Η Μανάρι είναι Ρωσίς, καταγομένη εκ της Αγίας Πετρουπόλεως.
Ψηλή και δυνατή γυνή, ως πλείστα των Βορείων θηλέων εισί.
Ανοιχτόχρωμοι γαλανοί οφθαλμοί διατρεχόμενοι υπό πρασίνων ιριδισμών [ανταύγειες].
Και ξανθή. Το πλέον ξανθό πλάσμα που έχω συναντήσει. Το ξανθό αναβλύζει από παντού. Κατάξανθα μαλλιά. Ξανθά φρύδια. Ξανθές βλεφαρίδες. Η επιτομή και ο ορισμός του ξανθού.
Πλάσμα του Ρωσικού χειμώνα και εκ γενετής άτριχη. Δώρο εκ της καταγομένης εκ Σιβηρίας μητρός της, ως συνηθίζει η ιδία να λέει. Ξανθός χνόος [χνούδι] εις το κεκλεισμένου τύπου εφηβαίον της. Ερωτηθείς εάν επιθυμώ την αποτρίχωσιν, απήντησα αρνητικώς.
Ουδόλως μεμψιμοιρεί [γκρινιάζει] και επιδιώκει να προσαρμόζεται εις τας καταστάσεις και να αρέσκεται εις ό,τι η ζωή της προσφέρει εις τον δρόμον της.