Ένα από τα αγαπημένα σπορ των Ελλήνων είναι να δημιουργούν αστικούς μύθους. Μεταφέρονται από στόμα σε στόμα, αντέχουν στο χρόνο, ορισμένοι εξ αυτών είναι και γουστόζικοι, αλλά στη συντριπτική τους πλειοψηφία δεν έχουν καμία, μα καμία επαφή με την πραγματικότητα.
Ένας τέτοιος αστικός μύθος, πολιτικού περιεχομένου, δημιουργήθηκε με αφορμή το κύμα παράνομης μετανάστευσης προς την Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Κατά το μύθο, ο υπεύθυνος για το άνοιγμα των συνόρων ήταν ο τότε υπουργός Εξωτερικών και νυν πρωθυπουργός, Αντώνης Σαμαράς.
Τι συνέβη στην πραγματικότητα;
Στις 23 Νοεμβρίου του 1989, ο Αντωνης Σαμαρας αναλαμβάνει υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση που σχημάτισε ο ακαδημαϊκός και οικονομολόγος, Ξενοφών Ζολώτας. Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του, μεταβαίνει λίγες μέρες μετά στο αεροδρόμιο του Ελληνικού, για να υποδεχτεί μια πτήση που μετέφερε Έλληνες φοιτητές που σπούδαζαν στη Ρουμανία και επέστρεψαν εξ αιτίας των αναταραχών στην πόλη Τιμισοάρα. Αναταραχές οι οποίες εν τέλει οδήγησαν στην πτώση και την εκτέλεση του Γ.Γ. του κομμουνιστικού κόμματος Ρουμανίας, Νικολάε Τσαουσέσκου.
Εκείνη την ημέρα, ο Σαμαράς δηλώνει μπροστά στις κάμερες: «Εύχομαι και ελπίζω του χρόνου, οι βορειοηπειρώτες αδελφοί μας, να μπορούν να κάνουν ελεύθεροι Χριστούγεννα στις πατρογονικές τους εστίες». Επρόκειτο ουσιαστικά για μια ευχή, με αφορμή την κατάσταση που επικρατούσε τη δεδομένη χρονική περίοδο σε αρκετές χώρες της ανατολικής Ευρώπης, που υπέφεραν από τα ανελέητα κομμουνιστικά καθεστώτα. Μεταξύ αυτών η Ρουμανία, αλλά και η Αλβανία, όπου ως γνωστόν υπάρχει ελληνική εθνική μειονότητα.
Η συγκεκριμένη δήλωση έγινε το Δεκέμβρη του 1989, ενώ το κομμουνιστικό καθεστώς στην Αλβανία άρχισε να καταρρέει ένα χρόνο αργότερα, όταν έλαβε χώρα η απεργία και οι μαζικές διαδηλώσεις των φοιτητών του Πανεπιστημίου Τιράνων (τότε Πανεπιστήμιο «Ενβέρ Χότζα») στις 8 Δεκεμβρίου του 1990. Αξίζει να σημειωθεί ότι ως υπουργός Εξωτερικών -της κυβέρνησης Μητσοτάκη, πλέον- ο Σαμαράς δεν είχε καμία απολύτως σχέση με τη φύλαξη των συνόρων, αφού η αρμοδιότητα αυτή ανήκε στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης.
Για να βρούμε τον υπεύθυνο για το περίφημο άνοιγμα των συνόρων, θα πρέπει να πάμε περίπου 3 χρόνια πίσω. Στις 28 Αυγούστου του 1987 ελήφθη απόφαση για άρση του εμπολέμου μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας, όπως εισηγήθηκε ο τότε υπουργός Εξωτερικών, Κάρολος Παπούλιας, και ενέκρινε ομόφωνα το τότε υπουργικό συμβούλιο, υπό τον πρωθυπουργό, Ανδρέα Παπανδρέου. Ιδού και η επίμαχη ανακοίνωση:
«Η Κυβέρνηση αποφαίνεται και δηλώνει ότι ο χαρακτήρας της Αλβανίας σαν εχθρικού κράτους έχει πάψει να υφίσταται. Η Ελληνική Κυβέρνηση είναι πεπεισμένη ότι η δήλωσή της αυτή αποτελεί την αφετηρία για την ρύθμιση των ζητημάτων που είναι ακόμη εκκρεμή ανάμεσα στις δύο χώρες. Ήδη, οι αρμόδιες Ελληνικές υπηρεσίες μελετούν προσεκτικά τον προσφορότερο τρόπο για την νομική ρύθμιση των εκκρεμοτήτων αυτών. Ο τερματισμός της προηγούμενης κατάστασης θα συμβάλλει στην περαιτέρω σύσφιξη των σχέσεων των δύο φίλων χωρών και την διεύρυνση της μεταξύ τους συνεργασίας. Ειδικότερα θα είναι προς όφελος της Ελληνικής μειονότητας, για την οποία το ενδιαφέρον της Ελληνικής Κυβέρνησης ήταν και θα παραμείνει αμέριστο και η οποία, καλλιεργώντας τις παραδόσεις και την εθνική της ταυτότητα, θα αποτελεί μια σταθερή γέφυρα φιλίας ανάμεσα στους Έλληνες και τον Αλβανικό λαό».
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, προκύπτει ότι ήταν πολύ μικρός ο αριθμός των Αλβανών παράνομων μεταναστών που πέρασαν τα σύνορα την τριετία 1987-1990, μιας και το καθεστώς του Χότζα -υπό τον Ραμίζ Αλία πια- είχε λάβει δραστικά μέτρα για τη φύλαξη των συνόρων, τοποθετώντας μεταξύ άλλων ηλεκτροφόρα σύρματα. Κατάσταση η οποία άλλαξε άρδην μετά την πτώση του καθεστώτος το 1992 και την άνοδο του Σαλί Μπερίσα στην εξουσία, τον Απρίλιο του ίδιου έτους.
Έτσι λοιπόν, μια ευχή για αποκατάσταση της δημοκρατίας και ελευθερία, έγινε εν μία νυκτί κατηγορία. Ένα μήνυμα με αποδέκτες όσους υπέμειναν για περίπου μισό αιώνα τα πάνδεινα επειδή ήταν Έλληνες Χριστιανοί Ορθόδοξοι, μετετράπη εκουσίως σε πλαστό πολιτικό όπλο στα χέρια όσων θέλησαν να εκμεταλλευτούν το μεταναστευτικό, με απώτερο στόχο τα μικροπολιτικά οφέλη…