indy.gr
Ρεπορτάζ από τη συνάντηση στο Ευρωκοινοβούλιο για τις μειονότητες στην Ελλάδα δημοσιεύτηκε April 20, 2008 από anonymous
"Η κατάσταση με τις μειονότητες στην Ελλάδα θυμίζει τη Ρουμανία του Τσαουσέσκου" (Ρουμάνος ευρωβουλευτής)
Πολύ ωραία ανταπόκριση από:
Την Πέμπτη 17-4 το απόγευμα έγινε στο Ευρωκοινοβούλιο στις Βρυξέλλες η συζήτηση για την τουρκική και τη μακεδονική μειονότητα στην Ελλάδα.
Η συζήτηση έγινε σε μια αίθουσα με στρογγυλό τραπέζι, (για την ακρίβεια δύο σειρές γραφείων τοποθετημένων σε κύκλο), συν δυο σειρές καθισμάτων στο ένα πλάι, όπως είναι οι αίθουσες συνεδριάσεων στο κτίριο του Ε/Κ. Οι ομιλητές κάθονταν στον μέσα κύκλο, ενώ οι ακροατές στις υπόλοιπες θέσεις και στα καθίσματα. Όλα τα γραφεία είχαν μικρόφωνο μπροστά τους.
Τις εργασίες διηύθυναν ο Hans Heinrich Hansen, Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Ένωσης των Ευρωπαϊκών Εθνοτήτων, και μια άλλη κυρία νομίζω Βελγίδα, που δεν πρόλαβα να σημειώσω ποια ήτανε. Μετά τους χαιρετισμούς, έγιναν έξι εισηγήσεις που κράτησαν ακριβώς δυο ώρες. Εισηγήσεις κάνανε:
- ο Χαλίμ Τσαούσογλου, μειονοτικός από τη Θράκη και επίκουρος καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Χατζέττεπε, που ανέλυσε μεταξύ άλλων τη ρατσιστική νομοθεσία και πολιτική του ελληνικού κράτους σχετικά με την απόδοση/ στέρηση της ιθαγένειας με βάση το άρθρο 19 του Κώδικα περί Ιθαγένειας και τη χρήση των ιδιοτήτων του «ομογενούς/ Έλληνος το γένος» ως νομικών κριτηρίων.
- Ο Χαλίτ Χαμπίπογλου, Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Τούρκων Δυτικής Θράκης στην Ευρώπη, ο οποίος αναφέρθηκε στις παραβιάσεις του δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι εις βάρος των τουρκικής καταγωγής Ελλήνων πολιτών λόγω της αυθαίρετης απαγόρευσης της χρήσης του όρου «τούρκος/τουρκικός» και τις επανειλημμένες σχετικές καταδίκες της Ελλάδας στα διεθνή δικαστήρια,
- Ο Πέτρος Καζίας εκ μέρους του Ουράνιου Τόξου, ο οποίος διάβασε την εισήγηση του Παύλου Φιλίποβ-Βοσκόπουλου που δεν μπόρεσε να έρθει λόγω ενός προβλήματος υγείας. Ο Καζίας επίσης αναφέρθηκε στις παραβιάσεις των δικαιωμάτων της μακεδονικής μειονότητας, στους τραμπουκισμούς των ελληναράδων εις βάρος της Στέγης Μακεδονικού Πολιτισμού και παρέθεσε κι αυτός την αξιοζήλευτη συλλογή σχετικών καταδικών του ελληνικού κράτους από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρώπινων Δικαιωμάτων. Επίσης ανέφερε το Abecedar ως απόδειξη του ότι παλιότερα η Ελλάδα αναγνώριζε την ύπαρξη της σήμερα «ανύπαρκτης» μακεδονικής γλώσσας.
- Ένας εκπρόσωπος του ευρωβουλευτή Sandor Tökis, o oποίος έχει εκλεγεί στη Ρουμανία και είναι μέλος της ουγγρικής μειονότητας που υπάρχει εκεί. Αυτός είπε ότι στη Ρουμανία τα πράγματα δεν είναι τέλεια, αλλά αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα σε σχέση με τις μειονότητες, δηλαδή την πλήρη άρνηση της ύπαρξής τους, μόνο με την κατάσταση που ίσχυε επί Τσαουσέσκου μπορεί να την παραλληλίσει.
- Ο Παναγιώτης Δημητράς, από το Ελληνικό Παρατηρητήριο των συμφωνιών του Ελσίνκι, ο οποίος αναφέρθηκε στην (μη) ανεκτικότητα που υπάρχει στην Ελλάδα απέναντι στις μειονότητες, τόσο από την (αυτοθεωρούμενη ως) πλειονότητα όσο και ενίοτε από τη μια μειονότητα απέναντι σε άλλες.
Μετά την παρέμβαση του Δημητρά, πετάχτηκε ένας τύπος από τους ακροατές και ρώτησε: «Καλά, απάντηση δεν θα υπάρξει; Αυτή είναι η δημοκρατία σας;» και κάτι τέτοια. Όπως μάθαμε μετά, αυτός ήταν ο κ. Γεωργίου, πρώην πρέσβης της Ελλάδας στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες και νυν ευρωβουλευτής του ΛΑΟΣ. Η πρόεδρος του είπε ήρεμα ότι πρέπει να ολοκληρωθούν οι εισηγήσεις και η συζήτηση θα ακολουθήσει μετά.
Μίλησαν επίσης ο Μπόρις Τσίλεβιτς, Μέλος της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης, και ένας άλλος που δεν θυμάμαι.
Όταν άνοιξε η συζήτηση, πήρε πρώτος το λόγο ο Μάριος Ματσάκης, Κύπριος ευρωβουλευτής του ΔΗΚΟ. Ο Ματσάκης δήλωσε πρώτα ότι «εγώ δεν είμαι Έλληνας», και μετά συνέχισε: «άρα δεν έχω άποψη για όσα αναφέρθηκαν στις εισηγήσεις, τις οποίες άκουσα με πολύ ενδιαφέρον και τις βρήκα πολύ ενημερωτικές», στο τέλος δε ρώτησε: «γιατί όμως δεν κλήθηκε στο πάνελ και ένας εκπρόσωπος της Ελλάδας να πει και αυτός την άποψή του; Στις πολιτικές διαδικασίες είθισται να ακούμε και τις δύο πλευρές για να σχηματίσουμε σωστή άποψη». Η πρόεδρος του απάντησε ότι στο πάνελ αυτό επιλέξαμε ακριβώς να καλέσουμε αυτούς που συνήθως δεν ακούγονται, διότι η επίσημη άποψη της Ελλάδας είναι αυτή που ακούγεται συνήθως και ότι αυτή είναι η «άλλη άποψη». (Κάτι που δεν είπε αλλά θα μπορούσε κατά τη γνώμη μου, είναι το εξής: ότι όταν κάποιος θεωρεί ένα θέμα ανύπαρκτο, δεν έχει νόημα να τον καλέσεις σε μια συζήτηση που αφορά αυτό το θέμα. Άμα το βρίσκει «ανύπαρκτο», δεν θα έχει να πει τίποτε γιʼ αυτό. Τέλος πάντων).
Μετά μίλησε ο Γεωργίου, κατόπιν των διαμαρτυριών του ότι τον «αποκλείουν», και είπε ότι «στην αίθουσα αυτή υπάρχει μία μειονότητα που αισθάνεται καταπιεζόμενη, και αυτή είναι οι Έλληνες». Μετά είπε ότι «και η Τουρκία καταπιέζει τους μαύρους» (συγνώμη, τους Κούρδους) και ότι δεν εφαρμόζει τα ψηφίσματα του ΟΗΕ.
Η Ελλάδα βέβαια μπορεί να μην παρέστη επίσημα, εμφανίστηκαν όμως κάποια πληρωμένα παπαγαλάκια της. Αυτά ήταν:
- ένας άγγλος καθηγητής, (δε συγκράτησα το όνομά του – ποιος ξέρει από ποια φανερά ή μυστικά κονδύλια του ΥπΕξ θα σιτίζεται), ο οποίος απευθύνθηκε στον Καζία και, υπό μορφήν ερώτησης, επανέλαβε τις γνωστές στρουθοκαμηλικές ανοησίες που προβάλλει η επίσημη ελληνική ιδεολογία (τα τελευταία 15 χρόνια δηλαδή, γιατί παλιά άλλα έλεγε), δηλαδή ότι τα μακεδονικά δεν είναι γλώσσα αλλά σλαβικό ιδίωμα («Slavonic» είπε στα αγγλικά), γιατί προσδιορίζεστε ως Μακεδόνες, μήπως θα ήταν καλύτερα σλαβομακεδόνες κ.λπ. Ο Καζίας του απάντησε ότι δεν υπάρχει «σλαβική» γλώσσα από μόνη της, ότι το «σλαβική» είναι γενική κατηγορία η οποία περιλαμβάνει περισσότερες επί μέρους γλώσσες και ότι αυτός αισθάνεται απλώς Μακεδόνας και όχι «σλαβομακεδόνας», όπως οι Πολωνοί αισθάνονται απλώς Πολωνοί και όχι «σλαβοπολωνοί».
- Τρεις κοπέλες, η μία Πομάκα και οι άλλες δύο Ρομά, (δεν συγκράτησα το όνομά τους), οι οποίες ήρθαν εκεί να πούνε ότι αυτές δεν είναι Τούρκισσες, είναι Ελληνίδες μουσουλμάνες, είναι ευτυχείς που είναι Ελληνίδες, το ελληνικό κράτος τους φέρεται πολύ καλά και ότι αντίθετα αισθάνονται να τους καταπιέζουν οι Τούρκοι μειονοτικοί και να θέλουν να τους εντάξουν στη δική τους μειονότητα.
Η Πομάκα είπε στην αρχή μία φράση στα Πομακικά, και εν συνεχεία διάβασε ένα κείμενο γραμμένο στα ελληνικά, και το οποίο μετέφραζε επακόλουθα προς τα αγγλικά μια άλλη κοπέλα που ήταν δίπλα της, προφανώς Ελληνίδα αλλά δεν ξέρω με σιγουριά διότι δεν μας έκανε την τιμή να συστηθεί.
Η τσιγγάνα επίσης είπε μία φράση στα τσιγγάνικα στην αρχή και στη συνέχεια μίλησε στα τουρκικά.
Οι δύο αυτές στιγμές κατά τη γνώμη μου ήταν στιγμές εξαιρετικής έντασης και «γόνιμης αμηχανίας». Υπήρχε αφενός μια αίσθηση θλίψης που σου δημιουργεί η επίγνωση ότι αυτές ήταν δασκαλεμένες, δηλαδή ένας «γενιτσαρισμός» που απέπνεε η παρουσία τους και ο οποίος έκανε μπαμ από ένα χιλιόμετρο –νομίζω ότι όλοι τον κατάλαβαν. Παρόλο αυτό το «στήσιμο» όμως, άσχετα από το περιεχόμενο όσων λέγανε, η παρουσία τους έβγαζε μια αίσθηση τρομερής ελευθερίας, έναν ίλιγγο του πρωτοφανούς, το «σοκ του συμβάντος» όπως ίσως θα έλεγε ο Μπαντιού (λέμε τώρα J): την αποσταθεροποίηση που σου προκαλεί το γεγονός ότι κάποια βγαίνει με ένα μικρόφωνο και φθέγγεται μια σειρά από λέξεις σε μία γλώσσα που εμείς δεν καταλαβαίνουμε, όχι μόνο δεν καταλαβαίνουμε τα λεγόμενα αλλά στην αρχή δεν καταλαβαίνουμε ούτε καν ποια είναι αυτή η γλώσσα –παρά μόνο μαντεύουμε. Και αυτό μέσα υποτίθεται στο «ναό της πολυγλωσσίας», σε μια αίθουσα που γύρω γύρω ήταν σε κοινή θέα οι καμπίνες των διερμηνέων, καμιά δεκαπενταριά, που ανέφερε η καθεμιά ένα όνομα γλώσσας και ένα νούμερο ώστε να πατάνε όσοι ενδιαφέρονται το αντίστοιχο κουμπάκι, και μάλιστα το όνομα κάθε γλώσσας ήταν στην ίδια την αντίστοιχη γλώσσα, δηλ. έλεγε English, Français, Suomi, Slovensko κ.λπ., σε μια απʼ αυτές είχε και ένα χαρτάκι πρόχειρα κολλημένο που ήταν γραμμένο με το χέρι Türkce, αλλά παρόλα αυτά αυτές οι δύο γλώσσες δεν χωρούσαν και δεν καλύπτονταν από αυτόν τον εντυπωσιακό εξοπλισμό. Ήταν ένα γλωσσικό συμβάν quand même, αυτά τα λίγα δευτερόλεπτα του κενού που όλοι κοιτιόντουσαν απορημένοι ή ψάχνανε στα κουμπάκια και στα ακουστικά τους να βρούνε κάτι που δεν υπήρχε. Ήταν πραγματικά μια «συνάντηση με το πραγματικό», με ένα κενό γλώσσας (όπως λέμε κενό αέρα).
Ως προς το περιεχόμενο, τώρα, η πομάκα έκανε μια πολύ σοβαρή καταγγελία: απευθυνόμενη προς τον Τσαούσογλου, ισχυρίστηκε ότι σε ένα έντυπο τουρκικό που διευθύνει –δεν συγκράτησα το όνομα του εντύπου- γράφτηκε ένα άρθρο υβριστικό εναντίον της ίδιας και του άντρα της, (διάβασε μερικά αποσπάσματα στα ελληνικά και όντως περιείχε τρομερά προσβλητικές και σεξιστικές εκφράσεις), και ζήτησε επανόρθωση.
Ο Τσαούσογλου απάντησε, μιλώντας, όπως και στην πρωτομιλία του, στα τουρκικά με ταυτόχρονη μετάφραση στα αγγλικά, η οποία όμως έχανε λίγο. Τέλος πάντων, αν κατάλαβα καλά είπε ότι αυτός είναι απλώς στην επιτροπή έκδοσης του εντύπου αυτού και δεν γράφει ο ίδιος ούτε επιδοκιμάζει απαραίτητα ό,τι δημοσιεύεται εκεί. Η πρόεδρος είπε ότι το εκλαμβάνει αυτό ως συγνώμη και το θέμα έκλεισε εκεί.
Ο Δημητράς παρενέβη και είπε ότι η παρουσία μελών της πομακικής και της τσιγγάνικης μειονότητας επιβεβαιώνει ακόμα περισσότερο και μάλιστα διευρύνει την παραδοχή στην οποία βασίστηκε η συνάντηση, δηλαδή την ύπαρξη «αθέατων μειονοτήτων» στην Ελλάδα, και εξέφρασε την ευχή να ενταχθούν στην ελληνική εκπαίδευση οι δύο αυτές γλώσσες, αλλά και άλλες όπως τα βλάχικα και τα ποντιακά. Ο ίδιος όμως πρόσθεσε ότι, όποτε πρότεινε κάτι τέτοιο σε εκπροσώπους των Ρομά στην Ελλάδα, αυτοί αρνήθηκαν, διότι ντρέπονται για την ιδιαιτερότητά τους και θέλουν να περνάνε για καθαροί Έλληνες.
Μετά τοποθετήθηκε ένας τύπος εκ μέρους της «Φιλελεύθερης Συμμαχίας» που λέγεται Μανώλης Μανωλεδάκης, και είπε στην αρχή ότι αισθάνεται «ταπεινωμένος» από την τοποθέτηση του Γεωργίου, διότι αν η Τουρκία καταπιέζει τους Κούρδους, αυτό δεν μπορεί να αποτελεί δικαιολογία για να καταπιέζει και η Ελλάδα τους Μακεδόνες. (Προσθήκη δική μου: κάτι άλλο που θα μπορούσε βέβαια να του πει είναι ότι, αν οι μειονοτικοί της Θράκης «δεν είναι Τούρκοι αλλά μουσουλμάνοι», τότε γιατί αυτός για τη σύγκρισή του χρησιμοποιεί την Τουρκία και όχι π.χ. τη Σαουδική Αραβία ή το Μαρόκο; Άρα έτσι αναγνωρίζει εδώ εμπράκτως αυτό που φραστικά αρνείται αλλού. Κλείνει η παρένθεση). Ο Μανωλεδάκης είπε ακόμα ότι το κόμμα του αναγνωρίζει το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού των μειονοτήτων που υπάρχουν στην Ελλάδα. Ο Γεωργίου ζήτησε να απαντήσει, αλλά το προεδρείο δεν τον άφησε για να μιλήσουν και άλλοι.
Μίλησε λοιπόν ένας Γάλλος, δεν συγκράτησα το όνομά του, και είπε ότι είναι Βλάχος και μιλάει και εξ ονόματος του Σωτήρη Μπλέτσα που ανήκει στη βλάχικη μειονότητα –ο ίδιος αμέσως συμπλήρωσε ότι, κατά τη γνώμη του, για τους Βλάχους ο όρος «μειονότητα» δεν είναι πολύ δόκιμος, διότι η μειονότητα νοείται πάντα σε σχέση με μια πλειονότητα και στην ενωμένη Ευρώπη όλοι είμαστε μειονότητες [minorités, που θα πει και «μειοψηφίες»] και ότι καλύτερα θα ήταν να λέμε «γλωσσική/ πολιτισμική κοινότητα». Μετά πήρε το λόγο μία νέα κοπέλα, ασκούμενη [stagiaire] στο Ευρωκοινοβούλιο, και γεμάτη ιερή αγανάκτηση απευθύνθηκε στον Βλάχο και του είπε πώς τολμάει και την προσβάλλει, είναι και αυτή Βλάχα αλλά αισθάνεται γνησία Ελληνίς και ότι κάθε χρόνο κάνουν ένα αντάμωμα και έρχονται όλοι οι Βλάχοι οι οποίοι είναι υπερήφανοι για την καταγωγή τους και δεν αισθάνονται μειονότητα στην Ελλάδα. (Όπως είπα ο τύπος είχε ο ίδιος διαφοροποιηθεί από τη χρήση του όρου αυτού, αλλά η μικρή Βλάχα φαίνεται ότι δεν το άκουσε, ή δεν πρόλαβε να αναπροσαρμόσει αναλόγως το λογύδριο που είχε ετοιμάσει).
Μετά μίλησε και ένας Βάσκος Ευρωβουλευτής από τους Πράσινους, και είπε ότι και άλλες Ευρωπαϊκές χώρες (η Ισπανία, η Ιταλία, το Βέλγιο) είχαν ή έχουν προβλήματα με διαφορετικές γλωσσικές ή πολιτισμικές κοινότητες στο έδαφός τους, και μπορεί να μην τα έλυσαν με θαυματουργό τρόπο, αλλά τουλάχιστον αναγνώρισαν την ύπαρξή τους, πράγμα που αποτελεί το πρώτο βήμα για την επίλυση ενός προβλήματος, και ότι δεν αντιλαμβάνεται γιατί η Ελλάδα αποφεύγει να αναγνωρίσει καν την ύπαρξή του. Εμείς του απαντήσαμε «ούτε κι εμείς αντιλαμβανόμαστε» και εκεί έκλεισε η συνάντηση.