Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ιθαγένεια είναι ο δημοσίου δικαίου δεσμός ενός ατόμου προς την πολιτεία στο λαό της οποίας αυτός ανήκει. Στη σύγχρονη εποχή στα δημοκρατικά καθεστώτα προτιμάται ο όρος ιθαγένεια παρά ο όρος υπηκοότητα, ο οποίος παραπέμπει σε παλαιότερα καθεστώτα και σε σχέση υποτέλειας μεταξύ κράτους (μονάρχη) και πολίτη (υπήκοος<υπακοή).
Αντίθετα, δεν πρέπει να συγχέεται η ιθαγένεια με την εθνικότητα, με την οποία εννούμε το δεσμό ενός ατόμου προς ορισμένο έθνος• και ως γνωστόν οι έννοιες του κράτους και του έθνους είναι τελείως διαφορετικές η μία από την άλλη. Είναι δυνατόν κάποιος να έχει διαφορετική ιθαγένεια και εθνικότητα (π.χ. εθνικές μειονότητες ή πολιτογραφημένοι μετανάστες).
Ανακτήθηκε από "
"
το ίδιο λένε και
Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής ΑΠΘ , ΙΝΣ (ΙΜΤ) εκδ 2002
Δίκαιο Ιθαγένειας (Ζ. Παπασιώπη – Πασιά) εκδ 1994
Δίκαιο Αλλοδαπών (ΣΠ. Βρέλλη) εκδ. 2003
αν δεν υπάρχουν απορίες (υπάρχουν περσονάκι;)
πάμε στο επόμενο μάθημα....