Η βιομηχανία προσωπικών υπολογιστών έχει ξεκινήσει να παίρνει μία νέα κατεύθυνση κατασκευής και πώλησης χιλιάδων μικρών, ενεργειακά αυτόνομων συσκευών με δυνατότητες εκμετάλλευσης διαδικτυακών εφαρμογών. Για κάποιες από τις μεγαλύτερες εταιρείες κατασκευής υπολογιστών αυτή θεωρείται αρνητική εξέλιξη. Ο λόγος είναι ότι αυτή η νέα γενιά υπολογιστών με τη χαμηλή τιμή μειώνει ακόμη περισσότερο τα ήδη μικρά περιθώρια κέρδους...
Οι νέοι υπολογιστές, με τον χαρακτηρισμό UMPC Netbooks, έχουν λιγοστή λειτουργική μνήμη και χρησιμοποιούν επεξεργαστές που απαιτούν λιγοστή ενέργεια για τη λειτουργία τους. Χρησιμοποιούνται κυρίως για πρόσβαση στο Ίντερνετ και στα email ενώ η τιμή τους είναι τόσο χαμηλή που στις ΗΠΑ πωλούνται για 300 δολάρια. Οι εταιρείες που τους κατασκευάζουν ήταν και αυτές μικρές, όπως η Asus και η Everex, με έδρα την Ταϊβάν.
Στη νέα αυτή τάση, η Dell και η Acer, δύο από τις μεγαλύτερες εταιρείες κατασκευής υπολογιστών, απαντούν με προσαρμογή στα νέα δεδομένα και κατασκευή παρόμοιων υπολογιστών, ενώ πρόσφατα η Hewlett Packard παρουσίασε ένα υβριδικό μοντέλο φορητού υπολογιστή με την ονομασία Mini-Note. Μάλιστα, κάποιοι προχωρούν το νέο σκεπτικό ακόμη πιο πέρα, σχεδιάζοντας desktop PC που προορίζονται μόνο για πρόσβαση στο Διαδίκτυο.
Μία από τις πολλές αναδυόμενες εταιρείες στο χώρο, η CherryPal επιδιώκει να καταρρίψει την αντίληψη της απαραίτητης μεγάλης υπολογιστικής ισχύος για τους προσωπικούς υπολογιστές και παρουσίασε μόλις πρόσφατα έναν υπολογιστή 300 δολαρίων στο μέγεθος βιβλίου που λειτουργεί μόνο με 2 watt ηλεκτρικής ενέργειας, σε αντίθεση με τα 100 watt που απαιτεί ένας συνηθισμένος προσωπικός υπολογιστής.
Με το νέο μοντέλο, η CherryPal φέρνει στο προσκήνιο μια νέα τάση στην υπολογιστική ισχύ, το cloud computing, με βάση την οποία τα δεδομένα αποθηκεύονται και είναι προσβάσιμα από μακρινούς servers και όχι στο ίδιο το μηχάνημα, απελευθερώνοντας τον χρήστη από την ανάγκη εγκατάστασης λογισμικού και άλλων εφαρμογών. Αναλυτές της αγοράς θεωρούν ότι η ανάδειξη αυτού του νέου είδους μηχανών θα μπορούσε να απειλήσει την κυριαρχία εταιρειών όπως η Microsoft και η Intel, των οποίων η φιλοσοφία στηρίζεται στο ότι οι καταναλωτές ζητούν πάντοτε όλο και περισσότερη επεξεργαστική ισχύ από τους υπολογιστές τους.
Όταν πριν από ένα περίπου χρόνο η Asus κυκλοφόρησε ένα φορητό υπολογιστή 300 δολαρίων, πολλές εταιρείες λογισμικού και hardware εμφανίστηκαν έκπληκτες. Η εταιρεία αρχικά θεώρησε ότι το προϊόν θα είχε απήχηση στην εκπαιδευτική αγορά, ή σαν ένας πρώτος υπολογιστής για νεαρά άτομα, αλλά τελικά το ενδιαφέρον αποδείχτηκε πολύ μεγαλύτερο. Δίνοντας έμφαση όχι στις ενσωματωμένες εφαρμογές αλλά σε αυτές που διατίθενται στο Διαδίκτυο όπως αυτές της Google, ο υπολογιστής της Asus πούλησε περισσότερα από 350.000 τεμάχια τις πρώτες εβδομάδες κυκλοφορίας του. Ο αριθμός αυτός και τα έσοδα που απέφερε στην εταιρεία είναι ωστόσο σταγόνα στον ωκεανό των 271 εκατομμυρίων προσωπικών υπολογιστών και laptop που πουλήθηκαν παγκοσμίως το 2007. Όμως, αποκτά όλο και περισσότερο ενδιαφέρον η συζήτηση για το πώς μπορεί να εξελιχθεί αυτή η κατηγορία υπολογιστών, και ποια κατηγορία του αγοραστικού κοινού ενδιαφέρεται για αυτούς.
Η IDC, εταιρεία ανάλυσης αγορών, προβλέπει ότι η αγορά αυτή μπορεί να φτάσει τα εννέα εκατομμύρια τεμάχια σε πωλήσεις μέχρι το 2012, κυρίως με την ανάπτυξη της ιδέας του δεύτερου-εφεδρικού υπολογιστή στις ανεπτυγμένες οικονομίες. Η Intel προβλέπει ότι το 2011 η αγορά των Netbooks θα φτάσει τα 40 εκατομμύρια τεμάχια τον χρόνο, γεγονός που έχει ωθήσει την εταιρεία στην ανάπτυξη επεξεργαστών που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σε αυτούς τους υπολογιστές.
Η Microsoft από την άλλη, συμμετέχει μεν αλλά με ιδιαίτερη διστακτικότητα. Παρά το ότι δεν διαθέτει πια τα Windows XP, έκανε μία εξαίρεση για τις εταιρείες που κατασκευάζουν Netbooks και laptops χαμηλού κόστους. Αν και η εταιρεία δήλωσε ότι η κίνηση αυτή είναι στα πλαίσια της προσαρμογής της στο καταναλωτικό ενδιαφέρον για αυτά τα μηχανήματα, πολλοί θεωρούν ότι ο μόνος λόγος που η εταιρεία προχώρησε σε αυτή την κίνηση είναι ο φόβος απώλειας μεριδίου αγοράς από το Linux.