Κάθισα ακίνητος στον αυτοκινητόδρομο
Είδα μια γυναίκα,
Στο πλάι του δρόμου
Το πρόσωπο της το γνώριζα σαν το δικό μου
Αντανακλούσε στο παράθυρο μου
Περπάτησε λοιπόν ως το παραθυράκι μου
Και έσκυψε πολύ σιγά
Μια φοβερή πίεση με παρέλυσε,
Στη σκιά μου
Είπε, "Γιέ μου, τι κάνεις εδώ?
Ο φόβος μου για σένα με κάνει να στριφογυρνάω μες στο τάφο μου." Είπα, "Μαμά, ήρθα στη κοιλάδα των πλουσίων,
Για να πουλήσω τον εαυτό μου"
Είπε, "Γιέ μου, αυτός είναι ο δρόμος προς την κόλαση"
Στο ταξίδι σου που κάνεις στην ερημιά,
Από την έρημο ως το πηγάδι,
Παρεκτράπηκες και βρέθηκες στον αυτοκινητόδρομο της κόλασης
Στέκομαι λοιπόν κοντά σ' ένα ποτάμι
Μα το νερό δεν ρέει
Βράζει με κάθε δηλητήριο που θα μπορούσες να σκεφτείς
Και είμαι κάτω απ' τα φώτα του δρόμου
Μα το φως της ευτυχίας που γνωρίζω,
Έχει τρομοκρατηθεί απίστευτα και έχει πέσει βαθιά στις σκιές. Και ο διεστραμμένος φόβος της βίας,
Πνίγει το κάθε χαμόγελο σε όλα τα πρόσωπα
Και η κοινή λογική χτυπάει καμπάνες
Αυτό δεν είναι μια τεχνολογική κατάρρευση,
Ω όχι, αυτός είναι ο δρόμος προς την κόλαση
Και όλοι οι δρόμοι συνωστίζονται με πιστώσεις
Και δεν μπορείς να κάνεις τίποτα
Είναι όλα μόνο κομματάκια χαρτιού,
Που πετάνε μακριά από σένα
Πρόσεχε κόσμε, κοιτάξτε καλά να δείτε,
Τι πέφτει κάτω εδώ
Πρέπει να μάθεις αυτό το μάθημα γρήγορα
Και να το μάθεις καλά
Δεν είναι ένας ανηφορικός αυτοκινητόδρομος αυτός,
Ω όχι, αυτός είναι ο δρόμος,
Αυτός είναι ο δρόμος,
Αυτός είναι ο δρόμος προς,
Την κόλαση