Παντρεύτηκε ένας στο χωριό, και μόλις πήγε τη γυναίκα του στο σπίτι, της είπε:
- Γυναίκα, ότι θέλεις κάνε, αλλά μακριά από το στάβλο με το μεγάλο μαύρο άλογο, γιατί είναι άγριο κι επικίνδυνο!
Ζήσανε 1-2 χρόνια καλά, ξεχάστηκε μια μέρα η φουκαριάρα η γυναίκα, μπήκε στο στάβλο, τρώει μια κλωτσιά από το άλογο, και έμεινε στον τόπο.
Έγινε η κηδεία, δεχόταν συλλυπητήρια ο σύζυγος, μόνο που ο παπάς του χωριού παρατήρησε ότι, κάθε φορά που τον πλησίαζε γυναίκα να τον συλλυπηθεί, κουνούσε ο σύζυγος το κεφάλι προς τα κάτω, και κάθε φορά που τον πλησίαζε άντρας το κουνούσε προς τα πάνω. Δεν είπε τίποτα βέβαια, τέτοιες ώρες, αλλά την περιέργεια την είχε.
Πέρασε λίγος καιρός, ξαναπαντρεύτηκε ο άνθρωπος, πάλι τα ίδια και με την καινούργια του γυναίκα, “πρόσεχε της είπε, μακριά απ’ το στάβλο με το μαύρο άλογο”. Και που το είπε, τί κατάφερε; Ένα χρόνο μετά ξανάγινε το κακό! Μπήκε κι αυτή στο στάβλο, μια δυνατή κλωτσιά και πάλι το άλογο, πάει στα θυμαράκια κι ετούτη!
Καινούργια κηδεία, ξανά συλλυπητήρια, μα και πάλι ο παπάς πρόσεξε την ίδια περίεργη συμπεριφορά από τον χήρο, να κουνάει καταφατικά το κεφάλι στις γυναίκες που τον συλλυπούνταν και αρνητικά στους άντρες.
Δεν άντεξε και λίγο μετά, τον πήρε παραπέρα και τον ρώτησε. Τι να σου πω παπά μου, του απάντησε ο λυπημένος. Με πλησίαζαν οι γυναίκες και μου έλεγαν “ζωή σε λόγου σου” κι εγώ έγνεφα “ευχαριστώ”. Οι άντρες με ρώταγαν “το πουλάς το άλογο;” κι εγώ έγνεφα “όχι”!