:1650 πέθανε κι ο Ρενέ Ντεκάρτ, μαθηματικός και φυσικός και φιλόσοφος γνωστότερος στην πιάτσα ως Καρτέσιος
Στις 11 Φεβρουαρίου του 1650 άφησε την τελευταία του πνοή ένας από τους επιφανέστερους διανοητές της ανθρωπότητας. Ο φιλόσοφος, μαθηματικός και φυσικός Ρενέ Ντεκάρτ, γνωστός και ως Καρτέσιος, είναι ο άνθρωπος που άλλαξε την πορεία της φιλοσοφίας και των επιστημών, συμβάλλοντας καθοριστικά στην Επιστημονική Επανάσταση του 17ου αιώνα.
Ο Ρενέ ΝτεΚάρτ (René Descartes) γεννήθηκε στις 31 Μαρτίου του 1596 στη Γαλλία. Αν και ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη νομική, ικανοποιώντας την επιθυμία του πατέρα του, ωστόσο δεν ασχολήθηκε ποτέ επαγγελματικά. Ο ίδιος επιθυμούσε να γνωρίσει τον κόσμο και να «κατακτήσει» την αλήθεια και αυτή την αλήθεια αναζήτησε μέσα από το έργο του.
Ωστόσο, σε αυτή την αναζήτηση συνειδητοποίησε ότι η κατάκτηση της αλήθειας προέρχεται μέσα από την ολική ανατροπή των δεδομένων, δηλαδή ο δρόμος της αμφιβολίας είναι ο μοναδικός δρόμος που οδηγεί στην βεβαιότητα.
Οι θεωρίες του ΝτεΚάρτ έρχονται ως απελευθέρωση του ανθρώπου της εποχής από την καταπίεση των δεδομένων που όριζε το παρελθόν. Με το ταξίδι του στις Κάτω Χώρες έρχεται σε επαφή με τον Isaac Beeckman, ο οποίος θα τον μυήσει στον κόσμο των μαθηματικών και της Φυσικής. Το όραμα του Ντεκάρτ ήταν η ανακάλυψη των θεμελίων της «Θαυμαστής Επιστήμης», η οποία θα συνέδεε τα μαθηματικά με την φυσική.
Οι αναλύσεις του αποτέλεσαν τα θεμέλια της αναλυτικής Γεωμετρίας, καθώς ήταν ο πρώτος που εισήγαγε την έννοια του μεταβλητού μεγέθους και της μεταβλητής συνάρτησης, επιτυγχάνοντας την ένωση της γεωμετρίας και της άλγεβρας. Η Γεωμετρία του Ντεκάρτ με τη μέθοδο του συστήματος των συντεταγμένων που δημιούργησε και με τον τρόπο κατασκευής των καθέτων και εφαπτομένων στις επίπεδες καμπύλες, βοήθησε σημαντικά το έργο των Νεύτωνα, Λάιμπνιτς, Όιλερ και πολλών ακόμη, ανοίγοντας νέους δρόμους στην επιστήμη των μαθηματικών και της φυσικής.
Ο Ρενέ Ντεκάρτ υπήρξε αυτός που ερμήνευσε τον «πραγματικό αριθμό» ως σχέση οποιουδήποτε τμήματος ευθείας απέναντι στο μοναδιαίο μήκος, και ερμήνευσε τους αρνητικούς αριθμούς ως κατευθυνόμενες συντεταγμένες.
Επιπλέον, εισάγει τα σύμβολα x, y, z για τα μεταβλητά μεγέθη και τους συντελεστές a, b, c, καθώς και τον τρόπο γραφής των δυνάμεων, x4, a5 Επίσης διατύπωσε τον κανόνα των σημείων για τον προσδιορισμό του αριθμού των θετικών και των αρνητικών ριζών, έθεσε το πρόβλημα του αναγώγιμου, έδειξε ότι η εξίσωση τρίτου βαθμού επιλύεται με τον τετραγωνισμό και λύνεται με τη βοήθεια διαβήτη και κανόνα.
«Σκέφτομαι άρα υπάρχω»
Παράλληλα, ο ΝτεΚάρτ αφήνει ανεξίτηλο σημάδι και στη φιλοσοφία. Μέσα από τα σημαντικότερα έργα του «Λόγος περί της μεθόδου», «Στοχασμοί για την πρώτη φιλοσοφία» και «Αρχές φιλοσοφίας» προσεγγίζει τα ζητήματα της μεθόδου της γνώσης, της σχέσης σώματος-ψυχής και ύλης-πνεύματος, αλλά και το θέμα της ύπαρξης θεού, τον οποίο αποδέχεται ως το «τέλειο ον» και υποστηρίζει μέσω ενός «αφαιρετικού συλλογισμού» το αυταπόδεικτο της ύπαρξής του.
Ο ίδιος στο έργο του «Λόγος περί της μεθόδου» διατυπώνει το απόφθεγμα «σκέφτομαι άρα υπάρχω» και αναγνωρίζει την αξία της αμφιβολίας για την αποκάλυψη της μοναδικής αλήθειας:
«Μπορώ να αμφιβάλλω για όλα τα πράγματα που με περιβάλλουν και για όλα όσα σκέφτομαι. Οι άνθρωποι συχνά σφάλλουν στους συλλογισμούς τους ακόμα και σε απλά θέματα και δεν υπάρχει λόγος να πιστεύω ότι οι αισθήσεις μου δεν με ξεγελούν ή ότι οι σκέψεις μου δεν είναι παρά σαν τα όνειρά μου όταν κοιμάμαι. Μπορώ να αμφιβάλλω λοιπόν για όλα όσα σκέφτομαι και πιστεύω, αλλά για ένα πράγμα σε καμία περίπτωση δεν μπορώ να αμφιβάλλω, δηλαδή για το ότι αμφιβάλλω. Κατόπιν πρόσεξα πως, ενώ εγώ ήθελα να σκεφτώ έτσι, ότι όλα ήταν ψεύτικα έπρεπε αναγκαστικά, εγώ που το σκεπτόμουν, να είμαι κάτι. Και παρατηρώντας πως τούτη η αλήθεια: σκέπτομαι, άρα υπάρχω ήταν τόσο γερή και τόσο σίγουρη ώστε όλες μαζί οι εξωφρενικές υποθέσεις των σκεπτικών φιλοσόφων δεν ήταν ικανές να την κλονίσουν, έκρινα πως μπορούσα δίχως ενδοιασμούς να την παραδεχθώ σαν την πρώτη αρχή της φιλοσοφίας που αναζητούσα».
Μπορεί οι θεωρίες του Ντε Κάρτ να επικρίθηκαν εν μέρει από τους μεταγενέστερούς του -εμπειριστές- και να αξιοποιήθηκαν με ένα ιδιαίτερο τρόπο, ως κρηπίδωμα του ρεύματος του υλισμού, ωστόσο ήταν αυτές που «λύτρωσαν» τη φιλοσοφία από τις μεσαιωνικές προκαταλήψεις και άνοιξαν το δρόμο για την εποχή του Διαφωτισμού.