Χθες 00:30 εξόρμιση στο Σπ. Πάτση 27 όπου το πρόγραμμα έλεγε ότι δούλευε η Αγάπη. Η επιγραφη στο δρόμο με το «27» ήταν φωτισμένη, η πόρτα ξεκλείδωτη έτσι τρούπωσα....πουθενά φως στη σκάλα, θα κάηκε η λάμπα σκέφτηκα και ανέβηκα προσεκτικά με συντροφιά τον αναπτήρα μου. Ειδα φως κάτω απ΄ την είσοδο και έτσι χτύπησα το κουδούνι. Παπαρια μέντολες... δεν άνοιξαν ποτέ αν και κάτι ακούστηκε μέσα.
Πέρασμα από τα ιδρύματα της Κασσάνδρας, όπου πρέπει να γίνονταν λαικό προσκύνημα από συναγωνιστές –άντε να περιμένεις 10-20 λεπτά για να δεις την κάθε μια- και έτσι δεν κατέβηκα. Ανηφόρισα την Πειραιώς για Ομόνοια και τις πουτανόπιατσες.
3ης Σεπτεμβρίου στην γωνία του Λιτό, 3 απ΄τις συνήθεις Αλβανίδες μια ξανθιά με τα μπούτια έξω και 2 μελαχροινές. Οι μαύρες που κυκλοφορούν την ημέρα, απούσες.
Γωνία Καποδιστρίου και Σωκράτους 2 τεμάχια, μια πολύ αδύνατη με ποστίς και μια με τζιν και αθλητικά. 5 μέτρα αριστερά απ το φανάρι ένα ζάκι μες στην μαστούρα κοιμόταν όρθιο. Πλ. Βάθης δεν πρέπει να είχε τίποτα. Βεραντζέρου κ Σωκράτους άλλα δύο τεμάχια, το ένα πετίτ με ασχημόφατσα και το άλλο εξίσου μέτριο. Τον πούλο.
Στην επιστροφή είπα να σταματήσω στο Βουλιαγμένης 83. Εμφανίστηκε η Νάνσυ, μέτριο ύψος που όμως που ακροβατούσε πάνω σε κάτι 15ποντά, με ένα σετ μαύρα εσώρουχα, ξανθό ίσιο μαλλί, παστομένη με 2 κιλά μεικ απ, τούμπανιασμένα βυζιά, καλό λεπτο κορμί με συμπαθητικό πατούρι. Αν και το μπουρδελοένστικτό μου έλεγε να την κάνω με ελαφρά εν τούτοις οι κάβλες και η ανάγκη να αδειάσω με έκαναν να μείνω.
Τι το ήθελα? Ενα από τα μεγαλύτερα παλτά... Κρυόκολη, ψυχρή επαγγελματίας.
Χαιρετισμός – Καπότα με το καλημέρα – Πίπα – «Πως με θέλεις?» - Ετσι – Ξανά, «Πως με θέλεις?» - Αλλιώς – Μετα βίας άδειασμα, αν και πριν μπω κόντευαν να μου βγουν το φλόκια από την μύτη. Αυτά είναι...
Λιγά λεπτά μετά την αξέχαστη αυτή συνεύρεση, το κάτω κεφάλι έφαγε ένα κάρο μπινελίκια απ’ το πάνω κεφάλι. Το κάτω κεφάλι είναι πλέον σε καραντίνα μέχρι νεοτέρας για να μάθει να πέρνει πρωτοβουλίες...