Τουλάχιστον ξέρει τη διαφορά μεταξύ μικρασιατών και τσάμηδων...
Παρατίθεται μια άλλη άποψη για τους Τσάμηδες από τον καθηγητή Γ. Μαργαρίτη (η συζήτηση είναι παλιά αλλά είναι μια συνοπτική έκθεση μιας άλλης άποψης)
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΦΗΜ. ΕΠΟΧΗ (
)
ΤΣΑΜΗΔΕΣ Ένα «ανύπαρκτο» ζήτημα ή μια μειονότητα στη δίνη της σύγκρουσης των αντίπαλων εθνικισμών;
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟ ΓΙΩΡΓΟ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗ, ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΣΤΟ ΑΠΘ
Η διακοπή της επίσκεψης του K. Παπούλια στην Αλβανία, λόγω του προβλήματος που (θα) δημιουργούσε (;) η διαδήλωση των Τσάμηδων, αναζωπύρωσε τις εθνικιστικές εξάρσεις στην Ελλάδα, ενώ η στάση του προέδρου χαιρετίστηκε με ενθουσιασμό από τον αρχιεπίσκοπο και τον Γ. Καρατζαφέρη. Τα παράθυρα των καναλιών γέμισαν από αναφορές στις θηριωδίες των Τσάμηδων και στην «εγκληματική φύση» τους. Η θεωρία της συλλογικής ευθύνης θριάμβευσε ακόμη μια φορά. Η «συγκρατημένη» ανακοίνωση της Προεδρίας της Δημοκρατίας αναφέρθηκε σε ακραία στοιχεία που προβάλλουν «ανύπαρκτα» ζητήματα. Όμως το ζήτημα των Τσάμηδων (ως αποζημίωση για απωλεσθείσες περιουσίες) τίθεται μόνιμα από το αλβανικό κράτος (είχε τεθεί π.χ. κατά την επίσκεψη του Κ. Στεφανόπουλου το 2004, από τον Αλβανό ομόλογό του Α. Μωϋσίου) και σταθερά συναντά την αρνητική τοποθέτηση του ελληνικού κράτους. Αν δει κανείς τις επίσημες διατυπώσεις, θα αντιληφθεί ότι το «χαρτί» αυτό «παίζεται», ανάλογα με τα άλλα ζητήματα που είναι υπό διαπραγμάτευση στις διμερείς σχέσεις. Επειδή, όμως η αριστερά οφείλει να αντιπαρατίθεται στις εθνικιστικές εξάρσεις και να αντιμετωπίζει κριτικά τους «εθνικούς μύθους», ζητήσαμε από τον καθηγητή Γ. Μαργαρίτη, να παραχωρήσει στην ΕΠΟΧΗ τη συνέντευξη του ακολουθεί.
Πρόσφατα κυκλοφόρησε το βιβλίο σας με τίτλο «Ανεπιθύμητοι συμπατριώτες: Τσάμηδες – Εβραίοι. Στοιχεία για την καταστροφή των μειονοτήτων στην Ελλάδα». Πώς αντιμετωπίσθηκαν οι Τσάμηδες από την ελληνική πλευρά;
Το γεγονός ότι, αν και ήταν μουσουλμάνοι, οι Τσάμηδες δεν ανταλλάχθηκαν στα 1922 - 23 και παρέμειναν στις εστίες τους θεωρήθηκε περίπου ως «ατύχημα». Πάνω σε αυτή την αντίληψη, στηρίχθηκε η ιδέα ότι πρόκειται για «υπό προθεσμία» έλληνες πολίτες, ιδέα πάνω στην οποία στήθηκαν πολλά μέτρα, όχι πάντοτε δίκαια και όχι πάντοτε λογικά.
Λέγεται ότι οι Τσάμηδες δεν εκδιώχθηκαν, αλλά έφυγαν εκουσίως ή αν εκδιώχθηκαν, αυτό έγινε διότι ήταν –συλλήβδην– εγκληματίες και συνεργάτες των Γερμανοϊταλών, κατά την κατοχή. Ποια η δική σας άποψη;
Όλες οι μαρτυρίες και οι πηγές που διαθέτουμε συνηγορούν στο ότι η εκδίωξη των Τσάμηδων από τις κωμοπόλεις και τα χωριά τους ήταν μία εξαιρετικά βίαιη διαδικασία, η οποία εξελίχθηκε σε διαδοχικά κύματα, στην περιοχή της Παραμυθιάς πρώτα και στην περιοχή του Φιλιατιού στη συνέχεια. Ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού θανατώθηκε, πολλοί κακοποιήθηκαν, ενώ τα υπάρχοντά τους διαρπάγησαν. Καμία από τις μεταγενέστερες μελέτες δεν αμφισβητεί αυτό το γεγονός (Κραψίτης, Μαντά, Μιχαλόπουλος, κ.λπ.) Προφανώς, η φυγή των Τσάμηδων, πέρα από τα σύνορα, δεν ήταν μία ανώδυνη υπόθεση.
Η συλλήβδην δαιμονοποίηση των Τσάμηδων ως «φανατικών συνεργατών του κατακτητή» είναι σε ένα βαθμό μεταγενέστερη των γεγονότων (Παπαμανώλης, 1945, Λάμπρου, 1949 κ.λπ.), ένα είδος «απολογητικής» υπερβολής από μέρους της ελληνικής πλευράς, ώστε να μη δημιουργηθούν διπλωματικές επιπλοκές από όσα συνέβησαν στη Θεσπρωτία. Στον καιρό της κατοχής, οι Ιταλοί δημιούργησαν ένα μικρό πυρήνα μουσουλμανικής Πολιτοφυλακής, όταν διαπιστώθηκε η αδυναμία της ελληνικής Χωροφυλακής να παρέμβη στις κοινότητες των Τσάμηδων (σχετικά έγγραφα υπάρχουν στα παραρτήματα του βιβλίου μου). Η αυτονομιστική κίνηση των Τσάμηδων, η «Ξίλια», στα 1944, συνέπραξε σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό με τους Γερμανούς και στράτευσε μερικές εκατοντάδες άτομα –ως εθελοντές ή ως υποχρεωτικά στρατολογημένους– για να υπηρετήσουν στις τοπικές φρουρές στο πλευρό των κατοχικών στρατευμάτων.
Την ίδια εποχή, τόσο το ΕΑΜ, όσο και ο ΕΔΕΣ έκαναν προσπάθειες να προσεταιριστούν τμήματα του τσάμικου πληθυσμού και να περιορίσουν την επιρροή της «Ξίλια». Για ευνόητους λόγους, αποτελέσματα έδωσε η πιο πειστική πολιτική του ΕΑΜ. Σημαντικά ποσοστά Τσάμηδων, ειδικά από τις περιοχές βόρεια του Καλαμά, οργανώθηκαν στο ΕΑΜ, ενώ ο ΕΛΑΣ δημιούργησε ένα ολόκληρο τάγμα (το ΙΥ/15), από Τσάμηδες αντάρτες.
Να σημειώσω, επίσης, ότι οι οργανώσεις του ΕΑΜ έκαναν, την εποχή εκείνη, σαφέστατο διαχωρισμό ανάμεσα στους δωσίλογους Τσάμηδες και στον υπόλοιπο πληθυσμό της μειονότητας. Οι αγριότητες σε βάρος του τελευταίου, από τη μεριά του ΕΔΕΣ, καταγγέλθηκαν με κατηγορηματικό τρόπο, ενώ στάλθηκε κάθε δυνατή βοήθεια από το ΕΑΜ και την ΕΤΑ (Επιμελητεία του Αντάρτη) στους καταυλισμούς των προσφύγων ακόμα και πέρα από τα σύνορα.
Ήταν σαφές ότι οι αντιλήψεις και οι πρακτικές απέναντι στη μειονότητα ήταν διαμετρικά αντίθετες, εκείνα τα χρόνια και δεν συμμερίζονταν όλοι την ιδέα για «εγκληματική φύση» των Τουρκαλβανών.
Ίσως αυτοί να γνώριζαν καλύτερα, από διάφορους μεταγενέστερους απολογητές των διωγμών, τι συνέβη στη Θεσπρωτία…
Ποια είναι τα ποσοτικά στοιχεία αυτής της υπόθεσης (άνθρωποι και περιουσίες); Ωφελήθηκαν κάποιοι και ποιοι από την εκδίωξη των Τσάμηδων;
Τα ποσοτικά στοιχεία δύσκολα μπορούν να προσδιοριστούν, καθώς όλες οι καταγραφές έγιναν κάτω από «μη ομαλές συνθήκες». Στα 1940, ο εντός των συνόρων πληθυσμός των μουσουλμάνων Τσάμηδων ήταν γύρω στις 20.000, ενώ θα πρέπει να συνυπολογιστούν οι προσφυγικές εγκαταστάσεις, εκείθεν των συνόρων, όπου κατέφυγαν αρκετοί Τσάμηδες, από το 1913 και μετά. Ο αριθμός εκείνων που θανατώθηκαν, από το καλοκαίρι του 1944, στη διάρκεια των διωγμών του ΕΔΕΣ, εναντίον τους, είναι επίσης απροσδιόριστος. Οι πιο «μετριοπαθείς» αλβανικές πηγές τον τοποθετούν γύρω στα δύο χιλιάδες θύματα –10% του προπολεμικού πληθυσμού– ενώ από την ελληνική πλευρά δεν υπάρχει καμία επίσημη ή ημιεπίσημη εκτίμηση (πως είναι δυνατό να υπάρξει τέτοια για «ανύπαρκτο» θέμα;)
Ως προς τις περιουσίες τα πράγματα είναι ακόμη λιγότερο μετρήσιμα. Προφανώς, η «μαύρη τρύπα» που δημιουργήθηκε από την αναχώρηση 30.000 –ίσως– ανθρώπων, ανάμεσα στα 1913 και 1945, απέφερε οφέλη σε όσους επωφελήθηκαν από το κενό. Με νόμιμους ή μη τρόπους σπίτια, κτήματα, περιβόλια, άλλαξαν ιδιοκτήτες. Μα και ανάμεσα στο «νόμιμο» και το «μη νόμιμο» υπάρχει πρόβλημα. Οι τσάμικες ιδιοκτησίες, λόγου χάρη, που απαλλοτριώθηκαν υποχρεωτικά στο πλαίσιο του αναδασμού, τον καιρό του Μεταξά, χωρίς ποτέ να λάβουν τη νόμιμη αποζημίωση οι ιδιοκτήτες τους, που θα πρέπει να τοποθετηθούν;
Οι δε περιουσίες που δημεύθηκαν με απόφαση δικαστηρίων και θεωρούνται «εχθρικές λείες» αποτελούν μια, ακόμα, ενοχλητική ιδιαιτερότητα για την περιοχή.
Πώς αντιμετωπίζουν η ελληνική και η αλβανική πλευρά το ζήτημα των Τσάμηδων σήμερα;
Για την ελληνική πλευρά δεν υπάρχει ζήτημα – ότι και αν σημαίνει αυτό. Για την αλβανική αποτελεί προσφιλές θέμα της «εθνικής» ρητορείας. Η αλβανική βουλή έχει δεχθεί τη «γενοκτονία» των Τσάμηδων από τους «Έλληνες σωβινιστές» και οι οργανώσεις των Τσάμηδων είναι εξαιρετικά δραστήριες. Τα αιτήματά τους επικεντρώνονται τον τελευταίο καιρό στη διεκδίκηση αποζημιώσεων για τις περιουσίες που άφησαν πίσω.
Υπάρχουν ομοιότητες και διαφορές της ιστορίας των Τσάμηδων με την αντιμετώπιση άλλων μειονοτικών ζητημάτων στα Βαλκάνια;
Νομίζω ότι μόνο στην περίπτωση των συγκρούσεων μεταξύ Κροατών και Σέρβων, στη Γιουγκοσλαβία, μπορούμε να συναντήσουμε καταστάσεις συγκρίσιμες με όσα συνέβησαν στη Θεσπρωτία στα 1944. Στη γειτονική Αλβανία, παρά τις δεδηλωμένες προθέσεις του «Μπαλλί Κομπετάρ» (αλβανική οργάνωση αντίστοιχη του ΕΔΕΣ) η ελληνική μειονότητα δεν θίχθηκε –ούτε στα πλαίσια κάποιων «αντιποίνων»– εκείνα τα χρόνια, χάρη στην πολιτική του ισχυρού Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου της Αλβανίας (αντίστοιχου του ελληνικού ΕΑΜ).
Ο αρχιεπίσκοπος χαρακτήρισε «ελληνοπρεπή» την στάση του προέδρου της Δημοκρατίας. Θα θέλατε να το σχολιάσετε;
Ο συγκεκριμένος αρχιεπίσκοπος βρίσκεται σαφώς πέρα από κάθε δυνατότητα ευπρεπούς σχολιασμού…
Ποια θα μπορούσε να είναι μια εναλλακτική / αριστερή προσέγγιση του συγκεκριμένου ζητήματος;
Ως πολίτης, θα προτιμούσα, στη θέση των συνθημάτων, να αναζητηθούν με πολιτικό τρόπο λύσεις για τα όποια υπαρκτά και όχι φανταστικά προβλήματα προκύπτουν. Κάτω από αυτή τη σκοπιά και πέρα από φανατισμούς, που υποκρύπτουν άλλες προθέσεις, το πρόβλημα παρουσιάζεται εξαιρετικά απλό. Σε τίποτα δεν θα έθιγε την ελληνική πολιτεία και κοινωνία η αναφορά στα γεγονότα του 1944, δεδομένου ότι τα όσα θλιβερά συνέβησαν –όπως και όσα διέπραξαν οι Τσάμηδες– ήταν έργο περιορισμένου κύκλου ατόμων που ανήκαν σε συγκεκριμένη οργάνωση (πολλοί ΕΔΕΣίτες αποδοκίμασαν τα έκτροπα και τότε και μεταγενέστερα). Από την άλλη, τα χρόνια πέρασαν, η ιστορία δεν γυρίζει πίσω, δεν είναι δυνατό να διανεμηθεί εκ νέου η γη της Θεσπρωτίας στους προ εξηκονταετίας ιδιοκτήτες της. Μετά δε από εξήντα χρόνια, δεν είναι δυνατό ούτε να προσδιοριστούν και να αποτιμηθούν οι εν λόγω περιουσίες, ούτε να διευκρινιστούν οι δικαιούχοι.
Στην ουσία, λοιπόν, το πρόβλημα είναι ηθικό και έμμεσα πολιτικό. Μία συμβολική κίνηση από την ελληνική πλευρά θα αρκούσε για να εκτονώσει το κλίμα και να αφοπλίσει τους εκείθεν των συνόρων ακτιβιστές. Δεν θα ήταν άσχημο να υπάρχει ένα αγκάθι λιγότερο στα Βαλκάνια και στις σχέσεις δύο λαών που τόσο στενά έχει συνδέσει η ιστορία!