διαβάστε και ξεστραβωθείτε κύριοι
Οι επιβάτες των χερσαίων συγκοινωνιακών μέσων δημοσίας χρήσεως οφείλουν να καταβάλλουν το νόμιμο, κατά περίπτωση, κόμιστρο της αντίστοιχης διαδρομής, να φυλάσσουν το αποδεικτικό καταβολής, (εισιτήριο) όταν αυτό εκδοθεί (επικυρωθεί), καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδρομής και να το επιδεικνύουν σε κάθε περίπτωση που τους ζητηθεί από τον αρμόδιο ελεγκτή.
Τονίζεται ότι το εισιτήριο εφόσον έχει επικυρωθεί είναι αυστηρά προσωπικό. Το εισιτήριο και η κάρτα απεριορίστων διαδρομών απεικονίζουν σύμβαση μεταφοράς επ’ αμοιβή, μεταξύ μιας ή περισσοτέρων συγκοινωνιακών επιχειρήσεων και του επιβάτη για την παροχή μιας ή περισσότερων υπηρεσιών μεταφοράς. Η μεταβίβαση επί πληρωμή ή δωρεάν ενός επικυρωμένου ενιαίου εισιτηρίου από τον έναν επιβάτη στον άλλον, ή η χρήση ενός ήδη επικυρωμένου εισιτηρίου από άλλον επιβάτη είναι παράνομη και αντίκειται στους Γενικούς Όρους Μεταφοράς, καθότι το μεταβιβαζόμενο εισιτήριο δεν αποτελεί πλέον έγκυρο τίτλο μεταφοράς.
Αποκλειστικά αρμόδιοι για την έκδοση της Π.Β.Π.Ε.Π. είναι οι διενεργούντες τον έλεγχο κομίστρου υπάλληλοι (ελεγκτές), του οικείου συγκοινωνιακού φορέα, οι οποίοι είναι ειδικά προς τούτο εξουσιοδοτημένοι με απόφαση του αρμόδιου οργάνου και είναι εφοδιασμένοι με ειδικό δελτίο υπηρεσιακής ταυτότητας ελεγκτή.
Σε αυτούς που δεν επιδεικνύουν κατά τη διάρκεια της διαδρομής το αποδεικτικό καταβολής κομίστρου ή όταν αυτό δεν εκδίδεται (επικυρώνεται), και σ΄ αυτούς που με οποιοδήποτε τρόπο παραλείπουν την καταβολή του νομίμου κομίστρου, επιβάλλεται πρόστιμο, το οποίο καθορίζεται στο 60πλάσιο της τιμής του εισιτηρίου (κανονικού €1,20 ή μειωμένου €0,60, σε λεωφορεία, τρόλλεϋ και Τραμ και κανονικού ενιαίου €1,40 ή μειωμένου €0,70 στον Ηλεκτρικό Σιδηρόδρομο και το Μετρό). Δηλαδή, €72,00 για όσους υποχρεούνται σε κανονικό εισιτήριο και €36,00 για όσους δικαιούνται μειωμένο εισιτήριο στην πρώτη περίπτωση και €84,00 για όσους υποχρεούνται σε κανονικό εισιτήριο και €42,00 για όσους δικαιούνται μειωμένο εισιτήριο στην δεύτερη.
ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
Το θεσμικό πλαίσιο που διέπει τον Έλεγχο Κομίστρου στο Σύστημα Αστικών Συγκοινωνιών Αθηνών, καθορίζεται από το Ν. 1214/81 «Περί επιβολής κυρώσεων εις τους διακινουμένους δια χερσαίων συγκοινωνιακών μέσων δημοσίας χρήσεως άνευ καταβολής κομίστρου και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων», όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει. Ειδικότερα, στο άρθρο 1 του Ν. 1214/81 ορίζεται ότι οι επιβάτες των χερσαίων συγκοινωνιακών μέσων δημοσίας χρήσεως οφείλουν να καταβάλλουν το νόμιμο, κατά περίπτωση, κόμιστρο της αντίστοιχης διαδρομής, να φυλάσσουν το αποδεικτικό καταβολής, όταν αυτό εκδοθεί (επικυρωθεί), καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδρομής και να το επιδεικνύουν σε κάθε περίπτωση που τους ζητηθεί από τον αρμόδιο ελεγκτή. Σε αυτούς που δεν επιδεικνύουν κατά τη διάρκεια της διαδρομής το αποδεικτικό καταβολής κομίστρου ή, όταν αυτό δεν εκδίδεται (ακυρώνεται), και σε αυτούς που με οποιοδήποτε τρόπο παραλείπουν την καταβολή του νομίμου κομίστρου, επιβάλλεται πρόστιμο, το οποίο καθορίζεται στο 60πλάσιο της τιμής του εισιτηρίου (κανονικού ή μειωμένου) του μέσου στο οποίο βεβαιώνεται η παράβαση.
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΛΕΓΧΟΥ ΚΟΜΙΣΤΡΟΥ
Πριν την έναρξη του ελέγχου ο ελεγκτής κομίστρου αναρτά την Υπηρεσιακή του Ταυτότητα. Στη συνέχεια απευθύνεται στους επιβάτες γνωστοποιώντας την ιδιότητά του και ζητώντας τους να επιδείξουν τα εισιτήρια ή τις κάρτες τους.
Όταν οι ελεγκτές είναι δύο, εισέρχονται στα λεωφορεία, τρόλλεϋ ή στα βαγόνια των συρμών ο ένας από την μπροστινή πόρτα και ο άλλος από την πίσω πόρτα, έτσι ώστε ο έλεγχος να είναι πλήρης και να ολοκληρώνεται στη μεσαία πόρτα, απ’ όπου γίνεται και η αποβίβαση των ελεγκτών.
Οι ελεγκτές φροντίζουν να παρέχουν στους επιβάτες που εισέρχονται στην ίδια με αυτούς στάση για τις λεωφορειακές γραμμές τον εύλογο χρόνο για να ακυρώσουν το εισιτήριό τους και σε συνεννόηση με τον οδηγό του οχήματος κλείνουν τα ακυρωτικά μηχανήματα.
Κατά την έναρξη του ελέγχου διαπιστώνουν εάν τα ακυρωτικά μηχανήματα λειτουργούν κανονικά και αναγράφουν τις σωστές ενδείξεις.
Ειδικά στα μέσα σταθερής τροχιάς, ο έλεγχος μπορεί να γίνει και στις πλατφόρμες αναμονής ή σε άλλους χώρους των σταθμών μετά τη νοητή γραμμή επικύρωσης που έχουν τοποθετηθεί τα ακυρωτικά μηχανήματα.
Κατά τη διενέργεια έλεγχου, οι ελεγκτές ζητούν από τους επιβάτες και ελέγχουν την εγκυρότητα του εισιτηρίου που τους επιδεικνύεται τα στοιχεία και την ώρα της ακύρωσης. Στην περίπτωση που ο επιβάτης φέρει μηνιαία ή ετήσια κάρτα, ο ελεγκτής ελέγχει την εγκυρότητα της κάρτας (εάν αναγράφει τα στοιχεία του κατόχου, εάν είναι σφραγισμένη), τη γνησιότητα και την ισχύ του κουπονιού που συνοδεύει υποχρεωτικά την κάρτα και ζητά αστυνομική ταυτότητα στην περίπτωση που εκτιμήσει ότι ο φέρων δεν είναι ο νόμιμος κάτοχος.
Επίσης, ελέγχει το δικαιολογητικό που του επιδεικνύεται, στην περίπτωση που ο επιβάτης δικαιούται δωρεάν ή μειωμένη μετακίνηση.
Όταν κατά τον έλεγχο εξακριβωθεί παράβαση, δηλαδή ο ελεγχόμενος επιβάτης δεν επιδείξει το νόμιμο κατά περίπτωση κόμιστρο ή διαπιστωθεί ότι χρησιμοποιεί μη έγκυρο εισιτήριο (μη επικυρωμένο, διπλοακυρωμένο, σβησμένο κτλ) ο ελεγκτής είναι υποχρεωμένος να εκδώσει Πράξη Βεβαίωσης Παράβασης και Επιβολής Προστίμου - Π.Β.Π.Ε.Π., στην οποία αναγράφονται ο αριθμός μητρώου του ελεγκτή, τα πλήρη στοιχεία του παραβάτη, ο τόπος και ο χρόνος της παράβασης και το οφειλόμενο ποσό του προστίμου.
Ο καταλαμβανόμενος ως παραβάτης είναι υποχρεωμένος, αν δεν καταβάλλει αμέσως το πρόστιμο, να επιδείξει στον αρμόδιο για τον έλεγχο και την καταβολή του προστίμου υπάλληλο την αστυνομική ταυτότητα ή άλλο έγγραφο από το οποίο αποδεικνύονται τα στοιχεία της ταυτότητάς του. Σε περίπτωση άρνησης ο υπάλληλος ελεγκτής μπορεί να ζητήσει τη συνδρομή αστυνομικού οργάνου.
Η επιβολή του προστίμου γίνεται με πράξη του ελεγκτή, την οποία αυτός συντάσσει επί τόπου, δηλαδή εντός του οχήματος και ειδικά για τους μετακινούμενους με τον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο, το Μετρό και τον Προαστιακό σιδηρόδρομο το πρόστιμο επιβάλλεται επιπλέον και σε όσους δεν έχουν ή δεν επιδεικνύουν εισιτήριο νόμιμα ακυρωμένο κατά το χρόνο παραμονής τους στις αποβάθρες μετά τα ακυρωτικά μηχανήματα.
Αντίγραφο της πράξης, με πρόσκληση στον παραβάτη για άμεση πληρωμή του προστίμου στο συντάκτη της πράξης υπάλληλο ή για πληρωμή μέσα σε είκοσι (20) ημέρες στο ταμείο του οικείου Συγκοινωνιακού Φορέα.
Αν ο παραβάτης επιβάτης, μετά την επίδειξη των στοιχείων του, αρνείται να υπογράψει την πράξη και να παραλάβει το προοριζόμενο για αυτόν αντίγραφο, ο ελεγκτής αναγράφει στην πράξη την φράση: "αρνήθηκε την υπογραφή και παραλαβή της πράξης αυτής" και υποβάλλει στην αρμόδια υπηρεσία του φορέα τα δυο αντίγραφα της πράξης.
Η Π.Β.Π.Ε.Π. συντάσσεται και όταν ο παραβάτης επιβάτης δε φέρει μαζί του την ταυτότητά του (ή άλλο αποδεικτικό στοιχείο) ή αρνείται την επίδειξή της, πλην όμως γνωστοποιεί προφορικά τα στοιχεία του και προθυμοποιείται συγχρόνως να πληρώσει αμέσως στον ελεγκτή το προβλεπόμενο πρόστιμο.
Συντάσσεται επίσης Π.Β.Π.Ε.Π. και όταν ακόμη παραβάτης επιβάτης αρνείται την επίδειξη των στοιχείων ταυτότητάς του και την προφορική γνωστοποίησή τους, πλην όμως προθυμοποιείται να πληρώσει αμέσως στον ελεγκτή το προβλεπόμενο πρόστιμο. Στην περίπτωση αυτή, αναγράφεται στην Π.Β.Π.Ε.Π. και στη στήλη των στοιχείων του επιβάτη η λέξη "ΑΓΝΩΣΤΑ".
Στις περιπτώσεις άρνησης των παραβατών επιβατών να επιδείξουν τα στοιχεία ταυτότητάς τους και να πληρώσουν αμέσως, το προβλεπόμενο πρόστιμο, ο αρμόδιος ελεγκτής ζητά τη συνδρομή αστυνομικού οργάνου., για την εξακρίβωση των στοιχείων του.
Αν ο παραβάτης εκφράσει την επιθυμία να αποβιβαστεί από το μέσο μεταφοράς, ενώ η επιβολή προστίμου βρίσκεται σε εξέλιξη, τότε οι ελεγκτές θα πρέπει να αποβιβαστούν μαζί με τον παραβάτη, προκειμένου να ολοκληρωθεί η διαδικασία.
Δεν επιτρέπεται η παρακράτηση της κάρτας απεριορίστων διαδρομών ή του δελτίου μειωμένου εισιτηρίου, όταν το επιδεικνύει ο νόμιμος κάτοχος που έχει υποπέσει σε παράβαση. Επιτρέπεται η παρακράτηση μόνο όταν η χρήση των παραπάνω εντύπων γίνεται από άτομα διαφορετικά των εικονιζόμενων στο στέλεχος που φέρει την φωτογραφία του, ή είναι πλαστογραφημένα ή παραποιημένα. Σ’ αυτή την περίπτωση ζητούνται τα ακριβή στοιχεία, του κατόχου, βεβαιώνεται η παράβαση και υποβάλλεται πρόσθετη παρατήρηση για περαιτέρω ενέργειες του φορέα.
Δεν επιτρέπεται επίσης η παρακράτηση δημοσίων εγγράφων του επιβάτη-παραβάτη, όπως αστυνομική ταυτότητα, διαβατήριο κτλ. Σε περίπτωση που από αμέλεια παραμείνουν στα χέρια του ελεγκτή δημόσια έγγραφα του επιβάτη, τότε ο ελεγκτής είναι υποχρεωμένος να ενημερώσει την Υπηρεσία του και να παραδώσει εκεί ή στο κοντινότερο αστυνομικό τμήμα το συντομότερο δυνατό τα έγγραφα αυτά.
Αν ο παραβάτης δεν καταβάλλει το πρόστιμο αμέσως ή εντός της εικοσαήμερης προθεσμίας, η πράξη επιβολής προστίμου διαβιβάζεται στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) στην οποία υπάγεται ο παραβάτης για βεβαίωση. Το πρόστιμο σε αυτή την περίπτωση προσαυξάνεται επί 10 φορές.