ, για τον οποίο έχει εκφράσει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον η Cosco. Ως γνωστόν, ο διαγωνισμός επρόκειτο να ολοκληρωθεί στα τέλη Δεκεμβρίου, αλλά αναβλήθηκε λόγω των εκλογών. Από τότε οι Κινέζοι θεωρούν ότι η ελληνική κυβέρνηση ακολουθεί μία παρελκυστική τακτική ως προς το θέμα, που οφείλεται σε αδυναμία κατανόησης των δεδομένων, αλλά και λήψης αποφάσεων.
Βεβαίως, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας μαζί με τον υπουργό Αμυνας Παναγιώτη Καμμένο και άλλα κυβερνητικά στελέχη έκαναν μία μείζονα συμβολική κίνηση, όταν επισκέφθηκαν κινεζικό πολεμικό στον Πειραιά για την κινεζική Πρωτοχρονιά. Ο κ. Τσίπρας μίλησε τότε για τη σημασία που έχει η επένδυση της Cosco στο λιμάνι. Aπό τότε, όμως, Κινέζοι αξιωματούχοι επισημαίνουν πως «δεν έχει γίνει τίποτε απολύτως, καμία απόφαση, καμία ενέργεια. Και όλα αυτά ενώ χρειαζόμαστε αποφάσεις χθες».
Το Πεκίνο θεωρεί ότι η τύχη του διαγωνισμού θα κρίνει τις περαιτέρω κινήσεις της κυβέρνησής του. Κατά συνέπεια, πολλά θα εξαρτηθούν από το αν ο κ. Τσίπρας θα τολμήσει να αντιπαρατεθεί με στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ προκειμένου να τον προχωρήσει. Με άλλα λόγια, αυτό σημαίνει ότι δεν θα υπάρξει καμία συμμετοχή του Πεκίνου σε εκδόσεις ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου ή άλλη κίνηση προς την ίδια κατεύθυνση, πριν ξεκαθαρίσει το τοπίο.
Ηδη εκφράζεται μεγάλος προβληματισμός για την προετοιμασία του επικείμενου ταξιδιού των κ. Δραγασάκη και Κοτζιά. Η κινεζική πλευρά θα ήθελε να συνοδεύονται από επιχειρηματίες και να επισκεφθούν τις έδρες μεγάλων επιχειρήσεων, ειδικά αυτών που έχουν εκφράσει ενδιαφέρον, αλλά χάνουν την υπομονή τους, για επενδύσεις στην Ελλάδα.
Αυτό που γίνεται ξεκάθαρο είναι ότι η Κίνα δεν θέλει σε καμία περίπτωση να παίξει τον ρόλο γεωπολιτικού πιονιού στην εν εξελίξει διαπραγμάτευση της Ελλάδας με την Ευρωζώνη. Κάθε άλλο. Βλέπει την Ελλάδα ως κομμάτι μιας ευρύτερης σινοευρωπαϊκής συνεργασίας και ενδιαφέρεται κυρίως για μπίζνες. Λίγο πριν από τις εκλογές, την Αθήνα επρόκειτο να επισκεφθεί αντιπροσωπεία που είχε στόχο τη δημιουργία ενός πολύ μεγάλου κέντρου logistics, το οποίο θα ήταν συνδεδεμένο με το λιμάνι του Πειραιά. Η επίσκεψη αναβλήθηκε λόγω της πολιτικής αβεβαιότητος.
«Παγωμένες» ευκαιρίες
Η μεγάλη εταιρεία FOSUN ενδιαφέρεται για την επένδυση στο Ελληνικό. Το κινεζικό αναπτυξιακό fund είχε συνεργασθεί με τη ΔΕΗ για τη δημιουργία σταθμών παραγωγής ρεύματος στη Βόρεια Αφρική. Ολες αυτές οι επενδυτικές ευκαιρίες έχουν προς το παρόν «παγώσει».
Αξίζει, τέλος, να υπογραμμισθεί πως στο τραπέζι βρίσκεται μία ενδεχόμενη πρόσκληση και προς τον κ. Τσίπρα να επισκεφθεί την κινεζική πρωτεύουσα. Οι πληροφορίες, ωστόσο, αναφέρουν ότι δεν θα ενεργοποιηθεί αν προηγουμένως δεν υπάρξουν απτές κινήσεις που να δείχνουν ότι η Αθήνα θέλει να ξανακτίσει σχέσεις εμπιστοσύνης με το Πεκίνο.
«Θέλουμε αποφάσεις, θετικές και άμεσες ενέργειες τώρα», υπογράμμιζε Κινέζος αξιωματούχος που γνωρίζει σε βάθος τις διμερείς σχέσεις. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι εκπέμπεται ένα κινεζικό SOS για τις ελληνοκινεζικές σχέσεις σε μια στιγμή που ο πρωθυπουργός δίνει πολύ μεγάλη σημασία στη στρατηγική σχέση με την Κίνα.
Οσο διαρκεί όμως αυτή η κατάσταση, όλα δείχνουν να τελούν υπό αίρεση. Γι’ αυτό και όσοι γνωρίζουν όλα τα παραπάνω δεν αιφνιδιάζονται από το γεγονός ότι η κινεζική παρουσία στις εκδόσεις των εντόκων γραμματίων της Ελληνικής Δημοκρατίας είναι εξαιρετικά περιορισμένη. Το γεγονός ότι «μπήκαν» μέχρι τώρα μόλις 200 εκατ. ευρώ –λαμβάνοντας υπόψη τις κινεζικές δυνατότητες– δεν αποτελεί τίποτε άλλο παρά μια απλή σταγόνα...